Του Στρατή Παπαμανουσάκη
«Δώδεκα ευζωνάκια τ’ αποφασίσανε
στην Πόλη για να πάνε Παναγιά μου
να πολεμήσουνε
Στο δρόμο που διαβαίναν στη Μαύρη θάλασσα
κακιά φουρτούνα πιάνει Παναγιά μου
ξεσκίζει τα πανιά
Δεν κλαίμε το καράβι δεν κλαίμε τα πανιά
μον’ κλαίμε τα ευζωνάκια Παναγιά μου
τα νιούτσικα παιδιά
Βοήθα Παναγιά μου να τα γλιτώσουμε
κι όλα σου τα καντήλια Παναγιά μου
θα στ’ ασημώσουμε»
(Παραδοσιακό τραγούδι Θράκης)
Πολύπαθη και η περιοχή της Θράκης, καθώς η ιστορία, τα όρια και οι άνθρωποί της, από τα αρχαία ως τα τελευταία χρόνια, ακολουθούν τη μοίρα των λαών, την ακμή και την παρακμή των πολιτισμών, τις εθνικές εξάρσεις, διενέξεις και συνθέσεις. Η ελληνική μυθολογία θεώρησε τη Θράκη κόρη του Ωκεανού και της Παρθενόπης, και τους θράκες απόγονους του Άρη και του γιου του, του Θρακός. Τα θρακικά φύλα κατοικούσαν σε μια μεγάλη περιοχή μεταξύ Δούναβη, Αξιού, Αιγαίου, Ελλησπόντου και Ευξείνου, και ήταν γνωστά για την πολεμική δεινότητα τους. Και περιζήτητοι οι θράκες πελταστές ως μισθοφόροι. Συγγενείς και σύμμαχοι των τρώων στην Ιλιάδα, βάρβαροι μη μιλώντας τα ελληνικά, δέχθηκαν τον ελληνικό αποικισμό, και έγινε η Θράκη πατρίδα μεγάλων προσωκρατικών φιλοσόφων. Αντιμετώπισε τους κέλτες και τους πέρσες ως τη μακεδονική κατάκτηση, ώστε οι ρωμαίοι αργότερα να καθορίσουν Θράκη και Μοισία ως την Dioecesis Thracia, περιορίζοντας την ως τον Αίμο και τον Νέστο. Γνώρισε η Θράκη την ελληνική και ρωμαϊκή παιδεία, απόκτησε πάμπολλες ακμάζουσες πόλεις και έδοσε στο Βυζάντιο την πρωτεύουσα του και αυτοκράτορες και δυναστείες ολόκληρες για τη δόξα του ελληνισμού και της ορθοδοξίας. Σλάβοι και βούλγαροι και τούρκοι έπληξαν τον τόπο ως την ελληνική Επανάσταση και την ΄Ενωση. Και πάλι οι επιρροές των Δυνάμεων και οι μεγάλοι πόλεμοι με τις σφαγές, τις λεηλασίες, τις καταστροφές, τριχοτόμησαν τέλος τη Θράκη, ελληνική, βουλγαρική και τουρκική και μένει ακόμη έξω του εθνικού κορμού η Ανατολική Ρωμυλία και η Ανατολική Θράκη και η Πόλη, η βασιλεύουσα, κόσμος ιδεών και θεσμών και πολιτισμού ελληνικός.
«Ὀρφεῦ, Καλλιόπης τε καί Οἰάγρου φίλε κοῦρε, / Βιστονίῃ Κικόνεσσι πολυρρήνοισιν ἀνάσσων, / χαῖρ’ ἐπεί Αἱμονίους ὀχέας πρώτιστον ἱκάνω / Στρυμονίας τε ῥοάς, ῾Ροδόπης τ’ αἰπεινά ἄγκη. /
Μυστηριακή χώρα η Θράκη, αμφιλεγόμενη πατρίδα του Ορφέα, από όπου η καταγωγή του Σπάρτακου, ηγέτη μάρτυρα της επανάστασης των σκλαβωμένων στους ρωμαίους, τόπος που γέννησε τη δυναστεία των Κομνηνών αυτοκρατόρων του Βυζαντίου. Πρώτος σταθμός των αργοναυτών του Ιάσωνα η Θράκη, στη Βιστωνία, στον Αίμο, στη Ροδόπη και στη Σαμοθράκη, πρώτο ταξίδι μέσα στον μύθο, την ιστορία, και το ιερό πνεύμα της Ελλάδας, πρώτη καταγωγή των μυστών, της μουσικής, της ζωής και του θανάτου.
Μια ισχυρή παρόρμηση μας έσπρωξε σε αυτό το ταξίδι μας στη Θράκη, να ιδούμε από κοντά τη γη αυτού του αρχαίου μυστηρίου, την άμεση περιοχή του Βυζαντίου, τον μαρτυρικό τόπο της νεότερης Ελλάδας. Από τον Πειραιά ως την Καβάλα η γνωστή διαδρομή, ένας αγώνας δρόμου για να φθάσομε στη Θράκη πριν νυκτώσει, και οι αναγκαστικοί σταθμοί μας βιαστικοί, σύντομοι και αδιάφοροι. Και μόλις φθάσαμε στο Πόρτο Λάγος κουρασμένοι, τυχεροί στο μικρό παραθαλάσσιο ταβερνάκι, που λες και μας περίμενε εκείνο το υπέροχο στα κάρβουνα λαυράκι, η νύκτα έπεσε ελαφριά και πια ο ύπνος δεν μας άφησε να χαρούμε το ζωηρό φως των αστεριών, στην ησυχία, μακριά από τους μεγάλους δρόμους της ημέρας. Πλήθος πουλιά το πρωϊνό στη λίμνη Βιστωνίδα, πλούσιο ελληνικό υδροβιότοπο, με εκατοντάδες είδη, παραδεισένια ζωγραφιά όλο το τοπίο.
Γαλάζιος ουρανός και θάλασσα, πράσινη ξηρά τριγύρω, δυο στολίδια τα νησάκια των Αγίων Νικολάου και Παντελεήμονα, με τα λιτά εκκλησάκια τους και τι πιο ωραίο από τον περίπατο πάνω στην ξύλινη γέφυρα που τα συνδέει. Και αμέσως ύστερα η Θράκη στα καλύτερα της, εκεί στην παραλία των Αβδήρων, η αρχαία πόλη του Δημόκριτου, του Λεύκιππου, του Εκαταίου, του Ανάξαρχου, του Βίωνα, των μεγάλων φιλοσόφων, γραμματικών, μαθηματικών, των πρώτων που παρουσίασαν την εικόνα του υλικού μας κόσμου, εναρμονίζοντας τη φύση με του νόμους της πολιτείας και με τη συμμετρία του βίου. «Ἐν βυθῷ γάρ ἡ ἀλήθεια», αποφάνθηκε ο Δημόκριτος για να του απαντήσει ο άλλος μεγάλος αβδηρίτης, ο Πρωταγόρας, «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος».
Κλείνοντας έτσι με τη φοβερή ελληνική διαλεκτική τον κύκλο της σοφίας και της σοφιστικής, του απολύτου και του σχετικού, της στάσης και της κίνησης του αρχαίου κόσμου. Μεγάλη, πλούσια και ισχυρή πόλη τα Άβδηρα, με τα λιμάνια της, τα τείχη, την ακρόπολη, πόλη των κιόνων, πολύστυλος, έπεσε σε μαρασμό με την κατασκευή της Εγνατίας, που της στέρησε την προνομιούχα θέση της. Και πως να μη σκεφτείς τη μοίρα των ανθρώπων και των τόπων, περιδιαβαίνοντας τα έρημα εκτεταμένα αρχαία ερείπια, με το ψηλό χορτάρι να καλύπτει τους άλλοτε πολύβουους δρόμους, και μια βάρκα αραγμένη πάνω στην άμμο να τη χαδεύει το ελαφρό κυματάκι αδιάφορα, αγνοώντας όλον εκείνο τον παλαιό αβδηρητισμό, που έμελλε αλλοίμονο να οδηγήσει στο τέλος της τη δόξα αυτής της πόλης.
Φωτογραφία: Mehmet Talha Onuk / Unsplash
Η Ξάνθη, Κυρά και Αρχόντισσα της Θράκης, μολονότι διαθέτει στην περιοχή της αρχαιολογικά ευρήματα της νεολιθικής εποχής, αναφέρεται μόλις από τον 3ο π.Χ. αιώνα, ως Ξάνθεια. Φαίνεται πως εγκαταλείφθηκε μετά για να ξανακατοικηθεί τον 3ο αιώνα και μαρτυρείται πια συνεχώς από τον 9ο αιώνα, ως σημαντική πόλη-φρούριο του Βυζαντίου, ελέγχοντας τους δρόμους επικοινωνίας της βαλκανικής. Πέρασε την τουρκοκρατία και την Επανάσταση, αναπτύχθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα χάρη στην καλλιέργεια, την επεξεργασία και την εμπορία του καπνού, ανοικοδομήθηκε, και είδε μέρες πλούτου και ευημερίας μέχρι τους βαλκανικούς πολέμους. Την βρήκαν ύστερα οι συμφορές των πολέμων και οι τρεις φρικτές βουλγαρικές κατοχές, ως την απελευθέρωση και τη δημιουργία της σύγχρονης πόλης.
Η ίδρυση εδώ τα τελευταία χρόνια, της Πολυτεχνικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης και η εγκατάσταση του 4ου Σώματος Στρατού έδοσαν μια νέα ζωή στην πόλη. Η αρμονική συνύπαρξη χριστιανικού και μουσουλμανικού στοιχείου, πομάκων και αρμενίων, ντόπιων και προσφύγων, προσδίδει μια ιδιαιτερότητα στα έθιμα, στις γιορτές, στη γαστρονομία, στον τρόπο της ζωής των κατοίκων. Το φυσικό περιβάλλον, η θέση της στους πρόποδες της Ροδόπης, ο ποταμός Κόσυνθος που τη διασχίζει, η παλιά και η νέα πόλη, το αρχιτεκτονικό χρώμα, ανάμεικτο από μακεδονικά, νεοκλασικά, οθωμανικά και εκλεκτικιστικά στοιχεία, προσδίδουν στην Ξάνθη μια αξιοζήλευτη ιδιαιτερότητα.
Φθάσαμε στην πόλη μεσημέρι, παρκάραμε έξω από το αθλητικό κέντρο και το δημοτικό πάρκο και μέχρι να τακτοποιηθούμε, ανακαλύψαμε την κεντρική πλατεία, τον πύργο του ρολογιού, το παζάρι, τα φαγάδικα και τις καπναποθήκες. Ουσιαστικά η περιήγηση μας άρχισε το επόμενο πρωϊ από την παλιά πόλη, την πλατεία Μητροπόλεως με τον μητροπολιτικό ναό του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, το Μητροπολιτικό Μέγαρο με το τριώροφο καμπαναριό του και τα νεοκλασικά σχολεία. Το σπουδαίο Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο, στην οδό Ορφέως αποτελεί το πιο εντυπωσιακό κτίριο της περιοχής και περιλαμβάνει πάρα πολλά αξιόλογα εκθέματα από τη ζωή και την ιστορία της πόλης. Η Δημοτική Πινακοθήκη, το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, το Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης, ο Πολυχώρος Τέχνης και Σκέψης της οικίας Μάνου Χατζηδάκη αποτελούν σημαντικές πνευματικές εστίες. Η Μονή Παμμεγίστων Ταξιαρχών, κάτω από τη βυζαντινή ακρόπολη και η Μονή Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας με το εκκλησιαστικό μουσείο της, αποτελούν επίσης αξιόλογα μνημεία της πόλης. Αλλά και ολόκληρη η πόλη, με τα πλακόστρωτα σοκάκια, τους χώρους αναψυχής και τα πολυάριθμα κεντράκια, γεμάτη νεανικό κόσμο, μοιάζει με ένα φιλόξενο ανοικτό μουσείο. Και δεν μπορεί κανείς να το εγκαταλείψει χωρίς να δοκιμάσει και τις ιδιαίτερες νοστιμιές του τόπου, τα ανατολίτικα πιάτα της τοπικής κουζίνας, τα αρώματα των φαγητών του Πόντου και της Μικρασίας, και των τοπικών κρασιών και τα περίφημα ξανθιώτικα γλυκίσματα. Μια αληθινά ωραία ατμόσφαιρα που φεύγοντας επιθυμείς να ξαναζήσεις.
Επόμενος σταθμός μας η Κομοτηνή, νεότερη μετεξέλιξη βυζαντινού φρουρίου του 4ου αιώνα, του κόμβου της Εγνατίας Κουμουτζηνά του 14ου αιώνα, η σύγχρονη πολυπολιτιστική πρωτεύουσα της Ροδόπης και της Θράκης. Έλληνες γηγενείς και πρόσφυγες της Μικρασίας, και του Πόντου, παλινοστούντες σοβιετικών κρατών, μουσουλμάνοι, πομάκοι, αρμένιοι, τσιγγάνοι, παλιότερα και εβραίοι, αποτελούν το πληθυσμιακό μωσαϊκό της πόλης, ήρεμο πια μετά από τις πολλές αναταράξεις. Αν εξαιρέσομε βέβαια τις συνεχιζόμενες τουρκικές παρεμβάσεις, τη δράση του προξενείου και της φιλότουρκης μερίδας. Όσο για τους πομάκους, που κατάγονται από τους αρχαίους αγριάνες, και εκσλαβίστηκαν και εξισλαμίστηκαν αργότερα, δεν έχουν καμιά σχέση με τους τούρκους. Στην Κομοτινή θα βρεις την εφημερίδα τους Ζαγάλιστα (Αλήθεια), στα πομάκικα με ελληνικούς χαρακτήρες, όπως και τον ελληνικό Χρόνο, τον δίγλωσσο Παρατηρητή και την τουρκιική Τζουμχουριέτ. Στην ιστορία του τόπου, ο Αυτοκράτορας Μέγας Θεοδόσιος εκφράζει τη βυζαντινή απαρχή της Κομοτινής, ο οθωμανός στρατηγός Γαζή Εβρενός τη μουσουλμανική κατάκτηση, και ο βούλγαρος τσάροςτ Φερδινάνδο Α΄ την τετραπλή βουλγαρική κατοχή.
Άνετα φθάσαμε στο κέντρο της Κομοτηνής, στο Πάρκο της Αγίας Παρασκευής, λίγο πιο πάνω από το Δημαρχείο, και μπροστά μας το Μνημείο των Ηρώων με το τεράστιο ξίφος των 15 μέτρων, αριστερά το μνημείο Ολοκαυτώματος των Εβραίων και πιο μπροστά το Μνημείο της Εθνικής Αντίστασης. Από εκεί κι ως το μουσουλμανικό Νεκροταφείο απλώνεται η παλιά πόλη με τα οθωμανικά μνημεία, το Εσκί Τζαμί, το Ιμαρέτ και το Γενί Τζαμί του 17ου αιώνα, ο Πύργος του Ρολογιού και το τουρκικό Διοικητήριο του 19ου αιώνα. Πλημμυρισμένη η περιοχή από τη δυνατή μυρωδιά του καβουρδισμένου καφέ και του στραγαλιού, καθώς και από το διακριτικό άρωμα του σουτζούκ λουκούμ, περίφημων προϊόντων τοπικής επεξεργασίας της Κομοτηνής. Γοητευτικά τα στενά δρομάκια της περιοχής με τις πανέμορφες στοές ανθέων και περιπλοκάδων, τα μικρά καφενεία και τα κάθε είδους μαγαζάκια. Από τη Δημοτική Αγορά προς τα αριστερά τα ερείπια του βυζαντινού κάστρου, δίπλα ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και προς τα νότια το Τσανάκλειο Μέγαρο, το Θερινό Δημοτικό Θέατρο και το Αρχαιολογικό Μουσείο, με την ωραία σφυρήλατη χρυσή προτομή του ρωμαίου αυτοκράτορα Σεπτιμίου Σεβήρου.
Διάσπαρτη από μουσεία όμως η πόλη, με το Βυζαντινό, το Θρακικό, το Εκκλησιαστικό, το Λαογραφικό, το Μουσείο Καραθεοδωρή, και την ιστορική Καπναποθήκη. Περάσαμε όμως ήδη την οδό Ορφέως, παλιά κοίτη του ποταμού Μπουκλουτζά, παραπόταμου του Βοσβόζη, και ήδη τα πολλά καφέ στη μεγάλη κεντρική πλατεία Ειρήνης, σφύζουν από ζωή, καθώς οι φοιτητές των κοντινών σχολών του Πανεπιστημίου Θράκης, που εδρεύει εδώ, ανακατεύονται με τους κομοτηνέους. Όμορφη η βραδιά, μετά από τη μεγάλη περιπλάνηση, νόστιμοι οι μεζέδες στα Φιλαράκια, αλλά το πρωϊνό ταξίδι μας δεν επιτρέπει μεγαλύτερο ξενύχτι. Κι όμως στο απέναντι ακριβώς ξενοδοχείο μας, ακούμε από την πλατεία τον Ορφέα, που δεν λέει να αφήσει τη λύρα του, συνοδευόμενη σχεδόν ως το πρωϊ από τις δυνατές νεανικές φωνές, κρατώντας ξυπνητούς τους νυσταγμένους.
Το επόμενο πρωϊνό, το δις εξαμαρτείν δεν επιτρέπεται, και έτσι ο δρόμος μας προς την Αλεξανδρούπολη σταματά στο ξενοδοχείο Νεφέλη, πολύ έξω από την πόλη. Και από εκεί, χωρίς καθυστέρηση, παρακάμπτομε μακριά το κέντρο προς τα βόρεια και ανατολικά, μέχρι τη γέφυρα των Κήπων, τα ελληνοτουρκικά σύνορα του Έβρου, που χωρίζει τις δυο χώρες. Αλλά ο Έβρος χωρίζει έτσι και τη Θράκη, σε ανατολική και δυτική και αφήνει έξω από την Ελλάδα, τόπους προαιώνια ελληνικούς, προγονική ιερή γη, τις αλησμόνητες πατρίδες.
Επανερχόμαστε στον βόρειο δρόμο κατά μήκος του Έβρου και σταματούμε στο Σουφλί, άλλοτε μεγάλο κέντρο σηροτροφίας και μεταξιού, που η αλλαγή των συνθηκών, η απώλεια μεγάλων εκτάσεων μωρεοκαλλιέργειας μετά το 1923 και η ανακάλυψη της τεχνητής μετάξης, ανέκοψε την πρόοδο του τόπου. Από τη δόξα του 19ου αιώνα απομένουν οι αξιόλογοι ναοί του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Αθανασίου και τα μουσεία λαογραφίας και μεταξιού να διαιωνίζουν την ιστορία του Σουφλίου. Μικρή η τωρινή παραγωγή μεταξωτών, μα είναι τόσο ωραία, που δεν μπορείς να φύγεις χωρίς ένα τουλάχιστον κομμάτι, σουβενίρ από το πέρασμα σου.
Επόμενη μας στάση το Διδυμότειχο, με τα δίδυμα τείχη, στους αντικρυστούς λόφους της Αγίας Πέτρας και του Καλέ, την Πλωτινόπολη του Τραϊανού, προς τιμή της συζύγου του Πλωτίνης και τη βυζαντινή οχύρωση του Ιουστινιανού, χάρη στη στρατηγική θέση του τόπου, που ελέγχει την οδό Τραϊανούπολης- Αδριανούπολης. Ευρήματα από την παλαιολιθική ακόμη εποχή, πιστοποιούν την κατοίκηση της περιοχής μεταξύ του Έβρου και του Ερυθροπόταμου, και τη σημασία της πόλης, που αναπτύχθηκε κατά τη ρωμαϊκή, τη βυζαντινή και την οθωμανική εποχή. Τρεις φορές πρωτεύουσα του Βυζαντίου, πατρίδα των Αυτοκρατόρων Ιωάννη Βατάτζη και Ιωάννη Γ΄ Παλαιολόγου, και τόπος στέψης του Αυτοκράτορα Ιωάννη Καντακουζηνού το Διδυμότειχο. Γνώρισε την τουρκική κατάκτηση, το μαρτύριο των οσιομαρτύρων Ιακώβου και Παρθενίου και τη Δήωση στην Επανάσταση, ως την απελευθέρωση, με τη Συνθήκη των Σεβρών το 1920, τους προσφυγικούς διωγμούς και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Σταυροδρόμι πολιτισμών ο τόπος, πρώτη πρωτεύουσα των οθωμανών σε ευρωπαϊκό έδαφος, πατρίδα του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Β΄ και έδρα ενός από τους επτά βασικούς πυρήνες του ισλαμοχριστιανικού σιιτικού ρεύματος του μπεκτασσισμού, από τον 14ο αιώνα.
Στα βιαστικά περάσαμε από τα σπουδαία μνημεία της πόλης. Τα ρωμαϊκά μωσαϊκά με μυθολογικές παραστάσεις, μεταξύ 2ου και 3ου αιώνα, στον λόφο της Αγίας Πέτρας, όπου βρέθηκε και η προτομή του Σεβήρου, που εκτίθεται στην Κομοτινή. Τα βυζαντινά ερείπια, οχυρώσεις, πύργους και πύλες, τα χριστιανικά αγιάσματα, τις κρήνες και τους βυζαντινούς ναούς της Αγίας Αικατερίνης και του Αγίου Γεωργίου Παλαιοκαστρίτη, τη σημερινή αρμένικη εκκλησία Σουρπ Κεβόρκ, καθώς και τις εκκλησίες της Μητρόπολης του Αγίου Αθανασίου, της Κοιμήσεως και του Σωτήρος, του 19ου αιώνα, που είναι κτισμένοι πάνω σε ερείπια βυζαντινών ναών. Τα οθωμανικά μνημεία, το Αλατζά Τζαμί, το σημαντικό Τέμενος Βαγιαζήτ με τη μοναδική τοιχογραφία της Ουράνιας Πόλης, τα διάσπαρτα οθωμανικά λουτρά, την Πυροστιά (Μαυσωλείο του Ορούτς Πασά) και στο Πεντάζωνο τον Πύργο του Νερού. Αξίζει όμως και η επίσκεψη στο Εκκλησιαστικό Μουσείο της Μητρόπολης, όπου εκτίθενται δυο σημαντικές αμφιπρόσωπες βυζαντινές εικόνες. Η δεσποτική του Σωτήρος Ιησού Χριστού, του 13ου αιώνα, με την Αποκαθήλωση στην άλλη όψη και η Βρεφοκρατούσα Θεοτόκος, η Διδυμοτειχίτισσα, δώρο του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ΄ Παλαιολόγου, του 14ου αιώνα, με τη Σταύρωση στην άλλη όψη.
Στη συνέχεια της διαδρομής μας η Ορεστιάδα, η Νέα Ορεστιάς, η πόλη σύμβολο της αέναης πάλης, της τραγωδίας και της αναγέννησης του ελληνισμού. Η περιοχή σχετίζεται με τον μύθο της Ορέστειας, με τον καθαρμό του μητροκτόνου Ορέστη στα νερά της συμβολής των ποταμών Άρδα, Έβρου και Τόνζου και με την ίδρυση στην περιοχή της Ορεστιάδας, για την απαλλαγή του από τις Ερινύες. Πρωτεύουσα της θρακικής φυλής των Οδρυσών η πόλη, μετονομάστηκε σε Αδριανούπολη το 127 π. Χ. προς τιμή του ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού, και στην τουρκοκρατία απέκτησε το προάστειό της Κάραγατς, την Παλαιά Ορεστιάδα, κοσμοπολίτικο κέντρο με ελληνικό πληθυσμό, στην αριστερή όχθη του Έβρου. Παραχωρήθηκε όλη η περιοχή στην Ελλάδα με τη Συνθήκη των Σεβρών, αλλά ξανάπεσε στην Τουρκία με τη Συνθήκη της Λωζάνης, αντί των πολεμικών αποζημιώσεων που απαιτούσαν οι τούρκοι μετά την Μικρασιατική Εκστρατεία και ήταν αδύνατο να πληρωθούν. Θυσιάστηκε το Κάραγατς, και με την επιμονή των «Συμμάχων» και αναγκάστηκαν οι κάτοικοί του να το εγκαταλείψουν και να κτίσουν απέναντι τη Νέα Ορεστιάδα, που γι αυτό έχει έμβλημα την Ιφιγένεια, τη θυσία της και την αναδημιουργία της πόλης. Σύγχρονη λοιπόν πόλη η Ορεστιάδα, μετά τα πρώτα πολύ δύσκολα χρόνια, μέσα στη λάσπη, στην ταλαιπωρία και στην έλλειψη νερού, σημαντικό αγροτικό, εμπορικό και συγκοινωνιακό κέντρο σήμερα, με Γεωπονική Πανεπιστημιακή Σχολή, πολιτιστικά κέντρα και αξιόλογες εκδηλώσεις.
Ένας καφές στην εκτεταμένη κεντρική πλατεία και αμέσως συνεχίζομε προς τις παραμεθόριες περιοχές Νέα Βύσσα, Καστανιές, Μαράσια, Δίλοφο, Δίκαια, Ορμένιο, στο Τριεθνές, όπου συναντώνται οι τρεις χώρες Ελλάδα, Βουλγαρία και Τουρκία. Κάτοικοι λιγοστοί, καλλιέργειες, κυνηγότοποι, ο ποταμός, ο σιδηρόδρομος, οι ακρίτες μας, στις σημερινές εσχατιές της Ελλάδας και απέναντι οι άλλες πατρίδες, οι χαμένες, οι αλησμόνητες. Σύντομη ξεκούραση στο Καφέ της Βάσως στο Δίλοφο και το ταξίδι της επιστροφής, αντίθετη πορεία ως το Σουφλί, αργά το απόγευμα.
Στάση στο δάσος της Δαδιάς, σημαντικό βιότοπο, με αρπακτικά, ερπετά, πολύμορφη βλάστηση, από τις ορχιδέες ως τα πεύκα και τους δρυς, ρεματιές, ορθοπλαγιές και βοσκοτόπια. Από το παρατηρητήριο της προστατευόμενης περιοχής, καθώς ο ήλιος βασιλεύει και οι ακτίνες του τρυπάνε τα κλαδιά των δένδρων, σπάνιο το θέαμα του μαυρόγυπα, του γυπαετού, του μπούφου. Τελειώνει η μέρα, επιστροφή στο κατάλυμα μας, φαγητό, ανάπαυση, και η νύκτα όλα τα σκεπάζει, την ιστορία, τον τόπο, τους ανθρώπους, εκεί δίπλα στην πόλη του άτυχου βασιλιά Αλεξάνδρου των Ελλήνων, στο μεσοδιάστημα του διχασμού και της ενότητας, μεταξύ Θεσσαλονίκης και Σεβρών, στο περιθώριο της διαμάχης Κωνσταντίνου και Βενιζέλου.
Στην αρχαιότητα την περιοχή κατείχε η πόλη Σάλη, αποικία της Μαρώνειας, που χάθηκε νωρίς από την ιστορία και έτσι έμελλε στα μέσα του 19ου αιώνα να δημιουργηθεί ένα ψαροχώρι, το Δεδέαγατς (Δένδρο του Παππού), γύρω από την κατοικία ενός δερβίση. Πέρασε αργότερα από εκεί η σιδηροδρομική γραμμή για τη Κωνσταντινούπολη, έγινε το λιμάνι, αναπτύχθηκε το εμπόριο και με την απελευθέρωση του τόπου το 1920, μετονομάστηκε το Δεδέαγατς σε Νεάπολη, ως η νεότερη πόλη της Ελλάδας. Και όταν ο Αλέξανδρος πέρασε από εκεί, απόκτησε η πόλη το τελικό της όνομα.
Γρήγορα αναπτύχθηκε η Αλεξανδρούπολη, χάρη στη θέση και τη δραστηριότητα των κατοίκων της, και παρά τις συμφορές των πολέμων, συνεχίστηκε χωρίς διακοπή η πορεία της. Στο Οικοπάρκο της πόλης δόθηκε το όνομα του Δημάρχου Αλτιναλμάζη, που συνέδεσε τη μακρά θητεία του (1925-1941), με την ανάπτυξη της πόλης. Το μοντέρνο πολεοδομικό της σχέδιο οφείλεται στη σύντομη ρωσική κατοχή κατά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-1878, ο μεγάλος της φάρος, σύμβολο της πόλης, στη γαλλική Εταιρεία Φάρων και Φανών της Μεσογείου και η πρόσφατη ανάπτυξή της στην αμερικανική βάση διευκολύνσεων του λιμανιού, που στρέφεται τώρα κατά της Ρωσίας. Αντίθετη συχνά η πορεία της ιστορίας…
Από το άνετο πάρκινγκ του λιμανιού εκτείνεται η απέραντη παραλία της πόλης, με τις μεγάλες αποθήκες και λίγα μέτρα από τη σιδηροδρομική γραμμή η μεγάλη πλατεία του Φάρου προσφέρει την ωραία θέα της Σαμοθράκης.
Απολαμβάνομε τον πρωϊνό καφέ μπροστά στο Μνημείο Βισβίζη, ηρωϊκής οικογένειας του ΄21, και ύστερα διασχίζοντας τη λεωφόρο Μεγάλου Αλεξάνδρου, περνούμε από τη Νομαρχία Έβρου, με το αντίγραφο της Νίκης, από την πλατεία Μητροπόλεως με τον ναό του Αγίου Νικολάου, το Εκκλησιαστικό Μουσείο, το κτίριο του σημερινού Δημοτικού Σχολείου, και το ρωσικό μνημείο, από τη Ζαρίφειο Παιδαγωγική Ακαδημεία, το παλιό Καπνομάγαζο, σήμερα Δημοτική Βιβλιοθήκη, την παλιά Εθνική Τράπεζα, σήμερα Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου, το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης και έχομε ήδη περιηγηθεί σχεδόν όλη την πόλη. Ένα ελαφρό γεύμα στο Ταμάμ, στη μικρή πράσινη πλατεία και αμέσως ξεκινούμε για Τραϊανούπολη, Φέρες και Δέλτα του Έβρου. Οι ιαματικές θερμές πηγές στην Τραϊανούπολη, γνωστές από την αρχαιότητα, συνυπάρχουν σήμερα με τα ρωμαϊκά ερείπια, τα οθωμανική λουτρά, τη Χάνα και τις νεότερες λουτρικές εγκαταστάσεις. Οι Φέρες έχουν τη δική τους ιστορία, μια πόλη γύρω από την οχυρωμένη βυζαντινή Μονή της Παναγίας της Κοσμοσώτηρας, που ίδρυσε ο Ισαάκιος Κομνηνός, αυτοκράτορας μοναχός, σε μια μοναδική άκρα ενότητα πατρίδας και θρησκείας, που μόνο στο Βυζάντιο συναντούμε. Σπουδαία η αρχιτεκτονική του 1152 και οι τοιχογραφίες του καθολικού, δυο επισκοπικές πομπές, οι μορφές της Παλαιάς Διαθήκης, η οικογένεια του κτήτορα και πάνω τους ο Χριστός και η Θεοτόκος, με ένα ασυνήθιστο λαϊκό ρεαλισμό ζωγραφισμένες.
Ο δρόμος προς το Δέλτα του Έβρου χρειάζεται κάποιον οδηγό να σε κατευθύνει, αλλά το θέαμα της φύσης σε αποζημιώνει. Πολύ μεγάλη η ποικιλία του εδάφους, με παραπόταμους, λίμνες, λιμνοθάλασσες, νησάκια, αμέτρητα τα είδη χλωρίδας και πανίδας, υδρόβιων φυτών, ζώων, ψαριών και αποδημητικών πουλιών, Περνάμε από μιαν απόσταση τον πρόσφατο φράκτη που χωρίζει τις δυο χώρες, αντίδραση στην επιθετική πολιτική των γειτόνων, την κατευθυνόμενη προώθηση προσφύγων και τη δημιουργία εντάσεων στην περιοχή και φθάνομε στη θάλασσα. Ανατολικά η Ενέζ, η ελληνική Αίνος, πέρα από τα σύνορα, που υπερασπίστηκε ο ταγματάρχης Μινωτάκης στην Επιτροπή ανακωχής των Μουδανιών και άφησε τους δυο παραποτάμους του Έβρου στην Ελλάδα. Μια ωραία εμπειρία η θαλάσσια διαδρομή στο Δέλτα, το ποταμίσιο σκάφος τριγυρνά μέσα στα κανάλια, περιπλέει τα κατάφυτα νησάκια με τις ψαροκαλύβες και σε φέρνει αργά στην περιοχή των φοινικόπτερων, των κύκνων και των αργυροπελεκάνων, θαύμα του παραδείσου των πουλιών, που ο άνθρωπος δεν έχει το δικαίωμα να διαταράξει. Επιστροφή στην πόλη, μια νυκτερινή βόλτα, ψαρομεζέδες στα παραλιακά ταβερνάκια και η δεύτερη νύκτα μας στην Αλεξανδρούπολη περνάει.
Το πρωί μας περιμένει το καράβι για τη Σαμοθράκη, ο ήλιος από την ανατολή αντανακλά ασημένιος καταρράκτης στον ελαφρό κυματισμό του θρακικού πελάγους, και το νησί με τις ψηλές βουνοκορφές όλο και μεγαλώνει. Ώσπου στο τέλος, παραπλέοντας τη βορειοδυτική ακτή, μπαίνομε στο λιμάνι της Καμαριώτισσας, προσκυνητές των Μεγάλων Θεών, των Μυστηρίων των Καβείρων και της κλεμμένης Νίκης της ελληνικής, της Σαμοθράκης.
Φαίνεται πως η Σαμοθράκη κατοικήθηκε αρχικά από Πελασγούς και αργότερα από Θράκες, μέχρι τον 8ο αιώνα π.Χ. που την αποίκησαν οι Σάμιοι. Πέρασαν από εδώ αθηναίοι, πέρσες, μακεδόνες, ρωμαίοι, βυζαντινοί, βενετοί, γενοβέζοι, οθωμανοί και βούλγαροι, μέχρι την απελευθέρωση. Ο Σάος, το πανύψηλο βουνό, προσθέτει τη μεγαλοπρέπεια του στην άγρια φύση, με τα δάση, τις πηγές, τους καταρράκτες και τις λίμνες, τις βάθρες της Σαμοθράκης. Και μένει ακόμη αμόλυντο το νησί από τον μαζικό τουρισμό, ήρεμο το λιμάνι του, γαλήνιοι οι οικισμοί του, σιωπηλά τα αρχαία του και απόκρυφα τα ιερά του.
Στην Καμαριώτισσα δεμένα τα ψαροκάϊκα, στην εκκλησία της κωμόπολης η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που ήρθε με θαυμαστό τρόπο από τη θάλασσα, κατά την εποχή της Εικονομαχίας, στον τόπο και στη σειρά τα καφενεία της παραλίας με τους ντόπιους. Έξη μόνο χιλιόμετρα από το λιμάνι ως τη Χώρα, την παλιά πρωτεύουσα, αμφιθεατρικά κτισμένη κάτω από το γενοβέζικο κάστρο των Γατελούζων, με τους πύργους του ψηλά στους πρόποδες του Σάου. Ανηφορικό το λιθόστρωτο με τα παραδοσιακά κτίρια, την πλατεία, τα μαγαζιά, τη βρύση και το κλειστό «μπιστρό», κάποτε τράπεζα, «που έγινε Τράπεζα με θέα». Μικρή περιήγηση στο κάστρο, απέραντη η θέα προς τα κάτω και ύστερα ο καφές στο «Κέρασμα του Ευτύχη». Λίγο πιο πέρα, στο χωριό του Προφήτη Ηλία, μας περίμενε γουρουνόπουλο ψητό με θέα, στην ταβέρνα, στον «Παράδεισο», και αργά το απόγευμα τα δωμάτια μας, νοικιαζόμενα, τέλος εποχής, με χαμηλή θερμοκρασία. Έτσι που το τραβούσε το κρασί η σπεσιαλιτέ του νησιού, το ψητό κατσικάκι, ως αργά, και μετά την ποικιλία της μουσικής, απότομη απόλυτη ησυχία για τη νύκτα. Το πρωϊ ανεβήκαμε στην πιο κοντινή από τις βάθρες, θαυμάσια η φύση, τα νερά, τα δένδρα, το μικρό νεκροταφείο, το γεφυράκι κάτω, ζωή και θάνατος πάντα μαζί δεμένα και μόνο εμείς το λησμονούμε. Κάτω στον κεντρικό δρόμο προς την Παλαιόπολη, το σύγχρονο μνημείο Στασίδι του Αποστόλου Παύλου, κομψό ημικύκλιο τοιχογραφημένο, για να θυμίζει το ταξίδι του στη Σαμοθράκη και τη νέα θρησκεία, που έβαλε τέλος στη λατρεία των θεών της Σαμοθράκης.
Εκτεταμένα ερείπια μέσα στην όμορφη φύση του νησιού, ο χώρος των Καβείριων Μυστηρίων, το Πρόπυλο του Πτολεμαίου, τα ανάκτορα, η Στοά, ο Ιερός Κύκλος, το Τέμενος, το Ιερό και η Θόλος της Αρσινόης. Οι σπασμένοι κίονες, οι λαξευμένες πέτρες, τα αρχαία θεμέλια, σού δίδουν μια ελάχιστη εικόνα του σπουδαίου οικισμού, που στην ακμή του υπήρξε ο ιερότερος, μαζί με την Ελευσίνα, τόπος της Ελλάδας.
⃰
Άγνωστο, ανεξερεύνητο, μυστήριο, σε μεγάλο μέρος του, το σημαντικό κεφάλαιο της αρχαίας ελληνικής θρησκείας. Ξεπέρασε όμως γρήγορα η σκέψη των ελλήνων το προηγούμενο ανατολικό σκιώδες τοπίο μυθοπλασίας για τους θεούς, τον κόσμο και τη φύση. Στη βάση της αρχαιοελληνικής θρησκείας ο Απόλλων και ο Διόνυσος συνένωσαν τα ακραία στοιχεία της γης και του ουρανού, που την ενότητα τους εκπροσωπούσε ο Ζεύς, ως πατήρ θεών και ανθρώπων. Ήδη ο κρητικός Επιμενίδης από τον 7ο αιώνα π.Χ. και ο στωϊκός Κλεάνθης και ο Άρατος Σολεύς τόνισαν την ενότητα του κόσμου των θεών και των ανθρώπων, κάτι που ανέφερε και ο Παύλος, στην προς τους Αθηναίους ομιλία του. Αλλά και πιο πέρα από τους ποιητές, παίχθηκε ασταμάτητα ο αγώνας της ενότητας, στον κόσμο των μυστηρίων, μακριά από τη βουή του πλήθους, στη μυστική διαδικασία, στην τελετουργία της ενοποίησης θεού και ανθρώπου. Τα αρχαία ελληνικά μυστήρια (Ελευσίνια, Ορφικά, Καβείρια, Κρητικά, Ροδιακά, Διονύσια, Μεσσηνιακά, Αρκαδικά κ.α.) στη διαλεκτική πορεία της ενότητας περιέλαβαν κατά βάση τρία στάδια μύησης. Προετοιμασία, καθεαυτή μύηση, αποτελέσματα ή αλλιώς κάθαρση, μύηση, εποπτεία. Στα θρακικά μυστήρια, τα Καβείρια, τα Ορφικά, τα Χριστιανικά, καταγράφονται διαλεκτικά τα μυστηριακά στοιχεία, από τη λατρεία των Μεγάλων Θεών, ως τον Ησυχασμό της Ορθοδοξίας και μέχρι τα γνωστά Αναστενάρια.
Τα Καβείρια Μυστήρια, οι τελετουργίες των Μεγάλων Θεών, η λατρεία των Καβείρων, αναφέρονται σε μια πρώτη ομάδα χθόνιων θεοτήτων, εκπροσώπων των φυσικών δυνάμεων, θρακοπελασγικής μάλλον προέλευσης, της αρχαίας ελληνικής θρησκείας. Και φαίνεται πως σχετίζονται με τους Ιδαίους Δακτύλους, τους Κουρήτες, τους Κορύβαντες, και συνεπώς με την πυρολατρεία, την κατεργασία του χαλκού και του σιδήρου και την παιδοτροφία του Διός στην Κρήτη. Στην κορυφή βρίσκεται η Μεγάλη Θεά, η Αξιόκερσα και ακολουθούν ο Αξιόκερσος, ο Αξίερος και ο Κάδμιλος. Ελεύθερη η λατρεία τους σε ξένους και γυναίκες και σε δούλους, συνοψίζεται σε μια τελετουργία μυήσεως, σε έναν δραματουργικό ιερό γάμο, σε μια διδασκαλία ερμηνείας των μυστηρίων, στην οποία μόνο οι μύστες επιτρεπόταν να μετέχουν. Στη διαδικασία αυτή προηγείται ο καθαρμός, μεσολαβούν τα ιερά σύμβολα και έρχεται τέλος ο φωτισμός, η εποπτεία, η ευδαιμονία. Πυρσοί και λύχνοι, στέφανοι, μανδήλια, και λίθινοι δακτύλιοι ήταν τα ορατά σημεία της μυήσεως, που τέλειωνε με ένα ιερό συμπόσιο των μυστών της Σαμοθράκης. Φαίνεται λοιπόν πως προηγήθηκε η λατρεία των Καβείρων της λατρείας των ολύμπιων θεών, πως συνδυάστηκε με τη λατρεία της φρυγικής Κυβέλης, την αναγέννηση της φύσης, και πως μετά συνταυτίστηκαν με τους θεούς του ελληνικού πανθέου, τη Δήμητρα, τον Άδη, την Περσεφόνη, την Αφροδίτη, τον Ερμή, τους Διόσκουρους και με τον ίδιο τον πατέρα Δία.
Ήρθε κατόπιν ο ορφισμός να συνενώσει Ίακχο, Βάκχο, Διόνυσο (Πάνα), Ζαγρέα και Ορφέα, δημιουργώντας μια πανανθρώπινη αρχετυπική, υπερβατική προοπτική ενότητας των πάντων. Δέχθηκε πως στον άνθρωπο περιλαμβάνεται η υλική του διάσταση, αλλά και η πρωταρχικά, κληρονομημένη, θεία ουσία και ότι πρέπει να προσπαθήσει να απορρίψει κάθε τι αρνητικό, ώστε να αναδυθεί ολοκληρωτικά η θεία αυτή, άυλη και αθάνατη πλευρά του. Και έτσι με τη μυστηριακή μύηση του ο άνθρωπος να κατακτήσει οριστικά το θείο επίπεδό του.
Από τους καβείριους θεούς της Σαμοθράκης ως τον Ορφέα και από τον διαμελισμένο Διόνυσο μέχρι τον Χριστό εσταυρωμένο, και από τα αρχαία μέχρι τα χριστιανικά μυστήρια, η κάθαρση, η μύηση, η τελείωση, σύμβολα της ενότητας των πάντων. Μια γενική αντίληψη του αρχαίου ειδωλολατρικού κόσμου, που στη συνέχεια αναπτύχθηκε σε ανώτερο επίπεδο στα πλαίσια της νέας θρησκείας, η ιερή βάπτιση, η θεία κοινωνία, η θέωση του ανθρώπου, άρρητα ρήματα της πνευματικής διάστασης του ελληνικού και χριστιανικού πολιτισμού. Χωρίζει ο μέγας χρόνος, και ο τύπος και ο τρόπος, την πυρολατρεία των Καβείρων της Σαμοθράκης από την πυροβασία των Αναστενάρηδων της Θράκης, και τον Ορφέα από τον Χριστό και τους αρχαίους μύστες των Μεγάλων Θεών από τους μοναχούς ησυχαστές του Αγίου όρους. Μα τους ενώνει η αόρατη γραμμή της θείας δημιουργίας, η ηρακλείτια οδός άνω και κάτω μία, η διαλεκτική του χώρου και του χρόνου προς το επέκεινα.
Το απόγευμα ο καφές στην παραλία της Καμαριώτισσας, το τσίπουρό μας κερασμένο και η αναμονή του καραβιού δική μας, και όλο και λιγόστευαν οι ώρες της Σαμοθράκης, του ταξιδιού μας και της Θράκης. Στην Αλεξανδρούπολη η τελευταία θρακική μας νύκτα ταράχθηκε από το φάντασμα της τρομερής Νίκης της Σαμοθράκης. Τρεις ήτανε οι Νίκες του νησιού, η μία που παρέμεινε στο μουσείο της Παλαιόπολης, η δεύτερη που μένει στη Βιέννη, η τρίτη που αντικρύσαμε κάποτε στο Λούβρο και έμεινε μες στη μνήμη μας για πάντα. Αμφίβολο αν είναι το αφιέρωμα του Δημητρίου Πολιορκητή του 3ου ή των Ροδίων του 2ου π.Χ. αιώνα, σε ανάμνηση της νίκης σε ναυμαχία της Κύπρου ή της Παμφυλίας, κατά του Πτολεμαίου ή του Αντιόχου αντίστοιχα. Τεράστιο το άγαλμα αγνώστου καλλιτέχνη της ελληνιστικής περιόδου, αφιερωμένο στη Μεγάλη Θεά της Σαμοθράκης, που γκρεμίστηκε σε μεγάλο σεισμό του του 6ου αιώνα, και καταχώθηκε στη γη για να το βρει ο Σαμπουαζώ το 1863 και να εκτεθεί με τις αποκαταστάσεις του, από το 1950.
Το όνειρο ολοζώντανο, γλαυκός ο ουρανός και στο καράβι μας που έπλεε στη γαλήνια θάλασσα, μια ριπή ανέμου μάς έστρεψε τα μάτια προς τα πάνω και αργά, ήσυχα, μεγαλόπρεπα, κατέβαινε η πανέμορφη θεά της Νίκης, με τα φτερά της ανοιγμένα, με τον χιτώνα και την κόμη ανεμίζοντας πάνω στο θείο κορμί της και με τα μάτια της μαγεύοντας όλο το τσούρμο. Μα δεν επρόλαβε στην πλώρη να πατήσει και ξαφνικά χάθηκε ολότελα η μορφή της, σκοτείνιασε με μιας ο ουρανός, τινάχτηκαν τα κύματα οργισμένα και πια βρεθήκαμε στο γαλλικό πολεμικό. Και στο κατάστρωμα η θεά ακέφαλη, με τα φτερά σπασμένα, με κομμένα χέρια, αιματοσκέπαστη, δεμένη με χοντρά σκοινιά, να συγκλονίζεται από θρήνους και κατάρες και κραυγές και να κτυπιέται το καράβι έτοιμο να καταποντιστεί στα βάθη του πελάγους. Τέλος, οι κεραυνοί, τα ουρλιαχτά, το φως των αστραπών, ξεχώρισαν τη νύκτα από τη μέρα. Το κόκκινο από την Ανατολή φώτισε όλη τη γη της Θράκης. Και άρχισε η διαδρομή της επιστροφής, απροσπέλαστα τα άλλα θρακικά μέρη, εξόριστη, κομματιασμένη, άθλια η Νίκη, που μένει ακόμη χωρισμένη από την Ελλάδα, που τελειώνει εδώ στη Θράκη, που η λύρα του Ορφέα πενθεί για τον χαμό της Ευρυδίκης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Τα στοιχεία που παρουσιάζει το Sky News δείχνουν ότι μέσα σε δύο χρόνια σημειώθηκε αύξηση 21% στις…
«Αυτοί οι δύο κατηγορούμενοι δημιούργησαν πραγματικά ένα σπίτι φρίκης και έθεσαν τις εξαιρετικά σκοτεινές επιθυμίες…
Σε όλο τον κόσμο το πλαστικό χρήμα κερδίζει έδαφος. Οι κάρτες και οι εφαρμογές στα κινητά…
Ελπίδα για το πολύπαθο Εθνικό Σύστημα Υγείας εξακολουθεί να δίνει το έμψυχο δυναμικό του, που…
Στις 20 Ιανουαρίου 2025 θα πραγματοποιηθεί η δίκη των δύο ψαράδων που κατηγορούνται για τη…
Είπαμε, να γιορτάσουμε τα Χριστούγεννα, να περάσουμε καλά, να κάνουμε και χαβαλέ, αλλά κάποιοι το…
This website uses cookies.