Εν μέσω μιας ασφυκτικής πραγματικότητας συνεχίζουν να λειτουργούν η πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα. Την ίδια στιγμή, οι δημοσιογράφοι στο σύνολό τους πολλές φορές στοχοποιούνται με πρόφαση την κακή εξάσκηση του επαγγέλματος από λίγους μεγαλοδημοσιογράφους. Μαζί με τους δημοσιογράφους, συμπαρασύρονται μια σειρά επαγγέλματα που συνδέονται με τη λειτουργία των μέσων ενημέρωσης από τους κάμεραμαν και τους ηχολήπτες έως τους εργαζόμενους στις εφημερίδες.
Όπως φανερώνουν τα στοιχεία, μετά τον κατασκευαστικό κλάδο τα μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι ο δεύτερος κλάδος που έχει χτυπηθεί τόσο σφοδρά στην περίοδο της κρίσης.
Η πραγματικότητα είναι γενικευμένη και αφορά σχεδόν το σύνολο των μέσων ενημέρωσης, ηλεκτρονικών και έντυπων.
Στην Κρήτη μόνο τα τελευταία χρόνια της κρίσης έχουμε δει να μπαίνουν λουκέτο σε μια σειρά ιστορικές εφημερίδες. Μεταξύ αυτών που έκλεισαν είναι οι εφημερίδες “Κήρυκας”, “Χανιώτικη Ελευθεροτυπία”, “Δημοκράτης”, “Τόλμη” για να πούμε μόνο μερικές από τις πιο γνωστές καθημερινές. Πιο πρόσφατα είδαμε να μπαίνει λουκέτο και στον τηλεοπτικό σταθμό “ΚΥΔΩΝ”.
Ένας μεγάλος αριθμός που συνεχίζουν να λειτουργούν βρίσκονται σε τεντωμένο σχοινί, με την διαφημιστική πίτα άρα και τα έσοδα να έχουν σχεδόν εκμηδενιστεί. Στις εφημερίδες, η δυναμική είσοδος τα τελευταία χρόνια των ειδησεογραφικών πόρταλ έχει αποφέρει ένα συντριπτικό κτύπημα στις κυκλοφορίες.
Στην Ελλάδα το πρόβλημα είναι ότι σε μια παγκόσμια κρίση που αντιμετωπίζουν τα μέσα ενημέρωσης προστίθεται και μια βαριά ελληνική οικονομική κρίση που έρχεται να βάλει την ταφόπακα στην όποια δυνατότητα λειτουργίας ενός μεγάλου αριθμού ΜΜΕ.
Χαρακτηριστικά είναι και αυτά τα στοιχεία από την Ευρώπη:
Την ίδια στιγμή, η υποβάθμιση των εργασιακών συνθηκών, η αναγκαιότητα για αμεσότητα στην είδηση στα πλαίσια ενός σχεδόν κανιβαλιστικού ανταγωνισμού μεταξύ μέσων ενημέρωσης για την όσο πιο γρήγορη ανάρτηση της είδησης, πληγώνει ανεπανόρθωτα την ποιότητα της ενημέρωσης και ευνοεί ακραία λαϊκιστικά σχήματα που εντυπωσιάζουν αλλά πολλές φορές μικρή σχέση έχουν με την πραγματικότητα που καλούνται να καλύψουν.
Όπως τονίζει και η καθηγήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ Ρόη Παναγιωτοπούλου:
»Στην πραγματικότητα, η αναδιοργάνωση στη συγκεκριμένη αγορά εργασίας εξώθησε τους παλιούς και έμπειρους δημοσιογράφους στα “αζήτητα” ως πλεονάζοντες, ενώ προσλήφθηκαν νέοι, τεχνολογικά ενήμεροι πλην όμως άπειροι, οι οποίοι μπορούν να εργάζονται στον ίδιο χρόνο για διαφορετικές πλατφόρμες ενημέρωσης, με μειωμένες αποδοχές, λόγω των αυξανόμενων περικοπών στο κόστος εργασίας. Αυτή η προλεταριοποίηση και εντατικοποίηση της δημοσιογραφικής εργασίας επέδρασε αρνητικά, όχι μόνο στην ποιότητα της δουλειάς τους, αλλά και στις εργασιακές συνθήκες, τα δικαιώματά τους στις κοινωνικές υπηρεσίες και την ασφάλιση».
Δεν είμαστε εδώ για να εξετάσουμε ποιες θέσεις εκφράζει το κάθε μέσο ενημέρωσης και αναλόγως των θέσεων να κρίνουμε αν θα έπρεπε να συνεχίσει να λειτουργεί ή όχι. Το ζήτημα είναι ότι σε μια γενικευμένη κατάσταση κατάρρευσης στα ΜΜΕ, η ίδια η δημοκρατική λειτουργία δέχεται πλήγμα. Όποιος χαίρεται με τα λουκέτα στα μέσα ενημέρωσης, χαίρεται για τη χειροτέρευση των εργασιακών συνθηκών σε ένα κλάδο εξαιρετικά σημαντικό για τη λειτουργία της δημοκρατίας. Και όπου χειροτερεύουν οι εργασιακές συνθήκες, χειροτερεύει και η ποιότητα του προϊόντος που παράγεται. Σε αυτή την περίπτωση το προϊόν είναι η πληροφορία, την οποία καταναλώνει ο πολίτης, και καλείται μετά να λάβει αποφάσεις.
Οι συνθήκες εξάρτησης που βαθαίνουν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης διαμορφώνουν ένα ασφυκτικό πλαίσιο λειτουργίας για τον κάθε δημοσιογράφο ο οποίος γίνεται όλο και πιο ευάλωτος σε πιέσεις από πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα.
Και αυτό δεν είναι εις το σύμφερον κανενός.
Αναδημοσιεύουμε εδώ ένα άρθρο για την κρίση στα μέσα ενημέρωσης από την “Εφημερίδα των Συντακτών“:
«Ο Τζιτζικώστας ανακοίνωσε υποψηφιότητα μέσω Facebook, ο Αδωνις μέσω Twitter, λογικά η ψηφοφορία για νέο πρόεδρο Ν.Δ. θα γίνει στο Instagram». Αυτό το λογοπαίγνιο που κυκλοφόρησε στα κοινωνικά δίκτυα ίσως αντανακλά το πόσο ραγδαία έχει αλλάξει όχι απλώς ο τρόπος ενημέρωσης αλλά και τα ίδια τα Μέσα.
Ωστόσο, φανερώνει πολλά περισσότερα που συνήθως αποσιωπώνται. Τις θεμελιακές αλλαγές που διαμόρφωσαν το τοπίο των ΜΜΕ, όχι μόνο εξαιτίας της πρόσφατης κρίσης που ήρθε να δώσει τη χαριστική βολή στις διαδικασίες που είχαν ξεκινήσει ήδη από τη δεκαετία του ’90 με την ιδιωτικοποίηση των Μέσων, αλλά και με την επέλαση της νέας τεχνολογίας στη συνέχεια, όπως αναφέρει η καθηγήτρια στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ Ρόη Παναγιωτοπούλου.
Το «θανατηφόρο πακέτο»
Η σχετική εισήγησή της στο συνέδριο για τις επιπτώσεις της κρίσης στον κόσμο της εργασίας, θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί «το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου». Με επίκεντρο τη δημοσιογραφία στην Ελλάδα, αναφέρθηκε στο «θανατηφόρο πακέτο», με το οποίο ήρθαν αντιμέτωποι οι εργαζόμενοι στον Τύπο.
Συστατικά του: οι μεγάλες τεχνολογικές αλλαγές που οδήγησαν πολλές επιχειρήσεις στην αναδιοργάνωση- βλέπε απολύσεις- καθώς η ροή της πληροφόρησης έγινε πιο γρήγορη, εύκολη και φτηνή, κυρίως αφότου διασυνδέθηκε με διάφορες πλατφόρμες πληροφόρησης, με αποτέλεσμα τα παραδοσιακά Μέσα να δυσκολευτούν να προσαρμοστούν στο νέο τεχνολογικό περιβάλλον.
Επιπρόσθετα, μια σειρά ανακατατάξεων από το 1990 στους ομίλους ΜΜΕ, με συγχωνεύσεις, εξαγορές και εκκαθαρίσεις, δυσχέραναν ακόμη περισσότερο την κατάσταση, με συνέπεια η κρίση να δοκιμάσει την αντοχή αρκετών εφημερίδων, περιοδικών, τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών.
Τα θύματα
Ποιοι υπέστησαν τις συνέπειες της κρίσης και των αλλαγών; Η πληροφόρηση, αλλά και οι δημοσιογράφοι, αφού όπως μας εξηγεί η κ. Παναγιωτοπούλου, «για να αντεπεξέλθουν τα ΜΜΕ στις απαιτήσεις που έχουν οι διαφορετικές πλατφόρμες των Μέσων Ενημέρωσης έπρεπε να αναπτύξουν νέες πολυδιάστατες ικανότητες. Κι εδώ εντοπίζεται το παράδοξο: η εξειδίκευση στα νέα Μέσα οδήγησε στην επικράτησηανειδίκευτων δημοσιογράφων.
»Στην πραγματικότητα, η αναδιοργάνωση στη συγκεκριμένη αγορά εργασίας εξώθησε τους παλιούς και έμπειρους δημοσιογράφους στα “αζήτητα” ως πλεονάζοντες, ενώ προσλήφθηκαν νέοι, τεχνολογικά ενήμεροι πλην όμως άπειροι, οι οποίοι μπορούν να εργάζονται στον ίδιο χρόνο για διαφορετικές πλατφόρμες ενημέρωσης, με μειωμένες αποδοχές, λόγω των αυξανόμενων περικοπών στο κόστος εργασίας. Αυτή η προλεταριοποίηση και εντατικοποίηση της δημοσιογραφικής εργασίας επέδρασε αρνητικά, όχι μόνο στην ποιότητα της δουλειάς τους, αλλά και στις εργασιακές συνθήκες, τα δικαιώματά τους στις κοινωνικές υπηρεσίες και την ασφάλιση».
Σε αυτό το σημείο, διευκρινίζει και μία ακόμη παρεξήγηση: «Ο κόσμος βλέπει τουςμεγαλόσχημους δημοσιογράφους της παλιάς γενιάς που έφτιαξαν πόρταλ ή/και έχουν ποσοστά σε κανάλια και δεν κάνει τη διάκριση ότι αυτοί δεν είναι πια δημοσιογράφοι, αλλά ιδιοκτήτες Μέσων. Εκεί γίνεται το μπέρδεμα με τους απλούς δημοσιογράφους»…
Κάπως έτσι περιγράφει στο «ρέκβιεμ» για τον Τύπο την κατάσταση που διαμόρφωσαν οι ψηφιακές αλλαγές πολύ πριν από την οικονομική κρίση, ανεβάζοντας ωστόσο τα κέρδη των επιχειρήσεων που προσφέρουν έτοιμη ενημέρωση-κονσέρβα.
«Το κόστος των επιχειρήσεων μειώνεται, αφού μπορούν να πληρώσουν λιγότερους δημοσιογράφους για να παράγουν την ίδια ή και περισσότερη δουλειά. Δεν χρειάζεται καν να τους έχουν σε γραφεία, καθώς μπορούν να απασχολούνται από το σπίτι τους ή να αμείβονται με το κομμάτι και εντάσσονται στο μοντέλο των ανειδίκευτων απασχολούμενων της παγκοσμιοποίησης. Την ίδια στιγμή που παραμερίζονται οιμεγάλοι και έμπειροι δημοσιογράφοι, αναλαμβάνουν οι νέοι που είναι σε θέση να διαχειριστούν τις πληροφοριακές πλατφόρμες και να αναπαράγουν πληροφορίες που αναζητούν από πρακτορεία, χωρίς σχόλιο, κριτική ή έρευνα, ρίχνοντας την ποιότητα της ενημέρωσης», παρατηρεί.
Η καθηγήτρια έρχεται να συμπληρώσει την εικόνα της καταστροφής για τους δημοσιογράφους, οι οποίοι έχουν χάσει περίπου το 40%-60% των αμοιβών τους, αν δεν έχουν χάσει την ίδια τη δουλειά τους -δηλαδή αν έχουν την τύχη να εργάζονται.
Επιπλέον τα τελευταία χρόνια «δεν τους πληρώνουν πλέον συντάξεις και κοινωνικές παροχές με τις νέες συμβάσεις εργασίας που υποχρεώνονται να υπογράψουν, συνεπώς είναι όλοι ανασφάλιστοι, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να συμπληρώσουν τα χρόνια που απαιτούνται, για να γραφτούν στο σωματείο τους, την ΕΣΗΕΑ. Την ίδια στιγμή, μειώνονται και τα φύλλα των εφημερίδων και τα έσοδα από τη διαφήμιση».
«Τρύπα» πολλών δισ.
Η συνομιλήτριά μας στέκεται επίσης στο γεγονός ότι τα ίδια τα Μέσα είναι μέρος της κρίσης.
Εξηγεί: «Από το 2014 και μετά, επειδή τα έσοδα από τη διαφήμιση είναι ιδιαίτερα χαμηλά, οι επιχειρηματικοί όμιλοι που διατηρούν Μέσα Ενημέρωσης δεν δίνουν στοιχεία, οπότε δεν ξέρουμε τι έσοδα από διαφημίσεις εισπράττουν και τι φόρο οφείλουν, επικρατεί πλήρης αδιαφάνεια σε αυτόν τον τομέα, ενώ ένα μικρό ποσοστό από τις διαφημίσεις -το περίφημο αγγελιόσημο- οι εταιρείες το οφείλουν σταασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων, καθώς δεν δίνουν σε αυτά άλλες εισφορές. Επίσης, δεν αποδίδουν το 3% που προέρχεται από τις εισφορές των εργαζομένων προς τα Ταμεία, τις οποίες παρακρατούν από τον μισθό τους, αλλά δεν αποδίδουν, με αποτέλεσμα μέχρι το τέλος του 2014 να έχουν αυτές οι επιχειρήσεις ένα συνολικό χρέος της τάξης των 52 εκατομμυρίων σ’ αυτό το κομμάτι.
»Γίνεται αντιληπτό ότι ένα κομμάτι της ίδιας της κρίσης είναι και οι επιχειρήσεις των ΜΜΕ που δεν πληρώνουν τηλεοπτικές άδειες, φόρους, εισφορές και επιπλέον παίρνουν δάνεια που δεν αποδίδουν πίσω -μόνο το 2011 χρωστούσαν 3,2 δισ. ευρώ στις τράπεζες- τα περισσότερα βραχυπρόθεσμα, τη στιγμή που τα κεφάλαιά τους ήταν το ένα δέκατο των ποσών που δανείζονται, δηλαδή παίρνουν χρήματα χωρίς να έχουν την υποδομή να τα ξεπληρώσουν», συμπληρώνει.
Από δω και πέρα, η κ. Παναγιωτοπούλου κάνει λόγο για «λαθροχειρίες», αποφεύγοντας να μιλήσει για διαπλοκή και διαφθορά, κάτι που αφήνει να εξηγήσουν οι κατά καιρούς προεκλογικές αναφορές των πολιτικών αρχηγών: «Είναι σαφές ότι πρόκειται για εισφοροδιαφυγή και φοροδιαφυγή, αυτοί οι άνθρωποι δεν πληρώνουν τίποτα. Δεν πρόκειται για διαφθορά, πρόκειται για ένα κράτος εν κράτει που δεν αγγίζει κανείς. Τίποτα δεν είναι τυχαίο, όταν μιλάμε για ψηφιακή ζούγκλα, εργασιακές σχέσεις-ζούγκλα, επιχειρήσεις-ζούγκλα. Από την άλλη πλευρά, οι δημοσιογράφοι ως κατεξοχήν επάγγελμα με ορατότητα δεν μιλούν για τα του οίκου τους, γιατί κινδυνεύουν να απολυθούν»…
«Αστεία πράγματα»
Την ίδια στιγμή, οι άνθρωποι που αναλαμβάνουν την ενημέρωση, δεν γνωρίζουν καν τι συμβαίνει με ακρίβεια στον χώρο τους: «Πώς αλλιώς να γίνει, αφού στην ΕΣΗΕΑ η εγγραφή έχει προαπαιτούμενο την εισαγωγή σε μισθολόγιο, το οποίο έχει σχεδόν καταργηθεί, ενώ το μητρώο ανέργων καταγράφει μόνο πόσα από τα μέλη της είναι άνεργα. Είναι προφανές ότι οι άνεργοι είναι πολύ περισσότεροι και δεν καταγράφονται. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο μητρώο ανέργων της ΕΣΗΕΑ ο υψηλότερος αριθμός ανέργων καταγράφηκε το 2013 με 301 μέλη της, ενώ είχε κλείσει η ΕΡΤ, το 2014 είχε 90 ανέργους και φέτος μέχρι τον Μάιο είχε 21 εγγεγραμμένους ανέργους.
»Αστεία πράγματα. Μόνο το 2011 θυμάμαι ότι έκλεισε ο “Αλτερ” με 800 εργαζόμενους και ο «Σταρ» με 200, το 2012 η “Ελευθεροτυπία” με 800 εργαζόμενους, το 2013 η ΕΡΤ με 2.700 εργαζόμενους και 300 ορισμένου χρόνου, την ίδια χρονιά από τους 150 που είχε η “Ημερησία” το 2011 έμειναν οι 30, το 2014 στον “Πήγασο” από 1.500 εργαζόμενους είχαν μείνει 430». Αναφέρεται ακόμη στις συνθήκες εργασίας των κατά κανόνα ανασφάλιστων και κακοπληρωμένων νέων στα διάφορα ειδησεογραφικά δίκτυα και ιστοτόπους, που δεν πρόκειται ποτέ να γίνουν μέλη στο σωματείο των δημοσιογράφων…
SOCIAL MEDIA
«Υπερεκτιμημένα, σιγά σιγά ξεπερνιούνται»
Η κ. Παναγιωτοπούλου καταρρίπτει ακόμη έναν μύθο: «Τα νέα Μέσα δημιούργησαν μια νέα ιδεολογία ότι όλοι μπορούν να συμμετέχουν και είναι δημοκρατικά. Δεν είναι δημοκρατικά σε ό,τι αφορά την απασχόληση, γιατί δημιούργησαν ανθρώπους που παράγουν περιεχόμενο κυρίως στους χώρους κοινωνικής δικτύωσης, δωρεάν, για τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες στις οποίες ανήκουν αυτές οι πλατφόρμες και πουλούν διαφήμιση. Κάθε φορά που κάποιος ψάχνει, κατεβάζει ή παράγει πληροφόρηση, προσφέρει με τη δραστηριότητά του κέρδος στις επιχειρήσεις και αυτό είναι σοβαρό».
Αν και καθηγήτρια Επικοινωνίας θεωρεί τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης «από τα πιο υπερεκτιμημένα πράγματα, κάτι που φαίνεται σιγά σιγά, καθώς ξεπερνιούνται», ενώ μπορεί να έσπασαν το μονοπώλιο της πληροφόρησης, ωστόσο έχουν αναδειχθεί -ιδίως το «τιτίβισμα-τουίτ»- σε κατεξοχήν χώρο εκφοβισμού και εξυβρισμού, καθώς η πληροφόρηση είναι ανεξέλεγκτη, όπως και τα ψεύδη: «Είναι ξεκάθαρο ότι έχει ξεφύγει ο έλεγχος της πληροφόρησης, όπως ήταν αναμενόμενο να συμβεί κάποια στιγμή, γιατί οι επιχειρήσεις σκέφτηκαν ότι εδώ θα έχουμε ένα φτηνό καινούργιο τρόπο συλλογής πληροφοριών. Ωστόσο, ο κόσμος δεν είναι εκπαιδευμένος και δεν ακολουθεί κάποια δεοντολογία. Αντίθετα, βγάζει κακία και φθόνο που συχνά δημοσιεύεται ως είδηση. Εδώ είχαμε και υπουργό για κάτι ώρες που εξαναγκάστηκε σε παραίτηση χάρη στα νέα Μέσα».
Αναπόφευκτα ζητήσαμε από την κ. Παναγιωτοπούλου να μας πει τι προβλέπει: «Το μέλλον είναι πολύ ζοφερό, δεν υπάρχει προοπτική γρήγορης ανάκαμψης. Εχει ήδη αλλάξει όλη η μορφή της δημοσιογραφίας και της ενημέρωσης, ο παλιός τρόπος είναι νεκρός και ο καινούργιος εν πολλοίς αναπαράγει ειδησεογραφία από τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων. Είναι προφανές ότι βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας νέας αναδιάρθρωσης του πεδίου των ΜΜΕ που ελπίζω ότι θα εξορθολογικοποιήσει την αγορά των Μέσων και θα περιορίσει τις ασυδοσίες του παρελθόντος»…
Το υπουργείο Ανάπτυξης ανακοίνωσε νέα λίστα προϊόντων με μειωμένες τιμές από 5 έως 24% στα σούπερ μάρκετ, που…
Η Περιφέρεια Κρήτης, Αυτοτελές Γραφείο Ισότητας και Περιφερειακή Επιτροπή Ισότητας των Φύλων Κρήτης, με αφορμή την…
Θλίψη προκαλεί η είδηση θανάτου ενός ανθρώπου στα χαλάσματα κτιρίου στο Ηράκλειο, λίγες ώρες πριν…
Τιτάνια μάχη για να ανασύρουν την 33χρονη Αμερικανίδα από το σημείο όπου βρέθηκε μετά την πτώση…
ΣΚΑΪ και ο ίδιος δεν απείλησαν τον καθηγητή Οικονομικών Κοσμά Μαρινάκη υποστηρίζει ο δημοσιογράφος, Άρης Πορτοσάλτε, σε συνέχεια των καταγγελιών…
Την ανακατανομή 61 θέσεων ειδικευόμενων νοσηλευτών χρονικής περιόδου λήψεως νοσηλευτικής ειδικότητας 2024-2025 στις νοσηλευτικές ειδικότητες…
This website uses cookies.