13.8 C
Chania
Sunday, November 24, 2024

Τα πολλά μέτωπα

Ημερομηνία:

Του Γιώργου Ματαλλιωτάκη

Δεν έφτανε η 12χρονη οικονομική κρίση, ο καλπάζων πληθωρισμός, η πανδημία, η καταστροφή της παιδείας που ήταν ήδη στρεβλή, η συνεχή διάβρωση του συστήματος υγείας, ο υψηλός ΦΠΑ, η εκμετάλλευση των εργατών, η κατάργηση του 8ωρου (επίσημα και ανεπίσημα), η καταστροφή του περιβάλλοντος, η ενεργειακή κρίση, το προσφυγικό πρόβλημα, η επιθετικότητα Ερντογάν, οι γυναικοκτονίες, οι φιλαθλοκτνίες, η ανεργία, η ανέχεια, η φτωχοποίηση, η υπογεννητικότητα (εγχώρια), ο υπερπληθυσμός (παγκόσμια), η εγκληματικότητα και μια ντουζίνα ακόμα προβλήματα – δεν μας έφταναν όλα αυτά, λοιπόν, τώρα ήρθε και ο πόλεμος. Τα μέτωπα που είναι ανοιχτά είναι τόσα πολλά, που είναι εύλογο να νιώθουμε σύγχυση και να κοιτάμε ανήμποροι τα γεγονότα να ξεδιπλώνονται γύρω μας χωρίς να μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Μοιάζει λίγο σαν να καταρρέει ο κόσμος, η τάξη να ραγίζει απ’ άκρη σ’ άκρη και να φανερώνεται αυτό που πάντα βρισκόταν πίσω από τη βιτρίνα – η βία και η αβεβαιότητα.

Κάποιοι ονειρεύονταν επιστροφές στην “κανονικότητα” μετά την πανδημία, αλλά η αλήθεια είναι πως η προηγούμενη “κανονικότητα” μόνο κανονικότητα δεν ήταν. Γιατί όλες οι παραπάνω κρίσεις εκκολάπτονταν στον ζεστό κόρφο αυτής της “κανονικότητας”, απλά αρνούμασταν να το δούμε. Άλλωστε, ήμασταν στο “Τέλος της Ιστορίας”, στην επικράτηση του δυτικού οικονομικο-πολιτικού μοντέλου σαν του μόνου δυνατού. Ακόμα κι αν κάποιοι ανάμεσά μας αντιλαμβάνονταν πως το δόγμα του “Δεν Υπάρχει Εναλλακτική” δεν ήταν παρά προπαγάνδα, ο πόλεμος που ήρθε σαν κερασάκι στην τούρτα όλων αυτών των κακών, δεν μπορεί παρά να τους προκαλεί τον ίδιο ίλιγγο όπως και στους υπόλοιπους. Βρισκόμαστε πάλι σε αχαρτογράφητα νερά, στους ανοιχτούς ωκεανούς της Ιστορίας.

Μα καλά δεν βλέπαμε τη σαπίλα της “κανονικότητάς” μας τόσο καιρό; Ήταν μπροστά στα μάτια μας, αλλά για κάποιο λόγο αρνούμασταν να τη δούμε. Αν την φέρναμε στο χειρουργικό τραπέζι του συνειδητού μας, θα έπρεπε να την ψαχουλέψουμε, να την μελετήσουμε, να την ανοίξουμε με τα νυστέρια μας κι έπειτα ν’ αντιδράσουμε – κάτι να κάνουμε τέλος πάντων. Θα έπρεπε να πράξουμε. Όμως, δεν έχουμε μάθει να πράττουμε. Έχουμε μάθει, δεκαετίες τώρα, απλώς να παρακολουθούμε τα πράγματα πίσω από τα σφραγισμένα φινιστρίνια της ιδιώτευσής μας.

-Πώς; Και τι να κάνουμε;

-Δεν αλλάζει ο κόσμος.

-Η παγκοσμιοποίηση τα ισοπέδωσε όλα.

-Ποιος να κάνει τι;

Υπάρχουν δύο ειδών κοινωνίες κατά βάθος: Η κοινωνία της πράξης και η κοινωνία των θεαμάτων. Μαντέψτε σε ποια κατηγορία ανήκει η δική μας. Το ερώτημα είναι βέβαια ρητορικό. Υποτίθεται πως, από τον Διαφωτισμό κι έπειτα, ζούμε σε δημοκρατίες εμείς οι Δυτικοί. (Το κατά πόσο εμείς οι Έλληνες ανήκουμε στη Δύση ή όχι είναι ένα ερώτημα που δεν εξετάζουμε εδώ τώρα. Αρκεί που υιοθετήσαμε τα μοντέλα της.) Ωστόσο, ζούμε στην πραγματικότητα σε κοινωνίες που καμιά σχέση δεν έχουν με τη δημοκρατία, παρ’ όλο που η λέξη αυτή δεν παραλείπει να βγαίνει από το στόμα των πολιτικών με την ίδια συχνότητα που βγαίνουν οι σφαίρες από το πολυβόλο. Κι όταν σε πυροβολούν καθημερινά με τη λέξη ‘δημοκρατία’ δεν μπορείς παρά να πιστέψεις πως έτσι είναι, πως ζεις σε δημοκρατία και είσαι ελεύθερος. Η Οργουελική αυτή χρήση της λέξης – που κατά βάθος το πετσί και η καρδιά μας ξέρουν πόσοψεύτικη είναι, αλλά το μυαλό δεν έχει τις κατηγορίες να σκεφτεί αλλιώς – καταλήγει να δημιουργεί την κατάσταση του There is no Alternative. Γιατί αν αυτό που ζούμε είναι η δημοκρατία κι εμείς δεν θέλουμε δικτατορία, τότε τι κάνουμε; Πρέπει με νύχια και με δόντια να κρατήσουμε την “ελευθερία” που έχουμε. Πρέπει, δηλαδή, να αγωνιστούμε για τη σκλαβιά μας.

Η κοινωνία του άρτου και των θεαμάτων (που πλέον έχει γίνει για τους περισσότερους κοινωνία θεαμάτων άνευ άρτου) έχει τη λύση για να μας κρατά απασχολημένους. Από τη μια μας εξοντώνει στην δουλειά χωρίς να μας αφήνει ελεύθερο χρόνο να διαβάζουμε, να σκεφτούμε, να συζητήσουμε και να ασχοληθούμε με τα κοινά, όπως οφείλουν να κάνουν οι ελεύθεροι πολίτες˙ από την άλλη χρησιμοποιεί την τακτική του divide and rule που ήξεραν από αμνημονεύτων χρόνων να εφαρμόζουν οι εξουσιαστές στους εξουσιαζόμενους για να διαιρούν την δύναμή τους ή να τη στρέφουν εναντίων του ίδιου τους του εαυτού. Μας παρουσιάζουν θεάματα που λέγονται cultural politics και identity politics, μας διαιρούν σε στρατόπεδα εμβολιαστών και αντιεμβολιαστών, σευπέρ της επιστήμης και κατά, σε υπέρ του γάμου των ομοφυλόφιλων και κατά, σε υπέρ των αμβλώσεων και κατά, σε υπέρ μεταναστών και κατά. Και όλο αυτό μας το παρουσιάζουν σαν πολιτική τοποθέτηση. Όλα αυτά όμως δεν είναι παρά βιτρίνες για να κρύβουν αυτό που έχει την πρωταρχική σημασίαστην πολιτική: Όχι, δεν μιλώ για την οικονομία, που κι αυτή έχει τεράστια σημασία, αλλά κάτι ακόμα πιο σημαντικό, το ποιος έχει την εξουσία. Όσο η εξουσία δεν βρίσκεται στα χέρια των πολιτών δεν μπορούμε να μιλούμε για πολιτική αφού δεν υπάρχει πόλις. Ούτε πολίτες υπάρχουν. Τι είμαστε λοιπόν στην κοινωνία των θεαμάτων; Σκλάβοι. Δούλοι. Παθητικοί θεατές. Αυτό είμαστε.

Βέβαια, κάποιοι είμαστε σκλάβοι σε καλύτερη ή χειρότερη θέση από άλλους. Και στην αρχαιότητα ακόμα υπήρχαν σκλάβοι οικόσιτοι, σκλάβοι που δούλευαν στα χωράφια, σκλάβοι που έκαναν κουπί και, οι πιο άτυχοι, εκείνοι που δούλευαν στα ορυχεία σε εξοντωτικές συνθήκες. Ένας οικόσιτος σκλάβος μπορεί να είχε μια πολύ άνετη ζωή, παρέμενε ωστόσο σκλάβος. Η μοίρα του δεν ήταν στα χέρια του. Κι εμείς σήμερα, έχουμε δουλειές που είναι λιγότερο ή περισσότερο σκληρές. Άλλοι δουλεύουν σε ένα πλήρως εξοπλισμένο γραφείο της Apple και άλλοι είναι οικοδόμοι στη βροχή και το κρύο ή ντελιβεράδες με επισφαλή συνθήκες εργασίας. Έχουν διαφορετικές απολαβές και άρα καλύτερη “ποιότητα” ζωής, αν με τη λέξη ποιότητα εννοούμε, όχι μια ζωή πλήρη νοήματος από πνευματική άποψη, όσο μια ζωή που περιτριγυρίζεται από άφθονα αγαθά προς κατανάλωση. Σε όλες τις περιπτώσεις όμως και σε όλα τα επαγγέλματα, μιλάμε για ανθρώπους που είναι σκλάβοι στο βαθμό που δεν συμμετέχουν στις αποφάσεις όλων εκείνων των πραγμάτων που τους αφορούν.

Εφόσον αγκιστρωθήκαμε στο άρμα της Δύσης όμως, είτε από επιλογή, είτε από ανάγκη, είτε και για τις δυο αυτές αιτίες, υιοθετήσαμε, όχι μόνο την μορφή διακυβέρνησης του Έθνους κράτους και της αντιπροσωπευτικής “δημοκρατίας”, αλλά και την πνευματική εκείνη προπαγάνδα που μας λέει πως αυτό το μοντέλο είναι το καλύτερο και πιο ελεύθερο. (Ή το καλύτερο από τα χειρότερα όπως έλεγε ο Τσόρτσιλ, αναφερόμενος, κι αυτός, στην αντιπροσωπευτική “δημοκρατία” βέβαια. Κι όταν ένας συντηρητικός, εγκληματίας πολέμου του οποίου οι πολιτικές σκότωσαν εκατομμύρια στην Ινδία, πρωτεργάτης του βρετανικού imperium, προτιμά αυτό το πολίτευμα, μάλλον πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί απέναντί του.) Τα ΜΜΕ προσπαθούν να μας το υπενθυμίσουν αυτό με κάθε ευκαιρία, αντιπαραθέτοντας αυτό που ζούμε με την “Ανατολή” ή άλλες υπανάπτυκτες χώρες. Εκεί κυριαρχεί η βία και οι δικτατορίες. Οπότε, αν αυτοί είναι οι ανελεύθεροι, τότε εμείς πρέπει κατ’ ανάγκη να είμαστε… οι ελεύθεροι! Η πρόσφατη ρητορική των κυβερνόντων και των συστημικών ΜΜΕ σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία που μαίνεται τώρα το πιστοποιεί αυτό. Μας λένε πως ο Πούτιν εκπροσωπεί την δικτατορία, την ανελευθερία, τη βία (και όντως τα εκπροσωπεί όλα αυτά) και πρέπει να συνταχτούμε με τη Δύση που εκπροσωπεί τα αντίθετα, την ελευθερία, τη δημοκρατία κτλ. (ενώ στην πραγματικότητα εκπροσωπεί ό,τι, λιγο-πολύ, εκπροσωπεί και ο Πούτιν).

Ο Διαφωτισμός ήταν ένα πολύ σημαντικό κίνημα γιατί υπήρξε το πνεύμα μιας κοινωνίας που επανεξέταζε τον εαυτό της. Εμείς απέχουμε μίλια από τους διαφωτιστές γιατί είμαστε πνιγμένοι στους αυτοματισμούς μας σαν κοινωνία και δεν επανεξετάζουμε τίποτα. Έχουμε κληρονομήσει μόνο κάποια από τα συμπεράσματα των διαφωτιστών και τα έχουμε κάνει σημαίες και πλακάτ, ενώ στην πραγματικότητα οι αξίες μας αυτές είναι μνήματα χωρίς πτώματα, κενοτάφια. Επιπλέον, ακόμα και οι διαφωτιστές δεν τόλμησαν στην πλειοψηφία τους να είναι αρκετά ριζοσπαστικοί και φοβούνταν πάντα την ελευθερία παρά τις διαβεβαιώσεις τους για το αντίθετο. Θα θυμόμαστε τον Ρουσό που φοβόταν την “αναρχία” της δημοκρατικής Αθήνας και προτιμούσε να έχει σαν πρότυπο την αρχαία Σπάρτη. Για τους διαφωτιστές η “ελευθερία” ήταν μείωση της αυθαιρεσίας των αριστοκρατών και ενίσχυση της ελευθερίας των ατόμων (της αστικής τάξης βέβαια, γιατί ο εργάτης δεν είχε πολλές επιλογές) να κυνηγούν την ευτυχία με τον τρόπο που καθένας τους επιθυμεί. Καλό είναι βέβαια και αυτό το είδος ελευθερίας, το να ζει κανείς όπως θέλει, αλλά δεν είναι το μόνο και δεν είναι το πιο σημαντικό. Στον επιτάφιο λόγο που ο Θουκυδίδης αποδίδει στον Περικλή, ακούμε για δύο είδη ελευθερίας. Το ένα, κατά κάποιο τρόπο, είναι αυτό για το οποίο είδαμε να μιλούν οι διαφωτιστές τον 18ο αιώνα. Καθένας, απρόσκοπτα, να κάνει τη ζωή που θέλει – ένα είδος ιδιωτικής ελευθερίας δηλαδή. Όμως, υπάρχει και το άλλο είδος ελευθερίας που αναφέρει ο Περικλής σαν χαρακτηριστικό του Αθηναϊκού πολιτεύματος,η συλλογικήελευθερία – το να αυτοκυβερνούμαστε σαν κοινωνία και να μπορούμε να συμμετέχουμε στις αποφάσεις για όλα όσα μας αφορούν. Μάλιστα, αυτή η δεύτερη μορφή ελευθερίας είναι πιο σημαντική, διότι από αυτήν μπορεί να απορρεύσει και η πρώτη. Ενώ από την πρώτη δεν μπορεί να γεννηθεί η δεύτερη.

Το πώς η εκλόγιμη ολιγαρχία που ζούμε ονομάστηκε δημοκρατία είναι ένα από τα μεγάλα τραγικά αστεία της ιστορίας. Αρκεί να δώσεις στους καταπιεσμένους ανθρώπους την ψευδαίσθηση της επιλογής για να τους κάνεις να πιστέψουν πως είναι ελεύθεροι. Διάλεξε τον αφέντη σου. Ψήφισε το κόμμα που θα σε κυβερνά. Μόνο που ελευθερία σημαίνει να μην έχεις αφέντη, όχι να τον ψηφίζεις. Δημοκρατία σημαίνει να μην έχεις κράτος (με τη σημερινή έννοια του όρου) γιατί ο δήμος είναι το κράτος. Το άρχειν είναι υπόθεση των πολιτών και όχι επαγγελματιών πολιτικών που κάνουν καριέρα μιλώντας για δικαιοσύνη και ελευθερία και σφίγγοντας το χέρι εφοπλιστών και μεγαλοεπιχειρηματιών κάτω απ’ το τραπέζι (ή και πάνω από αυτό σε χώρες όπως η Αμερική που επιτρέπει χρηματοδότηση των κομμάτων από λομπίστες). Και βέβαια, έχουμε φτάσει σε τέτοιο επίπεδο εκφυλισμού που δεν κάνουν καριέρα μόνο κάποιοι ολιγάρχες, αλλά και τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους πλέον. Στην Ελλάδα έχουμε οδυνηρή συνείδηση του γεγονότος αυτού. Λες και οι θέσεις στη βουλή ή στα άλλα δημόσια αξιώματα είναι κληρονομική. Ε, λοιπόν, είναι κληρονομική. Γιατί το έχουμε επιτρέψει.

Θα μου πείτε, μα πώς, δεν έχουμε δημοκρατία; Και βέβαια δεν έχουμε δημοκρατία. Ο όρος είναι τελείως καταχρηστικός για το πολίτευμα που έχουμε. Και η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι το ξέρουν, αν όχι όλοι ολότελα συνειδητά, μέσα τους το αισθάνονται πόσο οι δημοκρατίες του λεγόμενου Δυτικού κόσμου είναι πανηγύρια, είναι λόγια αυτά και θεατρικά (για να θυμηθούμε τον Αλεξανδρινό).

Δύο είναι οι πυλώνες της δημοκρατίας όπως την δημιούργησαν και την έκαναν πράξη οι Αθηναίοι του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ. Ο ένας είναι η συνέλευση, ο άλλος η κλήρωση για τα δημόσια αξιώματα. Δεν υπάρχει δημοκρατία χωρίς αυτά τα δύο πράγματα. Εμείς μπορούμε να εφεύρουμε κι άλλα σήμερα ίσως, επίσης να βοηθηθούμε κι από την τεχνολογία, αλλά ας εφαρμόσουμε πρώτα αυτά σε μια μορφή που να ταιριάζει στις δικές μας συνθήκες, πριν βάλουμε την ταμπέλα “δημοκρατία” στο πολίτευμά μας. Σκοπός βέβαια δεν είναι να αντιγράψουμε τους θεσμούς των αρχαίων κατά γράμμα, αλλά το πνεύμα του πολιτεύματός τους, δηλαδή τη συμμετοχή όλων στην κυβέρνηση. Το πώς θα μεταγράψουμε το πνεύμα αυτό στα δικά μας δεδομένα είναι δικό μας πρόβλημα. Πρέπει όμως πρώτα να διαλέξουμε: το θέλουμε αυτό το πνεύμα; Αυτό το σπέρμα για να γονιμοποιήσουμε τη σκέψη μας, όπως έλεγε και ο Καστοριάδης, το επιθυμούμε; Γιατί αν το επιθυμούμε, αν θέλουμε πράγματι μια δημοκρατία, αν θέλουμε να είμαστε ελεύθεροι, τότε πρέπει να αφήσουμε ηγέτες και πολιτικούς στην άκρη, να πετάξουμε την κοινωνία των θεαμάτων στα σκουπίδια, και να δημιουργήσουμε εκ νέου δεσμούς πολιτών μεταξύ μας, δεσμούς που επιτρέπουν την πράξη. Δεν είμαστε και δεν μπορούμε να είμαστε μόνοι μας, ο ένας ανταγωνιστής του άλλου, όπως μας θέλει το λεξιλόγιο των οικονομολόγων, αλλά μαζί σαν συλλογικότητες. Όχι γιατί θα συμπαθούμε ο ένας τον άλλο και θα ανταλλάζουμε λουλούδια σαν τους αποχαυνωμένους μιας αίρεσης ή μιας θρησκείας, αλλά γιατί θα τσακωνόμαστε σαν ίσοι πολίτες σε κάποια συνέλευση για το πώς θα επιλύσουμε το τάδε ή το δείνα πρόβλημα. Ας τσακωθούμε λοιπόν, αλλά ας τσακωθούμε σε δημόσιο χώρο που φτιάξαμε εμείς και ας συμμετέχουμε επιτέλους στις αποφάσεις σε όλα τα ζητήματα που μας αφορούν.

Επιστρέφοντας στον αρχικό προβληματισμό αυτού του κειμένου: υπάρχουν πολλά μέτωπα λοιπόν. Σε ποιο να πρωτοπολεμίσουμε; Σε ποιο να ταχθούμε; Ο χρόνος και η ενέργεια δεν μας περισσεύουν. Και όσο κάποιοι τάσσονται στο να επιλύσουν τα προβλήματα ενός μετώπου, ενώ κάποιοι άλλοι ενός άλλου, οι δυνάμεις μας σαν πολίτες διασπώνται. Πρέπει να ταχθούμε σε ένα πράγμα που είναι πρότερο αυτών των μετώπων. Κι αυτό σίγουρα δεν είναι τα cultural politics. Δεν είναι ακόμα ένα άλλο οικονομικό μοντέλο για το οποίο θα έπρεπε να μιλά η αριστερά, αλλά δεν το κάνει γιατί έχει πουληθεί στις εμμονές του κέντρου.Το πραγματικό μέτωπο είναι ένα και από αυτό απορρέουν όλα τα άλλα: είναι το ποιος έχει την εξουσία. Αν δεν πάρει ο δήμος το κράτος τα υπόλοιπα μέτωπα θα είναι συνεχώς ανοιχτά και θα ανοίγουν και συνεχώς νέα.

"google ad"

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αγώνας της Κρήτηςhttp://bit.ly/agonaskritis
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ