Το Παράρτημα Χανίων της ΠΕΑΕΑ – ΔΣΕ καλεί σε εκδήλωση που διοργανώνει την Κυριακή 3 Φλεβάρη στις 12.00 το μεσημέρι, στα Μεσκλά Κυδωνίας, στην πλατεία του χωριού, όπου βρίσκεται η τιμητική πλακέτα.
Στην εκδήλωση θα γίνει απόδοση τιμής στους τακτικούς και εφεδρικούς αντάρτες του ΕΛΑΣ από τα Μεσκλά, και τους άλλους κατοίκους του χωριού, για την εξόντωση του Χιτλεροφασιστικού Τάγματος του αιμοβόρου Γερμανού Λοχία Σούμπερτ και των Ελλήνων συνεργατών τους το Γενάρη του 1944 που βαρύνονταν με πληθώρα εγκλημάτων σε όλη την Ελλάδα, όπως και σε πολλά χωριά στο Ηράκλειο και στο Ρέθυμνο, αλλά και στα Χανιά στο χωριό Καλλικράτη Σφακίων.
Το πρόγραμμα της εκδήλωσης αναφέρεται και στην ίδρυση στα Μεσκλά της πρώτης ομάδας του ΕΛΑΣ στο Ν. Χανίων.
Η Μάχη στα Μεσκλά και τι ακολούθησε
Μέχρι τις αρχές του 1944 η Καταδιωκτική Ομάδα Σούμπερτ προέβει στην εκτέλεση περισσότερων από 200 ανθρώπων σε διάφορα χωριά της Κρήτης: στην Καλή Συκιά, στον Καλλικράτη, στο Μουρί κ.α. Την Πρωτοχρονιά του 1944 μια ομάδα ανταρτών του ΕΛΑΣ που βρισκόταν στο χωριό Μεσκλά δέχθηκε επίθεση από ένα απόσπασμα του Σούμπερτ. Στη διάρκεια της μάχης που επακολούθησε επτά μέλη της ομάδας του Σούμπερτ σκοτώθηκαν. Στη συνέχεια η γερμανική διοίκηση αποφάσισε τη διάλυση της Jagdkommando Schubert και ο Σούμπερτ με διαταγή του Μπρόιερ συνελήφθη, κρατήθηκε και χαρακτηρίστηκε ψυχοπαθής και στις 11 Ιανουαρίου του 1944 μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Σύμφωνα με τον ίδιο, όταν έφτασε στον Πειραιά κλείστηκε αρχικά στο ψυχιατρείο. Πάντως μαζί με το Σούμπερτ φαίνεται ότι μεταφέρθηκαν στην Αθήνα από την Κρήτη και ορισμένοι από τούς άντρες του, γύρω στα 35 με 40 Κρητικούς οι οποίο τελικά, μαζί και με άλλους που στρατολογήθηκαν στην πρωτεύουσα, στάλθηκαν μαζί με το Σούμπερτ στα τέλη Φεβρουαρίου του ίδιου χρόνου στην Μακεδονία.
Τα ακριβή περιστατικά της υπόθεσης των Μεσκλών δεν είναι απόλυτα αποσαφηνισμένα. Ο Γιάννης Τσίβης, του οποίου η αξιοπιστία σε άλλα θέματα δεν είναι επιβεβαιωμένη, δίνει μια άλλη εικόνα, κάνει λόγο για οκτώ και όχι για επτά θύματα, ενώ προσθέτει και την παρουσία του Σούμπερτ αυτοπρόσωπα, ενώ εξουδετερώνει τον ισχυρισμό του Μπαντουβά ότι εκείνος είχε κατευθύνει τους αδελφούς Πατεράκη για το όλο εγχείρημα, τους οποίους μάλιστα ούτε καν αναφέρει ότι πήραν μέρος. Σύμφωνα με την εκδοχή Τσίβη (ό.π., σελ. 74-76):
«…Η άφιξη του Σούμπερ στα Χανιά χαροποίησε μόνο τους χαφιέδες και τους λίγους συνεργάτες των Γερμανών. Οι καταδότες έτρεξαν και πληροφόρησαν τον Σούμπερ, για την αντάρτικη ομάδα του χωριού Μεσκλών Κυδωνίας. Ο Σούμπερ καυχήθηκε πως σε μικρό χρονικό διάστημα θα διαλύσει την ομάδα αυτή και θα τιμωρήσει παραδειγματικά τα μέλη της. Για να αιφνιδιάσει τους αντάρτες, σοφίστηκε το εξής τέχνασμα: Μια ομάδα, από δεκαπέντε προδότες, μ’ επικεφαλής τους το Σούμπερ, την Πρωτοχρονιά του έτους 1944 ξεκίνησε πολύ πρωί, από τα Χανιά, μ’ ένα στρατιωτικό αυτοκίνητο για το χωριό Μεσκλά Κυδωνίας. Όταν το αυτοκίνητο, με το Σούμπερ και την συμμορία του, πλησίασε στην είσοδο του χωριού και σ’ αρκετή απόσταση από την γέφυρα, τρεις από την ομάδα του Σούμπερ, άοπλοι, προχώρησαν στο κέντρο του χωριού. Οι υπόλοιποι δώδεκα και ο Σούμπερ παράμειναν στ’ αυτοκίνητο.
Οι τρεις αυτοί προχώρησαν άοπλοι ως τα καφενεία του χωριού όπου ζήτησαν από τους εκεί Μεσκλιανούς να τους οδηγήσουν στο σπίτι του Νίκου Μπατάκη που θα ’θελαν – λέει – να τον δουν. Ο Ν. Μπατάκης γρήγορα ειδοποιήθηκε και όταν παρουσιάστηκε στους τρεις, αυτοί του είπαν: Πως και οι τρεις τους ήταν από το Ηράκλειο, μέλη της αντάρτικης ομάδας του Μπαντουβά. Πως η ομάδα αυτή διαλύθηκε, γιατί τον αρχηγό της τον πήραν οι Άγγλοι στη Μέση Ανατολή. Πως οι τρεις αυτοί κατάφεραν να φτάσουν στα Χανιά, κυνηγημένοι από τους Γερμανούς. Και πως έχουν επιθυμία, να βρουν την αντάρτικη ομάδα των Μεσκλιανών, να ενταχθούν σ’ αυτήν και να συνεχίσουν τον αγώνα ενάντια στους Γερμανούς.
Η οργάνωση όμως του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ των Χανίων παρακολουθούσε τις κινήσεις του Σούμπερ και των χαφιέδων του και πολύ έγκαιρα πήραν την πληροφορία, πως σκοπός του Σούμπερ ήταν να χτυπήσει την αντάρτικη ομάδα.
Όλες τις σχετικές πληροφορίες που είχαν οι Νομαρχιακές Επιτροπές του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ των Χανίων τις είχαν μεταβιβάσει στην αντάρτικη ομάδα των Μεσκλών και για τον λόγον αυτόν, ο Νικόλαος Μπατάκης και τ’ άλλα μέλη της ομάδας, όταν άκουσαν, όσα τους είπαν οι τρεις άγνωστοι, τους υποψιάστηκαν. Χωρίς καθυστέρηση τους απομόνωσαν, τους έψαξαν και βρήκαν πάνω τους τις γερμανικές ταυτότητες, με τις οποίες τους είχε εφοδιάσει ο Σούμπερ. Εξαιτίας των γερμανικών ταυτοτήτων που κρατούσαν οι τρεις αυτοί πολύ γρήγορα αναγκάστηκαν να ομολογήσουν τον σκοπόν της επίσκεψής τους, το σχέδιο που είχε καταστρώσει ο Σούμπερ για να παγιδεύσει την αντάρτικη ομάδα των Μεσκλιανών και πως ο Σούμπερ βρίσκεται έξω από το χωριό με δώδεκα οπλισμένους. Χωρίς καμιά καθυστέρηση, όταν οι αντάρτες και οι κάτοικοι των Μεσκλών έμαθαν τα παραπάνω, όλοι χύθηκαν σαν αετοί, κτύπησαν τους δώδεκα και τον Σούμπερ που βρίσκονταν στ’ αυτοκίνητο, έξω από το χωριό. Από τους δώδεκα, οι αντάρτες σκότωσαν τρεις και δυο έπιασαν ζωντανούς. Οι υπόλοιποι επτά και ο Σούμπερ κατάφεραν να διαφύγουν με το αυτοκίνητο και να σωθούν.
Οι δυο που πιάστηκαν ζωντανοί και οι τρεις που παρουσιάστηκαν, σαν Ηρακλειώτες της ομάδας Μπαντουβά, οδηγήθηκαν στη θέση Βούλισμα των Λευκών Ορέων. Εκεί συνεδρίασε το Ανταρτοδικείο. Οι πέντε αυτοί προδότες καταδικάστηκαν σε θάνατο και τουφεκίστηκαν. Τα πτώματά τους τα πέταξαν σ’ ένα από τους Ντάφκους των Λευκών Ορέων…».
Στη Μακεδονία
Στις 11 Ιανουαρίου ο Σούμπερτ εγκατέλειψε την Κρήτη και στα μέσα Φεβρουαρίου αναχώρησε για Θεσσαλονίκη μαζί συνεργάτες του, που είχαν ως επικεφαλής τους Γερμανάκη, Καπετανάκη και Οικονομάκη και τέθηκε υπό τις διαταγές της Στρατιωτικής Διοίκησης Θεσσαλονίκης – Αιγαίου. Γρήγορα ξεδίπλωσε την αιματηρή του δράση και στο μακεδονικό έδαφος. Μάλιστα δρούσε παρουσία ιερέων για να τονίσει πως υπερασπίζεται τη θρησκεία.
Ο σαδισμός του ήταν παροιμιώδης και έφτασε ο γερμανός στρατιωτικός διοικητής της πόλης Μαξ Πέσκο να τον απομακρύνει κατόπιν αιτήματος του δημάρχου Θωμά Μαγκριώτη. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως στα Πετράλωνα Χαλκιδικής, συγκέντρωσε κόσμο σε πλατεία, κακοποίησε κάποιους, στρατολόγησε νεοσύλλεκτους. Και ακούστε τώρα το τελετουργικό: Οι νεοσύλλεκτοι μεταφέρθηκαν στην Νέα Καλλικράτεια και το απόγευμα της ίδιας μέρας φόρεσαν ιταλικές στολές αφού πρώτα υποχρεώθηκαν να πλυθούν στη θάλασσα.
Το βράδυ σε μια νεκροκεφαλή ζωγραφισμένη επάνω σε κράνος, που ο Σούμπερτ φύλαγε στην περιβόητη βαλίτσα του, έδωσαν τον όρκο του ταγματασφαλίτη που κατέληγε με τη φράση «ελευθερία ή θάνατος».
Διαβάστε επίσης:
-«Jagdkommando Schubert» – Η αιμοσταγής δράση του «Σώματος Κυνηγών» του Σούμπερτ στην Κρήτη
–
Το βράδυ του Σαββάτου, 23 Νοεμβρίου, ο Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, Δημήτρης…
Σε πλήρη ετοιμότητα δηλώνει ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ ενόψει της αυριανής διαδικασίας εκλογής προέδρου (Κυριακή 24 Νοεμβρίου). Σύμφωνα με ανακοίνωση…
Σε πολύ δύσκολη θέση είναι οι κυβερνήσεις των κρατών της ΕΕ που υποστηρίζουν σθεναρά το Ισραήλ, καθώς μετά…
Η 29η διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα, COP29, που διεξάγεται αυτές τις ημέρες στην πρωτεύουσα…
Θερμοκρασίες ρεκόρ καταγράφηκαν το φετινό καλοκαίρι στις ελληνικές θάλασσες καθιστώντας το, το πιο ζεστό σε βάθος σαρακονταετίας…
Η βουλευτής Χανίων αποκαλύπτει, σε συνέντευξή της στα «Νέα» και στον Χρήστο Χωμενίδη, το παρασκήνιο…
This website uses cookies.