Υπενθυμίζουμε ότι στην Ελλάδα, τη δεκαετία 2007 – 2018 το πρόγραμμα Δημοσιονομικής Προσαρμογής έθετε ως αρχικό στόχο δημόσιας δαπάνης υγείας το 6% του ΑΕΠ (κατά μέγιστο), μειώνοντας έτσι τη συνολική χρηματοδότηση για την υγεία από τα €23 δις το 2009 στα €14,4 δις το 2015 και τη δημόσια δαπάνη υγείας αντίστοιχα από €16 δις στα €8,7 δις.
Επίσης, η θεσμοθετημένη συμμετοχή των ασθενών αυξήθηκε στο 26,4% το 2014, από 14,8% το 2012 και η ιδιωτική συμμετοχή ανήλθε στο 29,3% το 2014, από 20% το 2009.
Συγχρόνως, οι κοινωνικές δαπάνες υγείας παρουσίαζαν μέση ετήσια μείωση κατά τα πρώτα έξι χρόνια της κρίσης της τάξης του 6,6%, μετατοπίζοντας έτσι στα –ήδη επιβαρυμένα– νοικοκυριά σημαντικό βάρος της δαπάνης για νοσοκομειακή και φαρμακευτική περίθαλψη.
Κι ενώ, η ζήτηση υπηρεσιών υγείας από δημόσιες δομές αυξήθηκε, εξαιτίας του “βασανισμού” της λιτότητας – όπως χαρακτήρισε τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα ο Υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, η δημόσια χρηματοδότηση των νοσοκομείων μειώθηκε από τα €6,9 δις το 2009 σε €4 δις το 2015.
Όλα αυτά τη στιγμή που ένα πολύ μεγάλοι ποσοστό του πληθυσμού της χώρας είναι ηλικιωμένο και φτωχοποιημένο.
Η Ελλάδα είναι η τρίτη πιο γερασμένη χώρα στον αναπτυγμένο κόσμο, με το ποσοστό του πληθυσμού άνω των 65 και 80 ετών να διαμορφώνεται σε 21,7% και 6,8% αντιστοίχως σήμερα. Περίπου το 30% του πληθυσμού είναι άνω 65 ετών.
Επίσης, στην Ελλάδα το μέσο εισόδημα των νοικοκυριών κατάρρευσε έως και 35% τα χρόνια των μνημονίων. Ο πληθυσμός της Ελλάδας που βρίσκεται στο όριο της φτώχειας πλησιάζει το 70% σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.
Τι σχέση έχει η φτώχια με την υγεία; Απόλυτη.
Έχει αποδειχθεί σε σειρά ερευνών σε πολλές διαφορετικές χώρες του κόσμου ότι ο φτωχός αρρωσταίνει περισσότερο, αντιμετωπίζει χρόνιες ασθένειες πολλά χρόνια νωρίτερα σε σχέση με ανθρώπους που είναι καλά οικονομικά και ως εκ τούτου είναι λιγότερο παραγωγικός.
Η φτώχια δημιουργεί επιπλέον βάρος στη λειτουργία του συστήματος υγείας γιατί οι φτωχοί… αρρωσταίνουν περισσότερο και δεν έχουν χρήματα να πάνε σε… ιδιώτες ή στο… Ηράκλειο!
Την ίδια στιγμή, αν και το ποσοστό δαπανών στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, σε Ευρωπαϊκό επίπεδο είναι 79% και 15%, στην Ελλάδα είναι 59% και 35% αντίστοιχα.
Παρουσιάζουμε δηλαδή την χαμηλότερη δαπάνη από όλες τις Μεσογειακές χώρες ακόμη και από την Πορτογαλία, με ιδιωτικό τομέα απαγορευτικά υπερτροφικό (35% της ετήσιας δαπάνης) που παραπέμπει σε σύστημα υγείας μη δυνάμενο να ελεγχθεί τη στιγμή όπου ο πληθυσμός της χώρας που είναι γερασμένος και φτωχός είναι πάρα πολύ υψηλός.
Με απλά λόγια, στην Ελλάδα όπου ο ιδιωτικός τομέας είναι τεράστιος, υπερδιπλάσιος σε σχέση με αυτό που ισχύει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η εξάρτηση του πληθυσμού – λόγω της μεγάλης φτωχοποίησης μεγάλης μερίδας συμπολιτών μας – είναι τεράστια από ένα δημόσιο σύστημα υγείας υποχρηματοδοτημένο, υποστελεχωμένο, που δεν έχει τον κατάλληλο εξοπλισμό, που τώρα με κυβέρνηση Μητσοτάκη στη λογική της περαιτέρω εξοικονόμησης ιδιωτικοποιείται με τη στόχευση να είναι η υπηρεσίες να συγκεντρωθούν σε κεντρικά νοσοκομεία ανά περιφέρεια! Τα υπόλοιπα νοσοκομεία ουσιαστικά θα μετατραπούν σε Κέντρα Υγείας με αυξημένες μεν αρμοδιότητες, σε καμία περίπτωση όμως δε θα μπορούν να χαρακτηριστούν ως νοσοκομεία.
Υπενθυμίζουμε ότι οι γιατροί και οι νοσηλευτές που εργάζονται σε νοσοκομεία έχουν μειωθεί από το 2009 κατά 3831 και 1532 άτομα, σε 23,5 χιλ. και 38,4 χιλ. αντιστοίχως, το 2017, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΒ.
Πάνω από 18.000 είναι οι γιατροί που έχουν φύγει στο εξωτερικό τα τελευταία χρόνια της κρίσης.
Το πρώτο έτος της πανδημίας, όχι μόνο δεν αυξήθηκαν οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία της Ελλάδας αλλά μειώθηκαν κατά 5.000.
Σημειώνεται, τέλος, ότι η κατά κεφαλή δαπάνη υγείας στην Ελλάδα το 2018 (€1.470 σε τιμές 2010) βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με τις πρώην χώρες του Ανατολικού μπλοκ ως επί το πλείστον. Έχοντας μειωθεί κατά 9,4% κατά μέσο όρο ετησίως από το 2008 έως το 2013 και παραμείνει σχεδόν αμετάβλητη έκτοτε, λόγω δημοσιονομικών περικοπών και της κάμψης του διαθέσιμου εισοδήματος, που έφερε η κρίση, σήμερα βρίσκεται στα 2/3 περίπου του επιπέδου του 2009 (€2.071 σε τιμές 2010).
Καλό μήνα σε όλους!