Κύριε Διευθυντά,
Σας στέλνω την ομιλία μου στο συνέδριο για το ριζίτικο τραγούδι, όχι για να δείξω ότι υπάρχω μα νομίζω ότι αυτά που είπαμε όλοι σ’ αυτό το συνέδριο και ο σκοπός του συνεδρίου, καλό είναι να περάσει στην κοινωνία.
Και με την ευκαιρία θα ήθελα και διά του τύπου να συγχαρώ τους οργανωτές του συνεδρίου και ιδιαίτερα τον κ. Κώστα Μουτζούρη, που τον θεωρώ πρωτουργό σ’ αυτή την κίνηση, διότι κρατούνε στην επιφάνεια την πολιτιστική μας κληρονομιά και «καλλιεργούνε» τις ρίζες μας όπου οι ρίζες (όπως και στα δέντρα) μας κρατούνε όρθιους και από τις ρίζες μας εξαρτάται η επιβίωση και η ανάπτυξή μας.
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία
Κ. Γερωνυμάκης
– Ομιλία του Κανάκη Γερωνυμάκη στους Λάκκους την 2/7/2016 στο συνέδριο για το Ριζίτικο τραγούδι
Το ριζίτικο τραγούδι εδημιουργήθηκε στην ορεινή δυτική Κρήτη και εκεί είναι η εστία του , από ορεσίβιους αγράμματους χωρικούς μα διαθέτει και σοφία, ποιητική τέχνη και λογοτεχνία και επί αιώνες κυριαρχεί στα γλέντια της περιοχής αυτής και κυρίως κυριαρχούσε.
Είναι σοβαρή και αξιοπρεπής λαϊκή ποίηση. Δεν επιδέχεται επέμβαση ούτε στο σκοπό του, ούτε στο νόημά του. Ειδικά αν θα τραγουδηθεί με ξένο σκοπό το ριζίτικο θα είναι κακοποίηση. Τραγουδιούνται με 32 σκοπούς τα ριζίτικα τραγούδια της τάβλας, ενώ του δρόμου τραγουδιούνται πάντα με ένα σκοπό όλα. Δεν ενδείκνυται να είναι μακροσκελές της τάβλας το τραγούδι. Δεν ενδείκνυται (ενώ της στράτας μπορεί να είναι και μακροσκελές). Δεν ενδείκνυται να περιλαμβάνει λόγιες λέξεις. Δεν ενδείκνυται να περιλαμβάνει ομοιοκαταληξίες, όμως επιβάλλεται ο ισοσυλλαβισμός στους στίχους του. Πριν από κάποιες δεκαετίες αποτελούσε το ριζίτικο τραγούδι το «βαρύ πυροβολικό» στα γλέντια της δυτικής ορεινής Κρήτης.
Δεν είναι μόνο εργαλείο για τα γλέντια το ριζίτικο τραγούδι. Είναι, και προπάντων ήτανε μέσον για να περάσομε μηνύματα. Μεταφέρει από γενιά σε γενιά καταβολές και υποθήκες ανθρωπιάς, αξιοπρέπειας, πατριωτισμού και στηρίζει την πολιτιστική και την ιστορική μας κληρονομιά. Αναφέρεται σε χαρές, σε λύπες, σε έρωτα και σε όλες τις φάσεις της ζωής. Πολλά από τα ριζίτικα τα θεωρώ πνευματικά μνημεία. Στα μαύρα χρόνια της τουρκοκρατίας, τότε που οι εχθροί ξεφυτρώνανε ακάλεστοι στις εκδηλώσεις των χριστιανών, με τα αλληγορικά ριζίτικα τραγούδια επικοινωνούσανε και ανταλλάζανε μηνύματα οι ραγιάδες κρυπτογραφικά παρόντων των εχθρών. Τέτοιο είναι το παρακάτω αλληγορικό ριζίτικο:
Αητός πέρδικαν έπιασε κι έκατσε και τη ρώτα:
-Πέριδικα πε μου να χαρείς πού χτίζει τη φωλιά σου
Και που γεννάς τ’ αβγά σου και βγάνεις τα πουλιά σου;
-Θωρείς εκείνο το βουνό και το πιλιά παρέκει;
Ανάμεσα στα δυό βουνά σ’ ένα μικρό χαράκι
Είναι ένα θυμαράκι εκειά γεννώ τ’ αβγά μου
και βγάνω τα πουλιά μου
Μα εξεπουλιάσαν τα πουλιά κι εξεπετάξαν κι όλας.
Το αλληγορικό αυτό τραγουδάκι παραγγέλλει ότι, αν θα αναγκαστεί κανείς να μιλήσει στον εχθρό θα πρέπει να δίνει παραπλανητικά στοιχεία και πάντως μη αξιοποιήσιμα.
Μέχρι πριν από λίγες δεκαετίες, η ύπαιθρος της Κρήτης δεν διέθετε ούτε δρόμους, ούτε αυτοκίνητα και ούτε μεγάλα κέντρα για τις διάφορες εκδηλώσεις και οι γάμοι γινόντουσαν στα χωριά μας και στα σπίτια μας. Δεν είχαμε ευρύχωρες αίθουσες και οι γάμοι διασπούνταν σε διάφορα δωμάτια ή και διάφορα σπίτια. Στο κεντρικό δωμάτιο ήτανε οι νεόνυμφοι, οι κουμπάροι, οι συνοπάρτισσες και βέβαια τα όργανα. Τα όργανα ακόμα δεν τα είχε νοθεύσει το μεγάφωνο και παίζανε οικολογικά και δεν δημιουργούσανε ηχορύπανση σε όλο το χωριό όπου οι χαροκόποι στο διπλανό δωμάτιο ανενόχλητοι τραγουδούσανε με μαντινάδες και ριζίτικα. Ένα ριζίτικο τραγούδι του γάμου είναι το ακόλουθο:
Σήμερο ούλοι χαίρουνται κ’ είναι γιορτή μεγάλη
Σήμερο στεφανώνεται ο αητός την περιστέρα
Να ζήσουν , να στεριώσουνε και να ‘ν’ ευτυχισμένοι
κι ας είν καλά κ’ η συντροφιά.
Ένα τραγούδι που μ’ αυτό συχνά άρχιζε να τραγουδά η καινουριοφερμένη παρέα, ήτανε το ακόλουθο:
Χίλιες καλώς το βρήκαμε του φίλου μας το σπίτι
Του φίλου, του συντέκνου μας, του πλιά καλού μας φίλου
Και του καιρού να ‘ναι καλά, τ’ αντίκαιρου και πάντα
Να ‘ρθομε πάλι με χαρά
Ιδιαίτερα στην περιοχή που επικρατεί το ριζίτικο τραγούδι, είχανε σε υπόληψη και τη φιλοξενία. Σχετικό είναι το παρακάτω τραγουδάκι που μας παρουσιάζει ότι ο ορεσίβιος και στις τελευταίες του στιγμές παραγγέλνει να μην βαροκαρδίσουνε τους φιλοξενούμενους:
Μάνα κι αν έρθου οι φίλοι μας,
κι αν έρθου οι γι-εδικοί μας
Μην τονε πεις πως πόθανα να τσοι βαροκαρδίσεις
Στρώσε των τάβλα να γευτού και κλίνη να πλαγιάσου
Στρώσε των παραπέζουλα
ν’ απλώσουν τ’ άρματά ντων
Και το πρωί σαν φεύγουνε και σ’ αποχαιρετούνε
Πέτο ντων πως απόθανα
Όταν κάποιος είχε πένθος, μα η παρέα των παρακινούσε και αυτός ήθελε να συμμετάσχει, έλεγε το παρακάτω τραγουδάκι:
Δε μου ‘πρεπε να τραγουδώ, μούδε κρασί να πίνω
Σ’ ένα σπηλιάρι σκοτεινό τα δάκρυα μου να χύνω
Γιατ’ έχω μαύρη την καρδιά, μαύρη σκοτεινιασμένη
Ο χάρος μου τη μαύρισε.
Στη βάφτιση του παιδιού εσυνηθίζετο το παρακάτω τραγουδάκι:
Σαν εβαφτίστην το παιδί κι εγίνει χριστιανάκι
Να το χαρού οι γονέοι ντου και να το μεγαλώσου
Να το χαρεί και ο νονός και να το στεφανώσει
να του βαφτίσει το παιδί.
Εκείνα τα χρόνια εσυνηθίζετο να στεφανώνει ο νονός τον βαφτισιμιό του και να βαφτίζει το πρώτο του παιδί.
Ένα πολύ παλιό τραγουδάκι ιστορικό, μοιρολογά τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’:
Παιδιά κ’ ίντα να γίνηκεν ο Πίσκοπςο τση Πόλης
Μούδε στοι μέσες φαίνεται, μούδε στσ’ αναμεσάδες
Μούδε στα μοναστήρια ντου τα πάνω και τα κάτω
Να ψάλει το χερουβικό
Το ριζίτικο τραγούδι της τάβλας θα επιβιώσει γιατί και στην πράξη το συναντούμε ακόμα κάπου – κάπου. Αυτό που ήδη έχει χαθεί είναι της στράτας το τραγούδι, και είναι φυσικό να χαθεί γιατί αυτό τραγουδιέται μόνο βαδίζοντας, ενώ τώρα κανείς δεν πηγαίνει με τα πόδια στις εκδηλώσεις και στην πράξη δεν θα ξαναπαρουσιαστεί ποτέ, αφού η κινούμενη με οχήματα παρέα δεν έχει συνοχή. Θα ήθελα να δώσω έμφαση στο τραγούδι της στράτας γιατί νομίζω ότι είναι κρίμα να χαθεί ένα κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς…
Το τραγούδι της στράτας είναι και αυτό ριζίτικο. Τραγουδιέται πάντα βαδίζοντας. Είναι πάντα δεκαπεντασύλλαβο. Τραγουδιέται πάντα με τον ίδιο σκοπό. Συχνά συνέβαινε να είναι μακριά το χωριό της νύφης από αυτό του γαμπρού και βέβαια δεν προχωρούσαμε σιωπηρώς, μα λέγαμε μακροσκελή τραγούδια της στράτας και γεμίζαμε τα βουνά και τα φαράγγια με ανδροπρεπή μελωδία και γραφικότητα. Μα ήταν και χάρμα οφθαλμών αν κάποιος από απόσταση απολάμβανε το θέαμα της χαρμόσυνης γαμήλιας φάλαγγας. Άσπρα, κόκκινα, μαύρα μουλάρια. Άσπρα κόκκινα, μαύρα τα στιβάνια των ανδρών και με μαύρες βράκες άμα ήτανε από καραμάντουλα, ενώ τα τσόχινα σαλιβάρια ήτανε μπλέ με μεταξωτές κόκκινες ζώνες. Ιδιαίτερη χάρη δίνανε στο γάμο οι «συνοπάρτουσες» . Στην γαμήλιον πομπή ο αριθμός των ανδρών ήταν απεριόριστος, οι συνοπάρτουσες όμως έπρεπε να είναι μέχρι 15. Τις υπεδείκνυαν από το περιβάλλον του γαμπρού και ήτανε νέες και όμορφες και με τα χτυπητά χρώματα των φορεμάτων τους αποτελούσανε ένα ωραίο της κινούμενης χαρμόσυνης πομπής. Τις λέγαμε «συνοπάρτουσες» και κάθε συνοπάρτουσα έπρεπε να είναι καβάλα σε ζώο που έπρεπε να το σέρνει κάποιος δικός της , οπωσδήποτε ο «καβαλιέρος».
Πολλά από τα τραγούδια της στράτας τραγουδιούνται σε ορισμένη φάση. Τα προικιά π.χ. πολλές φορές τα παίρναμε μαζί με τη νύφη, όμως άλλες φορές (αφού ο γάμος κατά κανόνα τότε γινότανε Κυριακή) έστελνε ο γαμπρός το Σάββατο 5-6 δικούς του με τα ζώα τους και τα παίρνανε. Τους λέγαμε «προυκολόγους» και στη διαδρομή γυρίζοντας λέγανε το εξής τραγουδάκι:
Επήραμεν τα τα προυκιά τα μορφοπλουμισμένα
Εξήντα τα πλουμίζανε κι εκατό δυό τα φαίνα
Και απάνω εζωγραφίσανε τον ουρανό και τ’ άστρα
Τον ήλιο τον ολόχρυσο, τ’ ασημωτό φεγγάρι
Τσοι κάμπους με τα λούλουδα
και τσ’ ομορφιές του κόσμου
Χρυσά να ‘νιε τα χέρια ντων που τα ‘μορφοπλουμίζα
Να τα χαρεί και ο γαμπρός μαζί με την καλή ντου.
Την Κυριακή, όταν ο γάμος ξεκινούσε για να πάει να πάρει τη νύφη λέγαμε τα εξής τραγούδι της στράτας:
-Δώσε μας μάνα την ευκή να ξεκινήσει ο γάμος
-Ευκή μου ομπρός κι οπίσω σας, δεξιά σας και ζερβά σας
Να πάτε να μου φέρετε την νύφη του παιδιού μου
Όταν επλησιάζαμε στο σπίτι της νύφης λέγαμε το ακόλουθο τραγούδι:
Ο νιός γαμπρός εμήνυσε του πεθερού μαντάτο
«Να το κατέχεις πεθερέ την Κυριακή πως θα ‘ρθω
Να παρασύρετε τα’ αυλές, ν’ ασπρίσετε τσι στράτες.»
Άμα γινότανε η στέψη (που συνήθως τότε γινότανε στο σπίτι ή στην αυλή της νύφης) και ετοιμάζετο ο γάμος να πάρει τη νύφη να φύγει λέγαμε το τραγουδάκι:
Αποχαιρέτα νύφη μου ούλους τσοι συγγενείς σου
Μα πρώτα τσοι γονέους σου και τα γλυκιά σου αδέρφια
Μετά τσι φιλενάδες σου και τσι γειτόνισσές σου.
Όταν ο γάμος με τη νύφη επλησίαζε στο σπίτι του γαμπρού, λέγαμε το ακόλουθο τραγουδάκι:
Πρόβαλε μάνα του γαμπρού και πεθερά τση νύφης
Να δεις τον ακριβό σου γιό και τη χρυσή σου νύφη
Στη διαδρομή όμως από το χωριό της νύφης σε αυτό του γαμπρού λέγαμε συχνά μακροσκελή τραγούδια της στράτας, όπως το παρακάτω:
Κοράσιο στην ανατολή έφαινε κι ετραγούδιε
Μα ο συρρισμός του μασουριού
κι ο χτύπος του πετάλου
Κι ο αηδονισμός τση λυγερής εις τα’ ουρανούς εβγήκε
Καραβοκύρης το γροικά π’ αναμεσίς πελάγου
«Στέξετε ναύτες τα κουπιά, ρεΐζει το τιμόνι
Ν’ ακούσομεν τη λυγερή ίντα τραγούδι λέει»
-Κόρη μου ιντά ‘χεις και πονείς
και τραγουδείς θλιμμένα;
-Μάνα και κύρην έθαψα κι αδέρφια και ξαδέρφια
κι ο άντρας που μου πήρανε εβγήκε βερεμιάρης
Ξαρωστικό μου ζήτηξεν απού δεν το ‘χει ο τόπος
Τσ’ άγριας λαφίνας το τυρί και του λαγού το γάλα
κυδώνι απ’ την ανατολή και μήλο από τη δύση
Μα ώστε να πιάσω το λαγό, ν’ αρμέξω τη λαφίνα
να πάω στην ανατολή και να ‘ρθω από την δύση
αρρώστησε, ξαρρώστησε κι άλλη γυναίκα επήρε
Ένα από τα αρχαιότερα τραγούδια της στράτας που αφορά την Ανδριανούπολη που την κατέλαβαν οι Τούρκοι το 1361:
Τα χελιδόνια τση Βλαχιάς και τα πουλιά τση δύσης
Κλαίσιν αργά, κλαίσιν ταχιά, κλαίσιν το μεσημέρι
Κλαίσιν την Αδριανούπολη τη μαυροκουρσεμένη
Απού την εκουρσέψανε τσι τρεις γιορτές του χρόνου
τω χριστογέννω για κερί και τω Βαγιώ για βάγιο
Και την ημέρα τση Λαμπρής για το Χριστός Ανέστη
Και ένα ερωτικό τραγουδάκι της στράτας:
Κόρη και νιός επαίζανε σ’ ώριο περιβολάκι
Μα με το παίξε γέλαξε και το πολύ το νάζι
Αποκοιμήθη ο νιός γλυκά στση λυγερής τσ’ αγκάλες
Σιγά – σιγά τονε ξυπνά και σιγανά του λέει
«Ξύπνα το τρυγονάκι μου, ξύπνα γλυκό μου αηδόνι
Σε πολλά από τα τραγούδια που ανέφερα υπάρχουνε και άλλες παραλλαγές και από άλλα μακροσκελή τραγούδια, εμείς τραγουδούσαμε περικοπές.
Εγώ που εξήντλησα την ενάτη δεκαετία τα έζησα όλα τα παραπάνω. Ετραγούδησα στην πράξη και της τάβλας και της στράτας το τραγούδι και πολλές φορές μετείχα στις γαμήλιες πομπές με τα πόδια. Εγώ τα έζησα, δεν τα άκουσα, δεν τα διάβασα. Συμμετείχα. Δεν θα τα ξαναδεί κανείς στην πράξη.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει καθήκον να ξαναγίνει ένα σοβαρό και συγκροτημένο κόμμα, γι’ αυτό και έχουν…
«Δεν θα συμφωνήσω ότι έχει επικρατήσει η άποψη «’ότι το ΚΚΕ δεν θέλει να κυβερνήσει’», τόνισε ο…
Του Γιάννη Γ. Καλογεράκη Μαθηματικού Στατιστικολόγου Επιτ. Σχολικού Συμβούλου Μαθηματικών (Την αμαθίαν καταλύεται η αλήθεια)…
Ο κ. Ευτύχης Δαμηλάκης, Επικεφαλής της Μείζονος Αντιπολίτευσης Δήμου Καντάνου-Σελίνου και Αντιπρόεδρος της Δημοτικής Επιτροπής,…
Σήμερα, στο κέντρο της Αγοράς της πόλης των Χανίων, ολοκληρώθηκαν οι εορταστικές εκδηλώσεις που διοργάνωσε…
Αρκετά υψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο το 2023 είναι ο αριθμός των θανατηφόρων τροχαίων δυστυχημάτων στην Ελλάδα (68…
This website uses cookies.