Με ένα εκτενές άρθρο-ανάλυση ο υπεύθυνος Διεθνών Σχέσεων των PODEMOS, Pablo Bustinduy Amador, με τίτλο: Ελλάδα, σκέψεις μετά τη μάχη, αναφέρεται στο αντίκτυπο που είχε στην Ευρωπαϊκή Αριστερά η υπογραφή μιας νέας συμφωνίας από την ελληνική κυβέρνηση, αποτέλεσμα εκβιασμού από τους πιστωτές και το πολιτικό κατεστημένο που θέλησαν να εξουδετερώσουν την πιθανότητα εναλλακτικής πολιτικής στην περιφέρεια της Ευρώπης. Αφού ξεκαθαρίζει ότι ο Αλέξης Τσίπρας έδωσε μια μάχη που δεν κερδήθηκε θεωρεί ότι πρέπει να δούμε με καθαρή ματιά το υπάρχων ευρωπαϊκό σκηνικό και τις προοπτικές που ανοίγονται στις μάχες που βρίσκονται μπροστά μας.
Το στέλεχος των PODEMOS αναφέρει: “Ο Αλέξης Τσίπρας δεν συγκρούστηκε απλώς με τις συντηρητικές δυνάμεις αλλά με ένα status quo που διαθέτει δυναμική και βρίσκεται σε πορεία επαναπροσδιορισμού και αλλαγής” και προσθέτει “Αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι βρισκόμαστε σε μια στιγμή βαθιάς γεωπολιτικής μετάβασης θα δούμε από άλλη προοπτική αυτό που συνέβη στην Ελλάδα… Το να πούμε απλά ότι ήταν μια οδυνηρή ήττα μπορεί να μας οδηγήσει στο μηδενισμό που θολώνει την κατανόηση μας για το τι συνέβη και είναι εχθρός της ανάλυσης… Οι δημοκρατικές δυνάμεις πρέπει να ανασυγκροτηθούν, να αναγνωρίσουν τα προχωρήματα που έγιναν- και είναι πολλά- και να προετοιμαστούν να δώσουν τις μάχες που έρχονται με πιο ευνοϊκούς συσχετισμούς… Η προοπτική αλλαγής είναι σήμερα πιο πιθανή από ότι πριν ένα χρόνο, σε μεγάλο βαθμό χάρη στις διεργασίες που συντελούνται στην Ελλάδα”.
Ο Pablo Bustinduy Amador τονίζει ότι η πλειοψηφία των αντιδράσεων και των σχολίων που αφορούν την κατάληξη της ελληνικής κρίσης γίνονται με ηθικούς όρους. Ενώ κατανοεί ότι αυτό είναι μια λογική και ενστικτώδη αντίδραση φανερώνει ταυτόχρονα έλλειψη στρατηγικής των αναλύσεων που γίνονται με τέτοιους όρους.
“Δεν χρησιμεύει σε τίποτα να ερμηνεύσουμε την ήττα της ελληνικής κυβέρνησης με όρους έλλειψης βούλησης, λες και ο Αλέξης Τσίπρας δεν ήθελε να πάει πέρα από όσα κατάφερε, λες και του έλειψε κουράγιο να εφαρμόσει ένα plan B που κανείς δεν γνωρίζει σε βάθος και κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει με ακρίβεια”
Ο υπεύθυνος Διεθνών Σχέσεων των PODEMOS είναι κατηγορηματικός ότι ο Τσίπρας δεν είχε περιθώρια να μην υπογράψει την συμφωνία αφού σύμφωνα με πολλές εκτιμήσεις το ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα είχε καταρρεύσει ολοκληρωτικά ενώ πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπ’όψιν ότι η χώρα εισάγει μεγάλο μέρος των τροφίμων και των φαρμάκων που καταναλώνει καθώς και ότι οι περιφερειακές δυνάμεις εναλλακτικής χρηματοδότησης εκτός Ε.Ε.και ΔΝΤ είχαν αρνηθεί κάθε συνεισφορά αν η χώρα κινούνταν στα πλαίσια ρήξης με την ευρωζώνη.
“Η Ελλάδα βραχυπρόθεσμα θα μπορούσε να κοινωνικοποιήσει μόνο τη φτώχεια, σε μια χώρα όπου οι πολίτες έδωσαν σαφή εντολή ενάντια στη λιτότητα αλλά δεν θέλουν να φύγουν από το ευρώ. Για να παρθεί μια τέτοια απόφαση (εξόδου από το ευρώ) δεν χρειαζόταν τόλμη ή κουράγιο αλλά αδιαφορία για την άμεση βία που θα ασκούνταν πάνω στους εργαζόμενους και τη μεσαία τάξη ενάντια στην ίδια τους τη θέληση”.
Όπως εξηγεί ο Pablo Bustinduy Amador υπάρχει μια εμφανής αντίφαση μεταξύ της λαϊκής βούλησης που δεν θέλει τη λιτότητα αλλά θέλει να παραμείνει στο ευρώ. Αυτή η αντίφαση είναι βαθύτερη και πολυπλοκότερη από ότι θα νόμιζε κανείς με μια πρώτη ματιά. “Θα πέσουμε σε παγίδα και θα κάνουμε λάθος αν αντιπαραβάλλουμε τη λιτότητα εντός ευρώ με την εθνική κυριαρχία εκτός του ευρώ”. Θεωρεί ότι είναι επικίνδυνο και παιδικό να φανταστούμε απλώς ότι υπάρχουν περισσότερα περιθώρια αναδιανομής του πλούτου εκτός μιας ανεπτυγμένης κοινωνικοοικονομικής δομής σε μια συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία παρά εκτός αυτής.
Για το στέλεχος των PODEMOS το συγκλονιστικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στις 5 Ιούλη άνοιξε μια ρωγμή στο συντηρητικό ευρωπαϊκό κατεστημένο που δεν μπόρεσε όμως να μετουσιωθεί σε πολιτική λύση γιατί ο αντίπαλος άσκησε μια υπέρτερη ωμή βία. Η απειλή του Σόιμπλε ήταν αποβολή της χώρας από το ευρώ με λιτότητα με την προσφορά “ανθρωπιστικής βοήθειας”.
“Η υπεράσπιση της ελληνικής κυβέρνησης μετά την υπογραφή της συμφωνίας δεν είναι ζήτημα αρχής ή καλής πίστης αλλά θέμα στρατηγικής πρώτης τάξης για εμάς (PODEMOS). Όπως επιτέθηκαν στην ελληνική κυβέρνηση για να αποδυναμώσουν κάθε πιθανότητα δημοκρατικής αλλαγής σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όλα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα επηρεάζουν άμεσα τα όρια και τις δυνατότητες που θα είχε
στα χέρια της μια λαϊκή κυβέρνηση στην Ισπανία. Η Τρόικα είχε εξ αρχής τρεις πολιτικούς στόχους από το ξεκίνημα των διαπραγματεύσεων: να χτυπήσει την Ελλάδα για να προειδοποιήσει την Ισπανία, να διαλύσει το ΣΥΡΙΖΑ και να ρίξει εντός λίγων μηνών την πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς που είχε ποτέ η Ευρώπη από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μετά”.