Του Δημήτρη Κ. Τυραΐδή *
Δεν είμαι μήτε συνταγματολόγος, μήτε δικαστικός, μήτε κατέχω ηχηρούς τίτλους ανώτερης μόρφωσης. Ένας απλός πολίτης είμαι της πολύπαθης χώρας μου της Ελλάδας και δέκτης πια των γεγονότων που διαδραματίζονται στην αρένα της ζωής.
Είμαι όμως λάτρης, εθισμένος θα έλεγα, με τις ειδήσεις που έρχονται στο φως της δημοσιότητας καθημερινά, όχι μόνο εντός της χώρας μου αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Θέλω να ενημερώνομαι για το τι γίνεται γύρω μου παρακολουθώντας επιμελώς όλα τα Μ.Μ.Ε. με μεγάλο ενδιαφέρον.
Τώρα, τα τελευταία χρόνια, διαβάζοντας τον έντυπο τύπο και παρακολουθώντας τα κανάλια των τηλεοράσεων έχω παρατηρήσει ότι ορισμένες εκδικαζόμενες σοβαρές υποθέσεις, ενώ έχουν κριθεί τελεσίδικα αθωώνοντας ή καταδικάζοντας τους εκδικαζόμενους, έπειτα από λίγο χρονικό διάστημα οι ίδιοι καλούνται εκ νέου να παρουσιαστούν στην αίθουσα των δικαστηρίων και η δίκη της υπόθεσης τους για διάφορους λόγους αρχίζει πάλι από την αρχή. Τα αποτελέσματα δε της δεύτερης εκδίκασης ποικίλουν. Πολλοί καταδικασθέντες απαλλάσσονται από τις κατηγορίες κι ενώ ήταν ένοικοι της φυλακής απαλλάσσονται και κυκλοφορούν πάλι ελεύθεροι. Οι δικαστές βέβαια κάνουν τη δουλειά τους ακολουθώντας το γράμμα του νόμου κι ανάλογα με τα στοιχεία που έχουν μπροστά τους διαμορφώνουν το αποτέλεσμα της εκδικαζόμενης υπόθεσης.
Βέβαια, δεν γνωρίζω μήτε είμαι σε θέση εγώ να κρίνω την ετυμηγορία των δικαστών, αλλά δεν το κρύβω, αμφιβάλω πολλές φορές για τα αποτελέσματα των παραπάνω υποθέσεων.
Πιστεύω δε ότι ο δικαστής κρίνει ανάλογα με τα στοιχεία, όπως προαναφέρω, που έχει μπροστά του. Δεν μπορεί ο δικαστής να καταδικάσει ή να απαλλάξει κάποιον χωρίς αποδείξεις χειροπιαστές. Η ετυμηγορία και ο λόγος των δικαστών, εγώ πιστεύω ότι είναι πολύ βαριά και δεν τους αφήνει ο όρκος που έδωσαν να φορτώσουν αδίκως το βάρος του όποιου εγκληματία σε έναν αθώο συνάνθρωπό τους απαλλάσσοντας τον πραγματικό ένοχο. Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι ένας εισαγγελέας μπορεί να αμαυρώσει τον όρκο του. Τώρα, πως και γιατί σε δεύτερο βαθμό εκδίκασης οι ένοχοι απαλλάσσονται, δεν είμαι εγώ ο κατάλληλος που θα λύσω αυτόν τον γρίφο. Άλλοι είναι οι αρμόδιοι που πρέπει να φέρουν στο φως την αλήθεια της όποιας υποθέσεως, ιδιαίτερα στις μέρες μας που πολλά διαδραματίζονται γύρω από το χώρο της δικαιοσύνης.
Κάποτε, όταν ήμουν μικρός, ένας παππούς στην ηλικία που είμαι σήμερα εγώ, μου έλεγε πολλές φορές: ‘’Να ξέρεις παιδί μου ότι η αλήθεια είναι πολύ πικρή για κείνον που δεν τον συμφέρει να βγει στο φως του ήλιου και λύτρωση για τον άδικα καταδικασμένο. Ο ένοχος θα κάνει τ’ αδύνατα δυνατά να την κουκουλώσει με όποιον τρόπο μπορεί. Μπορεί να τον οδηγήσει ακόμα και στο έγκλημα προκειμένου να μην γευτεί την πίκρα πίνοντας το δηλητήριο από το ποτήρι της’’.
Εγώ βέβαια μπορεί να πιστεύω ότι πιστεύω για τους δικαστικούς λειτουργούς και για την δικαιοσύνη, άλλοι όμως έχουν τελείως την αντίθετη γνώμη από μένα. Πολλοί βαπτίζουν το δίκιο άδικο ή το αντίθετο δίχως ντροπή κι άγανα όπως λέμε στο χωριό μας, ανακαλύπτουν τρόπους και προσπαθούν να κάνουν το μαύρο άσπρο γιατί δεν τους συμφέρει κι ας γνωρίζουν ότι κανένας νοήμον άνθρωπος δεν πιστεύει στα λόγια που αραδιάζουν. Κι αυτό γιατί έχουν το πάνω χέρι, όπως το έχει και ο βλάχος που υποχρέωσε το ζωγράφο να ζωγραφίσει με κόκκινα τσαρούχια το Χριστό κρατώντας τη χατζάρα πάνω από το κεφάλι του καλλιτέχνη και θέλοντας ο βλάχος μη θέλοντας ο ζωγράφος ο Χριστός φόρεσε κόκκινα τσαρούχια.
Αφήστε επιτέλους την δικαιοσύνη να κάνει θεάρεστα το έργο της, αμερόληπτη και μην υποχρεώνεται αυτούς που την υπηρετούν να την αμαυρώνουν. Βέβαια, δεν είμαι σε θέση να αποδείξω αυτά που γράφω γιατί δεν έχω απολύτως καμιά ξεκάθαρη απόδειξη. Δεν είμαι όμως αφελής και μπορώ να ξεχωρίζω το δίκαιο από το άδικο.
Ειλικρινά ως Έλληνας ντρέπομαι με τις εικόνες του ‘’απείρου κάλλους’’ που θωρώ να εξελίσσονται στον ιερό χώρο της ελληνικής βουλής. Μη νομίζετε ορισμένοι ότι ο ελληνικός λαός δεν γνωρίζει τι μεθοδεύετε πίσω από την αυλαία της βουλής.
Τέλος, θέλω να μου επιτρέψει η διεύθυνση της εφημερίδας να απευθυνθώ σε ορισμένους που δεν γνωρίζω γιατί με παρακολουθούν. Δεν νομίζω να έκανα ποτέ κακό σε κανέναν στο πολυπονεμένο διάβα της ζωής μου. Δεν θα σταματήσω ποτέ να γράφω τη γνώμη μου όσο θα μπορώ να κρατάω την πένα στα χέρια μου. Ως απλός πολίτης δε, μέσω του σημερινού άρθρου μου επαναλαμβάνω για πολλοστή φορά: Οδηγήστε στο εδώλιο του κατηγορουμένου τους ενόχους του φρικιαστικού εγκλήματος των Τεμπών, γιατί περί εγκλήματος πρόκειται. Οι ένοχοι πρέπει να τιμωρηθούν όποιοι κι αν είναι αυτοί.
Τέλος, πριν από λίγες μέρες άκουσα σε κάποιο κανάλι των τηλεοράσεων από έναν εργατολόγο, και αναπτέρωσαν οι ελπίδες μου, ότι το Πάσχα η κυβέρνηση θα επιστρέψει επιτέλους τα αναδρομικά σε όλους τους συνταξιούχους που τα δικαιούται, είτε έχουν προσφύγει στην δικαιοσύνη είτε όχι. Μην με απογοητεύσετε κύριοι και αυτή τη φορά.
* συγγραφέας – ποιητής
μέλος της Παγκοσμίου Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών,
μέλος των Πνευματικών Δημιουργών νομού Χανίων και άλλων πολλών πολιτιστικών συλλόγων