Πριν 10 χρόνια περίπου, στις 2 Ιουνίου του 2010, στείλαμε την πρώτη επιστολή μας στους φορείς του νομού με μία ιδέα για το τι μπορεί να γίνει για να επιβιώσουμε της κρίσης και το ρόλο που θα κληθούν να παίξουν σε μία τέτοια εξέλιξη τα μέσα ενημέρωσης. Σήμερα, 10 χρόνια μετά, υπενθυμίζουμε κάποια σημεία της, με αφορμή την νέα κρίση που γεννούν τα περιοριστικά μέτρα για την επιδημία του κορωνοϊού.
Στην πρώτη αυτή επικοινωνία μας με τους φορείς του νομού, διαπιστώναμε ότι τώρα είναι η στιγμή πριν η κρίση βαθύνει, που η συνεργασία μεταξύ μέσων ενημέρωσης, τοπικών επιχειρήσεων και πολιτών επιβάλλεται να περάσει στο επόμενο στάδιο, με σκοπό την επιβοήθηση των κοινών προσπαθειών «για την ανάπτυξη του τόπου από τις τοπικές δυνάμεις».
Η αρχική αυτή πρόταση έγινε δεκτή με ενθουσιασμό και αν και ακόμα δεν είχε αναπτυχθεί πλήρως η ιδέα πίσω από την καμπάνια, διαφαινόταν ότι υπάρχουν προοπτικές για να εξελιχθεί σε κάτι μεγαλύτερο.
Σε κείμενο σχετικό σημειώναμε ότι:
«με την τοπική οικονομία να δέχεται σοβαρά πλήγματα από την κρίση που βιώνουμε και τον δύσκολο ανταγωνισμό με τις πολυεθνικές που έχουν εγκατασταθεί στα Χανιά, με τον κίνδυνο εκτεταμένων λουκέτων καθώς και με μια περαιτέρω αύξηση της ανεργίας και την περαιτέρω μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών να δημιουργούν αποπνικτικές συνθήκες για την οικονομία και την κοινωνία, ξεκινούμε από κοινού την προσπάθεια για μια πρωτοβουλία στήριξης και προβολής των τοπικών επιχειρήσεων, στήριξης και ενημέρωσης του Χανιώτη εργαζόμενου και καταναλωτή.
Γιατί λιγότερα χρήματα στην τοπική αγορά, σημαίνει εργαζόμενοι δίχως δουλειά, σημαίνει φτώχια και ανεργία, σημαίνει αδυναμία κατανάλωσης. Γιατί όποιος αγοράζει από πολυεθνικές ζημιώνει τον τόπο όπου ζει. Εντείνει την ακρίβεια, την ανέχεια, τη φτώχεια».
Στη συνέχεια, δώσαμε έμφαση στον ρόλο των πολυεθνικών και στην αναγκαιότητα συντονισμού των τοπικών πρωτοβουλιών:
«Σκοπός μας είναι τα χρήματα των Χανιωτών να μένουν στα Χανιά κι έτσι να επιστρέφουν στους Χανιώτες, στον τόπο, κι όχι να αποθησαυρίζονται στους τραπεζικούς λογαριασμούς των πολυεθνικών. Επιθυμούμε τη διασφάλιση των συνθηκών μίας ευημερίας στον τόπο μας, που σημαίνει πως στεκόμαστε υπεύθυνα κι αναλαμβάνουμε όλοι τις ευθύνες μας.
Δε συμμεριζόμαστε την άποψη ότι οι μεγάλες πολυεθνικές προσφέρουν καλύτερη ποιότητα ή καλύτερες τιμές. Πιστεύουμε πώς ο κατακερματισμός των εμπορικών επιχειρήσεων του τόπου δε δίνει τη δυνατότητα σε αυτές να ανταπεξέλθουν αποτελεσματικά και να προβάλλουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματά τους, τις προσφορές τους αφού αγωνίζονται μία άνιση μάχη ενάντια στις άλλες επιχειρήσεις του τόπου αλλά και τα υποκαταστήματα των πολυεθνικών.
Το αποτέλεσμα αυτής της έλλειψης συντονισμού είναι ο εργαζόμενος – καταναλωτής, μην έχοντας την ευκαιρία να ενημερωθεί, να επιλέγει τον εύκολο δρόμο των μεγάλων ξένων πολυκαταστημάτων. Ουσιαστικά δε του δίνεται άλλη επιλογή, ιδιαίτερα εν μέσω κρίσης».
Με αυτό το σκεπτικό προχωρούσαμε στην πρότασή μας, για μία συντονισμένη αντεπίθεση ενημέρωσης, αυτή που θα αποτελούσε την αρχή για μία τόσο επείγουσα (έστω και σήμερα) «εκστρατεία συντονισμού των παραγωγικών δυνάμεων του τόπου μας».
Δεδηλωμένος στόχος ήταν «η δημιουργία στρατηγικής κυριαρχίας και απεγκλωβισμού του εργαζόμενου, του παραγωγού, του έμπορου και του καταναλωτή από τη μέγγενη μίας ασύδοτης αγοράς».
Σε μία σχέση αλληλεξάρτησης το ζήτημα πλέον δεν ήταν απλά η ενημέρωση του καταναλωτή αλλά και η υπεύθυνη στάση των τοπικών επιχειρήσεων προς τον πολίτη – καταναλωτή για την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης.
Στο πρώτο σκέλος αυτής της εξίσωσης σημειώναμε την αναγκαιότητα στήριξης των τοπικών επιχειρήσεων.
Για τους σκοπούς αυτής της ενημέρωσης προσφέραμε τα εξής:
Στο δεύτερο σκέλος όμως αυτής της εξίσωσης, του σεβασμού των πολιτών που δοκιμάζονται από την κρίση από τις τοπικές επιχειρήσεις, στα πλαίσια των κοινωνικών υποχρεώσεών τους και της υπεύθυνης στάσης που θα έπρεπε να τηρούν, αποφασίστηκε να υπάρχει ένα είδους ανταπόδοσης (κι όχι φιλανθρωπίας ή ελεημοσύνης).
Οι επιχειρήσεις επιστρέφουν το «δώρο» που τους δίνει η κοινωνία, με απόλυτο σεβασμό προς τον πολίτη που αντιμετωπίζει κάποια πρόσκαιρη ή μόνιμη δυσκολία, σε μία σχέση ισοτιμίας.
Προτείναμε οι τοπικές επιχειρήσεις του νομού που θα συμμετείχαν στην πρωτοβουλία να καταθέτουν συγκεκριμένες προσφορές προς όλους τους πολίτες και ειδικές επιπλέον προσφορές προς κοινωνικές ομάδες που πλήττονται περισσότερο από άλλες.
Οι ειδικές προσφορές θα γίνονταν για όσους κατείχαν:
Επεξηγούσαμε για το πώς θα λειτουργούσε η διαδικασία:
«Αυτές οι επιχειρήσεις και οι προσφορές τους θα δημοσιεύονται σε ξεχωριστή σελίδα της εφημερίδας, ανά είδους επιχείρησης (ένδυσης, τροφίμων κλπ) μία φορά την εβδομάδα καθώς και στη σχετική ιστοσελίδα η οποία συνεχώς θα εμπλουτιζόται.
Κάθε βδομάδα, θα προβάλλονται επιλεγμένα ανά είδος επιχείρησης κάποιες προσφορές στο ραδιοφωνικό σταθμό ΚΡΗΤΗ FM 101,5. Οι επιχειρήσεις που θα προβάλλουν τις προσφορές τους μέσω του ραδιόφωνου, θα επιλέγονται από τους φορείς που συμμετέχουν με μία σειρά κριτηρίων.
– Για τους σκοπούς της επικοινωνίας δημιουργείται συγκεκριμένη ηλεκτρονική διεύθυνση για αποστολή σχετικών ειδήσεων ή και για τις επιχειρήσεις που επιθυμούν να δηλώσουν τη συμμετοχή τους.
– Ειδικό αυτοκόλλητο για τα προϊόντα που βρίσκονται σε προσφορές στις επιχειρήσεις που συμμετέχουν.
Σε ένα τρίτο επίπεδο, θα ζητούσαμε από γνωστές προσωπικότητες των Χανίων να γίνουν ενεργοί και να προχωρήσουν στη συγγραφή κειμένων
«που θα επιχειρηματολογούν για το αίτημα της στήριξης των τοπικών επιχειρήσεων, τα οφέλη που υπάρχουν γύρω από μία τέτοια κίνηση, τη διέξοδο που δίνει».
Πιο συγκεκριμένα σκοπεύαμε να δημιουργηθεί:
– Ειδικό τμήμα στην εφημερίδα για την «Καμπάνια» με κείμενα προσωπικοτήτων του τόπου για την ανάγκη στήριξη της τοπικής οικονομίας και τα οφέλη που προκύπτουν απ’ αυτήν. Τα κείμενα θα δημοσιεύονταν και σε σχετική ιστοσελίδα.
– Ειδική έκδοση που θα διανεμόταν ανά μήνα με επιλεγμένα κείμενα για την Καμπάνια από προσωπικότητες του τόπου και θα δινόταν δίχως αντίτιμο με την αγορά προϊόντων από καταστήματα που συμμετέχουν στην «Καμπάνια».
Τότε, ήταν πίστη μας πως εφόσον υπήρχε στήριξη αυτής της προσπάθειας, θα μπορούσε να εξελιχθεί σε κάτι πολύ ευρύτερο και να μπολιάσει και άλλα τμήματα του παραγωγικού ιστού του νομού.
Πιστεύαμε πρώτ’ απ’ όλα ότι όλη αυτή η προσπάθεια συντονισμού για τις ανάγκες της καμπάνιας θα είχε θετικά αποτελέσματα, πιθανόν για τις δυνατότητες συνεργασίας και σε άλλα επίπεδα διεκδικήσεων ή λειτουργίας, των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων του νομού.
Εφόσον υπήρχε ένας συντονισμός, τότε θα φανερώνονταν πολλές επιπλέον δυνατότητες.
Πιστεύαμε ότι σε ένα δεύτερο επίπεδο, και αυτό προέκυπτε και μέσω συζητήσεων που είχαμε κάνει με προσωπικότητες και φορείς του νομού, ότι αυτό το μοντέλο θα μπορούσε να επεκταθεί και στον αγροτοκτηνοτροφικό τομέα, σε μια προσπάθεια «εξεύρεσης ενός νέου μοντέλου οργάνωσης της αγροτικής παραγωγής βασισμένο στις συνεργατικές διαδικασίες».
Πιστεύαμε ότι η αρχή βρισκόταν στη διαμόρφωση μίας ειλικρινούς σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ φορέων, πολιτών και επιχειρήσεων προς έναν κοινό στόχο που θα γινόταν διαρκώς όλο και πιο ζωτικός για την επιβίωση της κοινωνίας, υπό τις συνθήκες που διαμόρφωνε η κρίση.
Το γενικό σκεπτικό πίσω από την όλη κίνηση ήταν ότι η στήριξη της πραγματικής οικονομίας, των παραγωγικών δυνάμεων του τόπου είναι εις όφελός μας. Και αυτή η απόφαση είναι δική μας, όχι κάποιας κυβέρνησης. Όπως και η απόφαση των επιχειρήσεων να επιστρέψουν εν μέσω κρίσης, κάποια από τα οφέλη αυτής της τόσο αναγκαίας στήριξης για την επιβίωσή τους πίσω στους πολίτες.
Η ιδέα δεν ήταν κάτι το καινούργιο. Αυτό που ήταν πραγματικά καινούργιο ήταν το πολυεπίπεδο και το βάθος της συνεργασίας, το εξελίξιμο της διαδικασίας.
Υπό αυτό το πρίσμα καλούσαμε τον κάθε πολίτη να ενημερωθεί, να συμμετάσχει, να δραστηριοποιηθεί, να γίνει «ενεργός φορέας μίας αλλαγής»:
«Οι τοπικές επιχειρήσεις στηρίζουν τον πολίτη, ο πολίτης εμπιστεύεται και στηρίζει τις τοπικές επιχειρήσεις. Μαζί, μπορούμε να τα καταφέρουμε!»
Οι συζητήσεις κράτησαν περίπου 3 μήνες και ο αρχικός ενθουσιασμός που εξέφραζαν τόσο έντονα οι φορείς δεν φαινόταν να μεταφράζεται και σε ουσιαστική στήριξη.
Κάποιοι αντιδράσανε για το γεγονός ότι η καμπάνια θα συνέβαινε δια των μέσων ενημέρωσης «Αγώνας της Κρήτης», «ΚΡΗΤΗ FM 1015», «ΚΡΗΤΗ 1».
Συμφωνήσαμε απόλυτα ότι, θα ήταν προτιμότερο η καμπάνια να πραγματοποιηθεί με όσα παραπάνω μέσα ενημέρωσης το επιθυμούν, εφόσον αυτό θα μεγάλωνε τον αντίκτυπό της. Όμως, αυτό αποτελούσε απλά την πρόφαση για τη μη θέληση φορέων και επιχειρήσεων – ίσως και μέσων ενημέρωσης – να στηρίξουν μία τέτοια προσπάθεια.
Ο χρόνος πέρασε, και παρά του ότι βρήκαμε λύσεις για ακόμα πιο χαμηλό μπάτζετ τελικά η όλη προσπάθεια κατάρρευσε πριν καλά – καλά ξεκινήσει.
Για να καταλάβουν και οι αναγνώστες για τα ποσά που μιλάμε, το αρχικό μπάτζετ για το σύνολο της καμπάνιας έφτανε τα 8.000 ευρώ. Όμως, γι’ αυτό το ασήμαντο ποσό υπήρχαν αντιδράσεις και λίγοι ήθελαν να βάλουν το χέρι στην τσέπη. Αναγκαστήκαμε να ψάξουμε για άλλες, φθηνότερες λύσεις για την παραγωγή του υλικού.
Το μπάτζετ έπεσε στα 1.100 ευρώ. Πάλι όμως, με πρόφαση την οικονομική κρίση και την έλλειψη χρημάτων, αρνήθηκαν να συνεισφέρουν. Εν τέλει, ο μόνος που στήριξε σθεναρά την όλη προσπάθεια ήταν η Ένωση Καταναλωτών Ελλάδας της ΓΣΕΕ.
Να σημειώσουμε ότι, τότε, πρόεδρος στο τοπικό παράρτημα ήταν ο σημερινός δήμαρχος Πλατανιά Ιωάννης Μαλανδράκης.
Οι υπόλοιποι φορείς και επιχειρήσεις παρά τις περί του αντιθέτου διαρκείς διαβεβαιώσεις, δε θέλησαν να βάλουν ούτε ένα ευρώ. Αυτό είναι η αλήθεια.
Ο αρχικός ενθουσιασμός που εκφράσανε όλοι όσοι συμμετείχαν στις συζητήσεις εξανεμίστηκε, οι συζητήσεις που έγιναν και αποδείκνυαν πως το όραμά μας θα μπορούσε με τις κατάλληλες ενέργειες και την κινητοποίηση και άλλων ανθρώπων να έχει πολύ σημαντικό αντίκτυπο, μέσα σε ένα διάστημα μόλις τριών μηνών έσβησε.
Και εμείς μείναμε έκπληκτοι να αναρωτιόμαστε, τι συνέβη τελικά και αυτό που όλοι αναγνώριζαν ότι είχε πολλές προοπτικές, δε μπόρεσε να προχωρήσει; Ποιοι δεν ήθελαν να προχωρήσει; Και γιατί; Ακόμα προσπαθούμε να καταλάβουμε.
Κάποιοι που γνώριζαν την υπόθεση, μας προέτρεψαν να βρούμε τα χρήματα και να προχωρήσουμε μόνοι μας. Όμως μία τέτοια πρωτοβουλία, ο τρόπος που ήταν δομημένη, βασιζόταν στην ενεργοποίηση όλων: φορέων, επιχειρήσεων και ΜΜΕ. Αλλιώς, έχανε το νόημά της. Απλά, δε θα είχε το προσδοκούμενο αποτέλεσμα.
Και αυτό έγινε εμφανές το αμέσως επόμενο διάστημα όταν είδαμε να ξεπηδούν παρόμοιες πρωτοβουλίες, αποσπασματικά κακέκτυπα της δικής μας αρχικής ιδέας, με κανένα ουσιαστικό αντίκρυσμα. Κάποιες απ’ αυτές συνεχίζουν και σήμερα.
Ήταν πρωτοβουλίες που δεν είχαν σκοπό να διαμορφώσουν την πιθανότητα μιας πραγματικής προοπτικής διεξόδου απ’ αυτό που ήταν ολοκάθαρο ότι ερχόταν, την κρίση που βύθισε την ελληνική κοινωνία και τον επιχειρηματικό κόσμο στο τέλμα, αλλά που χρησιμοποιήθηκαν για την αυτοπροβολή μέσων ενημέρωσης με μικρό ή μηδαμινό αντίκτυπο στην οικονομία και την κοινωνία. Αυτή είναι η αλήθεια. Πολύ φασαρία για το τίποτα. Το γνωρίζουμε όλοι.
Άλλες πρωτοβουλίες που τμηματικά μονάχα πραγμάτωναν την ιδέα μας οργανώθηκαν από φορείς, λειτούργησαν για κάποια διαστήματα αλλά ξέφτισαν και απέτυχαν, επειδή ήταν αυτό που ήταν: μερικές προσπάθειες δίχως κάποιο πραγματικό σκοπό, όραμα ή σχέδιο, δράσεις για τη δράση, για να γίνεται κάτι τέλος πάντων. Για να μη λένε πως καθόμαστε με σταυρωμένα χέρια… Γιατί δε μπορούσαν να κάνουν και κάτι παραπάνω.
Η αποτυχία, έτσι, ήρθε περίπου φυσιολογικά. Κανείς δεν έμεινε έκπληκτος. ‘Ηταν αναμενόμενο. Κανείς δεν πίστεψε άλλωστε πως η κατάληξη θα μπορούσε να είναι και διαφορετική. Τουλάχιστον «κάναμε κάτι», λένε. Για την τιμή των όπλων.
Σε όλες αυτές τις πρωτοβουλίες που πάρθηκαν οι μόνοι που έμειναν ικανοποιημένοι ήταν αυτοί που τις διοργάνωσαν, γιατί αυτοί στους οποίους στόχευαν ποτέ δεν τις αντιλήφθηκαν ή δεν ένιωσαν τον αντίκτυπο τους στις ζωές τους.
Τέλος, υπήρχαν και άλλου τύπου πρωτοβουλίες, αυτή τη φορά από κάποιες μεγάλες επιχειρήσεις του τόπου μας όπου και αυτές όμως απέτυχαν. Και πώς να συμβεί αλλιώς όταν και από εδώ απουσίαζε κάποιο συνολικό σχέδιο ή κάποιο όραμα που να ενώνει τους πολίτες με τον επιχειρηματικό κόσμο.
Κι εδώ, όπως και στις άλλες περιπτώσεις που περιγράψαμε, φαίνεται να ισχύει αυτό που λένε στην Αγγλία: «Too little, too late». Και όταν καίγεται το δάσος, και το πιο ψηλό το δέντρο, θα καεί μαζί με τα υπόλοιπα.
Σήμερα, με αφορμή την κρίση που γεννά η επιδημία του κορωνοϊού επαναφέρουμε στην επικαιρότητα την πρόταση όχι για να εφαρμοστεί αλλά για να αποτυπωθεί η ανάγκη ενός μεγαλύτερου συντονισμού όλων των μικρών επιχειρήσεων και σύσφιξης των σχέσεων με τους πολίτες – καταναλωτές με έναν τρόπο που θα δημιουργήσει σχέσεις εμπιστοσύνης που θα βασίζονται στον κοινό αγώνα για επιβίωση.
Γιατί δεν αρκεί μία αφίσα και ένα κείμενο – κάλεσμα. Χρειάζονται πολλές περισσότερες κινήσεις, μία οργανωμένη καμπάνια ενεργοποίησης των πολιτών και εμπέδωσης της ανάγκης στήριξης των τοπικών επιχειρήσεων. Χρειάζεται συντονισμός και πραγματικές δράσεις. Χρειάζεται και η πίεση προς τις πολιτικές δυνάμεις.
Ας ελπίσουμε ότι οι σημερινές αρχές θα κάνουν αυτά τα επιπλέον βήματα που είναι αναγκαία ώστε να δούμε μία ουσιαστική αλλαγή. Όχι μόνο για τις μικρές τοπικές επιχειρήσεις που είναι ζητούμενο η επιβίωσή τους αλλά για όλους μας. Για όλα τα Χανιά…
Το βράδυ του Σαββάτου, 23 Νοεμβρίου, ο Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, Δημήτρης…
Σε πλήρη ετοιμότητα δηλώνει ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ ενόψει της αυριανής διαδικασίας εκλογής προέδρου (Κυριακή 24 Νοεμβρίου). Σύμφωνα με ανακοίνωση…
Σε πολύ δύσκολη θέση είναι οι κυβερνήσεις των κρατών της ΕΕ που υποστηρίζουν σθεναρά το Ισραήλ, καθώς μετά…
Η 29η διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα, COP29, που διεξάγεται αυτές τις ημέρες στην πρωτεύουσα…
Θερμοκρασίες ρεκόρ καταγράφηκαν το φετινό καλοκαίρι στις ελληνικές θάλασσες καθιστώντας το, το πιο ζεστό σε βάθος σαρακονταετίας…
Η βουλευτής Χανίων αποκαλύπτει, σε συνέντευξή της στα «Νέα» και στον Χρήστο Χωμενίδη, το παρασκήνιο…
This website uses cookies.