Της Ροδάνθης Κουμή
{Κοιτώ βαθιά μέσα μου και βλέπω δυο κόσμους.
Τον κόσμο του ιδεατού ,του νοήμων, της σοφίας και της ψυχικής γαλήνης.
Μα βλέπω και ένα άλλο μες τα αίματα, πολεμιστή, παλικάρι, γεμάτο όμως πόνο και αδυναμία να αγαπήσει .
Δυο κόσμοι που συγκρούονται μεταξύ τους καθημερινά χωρίς να στεφθεί ποτέ κανείς νικητής.
Αυτοί είναι οι Δυο Εαυτοί που τους κουβαλώ, τους θρέφω με την ψυχή και το αίμα μου από τότε που γεννήθηκα.}
Έπειτα από χρόνια σκληρής πονεμένης αυτοπαρατήρησης ανακάλυψα πως ο ένας κόσμος είναι του Πατέρα και Ο άλλος της Μητέρας.
Είμαι ένα κράμα τους λοιπόν.
Έχουν πεθάνει μα ακόμα δεν ήρθαν σε αρμονία μεταξύ τους.
Ο πατέρας Σοφός ,νοήμων γαλήνιος άνθρωπος.
Γλυκό χώμα της γης που μας δίνει την άνοιξη ένα σωρό καρπούς ,έτσι άνθιζε και κάρπιζε στην ψυχή μου Εκείνος.
Η Μάνα αιμοβόρα σκληρή, θυμωμένη μα παλικάρι σε όλα της.
Κόρη αντάρτη του εμφυλίου πολέμου ζώστηκε στα οκτώ της χρόνια με άρματα και πλάι στον πατέρα της πολεμούσε στα βουνά μέχρι που η μοίρα της επιφύλλασε το χειρότερο.
Σκοτωμένος ο πατέρας από τα πυρά του «εχθρού», πεσμένος στα χέρια της για ώρες και εκείνη να προσπαθεί να τον φέρει πίσω.
Έτσι έζησε την υπόλοιπη της ζωή πενθώντας τον παππού μου χάνοντας όμως την ψυχική επαφή με τα παιδιά της.
Το μαύρο χρώμα ήρθε να δέσει και στην εξωτερική μα και την εσωτερική της κατάσταση.
Δεν αγαπούσε τίποτε και κανένα. Ίσως να μην αγάπησε ούτε το πατέρα .Για αυτό δεν είμαι σίγουρη ούτε τώρα. Το αφήνω στο «ίσως»………
Μεγαλώσαμε με τη φιλοσοφία που δεν ήταν άλλη παρά από ένα ποίημα καλά μασημένο πάντοτε στο στόμα της.
-Μην εμπιστεύεστε κανένα, δεν υπάρχει αγάπη υπάρχει συμβιβασμός ,μην σπουδάσετε τα γράμματα είναι άθλια τρώνε τον άνθρωπο ,μάθετε μια τέχνη να ζήσετε από το κόπο των χεριών σας.
Τον πατέρα τον ικανοποιούσε η ζωή η καθημερινή, η απλοϊκή.
Αγαπούσε την φύση, γεννούσε σκέψεις και οράματα από αυτή πλάθοντας μύθους για νεράιδες , ξωτικά, χαμένες πριγκίπισσες τα ενσωμάτωνε όλα σε ένα παραμύθι και μας τα διηγούταν κάθε βράδυ πριν πάμε για ύπνο.
Ίσως για να ξεφύγει και εκείνος από τον ασφυκτικό κλοιό της μάνας έπλεκε μυθοπλασίες στο μυαλό του.
Αυτός μας έλουζε , μας πήγαινε σχολείο, μας διάβαζε ,μας έπαιζε και μας κρατούσε το χέρι σε κάθε δυσκολία με αγάπη και υπομονή.
Μας κοίταζε στα μάτια λέγοντας μας.. ¨δεν πειράζει όλα είναι για τον άνθρωπο¨.
Είχε αύρα που μπορούσε να σου μεταδώσει όλα του τα καλά στοιχεία χωρίς να στα επιβάλλει.
Η μάνα ήταν άνεμος αλλά όχι οποιοδήποτε άνεμος μα ο βοριάς που έρχεται καθαρός και κρύος φυσάει πάνω σου και σε τρυπάει έως το μεδούλι..
Δύναμη ανελέητου θεριού.,
Ω ναι είχε δύναμη η μάνα ήταν παλικάρι δεν το βάζε κάτω ποτέ στις δυσκολίες της ζωής.
Σκύβω μέσα μου και σαν βλέπω τα καλά στοιχεία του Πατέρα αγγαλιάζει η ψυχή μου.
Μα όταν βλέπω την μάνα ριγώ και ανατριχιάζω επαναστατώ και μια διαρκής εγρήγορση καταβάλει τις αισθήσεις μου..
Δυο εαυτοί που με φέρνουν σε όλη μου τη ζωή να ταλανίζομαι τραβολογώντας με από δω και από εκεί σαν να είμαι το πιόνι τους σε μια παρτίδα σκάκι..
Στην προσπάθεια μου να τους κάνω ένα μάτωσα και κινδυνεύω με παράνοια.
Τώρα σε μια πολυθρόνα ψυχαναλυτή μιλάω ακατάπαυτα για τα παιδικά χρόνια μου, τις αναμνήσεις που με κατέκλυζαν από εκείνη την εποχή ,την κραυγή σιωπής που γεννήθηκε με την πρώτη ανάσα που πήρα στη ζωή .
Και τι ψάχνω εδώ να βρω;.
Την ψυχική γαλήνη, την ηρεμία που κυνηγούσα πάντα μα δε έφτανα .
Το συμβιβασμό της μάνας με το πατέρα.
Το φίλιωμα της νύκτας με την μέρα ,της αγάπης με την σκληράδα ,της ηρεμίας με την τρικυμία.
Απάτητη κορυφή αλήθεια η ηρεμία όσο και αν την πλησιάσεις εκείνη μετατοπίζετε και μεγαλώνει .
Ο ψυχαναλυτής είναι παρεμβατικός με ωθεί να συμφιλιώσω τα αφίλιωτα και να αποδεχτώ την φύση μου.
-Αποδέξου επιτέλους ότι όλοι οι άνθρωποι κουβαλούν όχι ένα η δυο μα πολλούς εαυτους, ειμαστε μιμητικά όντα άλλωστε. Ποιος άνθρωπος είναι αυτός που ακούμπησε αναίμακτα μια στάλα ψυχικής γαλήνης;
Και ποιος είναι ο άρτιος, ο τέλειος που προχωρεί με σιγουριά στη ζωή ;
Το πιο ατελές είδος είμαστε κορίτσι μου πάνω σε τούτη εδώ τη σφαίρα.
Μόλις γεννηθείς αν το σπλάχνο σου δεν παλέψει να πάρει την πρώτη του ανάσα χάθηκες.
Οι άνθρωποι κουβαλούν πάντα δυο πόλους μέσα τους ένα θετικό και ένα αρνητικό εκεί βαδίζουν μέχρι το τέλος, εκεί μαθαίνουν να ισορροπουν.
Κουβαλούν την Μάνα και Το Πατέρα όπως κουβαλάει η ΓΗ τον ουρανό και τα άστρα.
Δεν θάβονται οι γονείς ποτέ, ζουν μαζί με εμάς και μόνο όταν πεθάνουμε πεθαίνουν και αυτοί.
Εσύ δεν έχεις να κανείς τίποτε άλλο από το να ισορροπήσεις ηθελημένα και ακούσια στους πόλους σου..
Να αποδεχτείς την φύση σου και να φιλιώσεις με τον εαυτό σου.
-Αποδοχή λοιπόν..
-Ναι είναι ώρα να προχωρήσεις στη ζωή κουβαλώντας πάντα στην βαλίτσα σου όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες ,σκέψεις και οράματα σου.
Ζουν δυο φορές οι νεκροί ¨μόνο όταν τους θάψουμε μέσα μας πεθαίνουν οριστικά..¨
Είμαι άνθρωπος. Τίποτα το ανθρώπινο δε μου είναι ξένο . ΤΕΡΕΝΤΙΟΣ
*Τερεντιος =Λατίνος κωμικός ποιητής (186-159 πχ)
«Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει καθήκον να ξαναγίνει ένα σοβαρό και συγκροτημένο κόμμα, γι’ αυτό και έχουν…
«Δεν θα συμφωνήσω ότι έχει επικρατήσει η άποψη «’ότι το ΚΚΕ δεν θέλει να κυβερνήσει’», τόνισε ο…
Του Γιάννη Γ. Καλογεράκη Μαθηματικού Στατιστικολόγου Επιτ. Σχολικού Συμβούλου Μαθηματικών (Την αμαθίαν καταλύεται η αλήθεια)…
Ο κ. Ευτύχης Δαμηλάκης, Επικεφαλής της Μείζονος Αντιπολίτευσης Δήμου Καντάνου-Σελίνου και Αντιπρόεδρος της Δημοτικής Επιτροπής,…
Σήμερα, στο κέντρο της Αγοράς της πόλης των Χανίων, ολοκληρώθηκαν οι εορταστικές εκδηλώσεις που διοργάνωσε…
Αρκετά υψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο το 2023 είναι ο αριθμός των θανατηφόρων τροχαίων δυστυχημάτων στην Ελλάδα (68…
This website uses cookies.