O Nίκος Χαννάν Σταυρουλάκης, ο άνθρωπος πίσω από την αναστήλωση και λειτουργία της Συναγωγής Ετζ Χαγίμ στην παλιά πόλη των Χανίων, πέθανε σήμερα τα ξημερώματα σε ηλικία 85 ετών.
Τη δεκαετία του ’90, ο Νίκος Χαννάν Σταυρουλάκης ανέλαβε το μοναχικό και δύσκολο έργο να την αναστηλώσει. Ζωγράφος, μελετητής ισλαμικών σπουδών, ιστορικός, εξαιρετικός μάγειρας και συγγραφέας ενός βιβλίου που αναζητά τις πολιτισμικές ρίζες των Εβραίων της Ελλάδας συνέδεσε το όνομά του με την Συναγωγή των Χανίων.
Να σημειώσουμε ότι ο Νίκος Χαννάν Σταυρουλάκης ήταν αντίθετος στους εποικισμούς του Ισραήλ στην Παλαιστίνη, και μάλιστα αυτός ήταν ένας πολύ σημαντικός λόγος που έφυγε από το Τελ Αβίβ όπου δίδασκε.
Γράφει σχετικά η ιστοσελίδα της Συναγωγής:
«Μέχρι το 1995 η εβραϊκή συνοικία και η Συναγωγή των Χανίων σταδιακά βυθίζονταν στη λήθη. Η μνήμη του τραγικού ναυαγίου σχεδόν εξαφανίστηκε, μέσα στον ενθουσιασμό της ανάπτυξης των Χανίων σε τουριστικό θέρετρο. Όμως, ένας ισχυρός σεισμός έφερε το κτίριο της Συναγωγής στα πρόθυρα της ολοκληρωτικής κατάρρευσης. Κατόπιν αυτού, ο Νίκος Σταυρουλάκης έκανε μία σχετική παρουσίαση στο συμπόσιο που διοργανώθηκε από κοινού από το World Monument Fund (Παγκόσμιο Ταμείο Μνημείων) και το Jewish Heritage Program (Πρόγραμμα Εβραϊκής Κληρονομιάς) στη Νέα Υόρκη. Άμεσα πάρθηκε η απόφαση να συμπεριληφθεί η Συναγωγή Ετζ Χαγίμ στη λίστα των 100 απειλούμενων μνημείων παγκόσμιου πολιτιστικού ενδιαφέροντος το 1996, δίπλα στα μνημεία της Αγιάς Σοφιάς, του ναού της Αθηνάς στη Ρώμη κ.λπ. Μία νέα περίοδος ξεκίνησε τότε για τη μακρά ιστορία της Ετζ Χαγίμ. Μία αρχική χρηματοδότηση αποφασίστηκε από το Ίδρυμα Ronald S. Lauder για τις εργασίες αποκατάστασης, που πραγματοποιήθηκαν υπό την αιγίδα του World Monument Fund και σε συνεργασία με το Κεντρικό Συμβούλιο Εβραϊκών Κοινοτήτων στην Ελλάδα. Οι εργασίες ξεκίνησαν το 1998. Επιβλέπων του έργου ήταν ο Νίκος Σταυρουλάκης, επίτιμος διευθυντής του Εβραϊκού Μουσείου Ελλάδας. Το έργο συνολικά χρηματοδοτήθηκε από τα ιδρύματα Rothschild, Lauder, Rosenberg, Rose, καθώς και από άλλα ιδρύματα και φυσικά πρόσωπα».
Ο Μανώλης Γκαζής ανάρτησε στην σελίδα του στο Facebook το εξής κείμενο για τον θάνατο του Νίκου Σταυρουλάκη:
«Έφυγε ένας αγαπημένος σεβαστός φίλος, που τόσα του οφείλουν τα Χανιά, η Παλιά Πόλη και το δημιούργημά του η Συναγωγή Ετζ Χαγίμ των Χανίων
Τα δυσάρεστα νέα μάθαμε πριν λίγο από τον φίλο Victor Eliezer:
«Σήμερα τα ξημερώματα, στο σπίτι του στα Χανιά, έφυγε από κοντά μας ο Νίκος Σταυρουλάκης, ο κοσμοπολίτης διανοούμενος, ο παραδοσιακός Εβραίος, ο θεματοφύλακας της εβραϊκής κουλτούρας, ο θεμελιωτης του Εβραϊκού Μουσείου Ελλάδος και του Εβραϊκού Μουσείου της Θεσσαλονίκης, ο ανθρώπος που ζωντάνεψε την ιστορική συναγωγή των Χανίων, Ετς Χαγίμ, ο άνθρωπος του υπηρέτησε με πάθος τον πολιτισμό.
Πάνω απ΄όλα όμως ο Νίκος ήταν για μένα ένας πολύτιμος φίλος και ένας σπουδαίος δάσκαλος.»
Διαβάστε και μία συνέντευξη που είχε δώσει στην Ελευθεροτυπία το 2010, με αφορμή τις δύο απόπειρες εμπρησμού που έγιναν, που, υπενθυμίζουμε, είχε εμπλακεί προσωπικό των αμερικάνικων βάσεων:
Στις 5 και στις 16 Ιανουαρίου έγιναν δύο απόπειρες εμπρησμού της εβραϊκής συναγωγής Etz Hayyim των Χανίων, μιας από τις παλαιότερες της Ευρώπης. Η δεύτερη απόπειρα προξένησε ζημιές 200.000 ευρώ, χώρια τα δυσεύρετα βιβλία και αντικείμενα τέχνης που κάηκαν. Από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η συναγωγή λειτουργούσε ως αποθήκη και κινδύνευε να γκρεμιστεί. Τη δεκαετία του ’90, ο Νίκος Χαννάν Σταυρουλάκης ανέλαβε το μοναχικό και δύσκολο έργο να την αναστηλώσει. Ζωγράφος, μελετητής ισλαμικών σπουδών, ιστορικός, εξαιρετικός μάγειρας και συγγραφέας ενός βιβλίου που αναζητά τις πολιτισμικές ρίζες των Εβραίων της Ελ- λάδας μέσα από τις κουζίνες τους, μας ξεναγεί στην ιστορία των Εβραίων των Χανίων και το λόγο ύπαρξης μιας συναγωγής σε ένα μέρος χωρίς εβραϊκή κοινότητα.
Πόσο παλιά είναι η εβραϊκή κοινότητα των Χανίων;
«Μέχρι το τέλος της βυζαντινής περιόδου δεν έχουμε ακριβή στοιχεία. Υποθέτουμε ότι τον 1ο αιώνα μ.Χ. υπήρχε εβραϊκή κοινότητα στην Κίσσαμο και ότι τον 10ο αι. υπήρχε εβραϊκή κοινότητα στο Ηράκλειο, που τότε λεγόταν Χάνδαξ, και είναι πιθανό να είχε εξαπλωθεί και στα Χανιά. Στα τέλη του 15ου αι., επί Ενετοκρατίας, στο Ηράκλειο ζούσαν 400 εβραϊκές οικογένειες. Οταν οι Οθωμανοί κατέκτησαν την Κρήτη, πολλοί Εβραίοι είχαν αρχίσει να μεταναστεύουν προς τη Βενετία και το Ιόνιο. Οταν η Κρήτη ενσωματώθηκε στο ελληνικό κράτος, στα Χανιά ζούσαν 364 Εβραίοι· μόλις οκτώ ακόμα Εβραίοι ζούσαν στο Ρέθυμνο και το Ηράκλειο».
Πώς ζούσαν;
«Υπήρχαν δυσκολίες και περιοδικές εντάσεις με τους Χριστιανούς. Αλλά, σε γενικές γραμμές, οι Κρητοεβραίοι ήταν ενσωματωμένοι στην τοπική κοινωνία. Δεν μπορούσες να τους ξεχωρίσεις από τους χριστιανούς. Ιδια βράκα φορούσαν, ίδιο γιλέκο, ίδιες κάλτσες, ίδιες μπότες. Από τα δημογραφικά στοιχεία, που δυστυχώς χάσαμε στον εμπρησμό της συναγωγής, φαίνεται ότι οι μεγάλες εβραϊκές οικογένειες στα Χανιά είχαν ρίζες ενετικές. Δεν ήταν μόνο έμποροι, αλλά και γιατροί, φιλόσοφοι, ραβίνοι, οτιδήποτε. Οι πλούσιοι ζούσαν στη Χαλέπα, οι φτωχοί στην Οβραϊκή γειτονιά και στη Νέα Χώρα. Υπήρχαν, μάλιστα, και εβραϊκά χωριά, κάτι σπάνιο στην Ευρώπη, και ορισμένοι έπαιρναν το όνομά τους από τα χωριά αυτά. Και φτιάχναν μέλι, κρασί και τυρί, που ήταν φημισμένα σε όλη τη Μεσόγειο».
Η συναγωγή πότε έγινε;
«Το κτήριο πρέπει να κτίστηκε ανάμεσα στα 1400 με 1500· μάλλον ήταν ο καθολικός ναός της Αγίας Αικατερίνης, τον οποίο αναφέρει ένας ενετός περιηγητής του 19ου αι., ο Τζερόλα. Γύρω στο 1535 με 1540 ο οθωμανικός στόλος βομβάρδισε τα Χανιά και ο ναός καταστράφηκε. Μετά το 1550 οι Ενετοί έχτισαν καινούργια, μεγάλα τείχη γύρω από τα Χανιά, το Ηράκλειο και το Ρέθυμνο. Εχουμε τα ονόματα 36 Εβραίων, που δούλεψαν εθελοντικά στα τείχη, όπως είχαν βοηθήσει και στην άμυνα. Φαίνεται πως οι Ενετοί έδωσαν ως ανταπόδοση ή πούλησαν τη γκρεμισμένη εκκλησία στην εβραϊκή κοινότητα κι έτσι έγινε η συναγωγή, γύρω στα 1560».
Σε τι κατάσταση τη βρήκατε εσείς;
«Σε άθλια κατάσταση. Πριν από τον πόλεμο υπήρχαν δύο συναγωγές, που μοιράζονταν μια κοινή αυλή. Η άλλη συναγωγή καταστράφηκε στον πόλεμο με το βομβαρδισμό των Χανίων· έμειναν μόνο κάτι επιγραφές. Σώθηκε αυτή εδώ η συναγωγή, που μετά τον αφανισμό των Εβραίων από τους Γερμανούς λειτουργούσε ως στάβλος και χωματερή. Η συναγωγή χωρίστηκε σε τμήματα και έμεναν τέσσερεις οικογένειες. Οταν πρωτοεπισκέφθηκα τη συναγωγή το 1957, μόλις είχε φύγει η τελευταία οικο- γένεια και ήταν γεμάτη σκουπίδια. Από τότε κρατούσαν μέσα σκυλιά, κατσίκες και κότες και πετούσαν σκουπίδια και μπάζα. Εχουμε ένα λειτουργικό λουτρό στη συναγωγή, το λεγόμενο “μικβέ”. Οταν ξεκινήσαμε την αναστήλωση στη δεκαετία του ’90, μας πήρε τρεις μήνες να το αδειάσουμε, γιατί δεν αντέχαμε να δουλέψουμε πάνω από δύο ώρες την ημέρα· βγάζαμε σκελετούς από σκυλιά, από γάτες, αποφάγια, σπασμένες κατσαρόλες, παλιά ποδήλατα, τενεκέδες, μπάζα, ό,τι ήθελες».
Τι απέγινε η εβραϊκή κοινότητα;
«Το 1944 στα Χανιά ζούσαν 267 Εβραίοι. Τα ξημερώματα της 29ης Μαΐου ο γερμανικός στρατός τούς διέταξε ξαφνικά να βγουν από τα σπίτια τους, αφού πάρουν ρούχα και τροφή για 8 ημέρες. Τους κράτησαν στη φυλακή της Αγιάς περίπου 10 ημέρες, και μετά τους έβαλαν σ’ ένα πλοίο, το “Τάναϊς”, με έλληνες και ιταλούς αιχμαλώτους. Γύρω στο 1950 αποκαλύφθηκε ότι ένα βρετανικό υποβρύχιο παρακολουθούσε το “Τάναϊς” και, έξω από τη Μήλο, του έριξε τρεις τορπίλες και το βύθισε μέσα σε 15 λεπτά. Που σημαίνει ότι υπήρχε έλεος».
Ελεος;
«Ελεος. Αν είχαν φτάσει στην Αθήνα, θα τους είχαν πάει στο Χαϊδάρι, όπου θα περίμεναν τους Εβραίους από τη Ρόδο και την Κέρκυρα· στη συνέχεια θα τους είχαν βάλει σε φορτηγά μέχρι τη Λάρισα. Από τη Λάρισα μέχρι το Αουσβιτς, τότε, το ταξίδι έπαιρνε 11 με 12 ημέρες. Και οι Γερμανοί έκαναν παράπονα για τα “φορτία” που έφταναν από την Ελλάδα, πως οι μισοί είχαν αυτοκτονήσει ή είχαν τρελαθεί από τη ζέστη και την πείνα. Είναι σκληρό, αλλά τουλάχιστον οι Χανιώτες τελείωσαν γρήγορα και στη θάλασσα της Κρήτης».
Είχε περάσει περισσότερος από ένας χρόνος από το «ξεκλήρισμα» των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, όπως το λέει ο Γιώργος Ιωάννου. Πώς στα Χανιά δεν είχαν προσπαθήσει να διαφύγουν;
«Οταν ήμουν διευθυντής του Εβραϊκού Μουσείου της Ελλάδας, είχε έρθει ένας κύριος, δυστυχώς δεν κράτησα τα στοιχεία του, και μου είπε ότι το 1944 δούλευε στην Τράπεζα της Ελλάδος στην Αθήνα. Εμαθαν εκεί πως οι Γερμανοί ήταν έτοιμοι να πιάσουν τους Εβραίους των Χανίων και ειδοποίησαν το υποκατάστημα της τραπέζης στα Χανιά να ενημερώσει τους Εβραίους. Ο επισκέπτης μού είπε πως, απ’ ό,τι άκουσε μετά, οι άντρες της κοινότητας συγκεντρώθηκαν στη συναγωγή. Και οι μισοί έλεγαν, «Γιατί σ’ εμάς; Ελληνες είμαστε, δεν είμαστε Ισπανοί, όπως στη Θεσσαλονίκη». Δεν είχαν καλό όνομα οι Σεφαραδίτες της Θεσσαλονίκης σε ορισμένες από τις ρωμανιώτικες κοινότητες της Ελλάδας. Αλλοι, πάλι, πίστευαν αυτό που είχαν κυκλοφορήσει οι Γερμανοί, πως θα τους πήγαιναν στην Πολωνία και εκεί θα έφτιαχναν ένα κράτος μόνο για Εβραίους. Κι άλλοι έλεγαν, “Τι θα γίνει με τα μαγαζιά μας, τι θα κάνουμε στα βουνά;”. Βλέπεις, εκείνη την περίοδο η εβραϊκή κοινότητα δεν είχε ισχυρό ηγέτη να τους καθοδηγήσει. Ενώ στον Βόλο και στη Χαλκίδα οι Εβραίοι έφυγαν στα βουνά, έκαναν αντίσταση κι έζησαν. Εδώ δεν ήξεραν τι να κάνουν, απλώς περίμεναν».
Δεν σώθηκε κανείς;
«Μέχρι πρόσφατα πίστευα πως είχε σωθεί μόνο μια γυναίκα, η Βικτόρια Φέρμον. Ετυχε το προηγούμενο βράδυ να κοιμηθεί αλλού. Το πρωί, πλησιάζοντας τα τείχη, κάτι γριές χριστιανές της φώναξαν να φύγει, να μην την πιάσουν. Και η Βικτόρια έφυγε. Πήγε στο φίλο της, κρύφτηκε, αργότερα παντρεύτηκαν, και πέθανε πριν από δεκαπέντε χρόνια. Πέρυσι ήρθε μια κυρία από το Ισραήλ και μου είπε ότι ο θείος της, που είχε πεθάνει τον περασμένο χρόνο, ήταν από εδώ και είχε σωθεί εκείνη την ημέρα. Είχε πάει στη Νέα Χώρα να ψαρέψει πρωί πρωί, όταν άκουσε τις σειρήνες. Τον φυγάδευσαν οι άλλοι ψαράδες στα βουνά κι από κει έφυγε για την Παλαιστίνη, νομίζοντας ότι είχε χαθεί όλη του η οικογένεια. Ακου τώρα σύμπτωση: την επόμενη μέρα έρχεται μια γυναίκα από τη Νέα Υόρκη και μας λέει ότι ο θείος της, που είχε πεθάνει πριν από τρία χρόνια, είχε σωθεί στα Χανιά. Ελέγξαμε τα ονόματα και βρέθηκε ότι ήταν αδερφός αυτού που είχε φύγει στην Παλαιστίνη! Εκείνο το πρωί ο αδερφός που είχε μείνει στη στεριά πήδηξε από ένα παράθυρο στο διπλανό σπίτι, τον κρύψανε οι χριστιανοί σ’ ένα ντουλάπι για τρεις ημέρες και τον έστειλαν στα βουνά· στη συνέχεια το έσκασε από την Κρήτη στην Καλαμάτα κι από κει στη Νέα Υόρκη. Και νόμιζε κι αυτός πως όλη η οικογένειά του είχε πεθάνει. Αυτά είναι τα συγκινητικά στοιχεία που βγαίνουν εδώ πέρα».
Εσείς πώς καταλήξατε στην Ελλάδα; Σχεδιάζατε να μείνετε; «Οχι. Σχεδίαζα να πάω στην Ινδία· είχα πάρει μία από τις πρώτες υποτροφίες της ινδικής κυβέρνησης για το Πανεπιστήμιο Visna Bharati στη δυτική Βεγγάλη. Αλλά διαγνώστηκα φυματικός. Οι γιατροί μού απαγόρευσαν να πάω στην Ινδία, γιατί η ζέστη και η υγρασία θα με σκότωναν. Βρισκόμουν ήδη στην Ελλάδα· πήγα για λίγο στην Κωνσταντινούπολη και επέστρεψα στην Ελλάδα. Βρήκα δουλειά ως καθηγητής στη βρετανική στρατιωτική ακαδημία και, τελικά, εγκαταστάθηκα εδώ. Βρήκα ακόμα μία ρίζα και έ- νιωθα ενθουσιασμένος».
Νιώθετε πολίτης του κόσμου; «Ενα πράγμα για το οποίο νιώθω ιδιαίτερα υπερήφανος, ως Εβραίος, είναι ότι μπορώ να ανήκω παντού. Μπορώ να είμαι Γάλλος, Αγγλος, Ελληνας, Τούρκος, να πάρω τα καλύτερα στοιχεία όλων των λαών και να κρατήσω την ταυτότητά μου. Σε μια συνάντηση διευθυντών εβραϊκών μουσείων, πριν από μερικά χρόνια, τους είπα: “Δεν παρουσιάζουμε τους εαυτούς μας σωστά. Εμείς είμαστε οι μόνοι αληθινοί Ευρωπαίοι. Μας έδιωξαν από την Αγγλία, πήγαμε στη Γαλλία, μας έδιωξαν από τη Γαλλία, πήγαμε στην Ισπανία, από κει στην Ελλάδα, στην Τουρκία, παντού. Αυτή η ικανότητα προσαρμογής πρέπει να χαρακτηρίζει τους ανθρώπους”».
Δεν το βλέπουν, πιστεύω, έτσι όλοι οι χριστιανοί ούτε όλοι οι Εβραίοι.
«Υπάρχουν, νομίζω, δύο μεγάλες εβραϊκές παραδόσεις που σχετίζονται με το ζήτημα. Οταν καταστράφηκε ο ναός του Σολομώντα το 71-80 μ.Χ., οι Εβραίοι αντιμετώπισαν ένα πρόβλημα: σύμφωνα με τους νόμους τους, το μόνο μέρος όπου μπορούν να προσεύχονται είναι ο ναός του Σολομώντα. Αρα, όταν ο ναός καταστραφεί, δεν μπορώ να προσευχηθώ και επισύρω την οργή του Θεού; Υπήρξαν δύο απαντήσεις: Η μία ότι ήδη από την εξέγερση των Ασμοναίων, 300 χρόνια νωρίτερα, ο ναός είχε χάσει την εύνοια του Θεού – γι’ αυτό και ο προφήτης Ησαΐας λέει ότι οι Εβραίοι καλούνται να βγουν στον κόσμο και να διδάξουν το θέλημα του Θεού. Οι Εβραίοι της Κρήτης και των ελληνιστικών περιοχών αντιπροσωπεύουν αυτήν την αντίληψη της διασποράς».
Η άλλη απάντηση;
«Για τους περισσότερους Εβραίους, η καταστροφή του ναού ήταν η τιμω ρία του Θεού. Είδαν, λοιπόν, την έξοδό τους στον κόσμο ως εξορία, όχι ως διασπορά. Απ’ αυτήν τη δεύτερη σχολή σκέψης προέρχονται οι απαρχές του σιωνισμού και η θεωρούμενη λήξη της εξορίας με τη δημιουργία του κράτους του Ισραήλ το 1948. Γι’ αυτούς, ο μόνος τρόπος να είναι κανείς Εβραίος, είναι να ζει ακριβώς όπως ο νόμος ορίζει, κι αυτό σημαίνει να βρίσκεται στο Ισραήλ. Για πολλούς από μας, τους υπόλοιπους, δεν έχει μεγάλη σημασία αν βρισκόμαστε εκεί ή εδώ· το να είμαστε Εβραίοι έχει να κάνει με το πώς ζούμε, πώς σεβόμαστε τον άλλον, πώς επικοινωνούμε. Αλλά τελικά οι ραβίνοι εξαφάνισαν τη νοοτροπία των Εβραίων των ελληνιστικών περιοχών και κυριάρχησε η νοοτροπία της εξορίας».
Πρόκειται για πρόβλημα ταυτότητας;
«Ασφαλώς. Το έχουν οι Εβραίοι, το έχουν οι Ελληνες, το έχουν και οι Τούρκοι. Γι’ αυτό οι Ελληνες και οι Εβραίοι δεν τα πάνε πολύ καλά· είναι ίδιοι. Εκλεκτός λαός ο ένας, εκλεκτός και ο άλλος. Δίνουν έμφαση στην ύπαρξη μιας γλώσσας, μιας εθνότητας, ενός πολιτισμού, μιας ιστορίας. Οι Ελληνες, όμως, βγάζουν τελευταία μια επιθετικότητα που νομίζω ότι δεν είναι φυσική τους. Πριν από χρόνια, στην Κρήτη και στην Αθήνα, υπήρχε μια ευγένεια και μια ανοιχτωσιά. Αυτήν πρωτοαγάπησα στην Ελλάδα και νομίζω ότι έχει χαθεί».
Πώς σας αντιμετώπισαν εδώ;
«Στην αρχή δεν ήξεραν πολλά για μένα. Μιλούσα σπαστά ελληνικά, αλλά είχα κρητικό όνομα. Για πολλούς ήμουν ένας παράξενος Κρητικός. Το εξηγούσαν μέσω του πατέρα μου, που τον θυμόνταν κι αυτόν παράξενο. Μετά το εξηγούσαν μέσω της μητέρας μου: “Α, η μητέρα του ήταν ξένη, αυτό λέει πολλά”. Τότε ερχόμουν εδώ μια φορά κάθε έναν, ενάμιση μήνα, για να κάνω εργασίες στο σπίτι μου. Αργότερα, όταν έγινα διευθυντής του Εβραϊκού Μουσείου, δεν προλάβαινα να έρθω καθόλου. Ηρθα πάλι όταν παραιτήθηκα από το μουσείο και εγκαταστάθηκα στα Χανιά για να ασχοληθώ με το σπίτι μου και με τη ζωγραφική μου».
Με τη συναγωγή πώς ασχοληθήκατε;
«Οταν έγινε ο σεισμός το ’94, πήγα στην Αθήνα, στο Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο, και τους είπα ότι η συναγωγή ήταν έτοιμη να καταρρεύσει. Εκείνη την περίοδο μου ζητήθηκε να δώσω στη Ν. Υόρκη μια ομιλία στο Παγκόσμιο Ταμείο Μνημείων για τα εβραϊκά μνημεία της Ελλάδας που κινδύνευαν, και μίλησα για τη συναγωγή. Παντού, όμως, με αντιμετώπιζαν με ειρωνεία: “Πάλι αυτός ο Σταυρουλάκης, με τη συναγωγή τού ενός ατόμου στα Χανιά!” Κι αυτό με πείσμωνε. Δέχτηκα τελικά ένα τηλεφώνημα από τη Νέα Υόρκη, ότι έβαλαν τη συναγωγή στη λίστα με τα 100 παγκόσμια μνημεία που κινδυνεύουν. Εμενε να πειστεί το ΚΙΣ και να βρεθούν τα χρήματα».
Πώς αντέδρασε η τοπική κοινωνία;
«Στην αρχή υπήρχε μια συγκαλυμμένη καχυποψία· άρχισαν να αποδίδουν την παραξενιά μου στο ότι ήμουν Εβραίος. Οταν τα έργα ολοκλη- ρώθηκαν και πλησίαζαν τα εγκαίνια, εμφανίστηκε στον κρητικό Τύπο μια σειρά άρθρων, υπογεγραμμένων από “σφακιανούς παπάδες”, που επικαλούνταν μεταξύ άλλων τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, που υποθέτω ότι μόνο στην Ελλάδα κυκλοφορούν επισήμως. Κι έλεγαν και τα γνωστά για τον θεοκτόνο λαό και για τους Εβραίους που κλέβουν και σφάζουν παιδιά. Υπήρχε, επίσης, μια επιστολή του νομάρχη Χανίων, ο οποίος είχε εκλεγεί με τη στήριξη του ΣΥΝ, που αντιδρούσε στη λειτουργία της συναγωγής· και υπήρξε και αντίδραση από τον εδώ μητροπολίτη Ειρηναίο. Γενικά, θεώρησαν τη συναγωγή ως το πρώτο βήμα για μια ισραηλινή επιδρομή στην Κρήτη».
Πώς απαντήσατε;
«Δεν το πήρα στα σοβαρά. Συνειδητοποίησα ότι το μέρος είχε έναν προορισμό πολύ πιο σημαντικό. Το βράδυ των εγκαινίων με πήρε παράμερα ο ραβίνος της Θεσσαλονίκης και με ρώτησε: “Τώρα τι θα κάνεις;” Πάλι το ίδιο ερώτημα: γιατί μια συναγωγή σ’ ένα μέρος όπου υπάρχει μόνο ένας Εβραίος; Δεν μ’ ενδιέφερε να κάνω τη συναγωγή μου- σείο, είχα ήδη ασχοληθεί αρκετά με μουσεία. Ετσι το επόμενο πρωί κατέβηκα στη συναγωγή και προσευχήθηκα. Από τότε, αν και στη ζωή μου δεν ήμουν ιδιαίτερα πιστός, κατέβαινα να προσευχηθώ στη συναγωγή κάθε πρωί».
Αρχίσατε να τηρείτε το τελετουργικό ως αντίδραση;
«Δεν ξέρω. Είχα ξαναστήσει τη συναγωγή, οπότε το επόμενο βήμα ήταν να πάω παραπέρα και να ολοκληρώσω το έργο. Επειτα από μερικές μέρες, βλέπω στην πόρτα της συναγωγής τρεις τυπικές ελληνίδες γριές, μαυροφορεμένες, και στο χέρι κρατούσαν κεριά. Με ρώτησαν: “Κύριε Νίκο, μπορούμε να τα ανάψουμε;” Είπα, “Φυσικά”. Μπήκαν, άναψαν τα κεριά, έκαναν το σταυρό τους, κι όταν βγήκαν μου εξήγησαν: όταν ήταν μικρές, ήταν φίλες με δυο κορίτσια που χάθηκαν μαζί με τους άλλους το ’44. Κι ήρθαν ν’ ανάψουν ένα κερί στη μνήμη τους. Αυτό, λοιπόν, αποτέλεσε έναν πραγματικό σύνδεσμο με το παρελθόν. Γιατί νομίζω ότι αυτή είναι η μόνη συναγωγή στην Ευρώπη με τις πόρτες ανοιχτές σε όλους – χωρίς κανείς να ρωτά αν είσαι χριστιανός ή μουσουλμάνος ή Εβραίος».
Είναι ένα μέρος διαθρησκευτικής συνάντησης;
«Παραδοσιακά, η συναγωγή δεν είναι ναός. Εχει τρεις λειτουργίες: είναι ένα μέρος όπου συγκεντρώνονται όλοι, Εβραίοι και μη Εβραίοι, να συζητήσουν τα κοινά τους προβλήματα. Είναι, επίσης, ένα μέρος μελέτης των γραφών και, τέλος, ένα μέρος όπου οι πιστοί πηγαίνουν να προσευχηθούν προς την Ιερουσαλήμ. Οταν καθίσαμε να συζητήσουμε τι μας φέρνει όλους μαζί στη συναγωγή, κάπου 15 ανθρώπους εδώ και άλλους 500 που μας στηρίζουν από το εξωτερικό, ορίσαμε τη συναγωγή ως μέρος προσευχής, στοχασμού και συμφιλίωσης. Είναι το μέρος όπου οι χριστιανοί, οι Εβραίοι και οι μουσουλμάνοι μπορούν να μοιραστούν μια σειρά αξιών, κοινών και στις τρεις θρησκείες. Τα υπόλοιπα είναι συνέπειες μιας πολιτισμικής διαδρομής, της γλώσσας και της Ιστορίας, και εγώ στη δική μου ζωή προσπαθώ να τα βάλω στην άκρη».
Σας εξέπληξε ο εμπρησμός;
«Ναι, εντελώς. Δεν είχα αντιμετωπίσει τόσο το μίσος όσο την αδιαφορία. Ολα αυτά τα χρόνια μού είχαν τύχει μόνο δύο περιστατικά κάπως βίαια. Το ένα, μάλιστα, σε σχέση με τα γεγονότα στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη. Εγώ δεν είχα καμία σχέση με το Ισραήλ και ο σκοτωμός των Παλαιστινίων δεν ήταν δικό μου έργο. Μάλιστα, ένας από τους λόγους που έφυγα το 1967 από το Τελ Αβίβ, όπου δίδασκα, ήταν ότι άρχισαν να χτίζουν τους οικισμούς γύρω από την Ιερουσαλήμ και έβλεπα πού οδηγούνται τα πράγματα με τον εποικισμό. Υπάρχει, ευτυχώς, μια ισχυρή ομάδα αριστερών στο Ισραήλ, που είναι αντίθετοι με τους εποικισμούς».
Υπάρχει αντισημιτισμός στα Χανιά;
«Α, είναι μια πολύ φορτισμένη λέξη λόγω της νοοτροπίας των Εβραίων της βόρειας Ευρώπης. Είναι διαφορετικός ο αντισημιτισμός στην Ελλάδα από αυτόν της Ευρώπης. Αντανακλά και τη θέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που δοξάζει, για παράδειγμα, τον Κύριλλο της Αλεξανδρείας, ο οποίος σε μια νύχτα οδήγησε 400.000 Εβραίους έξω από την Αλεξάνδρεια, στην έρημο. Αλλά έχει να κάνει και με τον τρόπο σκέψης των Ελλήνων. Μου έλεγε ένας φίλος από την Πάτρα ότι ο καλύτερος φίλος του πατέρα του ήταν ένας γείτονας, ο Γιώργος· έτρωγαν μαζί, τα έπιναν κάθε βράδυ. Αλλά κάθε Μεγάλη Παρασκευή, στις 5 το πρωί, ακουγόταν μια κανάτα να σπάει έξω από την πόρτα τους και κάποιον να φωνάζει “Παλιοεβραίε!”. Και ήταν ο Γιώργος. Αρα το θέμα του αντισημιτισμού δεν μπορεί να το δει κανείς απλοϊκά».
Αν δεν μιλήσουμε για αντισημιτισμό, πώς θα μιλήσουμε για τον εμπρησμό;
«Δεν ξέρω πώς να μιλήσω γι’ αυτό. Δεν ξέρω τι έφερε στην ίδια παρέα αυτούς τους ανθρώπους που την έκαψαν. Αυτό που με ενόχλησε στις αντιδράσεις των Χανιωτών ήταν ότι δεν έβαλαν το ζήτημα στη σωστή του διάσταση. Ο εμπρησμός δεν αφορά μόνο τη συναγωγή. Αφορά όλη την τοπική κοινωνία. Θα μπορούσαν να είχαν αρπάξει φωτιά τα μαγαζιά τους, να είχαν καεί οι ίδιοι. Η συναγωγή είναι μέρος της τοπικής κοινωνίας. Είναι μέρος της οικονομικής ζωής της πόλης. Βγάζουν εκατομμύρια από τους επισκέπτες που έρχονται να τη δουν. Τι κάνουν, λοιπόν, στα Χανιά τέσσερεις άνθρωποι μ’ αυτά τα μυαλά; Γιατί δουλεύουν σαν κράχτες σε μαγαζιά των Χανίων; Γιατί η πόλη τούς δέχεται κι ανέχεται να συμβαίνουν αυτά εδώ; Η ύπαρξη αυτών των ανθρώπων, οι πράξεις τους, δεν είναι πρόβλημα της συναγωγής, είναι πρόβλημα ολόκληρων των Χανίων».
Δύο εμπρησμοί, πολλά ερωτήματα
Το αστυνομικό σκέλος της υπόθεσης δημιουργεί περισσότερα ερωτήματα από όσα λύνει. Μετά τον δεύτερο εμπρησμό της 16ης Ιανουαρίου, το θέμα πήρε διεθνείς διαστάσεις και η αστυνομία ανακοίνωσε τη σύλληψη πέντε υπόπτων: δύο Αμερικανών, δύο Βρετανών και ενός Ελληνα.
Κάποιοι ανακάλυψαν ξένο δάκτυλο στην υπόθεση, λέγοντας μάλιστα ότι η αμερικανική βάση είχε φυγαδεύσει τους δύο Αμερικανούς, μια πληροφορία που αποκαλύφθηκε ψευδής, καθώς ο ένας συνελήφθη την ίδια ημέρα από την αστυνομία. Η τοπική κοινότητα των Χανίων απορεί πώς άνθρωποι τόσο διαφορετικοί αποφάσισαν να προβούν σε μια τέτοια ενέργεια. Ηταν απλώς πέντε άνθρωποι που έτυχε να βρεθούν μαζί, να μισούν τους Εβραίους και, σε μια βραδιά μέθης, να αποφασίσουν να κάψουν τη συναγωγή – και να ξαναπροσπαθήσουν, αφού απέτυχαν την πρώτη φορά;
Το τελευταίο διάστημα τα Χανιά έχουν γνωρίσει έξαρση ξενοφοβικών επιθέσεων, που περιλαμβάνουν τον εμπρησμό του Στεκιού Μεταναστών και την αναγραφή του συμβόλου της σβάστικας στους τοίχους του και, επίσης, τον ξυλοδαρμό μεταναστών σε κεντρική πλατεία της πόλης. Ομως, ο τοπικός σύνδεσμος της Χρυσής Αυγής των Χανίων αρνείται ότι συνδέεται με τον εμπρησμό της συναγωγής. Κάποιοι πιθανολογούν την ύπαρξη ενός παράλληλου εθνικιστικού και ξενοφοβικού δικτύου στην πόλη, χωρίς να το συνδέουν με τον εμπρησμό.
Η τοπική κοινότητα, επίσης, σπεύδει να αποσείσει τη ρετσινιά της ξενοφοβίας και του αντισημητισμού. Επισημαίνει ότι τα Χανιά ήταν από τις πρώτες πόλεις της Ελλάδας που διοργάνωσαν φεστιβάλ εθνοτήτων τη δεκαετία του ’90 και υπογραμμίζει ότι το αντιρατσιστικό κίνημα είναι ενεργό.
Και όμως, λίγο πριν από τα εγκαίνια της αναστηλωμένης συναγωγής, στα τέλη του ’90, σειρά άρθρων δημοσιεύτηκαν στον τοπικό Τύπο, κάποια από τον τότε νομάρχη Χανίων Γ. Κατσανεβάκη, ο οποίος είχε υποστηριχτεί από τον Συνασπισμό, και από τον τότε μητροπολίτη Κυδωνίας και Αποκορώνου Ειρηναίο, οι οποίοι αντιτάσσονταν στη λειτουργία της συναγωγής και αρνήθηκαν να παραστούν στα εγκαίνια (ο μητροπολίτης, τελικά, παρέστη έπειτα από πιέσεις τρίτων).
Κάποιοι λένε ότι εκείνα τα περιστατικά είναι μεμονωμένα και δεν χαρακτηρίζουν τη σημερινή κοινωνία των Χανίων. Η σιωπηλή συγκέντρωση διαμαρτυρίας κατά του εμπρησμού της συναγωγής δεν συγκέντρωσε περισσότερα από 30 άτομα, όσους δηλαδή δραστηριοποιούνται ενεργά στο αντιρατσιστικό κίνημα. Σύμφωνα με το διευθυντή της συναγωγής Νίκο Χαννάν Σταυρουλάκη, οι επίσημες αντιδράσεις των Αρχών ήταν είτε καθυστερημένες είτε δεν συνοδεύτηκαν από μια στοιχειώδη επίσκεψη στη συναγωγή. Ο ίδιος κάνει λόγο για μη μεμονωμένο περιστατικό. Πολλοί από την τοπική κοινωνία, μολονότι επισημαίνουν τα αντιρατσιστικά ανακλαστικά της τοπικής κοινωνίας, αναφέρονται σε έναν υφέρποντα αντισημιτισμό, ο οποίος βγαίνει στην επιφάνεια από κουβέντες σε παρέες μέχρι σε βιτρίνες βιβλιοπωλείων που φιλοξενούν τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, ακόμα και σε δημοσιεύματα στον τοπικό Τύπο. Ισως, λένε οι ίδιοι, αυτός ο υφέρπων αντισημιτισμός ευθύνεται για τον εμπρησμό της συναγωγής, αν μη τι άλλο, διότι δημιουργεί μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα ανοχής.
Οι δημοσιογράφοι σε όλη τη χώρα προχωρούν σε 24ωρη απεργία την Τρίτη 19 Νοεμβρίου, διαμαρτυρόμενοι…
Της Βάννας Σφακιανάκη Ως κεραυνός εν αιθρία και σαν να είναι κάτι τόσο φυσιολογικό και…
Σε μια επιχείρηση κατά των ναρκωτικών, αστυνομικοί του Τμήματος Αστυνομικών Επιχειρήσεων Χανίων συνέλαβαν σήμερα έναν…
Σε ένα σημαντικό πλήγμα για την εγκληματικότητα στην περιοχή, η Αστυνομία Ηρακλείου εξάρθρωσε μια σπείρα…
Η Ένωση Συνδέσμων Κληρικών Εκκλησίας Κρήτης εξέδωσε ψήφισμα με το οποίο εκφράζει την ηθική στήριξη…
Δεκάδες αυτοκινούμενα, πανίσχυρα πυροβόλα “M1989 Koksan” έχει στείλει ήδη η Βόρεια Κορέα στη Ρωσία, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν…
This website uses cookies.