25 Ιανουαρίου 2011: 7 χρόνια από την απεργία πείνας των 300 μεταναστών από την Κρήτη | Φωτός+Βίντεο
Με την προσφυγική και ανθρωπιστική κρίση να παραμένει στο επίκεντρο και με τους Έλληνες να δείχνουν αξιοθαύμαστη αλληλεγγύη ως προς το δράμα των μεταναστών εν μέσω μίας βαθιάς οικονομικής κρίσης, καλό ειναι να γυρίσουμε λίγο πίσω τον χρόνο, ακριβώς πριν 7 χρόνια, στις 25 Ιανουαρίου του 2011, όταν από τα Χανιά ξεκίνησε ένας από τους μεγαλύτερους αγώνες της περιόδου των μνημονίων και σίγουρα ο μεγαλύτερος αγώνας μεταναστών στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας. Πρόκειται για την απεργία πείνας των 300 μεταναστών, με κεντρικό αίτημα τη νομιμοποίησή τους.
Ένας αγώνας που ξεσήκωσε πολλές αντιδράσεις αλλά εν τέλει άνοιξε μία μεγάλη κι αναγκαία συζήτηση στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας σχετικά με τους μετανάστες, τους πρόσφυγες και τα δικαιώματά τους, εργασιακά και πολιτικά. Με φωτογραφικό υλικό αλλά και βίντεο σας υπενθυμίζουμε τα γεγονότα που έμειναν στην ιστορία ως η απεργία πείνας των 300.
Η απεργία πείνας ξεκίνησε στις 25 Ιανουαρίουτου 2011. Ήταν Σάββατο και 237 μετανάστες συγκεντρώθηκαν στο λιμάνι της Σούδας για να φύγουν με το πλοίο στον Πειραιά.
Πεντέμισι το απόγευμα του Σαββάτου, κι ο Γιάσερ με τον Αμπντούλ πηδούν τα κάγκελα για να βγουν απ’ το Παλιό Νοσοκομείο Χανίων –το «σπίτι» τους όπως το αποκαλούν. Ένα χώρο σε εγκατάλειψη, απ’ όταν το ίδρυμα μετεγκαταστάθηκε στις Μουρνιές, που αποτελούσε κατοικία άστεγων μεταναστών της περιοχής. Στο χώρο που κοιμούνται –χωρίς νερό, ηλεκτρικό ή αποχέτευση– ένας παλιός σχολικός πίνακας γράφει: «Πεινάω πολύ και δεν έχω τρόπο να γυρίσω στην πατρίδα μου». Προς το παρόν, γυρνούν στην πλατεία 1866, τον τόπο όπου μαζεύονται κάθε πρωί μ’ άλλους μετανάστες, περιμένοντας τα αφεντικά να τους πάρουν για δουλειά. Τελευταία δεν περνάει κανένας, λένε. Μόνο η αστυνομία, για να «μαζέψει» όποιον απ’ τους «παράνομους» μπορεί.
«Βλέπεις πολλά που θες να κάνεις και δεν μπορείς να καταφέρεις τίποτα. Σε βλέπουν έξω και αλλάζουν δρόμο. Όταν περπατάω είναι σαν να προχωράω ανάποδα», έλεγε ο Ρασίντ, ένας από τους απεργούς πείνας. Οδοντοτεχνίτης στο επάγγελμα, ήρθε στην Ελλάδα για να μείνει. Γι’ αυτό και αποφάσισε να έρθει στην Αθήνα με το πλοίο Λατώ, για να συμμετάσχει στη μαζικότερη απεργία πείνας που έχει γίνει ποτέ στη χώρα. Τριακόσιοι μετανάστες απ’ όλη την Ελλάδα, κατέβηκαν σε απεργία πείνας σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, ζητώντας νομιμοποίηση όχι μονο για τον εαυτό τους, αλλά για τις εκατοντάδες χιλιάδες μεταναστών στην Ελλάδα.
«Είναι πολύ δύσκολο να πάρεις την απόφαση να κάνεις απεργία πείνας. Όμως δεν φοβάμαι τίποτα. Ή θα πάρουμε τα χαρτιά μας ή θα πεθάνουμε», έλεγε ο συνταξιδιώτης του, Μουσταφά.
Πριν πάρουν την απόφαση είχαν προηγηθεί μαζικότατες συνελεύσεις οι οποίες δεν είχαν χώρο που να μπορούσε να τις στεγάσει. Δεν υπήρχε στην πόλη των Χανίων τέτοιος χώρος. Έτσι γινόντουσαν συνελεύσεις των 400, των 500, των 600 ανθρώπων σε δημόσια πάρκα, σε δημόσιους χώρους. Και μάλιστα κάτω από τα έκπληκτα βλέμματα περαστικών.
Στα Χανιά, δεν ήταν η πρώτη φορά που λαμβανόταν μια τέτοια απόφαση. Το χειμώνα του 2008, μία ομάδα 15 μεταναστών από το Μαγκρέμπ, ύστερα από απεργία πείνας 26 ημερών, κέρδισε μια ρύθμιση που επέτρεψε τη νομιμοποίηση των ίδιων και σχεδόν 200 ακόμα. Αλληλέγγυο βρέθηκε ένα μεγάλο κομμάτι του Χανιώτικου πληθυσμού. Όμως κι ενα μεγάλο κομμάτι της βορειοαφρικανικής κοινότητας στην πόλη, στάθηκε στο πλευρό των απεργών. Αυτό το κομμάτι αποτέλεσε τον πυρήνα των απεργών του 2011.
Σε ανακοίνωση της «Πρωτοβουλίας Αλληλεγγύης» αναφέρεται ότι η απεργία πείνας «αποτελεί απάντηση στην κρατική επιχείρηση διαίρεσης των εργαζομένων, εξαίρεσης δικαιωμάτων, κοινωνικού αποκλεισμού και ρατσισμού».
«Η εξαθλίωση ενός τμήματος της κοινωνίας προαναγγέλλει την εξαθλίωση και άλλων. Γι’ αυτό η αλληλεγγύη μας στον αγώνα των μεταναστών είναι αγώνας για τα δικαιώματα όλων μας», τονίζεται.
Όμως δεν ήταν όλοι τόσο θετικοί.
Η Ντόρα Μπακογιάννη, πρόεδρος τότε του κόμματος της “Δημοκρατικής Συμμαχίας” δήλωνε:
«Ο ελληνικός λαός βλέπει με αυξανόμενη οργή τα γεγονότα, τον πλήρη εξευτελισμό του πανεπιστημιακού ασύλου και την ανοχή στην ανομία. Η κυβέρνηση για μία ακόμη φορά αδράνησε και κρύφτηκε από τις ευθύνες της. Επιτέλους, ας τις αναλάβει και ας δράσει άμεσα αποκαθιστώντας την ομαλή λειτουργία της Σχολής».
Ανάλογες δηλώσεις έκαναν μια σειρά πολιτικές προσωπικότητες της Ελλάδας.
Η απεργία πείνας των 300, είχε διάρκεια 44 μέρες. Οι απεργοί πείνας έδειξαν αποφασιστικότητα και επιμονή. Πάνω από 120 μεταφέρθηκαν σε νοσοκομεία με κίνδυνο της ίδιας της ζωής τους. Έδειξαν αντοχή απέναντι στη λυσσαλέα επίθεση της κυβέρνησης, του πολιτικού προσωπικού και της μεγάλης πλειονότητας των ΜΜΕ. Και με το πέρασμα του χρόνου κέρδισαν την αλληλεγγύη μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας.
Τα αιτήματα ακούστηκαν. Πραγματοποιήθηκαν συναυλίες αλλληλεγγύης, άνθρωποι του πνεύματος μίλησαν για τον αγώνα τους, ξεκίνησε μία τεράστια συζήτηση στα μέσα ενημέρωσης. Για κάποιους υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους αγώνες της μεταπολιτευτικής περιόδου και ο πρώτος νικηφόρος αγώνας στην Ελλάδα του Μνημονίου.
“Ήδη από τη φάση της προετοιμασίας του αγώνα αντιλαμβανόμασταν ότι λόγω της έντασης της αντιμεταναστευτικής πολιτικής της κυβέρνησης και της γενικότερης επίδειξης πυγμής απέναντι σε κάθε μαχητική κινητοποίηση, αλλά και της μορφής πάλης, της ταυτότητας των αγωνιζόμενων (μετανάστες χωρίς χαρτιά, οι «αόρατοι» της κοινωνίας…) και του μεγάλου αριθμού των απεργών πείνας, θα δεχτούμε σκληρή επίθεση, ιδεολογική, πολιτική και ενδεχομένως κατασταλτική. Με αυτή την έννοια, στην Αθήνα επιλέξαμε το άδειο κτίριο της Νομικής επί της Σόλωνος ως το μόνο πανεπιστημιακό χώρο ικανό να στεγάσει 250 απεργούς πείνας χωρίς να παρεμποδίζεται καμία απολύτως εκπαιδευτική διαδικασία και αρκετά κεντρικό ώστε να λειτουργήσει ως πόλος συσπείρωσης στον αγώνα.”
Η επίθεση που δέχτηκε η απεργία πείνας ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Η πλειονότητα των οργανώσεων και των κομμάτων της Αριστεράς, κοινοβουλευτικής και εξωκοινοβουλευτικής, υποχώρησε (ορισμένοι μάλιστα κατήγγειλαν και συκοφάντησαν), το φοιτητικό κίνημα δεν υπεράσπισε αποφασιστικά την παρουσία των μεταναστών στο άσυλο, η πανεπιστημιακή κοινότητα, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, εξαφανίστηκε και ο πρύτανης ήρε το άσυλο καλώντας την αστυνομία να εκκενώσει τη σχολή. Έτσι, οι απεργοί αποφάσισαν να πάνε στο κτίριο της Υπατίας.
Στο κτίριο της Υπατίας, υπό άθλιες συνθήκες διαβίωσης που επιδεινώθηκαν λόγω των κακών καιρικών συνθηκών, οι μετανάστες συνέχισαν τον αγώνα τους για επιπλέον 40 ημέρες.
Επί 40 περίπου μέρες η Υπατία λειτούργησε με εσωτερική ζωή, καθημερινές δουλειές, ιατρική υπηρεσία στελεχωμένη από γιατρούς και φοιτητές, ομάδα internet, συναντήσεις και συνελεύσεις, βάρδιες περιφρούρησης και συνοδείας στα νοσοκομεία όλο το 24ωρο, συνεχείς συνεντεύξεις τύπου με ευρύτατο φάσμα αλληλέγγυων συλλογικοτήτων και προσώπων.
“Από την κυβέρνηση δε ζητάμε κάτι εξωφρενικό. Ζητάμε να είμαστε νόμιμοι. Να μπορούμε να βγάλουμε ένα βάρος που το κουβαλούμε εδώ και χρόνια, από τότε που μπήκαμε στην Ελλάδα. Η χώρα αυτή λέγεται Ελληνική Δημοκρατία, αλλά με εμάς δεν υπάρχει δημοκρατία πολύ.”, είχε πει ο Χαλιάλα, ένας από τους 300 απεργούς πείνας σε συνέντευξη που είχε δώσει στην εφημερίδα μας.
Τελικά, αν η κυβέρνηση επιδίωκε με τον εγκλωβισμό των απεργών πείνας στην Υπατία να κάμψει το ηθικό τους (κάτι που επιχείρησε να εντείνει με τις διώξεις κατά αλληλέγγυων και τις συκοφαντίες περί «υποκινητών» και «στρατηγών της αλληλεγγύης») όχι μόνο απέτυχε, αλλά το όλο εγχείρημα στράφηκε εναντίον της. Γιατί ακριβώς αυτή καθαυτή η κατάσταση των απεργών πείνας στην Υπατία (ιδιαίτερα όταν άρχισαν να μεταφέρονται μαζικά στα νοσοκομεία) διεμβόλισε την αρνητική στάση των ΜΜΕ.
Η κυβέρνηση βρέθηκε στη θέση να απολογείται. Και σε συνδυασμό με την ανάπτυξη ενός τεράστιου δικτύου αλληλεγγύης και στήριξης της απεργίας πείνας σε όλη την Ελλάδα με διαδηλώσεις, συναυλίες αλλά και καταλήψεις, τη διεθνή δημοσιότητα που έπαιρνε πλέον το θέμα και την ενεργοποίηση όλων των τμημάτων της αριστεράς αλλά και του επίσημου συνδικαλιστικού κινήματος, κατόρθωσαν να αντιστρέψουν το κλίμα προς μία θετική έκβαση της απεργίας.
«Οι απεργοί δεν παίζουν, όπως κάποιοι νομίζουν. Προσφέρουν την ίδια τους τη ζωή. Η κυβέρνηση παίζει. Παλινωδεί εδώ και αρκετές μέρες. Δε γνωρίζω αν αυτό οφείλεται σε αδυναμία ενδοκυβερνητικής συνεννόησης, αν αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχει αποφασίσει μια συγκεκριμένη στάση στο μεταναστευτικό για να χαϊδεύει τα αφτιά της κοινής γνώμης. Όμως εδώ έχουμε φτάσει στο σημείο μηδέν. Η κυβέρνηση πρέπει άμεσα να έρθει σε επαφή με τους απεργούς και να ικανοποιήσει τα δίκαια αιτήματά τους. Βεβαίως πρέπει να αλλάξει ρότα και στη μεταναστευτική πολιτική».
Ενώ και η Αλέκα Παπαρήγα, τότε Γ.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κάρολο Παπούλια και συζήτησαν για το θεμα.
Κάλεσε την κυβέρνηση “να χρησιμοποιήσει, επιτέλους, το νομικό οπλοστάσιο που διαθέτει ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα, να κερδηθεί χρόνος και να επιλυθεί οριστικά” και πρόσθεσε: “Η θέση μας είναι γνωστή και καθαρή. Ξέρουμε ότι πρέπει να λύσει το πρόβλημα η κυβέρνηση, να μην έχει “γινάτι“ πάνω σε αυτό το ζήτημα και να τους νομιμοποιήσει”.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε χαρακτηρίσει “παγκόσμιο” το πρόβλημα της μετανάστευσης, ενώ η γενική γραμματέας του ΚΚΕ είχε σημειώσει ότι το πρόβλημα δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί πλέον σε εθνικό επίπεδο. “Αριθμητικά είναι περισσότεροι οι μετανάστες που πηγαίνουν προς τις χώρες της Ασίας παρά αυτοί που έρχονται στην Ευρώπη. Απλά, τώρα στην Ευρώπη της περισσεύουν εργατικά χέρια και φαίνονται πολλοί”, τόνισε.
Η κυβέρνηση μετά από 38 μέρες αδιαλλαξίας υποχρεώθηκε να συζητήσει απευθείας με τους απεργούς πείνας και να ικανοποιήσει σημαντικό μέρος των αιτημάτων τους.
Σύμφωνα με τον Μάρκο Χατζησάββα, ενεργό στα κινήματα αλληλεγγύης και μέλος του Φόρουμ Μεταναστών Κρήτης, τα αποτελέσματα του αγώνα των μεταναστών δεν αφορούσε μόνο τους μετανάστες:
“Οι εξελίξεις που έφερε αφορούνε και το ελληνικό εργατικό κίνημα. Αυτό που πέτυχε ήταν μια κυβέρνηση που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε καθίσει σε κανένα τραπέζι να μιλήσει με κανένα που διεκδικούσε οτιδήποτε σε αυτή τη χώρα, με ένα πολυμελές κυβερνητικό σχήμα κάθισε και μίλησε με τον Χασάν, με τον Μουσταφά, με τον Ρασίντ, με ανθρώπους δηλαδή που πρόταξαν τη ζωή τους… Φαντάζομαι ότι οι υπουργοί αυτοί δεν περίμεναν ποτέ ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί”
Τι διεκδικούσαν, λοιπόν, και τι κέρδισαν οι απεργοί πείνας;
Πρώτον, οι απεργοί πείνας διεκδικούσαν για τον εαυτό τους «άδεια παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους», η οποία είναι μια άδεια παραμονής με πλήρη δικαιώματα. Η κυβέρνηση, στην πρώτη συνάντηση, αντέτεινε 6άμηνο «καθεστώς ανοχής», το οποίο δεν περιλαμβάνει δικαίωμα ταξιδιού και εργασίας, αλλά μπορεί να ανανεώνεται επ’ αόριστον. Οι απεργοί πείνας, συνεκτιμώντας τα όρια της αντοχής και της συνοχής του αγώνα τους, καθώς και τα όρια περαιτέρω υποχώρησης της κυβέρνησης, αποφάσισαν σε συνελεύσεις τους στην Υπατία και το Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης και κατόπιν συζητήσεων με όσους βρίσκονταν στα νοσοκομεία, ενόψει της δεύτερης συνάντησης με την κυβέρνηση, να διεκδικήσουν τη διεύρυνση του «καθεστώτος ανοχής» με τα δικαιώματα του ταξιδιού και της εργασίας, καθώς και τη δέσμευση της κυβέρνησης ότι η βεβαίωση που θα πάρουν θα ανανεώνεται μέχρις ότου αποκτήσουν τις προϋποθέσεις να υποβάλουν αίτηση για κανονική άδεια παραμονής.
Ως προς το χρονικό διάστημα για το καθεστώς ανοχής αποφασίστηκε να ισχύουν οι 6 μήνες και η ανανέωση τους για άλλους 6 ή και περισσότερο. Η κάθε περίπτωση μεταναστών που ήθελαν να κάνουν χρήση του καθεστώτος ανοχής εξεταζόταν από την αστυνομία και με την έγκρισή της ανανεωνόταν ή όχι η άδεια.
Όπως διευκρινίστηκε στους απεργούς, με τον νόμο 3907 του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη που ίσχυε, όποιος μετανάστης αποδεδειγμένα βρίσκεται επί 12 χρόνια στη χώρα μπορεί να καταθέσει αίτηση για άδεια παραμονής για εξαιρετικούς λόγους. Ωστόσο η κυβέρνηση υποσχέθηκε ότι θα προβεί σε μείωση αυτού του χρόνου χωρίς όμως να έχει προσδιοριστεί ακόμη, ενώ στο εξής η όποια νομιμοποίηση λειτουργεί εξατομικευμένα και όχι μαζικά.
Τέλος, όσοι υπάχθησαν σε αυτό το καθεστώς, μετά από τροποποίηση του σχετικού νόμου του υπουργείου προστασίας του Πολίτη, μπορούσαν να ταξιδεύουν στη χώρα καταγωγής τους για ανθρωπιστικούς λόγους.
Ο Αμπντούλ Χατζί, εκπρόσωπος των απεργών πείνας, δήλωσε ότι η απεργία πλέον σταματά, καθώς εξασφαλίστηκε καθεστώς ανοχής με δυνατότητα ανανέωσης, ταξιδιωτικά έγγραφα και η δυνατότητα με οκτώ χρόνια εργασίας στην Ελλάδα να καταθέσουν αίτηση για άδεια παραμονής, όσοι τηρούν αυτή την προϋπόθεση, που όπως είπε, είναι και οι περισσότεροι από τους 300.
Οι μετανάστες αποδέχθηκαν τις προτάσεις, ύστερα από 44 ημέρες απεργίας πείνας.
Οι κυβερνητικές προτάσεις διατυπώθηκαν σε συνάντηση των εκπροσώπων των μεταναστών με τους υπουργούς Εσωτερικών, Γ.Ραγκούση, Υγείας, Ανδρέα Λοβέρδο και την υφυπουργό Εργασίας, Άννα Νταλάρα.
Κατά τη συνέλευση των μεταναστών, που ακολούθησε τη συνάντηση με τους υπουργούς, έκριναν ικανοποιητικές τις προτάσεις της κυβέρνησης.
«Η νίκη μας είναι νίκη για όλη την εργατική τάξη και ευχαριστούμε θερμά την Πρωτοβουλία Αλληλεγγύη και όλους όσοι μας συμπαραστάθηκαν στην Ελλάδα και το εξωτερικό και ιδιαίτερα τους γιατρούς, που μας παρακολουθούσαν σε 24ωρη βάση» δήλωσε ο Αμπντούλ Χατζί.
Το Φόρουμ Μεταναστών Κρήτης που πρωταγωνίστηκε στην οργάνωση της απεργίας πείνας των 300, στις 25 Μαρτίου του 2011, σε μία πρώτη αποτίμησή του σημείωνε τα εξής για το αποτέλεσμα της απεργίας:
“Δεν ήταν μια νίκη των διαπολιτισμικών ιδεών ή του αντιρατσιστικού και φιλομεταναστευτικού ρεύματος στην Ελλάδα. Ήταν μια εξαιρετική απάντηση του απαξιωμένου (από το παραπάνω ρεύμα) μεταναστευτικού κινήματος. Του εργατικού κινήματος εν γένει (παρά την εκκωφαντική σιωπή και απουσία της ντόπιας εκδοχής του).
Οι 44 μέρες σκληρού αγώνα, 300 εργατών μεταναστών απεργών πείνας, εκατοντάδων αλληλέγγυων, χιλιάδων υποστηρικτών, με δεκάδες δράσεις από τη μια άκρη της γης στην άλλη, με υπογραφές στήριξης, ομάδων, συλλογικοτήτων, καλλιτεχνών, πανεπιστημιακών, γνωστών και άγνωστων ανθρώπων, δημιούργησαν ένα ρήγμα.
Ρήγμα στη διαμορφωμένη εικόνα του μετανάστη. Η μέχρι χθες εικόνα που ήθελε το μετανάστη εγκληματία, φουκαρά, αναξιοπαθούντα, μάρτυρα, παράνομο και «εξωτικό φρούτο» που μπορεί ενίοτε να διασκεδάζει και να ταΐζει κάθε φιλάνθρωπο και ανεκτικό έλληνα, ηττήθηκε, από την εικόνα του εργάτη μετανάστη που διεκδικεί το δίκιο του, που στέκεται με επιμονή και αξιοπρέπεια, απέναντι στην ολομέτωπη επίθεση του συντηρητισμού, των ΜΜΕ, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.
Ρήγμα στον αυταρχισμό της εποχής του μνημονίου. Η πολιτική της λιτότητας, η προσπάθεια της συνενοχής για την οικονομική κατάσταση, η ενοχοποίηση της διεκδίκησης, η λογική των σκυμμένων κεφαλιών, ηττήθηκαν από τη νικηφόρα κατάληξη του αγώνα, από τη διαχωριστική γραμμή που μπήκε ανάμεσα στον κόσμο της εργασίας από τη μια και της εκμετάλλευσης από την άλλη, από το ότι αναδείχτηκαν οι πραγματικές αιτίες της μετανάστευσης.
Ρήγμα στους μονοδιάστατους αγώνες. Με αυτόν τον αγώνα που ξεκίνησε από τους μετανάστες, αγκαλιάστηκε από την αλληλεγγύη ελλήνων και μεταναστών, συνέδεσε το μεταναστευτικό με το εργατικό και το κίνημα αλληλεγγύης και αποκόμισε αποτελέσματα και οφέλη για όλη την εργατική τάξη, ντόπια και μεταναστευτική.
Οι απόψεις που έλεγαν πως τώρα δεν είναι ώρα γιατί οι συνθήκες, πολιτικές, κοινωνικές, οικονομικές, είναι δύσκολες, για εκείνες που δεν εμπιστεύονταν τις πρωτοβουλίες αλληλεγγύης, για εκείνες που διαφωνούσαν με τη μορφή πάλης και για όσες απόψεις στέκονται εχθρικά στο αποτέλεσμα, έκαναν το συνηθισμένο λάθος. Έδωσαν και δίνουν επιχειρήματα στους εχθρούς του αγώνα – εν είδει αυτοεκπληρούμενης προφητείας – να πολεμήσουν, να διαστρεβλώσουν, να συκοφαντήσουν.”
Mε το τέλος του αγώνα, λίγα πράγματα άλλαξαν ουσιαστικά στη νομοθεσία. Αυτό που άλλαξε όμως ήταν κάτι εξίσου σημαντικό. Άλλαξαν τα μυαλά και οι καρδιές ενός μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας που άνοιξε τα αυτιά και τα μάτια της, αναγνώρισε τα προβλήματα και είδε στο πρόσωπο των μεταναστών, σα καθρέπτη, τον ανθρώπινο εαυτό της.
Σήμερα, που η Ελλάδα βιώνει τη βαθύτερη οικονομική κρίση της πρόσφατης ιστορίας της, η ίδια κοινωνία σε ένα μεγάλο ποσοστό δείχνει την αλληλεγγύη της προς τους πρόσφυγες και τείνει χέρι βοηθείας προς τους χιλιάδες που κατέφθασαν στις ακτές των ελληνικών νησιών.
Οι φωτογραφίες του “Α.τ.Κ.” είναι από επίσκεψή στο χώρο του κτιρίου της Υπατίας όπου κατέφυγαν οι μετανάστες απεργοί πείνας μετά την έξοδό τους από το κτίριο της Νομικής. Βρισκόμαστε στην περίοδο που αρκετοί από αυτούς μεταφέρονται στα νοσοκομεία με προβλήματα υγείας λόγω της παρατεταμένης απεργιας πείνας.
"google ad"
Αγώνας της Κρήτης
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.