Πριν λίγες μέρες, η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωνε σε συνέντευξή της στο γαλλικό περιοδικό Challenges ότι το ελληνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων δεν μπορεί να βασίζεται μόνο σε δεσμεύσεις για αύξηση φόρων.
Η διευθύντρια του ΔΝΤ δήλωσε ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας απαιτεί μεταρρυθμίσεις, αλλά και βήματα από την πλευρά των Ευρωπαίων δανειστών, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι το χρέος θα είναι βιώσιμο.
Και τόνισε πως οι Έλληνες πρέπει να είναι τυπικοί απέναντι στις υποχρεώσεις τους με παράλληλη πάταξη της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής από την κυβέρνηση.
Μέχρι εδώ όλα καλά, γιατί πράγματι για να έχεις ανάκαμψη και ανάπτυξη, πρέπει να πατάξεις τη διαφθορά και να “μαζέψεις” το μαύρο χρήμα. Δεν μπορείς όμως να μιλάς με δύο μέτρα και δύο σταθμά.
Τι συμβαίνει λοιπόν με το προσωπικό φορολογικό καθεστώς της Κριστίν Λαγκάρντ;
Μέσα από την παγκόσμια κατακραυγή για τους χειρισμούς των εταίρων ως προς το ζήτημα της χώρας και τις αναρτήσεις στο hashtag #ThisIsACoup του Twitter, οι χρήστες του διαδικτύου αλλά και τα γαλλικά media επανέφεραν στην επιφάνεια το γεγονός πως η διευθύντρια του ΔΝΤ, δεν πληρώνει ούτε ευρώ.
Και κάπως έτσι την “κατηγορούν” για μη τήρηση του fair play. Έχει προηγηθεί άλλωστε και η δήλωσή της την περασμένη εβδομάδα στον βρετανικό Guardian ότι πρέπει να βοηθηθούν οι Έλληνες αλλά και αυτοί με την σειρά τους πρέπει να πληρώνουν τους φόρους τους.
Σύμφωνα με την Le Monde, η επικεφαλής του ΔΝΤ, δεν πληρώνει καθόλου φόρους για το ετήσιο εισόδημα των 380.939 ευρώ που λαμβάνει ως αμοιβή από το ΔΝΤ, λόγω του ειδικού φορολογικού καθεστώτος που απολαμβάνει ως υπάλληλος ενός διεθνούς οργανισμού.
Όλες οι αμοιβές της από το ΔΝΤ είναι αφορολόγητες, σύμφωνα με τα άρθρα 34 και 38 της Σύμβασης της Βιέννης, του 1961, για τις διπλωματικές σχέσεις, όπου αναφέρεται ότι “ο διπλωματικός αντιπρόσωπος απαλλάσσεται από όλα τα τέλη και τους προσωπικούς, εθνικούς, περιφερειακούς ή δημοτικούς φόρους”.
Ωστόσο, υπόκειται σε φόρους επί της ιδιωτικής ακίνητης περιουσία της που βρίσκεται στην επικράτεια του κράτους διαμονής της” καθώς και για άλλες “ειδικές υπηρεσίες”.