Σαφή απάντηση στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα ως προς τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα προσαρμογής έδωσε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ο οποίος ούτε λίγο, ούτε πολύ διαμήνυσε πως τέτοιες δηλώσεις «δεν είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας».
Σχολιάζοντας τη σχετική αναφορά που έκανε ο κ. Τσίπρας κατά τη χθεσινοβραδινή του συνέντευξη στην ΕΡΤ, ότι δηλαδή «δεν καθίσταται και αναγκαία χρηματοδοτικά η στήριξη του ΔΝΤ»,ο κ. Σόιμπλε απάντησε χρησιμοποιώντας μία… γερμανική παροιμία:
Η στάμνα δεν πρέπει να πηγαίνει στο πηγάδι τόσο συχνά μέχρι να σπάσει. Αυτό δεν είναι για το καλό της στάμνας.
Υπενθυμίζεται πως ο Αλέξης Τσίπρας χθες τόνισε πως η ελληνική κυβέρνηση δεν ζήτησε συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα . «Γιατί πιστεύουμε, από θέση αρχής, ότι η Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπίζει μόνη της τα προβλήματά της και δεν θεωρούμε ότι υπάρχουν κάποιοι που έχουν μια τεχνογνωσία καλύτερη από αυτή που μπορούμε να έχουμε εμείς» είπε.
Απαντώντας στην αναφορά δημοσιογράφου για τις ενστάσεις της Γερμανίας και τηςΦινλανδίας, είχε πει πως «υπάρχει ένα θέμα και το Ταμείο τι θέλει να κάνει».
«Γιατί το Ταμείο δεν χρηματοδοτεί και λέει, θα περιμένω να δω, αν έχει προοπτική βιωσιμότητας το χρέος, να μπω ή να μην μπω. Έχω την αίσθηση ότι πλέον, μετά την επιτυχήανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, δεν καθίσταται και αναγκαία χρηματοδοτικά η στήριξη του Ταμείου. Το ποσό που θα έδινε καλύφθηκε, διότι έχουμε 19 δισ. λιγότερα. Άρα, η συμβολή του έχει μια αξία συμβολική. Σημαντική για κάποιες χώρες του Βορρά» είχε τονίσει και πρόσθετε:
Από την άλλη πλευρά, όμως, αν το δει κανείς ουδέτερα, θα δει ότι έρχονται οι εκπρόσωποι του Ταμείου στην Ελλάδα και απαιτούν μεταρρυθμίσεις εξαιρετικά σκληρές, γνωρίζοντας ότι δεν τις αντέχει όχι το πολιτικό σύστημα, αλλά η κοινωνία. Και πηγαίνουν στους εταίρους και απαιτούν λύσεις και προτάσεις για τη βιωσιμότητα του χρέους που γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές από τους εταίρους. Αυτό, είναι μια στάση που δεν μπορεί κανείς να τη χαρακτηρίσει εποικοδομητική, σε αυτή τη διαδικασία. (…) Εγώ θα έλεγα ότι όταν δύο μέλη συμβαλλόμενα βρίσκονται σε μια διαδικασία διαπραγμάτευσης, τότε θα πρέπει να αναζητήσουν ένα συμβιβασμό, όχι πηγαίνοντας ο καθένας στην ακραία εκδοχή. Το Ταμείο θα πρέπει να αποφασίσει αν θέλει τον συμβιβασμό, αν θα μείνει ή όχι στο Πρόγραμμα.