Πρώτα τον αποσταθεροποιούν. Πώς; Μα, ανατρέποντας τα δεδομένα του. Η ανατροπή γίνεται με μαθηματική ακρίβεια. Αυξάνεις τα έξοδα, μειώνεις τα έσοδα. Μ’ αυτή την πρακτική το ποθητό αποτέλεσμα της λεηλασίας είναι βέβαιο.
Δεν χρειάζεται η «δημοκρατική» Ευρώπη να προβεί σε καμιά «σταυροφορία» για να αρπάξει τον πλούτο μιας χώρας. Το Γ’ Ράιχ δεν χρειάζεται να προβεί σε συμβατικό πόλεμο ούτως ώστε να έχει και αυτό θύματα. Τα θύματα είναι όλα, μόνο δικά μας. Χιλιάδες αυτοκτονίες που οι δήθεν ευαίσθητοι ως προς την ανθρώπινη οντότητα και ζωή, αριστεροί ούτε καν ανακοινώνουν ως αυτοκτονίες. Αυτό με κυνισμό το θεωρούν φυσιολογικό, αναμενόμενο. Είναι που ούρλιαζαν πριν στρογγυλοκάτσουν στους στρογγυλούς μισθούς τους, πως αυτό για το οποίο θα παλέψουν είναι η ευημερία των ανθρώπων και όχι η ευημερία των αριθμών. Τώρα ξεδιάντροπα μιλούν για αριθμούς, για πλεονάσματα, χωρίς να νοιάζονται για το στράγγισμα του ανθρώπου.
Χιλιάδες ζωές λεηλατημένες. Χιλιάδες όνειρα καταπατημένα. Ο τίμιος ιδρώτας μιας ζωής, το βιός που δημιούργησε τίμια ο Έλληνας στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό. Γιατί; Γιατί του στέρησαν τη δυνατότητα που είχε μέχρι που ξεκίνησε το Ευρωπαϊκό – Γερμανικό πρόγραμμα Δ’ Ράιχ: «Λεηλασία της Ελλάδας, ξεκλήρισμα του Ελληνικού λαού». Γιατί τον ξεζούμισαν στους φόρους, γιατί του άρπαξαν όλα του τα εισοδήματα, γιατί του έκοψαν μισθούς, δώρα Χριστουγέννων, δώρα Πάσχα, επιδόματα αδείας, επικουρικά ταμεία, συντάξεις, θέσεις εργασίας, γιατί του φορολόγησαν και τον αέρα που αναπνέει. Λιγότερα έσοδα, μυριάδες έξοδα. Πώς να πληρώνει τις δόσεις των τραπεζών; Είναι μαθηματικά αποδεδειγμένο πως δεν μπορεί να πληρώνει. Το ξέρανε, γι’ αυτό το κάνανε!
Για να «περάσει» η Ελλάδα και ο λαός της στους άρπαγες, στους ληστές και στους δοσίλογους υπηρέτες τους. Αφού λοιπόν αφαίμαξαν τον Ελληνικό λαό (plan A) τα χρήματα που του άρπαξαν ανακεφαλαιοποίησαν τις τράπεζες. Εξόχως έσωσαν την πάρτη τους. Γαλλικές και Γερμανικές. Οι Ελληνικές έτσι και αλλιώς δεν είναι πλέον Ελληνικές, έχουν περάσει στους ξένους. Και ανακεφαλαιοποιήθηκαν και αυτές με το αίμα των πελατών τους δανειολειπτών!
Άλλωστε το δήλωσε και ο Ντάισελμπλουμ: «Τα χρήματα που πήραμε απ’ τους Έλληνες σώσαμε τις τράπεζες». Οι «καλές» τράπεζες όμως αφού ανακεφαλαιοποιήθηκαν δεν σταμάτησαν το θεάρεστο έργο τους. Κανονικά έπρεπε να διαγραφτούν τα δάνεια αφού με τα χρήματα και των δανειοληπτών ανακεφαλαιοποιήθηκαν. Και αυτές οι ανακεφαλαιοποιήσεις ήταν το αίτιο που αδυνατούσαν πλέον οι Έλληνες δανειολήπτες να πληρώνουν τις δόσεις τους. Αφού τους τα έπαιρναν όλα με τι θα πλήρωναν τις δόσεις; Να μην πληρώσουν τους φόρους για να πληρώσουν τη δόση; Τοκίζονται οι φόροι. Σου παίρνουν πάλι το σπίτι. Να μην πληρώσεις το ρεύμα; Πώς θα ζήσεις με κερί; Να κόψεις το φαγητό, να πάμε όλοι στα συσσίτια όπως στην Κατοχή; Μα και τα συσσίτια τα πληρώνεις (τα Δημοτικά και κρατικά) Απλά δεν διαλέγεις εσύ την τροφή σου. Αποφασίζει τι θα φας η Ευρωγερμανική Ένωση και βγάζει πρόγραμμα για το οποίο πρόγραμμα βέβαια χρεώνεσαι και το πληρώνεις στους νταβατζήδες μας, μπαρδόν, εταίρους μας.
Ζώα μας κάνανε που μας σταβλίζουν στο μαντρί. Ποιοι; Αυτοί που τους επιτρέψαμε να γίνουν οι νταβατζήδες μας. Αυτοί, που τους παραδώσαμε την χώρα. Αυτοί, που τους δώσαμε τα κλειδιά. Αυτοί, που τους κάτσαμε στα υπουργεία, όπως στην Κατοχή.
Έτσι λοιπόν οι τράπεζες τώρα είναι διπλά κερδισμένες και με την ανακεφαλαιοποίηση, και με την εκποίηση των περιουσιών μας, που αλλιώς δεν γινόταν, τα δάνεια προ της μεθοδευμένης κρίσης το 90% πληρωνόταν.
Το κεφάλαιο το τοκίζουν με τόκους υπερημερίας. Σε κάποιες τράπεζες το επιτόκιο ακόμα και τότε που πληρωνόταν οι δόσεις τους κανονικά ήταν 19%. Έχω στοιχεία γι’ αυτό. Φανταστείτε τι γίνεται, όταν έπαψαν να εξυπηρετούνται οι δόσεις και άρχισαν να τρέχουν οι τόκοι υπερημερίας. Και όταν μετά σε κάλαγαν οι τραπεζίτες να κάνεις ρύθμιση. Και τρέχανε οι άνθρωποι και υπογράφανε για να μη χάσουν ό,τι με κόπο και τιμιότητα δημιούργησαν μια ζωή γιατί αν ήταν άτιμοι θα ήταν πλούσιοι και δεν θα χρωστούσαν το σπίτι που έφτιαξαν, τη γη τους, το χωράφι τους, την επιχείρησή τους. Θα είχαν τα χρήματα τους στις διάφορες αφορολόγητες λίστες και θα ‘χαν σημαίνουσες θέσεις στην εκάστοτε εξουσία. Και υπογράφανε τον κοπανιστό αέρα που ήταν οι τόκοι, ως κεφάλαιο. Και ξεκινούσαν ξανά οι τόκοι οι κεφαλαιοποιημένοι να ξανατοκίζονται. Φανταστείτε το μέγεθος της ληστείας και της απάτης των τραπεζών.
Και αφού φούσκωσαν με δήθεν χρήματα που δήθεν έδωσαν, τους λογαριασμούς των άτυχων ανθρώπων προβαίνουν τώρα σε ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς. Και δίνουν δάνεια οι αυτές τράπεζες σε κάποιους καιροσκόπους απ’ την δυστυχία των συμπολιτών τους να αγοράζουν το βιός των ανθρώπων που πριν ξεκινήσουν οι νταβατζήδες μας το πρόγραμμα : «Εκποίηση της Ελλάδας και των Ελλήνων» μια χαρά πλήρωναν στις τράπεζες τις δόσεις τους.
Και αντί η δήθεν αριστερή κυβέρνηση να προστατεύσει τους πολίτες της, ταυτίζεται, χαριεντίζεται, τρωγοπίνει και υποκλίνεται στους ληστές.
Και βγαίνουν τα ηλίθια παπαγαλάκια των ηλίθιων μέσων ενημέρωσης και λένε με στόμφο: «Πλειστηρίασαν σήμερα μια μεζονέτα. Χρωστούσε 2.000.000 ευρώ». Δεν ξέρω ποιανού ήταν το σπίτι, ξέρω όμως ότι τα παπαγαλάκια λένε ψέμματα. Γιατί δεν λένε το αρχικό κεφάλαιο του δανείου, αλλά αυτό που έφτασε ως εκεί με τις ληστρικές κεφαλαιοποιήσεις των τόκων που ξανατοκίστηκαν. Μπορεί δηλαδή ένα πραγματικό δάνειο 150.000 ευρώ να είχε κατέβει μέχρι το, ας πούμε για παράδειγμα το 2011 στις 70.000 ευρώ γιατί πληρωνόταν κανονικά οι δόσεις και τώρα να έχουν εκτοξευτεί σ’ ένα αστρονομικό ποσό που δεν μπορείς να παρακολουθήσεις.
Αυτά κάνουν οι τράπεζες, αφήνουν να «φτουρίσουν» για τα καλά οι τόκοι και μετά βγαίνουν οι αβανταδόροι τους τα ΜΜΕ και λένε: «Να γίνουν πλειστηριασμοί. Χρωστούμε εκατομμύρια. Και ας ήταν το πραγματικό κεφάλαιο ψίχουλα. Έτσι θα περάσει η Ελλάδα σε ξένα χέρια. Η γη των παππούδων μας, το βιός μας, οι κόποι μ ας, ο ιδρώτας μας, η αγωνία μας, η δουλειά μας η τίμια.
Ντροπή και αίσχος στην κυβέρνηση που εκλέχτηκε για να φυλάξει Θερμοπύλες και ΑΥΤΗ τις ΠΑΡΑΔΩΣΕ.
Κανείς πλειστηριασμός να μην μείνει ατιμώρητος. Φωτία σε ό,τι αρπάζεται. Στάχτη και αποκαΐδια να πάρουν. Η αντίσταση είναι τώρα εθνικό καθήκον για όλους μας!
Αργυρώ Ριζοκανάκη