Mε εξαιρετική επιτυχία πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή 18 Ιουλίου 2021 τα αποκαλυπτήρια προτομής του αγωνιστή της αντίστασης 1941-1944 Ηλία Ανωμεριανάκη στην πλατεία του Μαρουλά Ρεθύμνου. Το παρόν έδωσαν ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ.κ. Ευγένιος, ο Δήμαρχος Ρεθύμνης κ. Γιώργης Μαρινάκης, η Αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου κυρία Μ. Λιονή,, οι Αρχές του τόπου, αξιόλογος αριθμός δημοτικών συμβούλων και πλήθος κόσμου.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με την επιμνημόσυνη δέηση στην μνήμη του εκτελεσθέντος από τους Γερμανούς ναζί Ηλία Ανωμεριανάκη. Συνεχίστηκε με την ομιλία του εγγονού του τιμώμενου Δρ. Ηλία Κοπανάκη, ακολούθησαν οι χαιρετισμοί των επισήμων, οι καταθέσεις στεφάνων.
Ιδιαίτερο τόνο στην εκδήλωση έδωσε η παρουσία της Ομάδας Ριζίτικου του Ομίλου Βρακοφόρων Κρήτης οι οποίοι απέδωσαν με εξαιρετικό τρόπο το ριζίτικο “Τον αντρειωμένο μη τον κλαις”.
Μετά το πέρας της εκδήλωσης προσφέρθηκε παραδοσιακό κέρασμα στην παρακείμενη ταβέρνα “Μυλόπετρα”.
Ακολουθεί η ομιλία του Δρ. Ηλία Κοπανάκη:
Φίλες και φίλοι,
σας καλωσορίζω εκ μέρους όλων των συγχωριανών και της οικογένειας μου στο ιστορικό, παραδοσιακό και διατηρητέο χωριό του Μαρουλά, ένα από τα πλέον όμορφα και φημισμένα χωριά του τόπου μας. Η φήμη του διαχρονικά οφείλονταν στην πανοραμική και εποπτική θέση που κατέχει, στο χωνευτικό νερό της φυσικής πηγής του, στην μεγάλη ελαιοκαλλιέργεια απόδειξη της οποίας είναι τα τουλάχιστον 13 ελαιοτριβεία φάμπρικες που υπήρχαν στον οικισμό κατά την περίοδο της βενετοκρατίας και τουρκοκρατίας, καθώς βέβαια και στους πύργους, τα πυργόσπιτα και τα υπέροχα αρχοντικά της βενετικής περιόδου, καθώς και την εν συνόλω αρχιτεκτονική και πολεοδομική του συγκρότηση.
Είναι πρεπό στσοι ζωντανούς να θυμούνται και να τιμούνε με έργα και με λόγους μνήμης όσους έφυγαν. Ιδιαίτεραόσους θυσιάστηκαν για του Χριστού την πίστη την Αγία και της πατρίδος την ελευθερία. Και ίσως ακούγεται παράδοξο αυτό, μιας και ο σημερινός αγωνιστής που τιμούμε δεν αγωνίστηκε την περίοδο της τουρκοκρατίας, όπου ήταν προφανής η μεταφυσική αυτή διάσταση των αγωνιζόμενων, αλλά την περίοδο της ναζιστικής γερμανοκατοχής. Μα όποιος μελετήσει λίγο την ιστορία της περιόδου 1941-1944 θα αντιληφθεί πολύ εύκολα ότι οι ναζί κατακτητές, αυτός ο φασιστικός στρατός που λέρωσε με την παρουσία του τον τόπο μας, δεν λογάριαζαν ούτε Θεό, ούτε ιερά,ούτε όσια. Οι ατιμώσεις θρησκευτικών συμβόλων, αγιασμένων τόπων και ανθρώπινων προσώπων είναι πολυάριθμες και γραμμένες ανεξίτηλα στην απροσμέτρητη ελληνική ιστορική μνήμη και τις δέλτους της ιστορίας.
Φίλες και φίλοι.
Σήμερα τιμούμε τη μνήμη ενός νέου ανθρώπου. Και παρόλο που τον αποκαλώ και είναι παππούς μου, ο πατέρας της αείμνηστης μάνας μου Ελένης (πρεσβυτέρας για σχεδόν μισόν αιώνα στο χωριό), εν τούτοις θα μείνει εσαεί νέος. Οι μάρτυρες και εθνομάρτυρες που θυσιάστηκαν σε νεαρή ηλικία έχουν το προνόμιο να μη γνωρίζουν τη φθορά του χρόνου και να μένουν για πάντα στη μνήμη των μεταγενέστερων άφθοροι, άφθαρτοι και δροσεροί, σαν τους βλαστούς του αμπελώνα.Ο Ανωμεριανός που τιμούμε σήμερα δε πρόλαβε να γεράσει γιατί ζύγιασε τα εδώ και τα επέκεινα και είδε πως τα δεύτερα είναι πιο χρυσοκέντητα των πρώτων, καθώς τα εδώ υπόκεινται στη φθορά του χρόνου και της λήθης.
Στον Μαρουλά, τις ημέρες πριν τη «Μάχη της Κρήτης», έπεσαν 4 βόμβες, στο Δεσποτικό, στο Μετόχι, νοτίως της Αγίας Άννας και εδώ στο κέντρο νοτίως της σημερινής εκκλησίας της Παναγίας. Αφού κατελήφθη το νησί μετά την επική μάχη του Μάη του 41 οι Γερμανοί πολύ σύντομα επισκέφθηκαν και τον Μαρουλά, ενώ καθημερινά περνούσε περίπολος από τις στράτες του χωριού.
Ο Ηλίας Ανωμεριανάκης με την γυναίκα του Πηνελόπη ήταν νιόπαντροι, είχανένα μικρό κοριτσάκι την Ελένη και περίμεναν ένα δεύτερο παιδί. Είχαν όνειρα. Είχαν μια φάμπρικα και κτήματα. Ο Ηλίας ήταν πρόεδρος της Κοινότητας Μαρουλά και δεν είχε από τους Γερμανούς κατακτητές προσωπικά καμία ενόχληση. Αλλά διάλεξε τον δρόμο της πρεπιάς, το δρόμο της αξιοπρέπειας, το δρόμο τον στενό και φωτεινό. Διάλεξε το δρόμο που είχε διαλέξει πριν από αυτόν ο παππούς του Κυριάκος Ανωμεριανάκης που πολέμησε στη σφαγή και το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου στα 1866 και βγήκε μέσα από τις φλόγες ζωντανός μεταξύ ελάχιστων που διασώθηκαν. Διάλεξε το δρόμο του πατέρα του, του Στυλιανού Ανωμεριανάκη, προέδρου επίσης της κοινότητας Μαρουλά για πολλά χρόνια, Μακεδονομάχου και τιμημένου με βραβείο από τον Ελευθέριο Βενιζέλο.Πώς λοιπόν με τέτοιον παππού και τέτοιον πατέρα να μην βγουν όμοιοι στην ανδρεία οι τρεις γιοι του Στελιανάκη; Καθώς, δεν ήταν μόνο ο Ηλίας που κληρονόμησε τις πατριωτικές παρακαταθήκες των προγόνων του. Ήταν και τα δυο του αδέρφια του, ο Κυριάκος που νεαρός σκοτώθηκε μέσα στα χρόνια του μεγάλου πολέμου και ο Νικολής που συνελήφθη το 1944 και φυλακίστηκε στις φυλακές της Θεσσαλονίκης «διά λόγους αντιθέσεώς του προς την εθνικοσοσιαλιστικήν κοσμοθεωρίαν (κοινώς φασισμό) και εστερήθη της προσωπικής του ελευθερίας» (όπως αναφέρει το σχετικό κρατικό έγγραφο) ενώ στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε θυγατρικά του φρικαλέου Νταχάου ναζιστικά στρατόπεδα στην πόλη Μόναχο της Γερμανίας και ο οποίος ελευθερώθηκε από τις αμερικανικές δυνάμεις που εισήλθαν στην πόλη την άνοιξη του 1945.
Είχε λοιπόν ο Ηλίας Ανωμεριανάκης όλα τα εχέγγυα και τις παρακαταθήκες να γίνει αυτός που έγινε. Ένας από τους αμέτρητους ήρωες της πατρίδας μας για την προάσπιση της ελευθερίας και της εθνικής ανεξαρτησίας. Ενταγμένος νωρίς στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ), την πλέον παλλαϊκή αντιστασιακή οργάνωση της Κατοχής, βοηθούσε στον Αγώνα. Κι όταν ο αρχιπροδότης του Κατωμεριού,ο Αλεξομανώλης,είχε ξεπεράσει πια κάθε όριο προδοσίας, δοσιλογισμού και μίσους κατά των συμπατριωτών του, φορώντας από νωρίς και ανενδοίαστα την γερμανική στρατιωτική στολή στις εξόδους του, η Οργάνωση αποφάσισε την οργάνωση επιχείρησης για την εκτέλεσή του.
Ο Αλεξομανώλης ήταν ο φόβος και ο τρόμος τον κατοίκων του Κατωμεριού. Μαζί με τους δυο γιους του, στους οποίους σε νεαρότατη ηλικία είχαν αποδώσει οι καταχτητές μεγάλους στρατιωτικούς βαθμούς και ως εκ τούτου δύναμη επί του πληθυσμού, δρούσαν ανενόχλητοι διαρπάζοντας και αισχροκερδώντας στο αίμα και τον ιδρώτα των Ρεθεμνιωτών. Διέμεναν στο Ξηρό Χωριό, νοτίως των Μυσσιρίων.
Έπειτα από τρία χρόνια κατοχής, μέσα στον γενικότερο ενθουσιασμό της εντυπωσιακής απαγωγής του Γερμανού στρατιωτικού Διοικητή Κρήτης Κράιπε τον Απρίλητου ‘44 από Βρετανούς και Κρήτες αντιστασιακούς και λίγους μόλις μήνες πριν τον «ματωμένο Αύγουστο» και την επακόλουθη απελευθέρωση του Ρεθύμνου, οι αντάρτες του ΕΛΑΣ αποφάσισαν ότι θα πρέπει να εξοντώσουν τον αρχιπροδότη του τόπου.
Η αποστολή, από τις Αραβάνες που ήταν το αρχηγείο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ Ρεθύμνου, ανατέθηκε στον Αναστάση Βαβαδάκη ή Βαβά απ’ τη ΛούτραΡεθύμνου, σημαίνων αντιστασιακό στέλεχος της περιοχής. Εκείνος θα ’πρεπε να διαλέξει το συνεργάτη του για μια τέτοια επικίνδυνη αποστολή. Ο Αναστάσης επέλεξε τον σύντροφο και πιστό του φίλο Ηλία Ανωμεριανάκη, κάτοικο και πρόεδρο της κοινότητας Μαρουλά.
Το Σάββατο, στις 6 του Μάη του 1944, οι δυο άνδρες πήγαν στη θέση Σκάφες, στην περιοχή Αλμπάνι Μετόχι στα Μυσσίρια Ρεθύμνου, κοντά στο δημόσιο δρόμο, από όπου συνήθως περνούσε ο προδότης και του έστησαν ενέδρα.
Κρύφτηκαν στον κούμο ενός ακατοίκητου σπιτιού και τον ανέμεναν. Σε μια-δύο μέρες θα είχε πανσέληνο και η προηγούμενη νύχτα ήταν φωτεινή και ήσυχη.Την επιχείρηση θεώρησαν καλό να την γνωστοποιήσουν και στον Νικόλαο Καλογεράκη, γαμπρό του Ηλία, ο οποίος κοντά στο σημείο της ενέδρας είχε χωράφι. Ο Καλογεράκης είχε παντρευτεί την αδερφή του Ηλία, Άρτεμη, με την οποία είχαν αποκτήσει 3 παιδιά, τον Μιχάλη, τον Ηλία και τον Λευτέρη. Άνθρωπος φιλήσυχος μα φλογερός πατριώτης, δέχτηκε με χαρά να προσφέρει τη βοήθειά του, ενημερώνοντας τους άλλους δύο για οποιαδήποτε τυχόν περίεργη κίνηση έπεφτε στην αντίληψή του, στην ευρύτερη περιοχή, περιοχή την οποία γνώριζε καλά αφού σ’ αυτήν ζούσε. Ο Αλεξομανώλης, καθημερινά τις πρωινές ώρες, ήταν στα γραφεία της Γκεστάπο στο Ρέθυμνο και κατά τις 3-4 μετά το μεσημέρι ανέβαινε προς το χωριό του.
Οι δύο άνδρες του ΕΛΑΣ ήταν οπλισμένοι και θεωρητικά ήταν μια καθ’ όλα οργανωμένη επιχείρηση, χωρίς πολλά περιθώρια αποτυχίας. Ωστόσο, η προσπάθειά τους δεν είχε αίσιο τέλος καθώς το εγχείρημα είχε προδοθεί ή τουλάχιστον είχε υποπέσει στην αντίληψη πληροφοριοδότη το γεγονός ότι, οι δύο άνδρες αν και κινήθηκαν στην περιοχή πρωινή ώρα, δεν εθεάθησαν να επιστρέφουν πίσω στα χωριά τους. Για τον λόγο αυτόν, στη συνηθισμένη του έξοδο για το χωριό του ο Αλεξομανώλης, συνοδεύτηκε από αυτοκίνητα γεμάτα με πάνοπλους Γερμανούς στρατιώτες.Σε μικρή απόσταση από το σημείο της ενέδρας ο προδότης κατέβηκε από το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε και προχώρησε πεζός. Ξοπίσω του κι από κοντά οι Γερμανοί.
Ο Νίκος Καλογεράκης το αντιλήφθηκε και έτρεξε να ειδοποιήσει τον Αναστάση και τον Ηλία, αλλά δεπρόφτασε. Όταν πια έφτασε και μετέφερε το μήνυμα είχαν περικυκλωθεί κι οι τρεις για τα καλά. Προσπάθησαν ν’ αντιδράσουν και ν’ αμυνθούν. Η μάχη άνιση. Οι Γερμανοί σκότωσαν επί τόπου τον Ηλία Ανωμεριανάκη, ενώ τους άλλους δύο, τον Αναστάση Βαβαδάκη και τον Νίκο Καλογεράκη τους συνέλαβαν, τους οδήγησαν αρχικά στην Γκεστάπο στο Ρέθυμνο, κι αργότερα στις φυλακές της Φορτέτζας. Κατά την ανάκριση στην Γκεστάπο υποβλήθηκαν σε σκληρά βασανιστήρια. Την ώρα που τους οδηγούσαν στις φυλακές, ο Βαβάς, θαρραλέος όπως πάντα, έκανε ύστατη προσπάθεια απόδρασης. Όμως ελάχιστα μέτρα πριν στρίψει στη γωνία του δρόμου και χαθεί στα στενά της παλιάς πόλης, τον γάζωσαν τα βόλια του ναζιστικού ταχυβόλου. Ειρωνεία της τύχης ή της ατυχίας για τον Βαβά, καθώς λίγες μέρες νωρίτερα είχε διαφύγει ζωντανός μέσα από την κόλαση των πυρών των ναζί στην σπηλιά Κιουμπρά, στο χωριό Μέση. Την επομένη μέρα, ολοκληρώθηκε αυτή η ματωμένη ιστορία των τριών πατριωτών με την εκτέλεση και του Καλογεράκη.
Το ότι ο Ηλίας Ανωμεριανάκης σκοτώθηκε επί τόπου, στο σημείο της συμπλοκής, γεννά κάποια ερωτήματα. Γνώριζαν οι γερμανοί με ποιους είχαν να κάνουν; Γιατί σκότωσαν μόνο των Ανωμεριανό επί τόπου; Μήπως είχαν τέτοια εντολή απ’ τον Αλεξομανώλη; Ή μήπως με το παρουσιαστικό του Ηλία αλλαγμένο τους τελευταίους μήνες εξαιτίας του θανάτου του αδερφού του Κυριάκου, φορώντας μαύρο πουκάμισο και έχοντας αφήσει γενειάδα, και βέβαια σε συνδυασμό με το πάθος του κατά τη συμπλοκή, να προκάλεσε τους γερμανούς στρατιώτες να τον χτυπήσουν θανάσιμα, θεωρώντας τον κατά κάποιο τρόπο αρχηγό της αποστολής;
Επιπλέον να τονιστεί εδώ, ότι τα σενάρια περί ατομικής πρωτοβουλίας των δύο ανδρών είναι παιδαριώδη κι ανυπόστατα. Ο Βαβάς με την τόση εμπειρία που είχε, ποτέ δεν θα έβαζε σε κίνδυνο την αποτυχία μιας ενέργειας. Εξάλλου ο Αλεξομανώλης ήταν ανέκαθεν ένας απ’ τους κύριους στόχους του πυρήνα των ανταρτών του Ρεθύμνου. Για να καταλάβουμε την οργάνωση που επικρατούσε στο Ρέθυμνο και το αδιανόητο μιας τέτοιας ατομικής πρωτοβουλίας, αρκεί να δούμε τι δήλωνε ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης του Καΐρουτο 1943, τον προηγούμενο μόλις χρόνο δηλαδή: «Η Οργάνωση της Ρεθύμνης αναγνωρίζεται απ’ όλους σαν η καλύτερη Οργάνωση Αντίστασης της Ελλάδας. Απ’ την υπεύθυνη θέση που έχω γνωρίζω ότι η τάξις και η ασφάλεια που επικρατεί στο Νομό Ρεθύμνης για τους συμμάχους αγωνιστές της Αντίστασης κατά των Γερμανών δεν υπάρχει σε κανένα άλλο μέρος της Ευρώπης». Μάλιστα ενδεχομένως να επρόκειτο και για συντονισμένη ενέργεια των Αντιστασιακών οργανώσεων του Ρεθύμνου ενάντια στους προδότες του τόπου, καθώς, την επόμενη κιόλας εβδομάδα και συγκεκριμένα στις 11 Μαΐου 1944, ο αμαριώτης αντάρτης Νικόλαος Κωνσταντίνου Ανδρουλάκης απ’ τις Βολιώνες Αμαρίου, έπειτα από ημέρες παρακολούθησης, θα εκτελέσει την επίσης αρχιπροδότη του ΡεθύμνουΙωάννη Λίτινα, απ’ το ίδιο χωριό. Να σημειωθεί ότι οι δύο προαναφερθέντες προδότες του Ρεθύμνου ήταν οι μόνοι που έφτασαν στο έσχατο σημείο να φορέσουν την γερμανική στολή.
Οι γερμανοί εν τω μεταξύ, αμέσως μετά το θάνατο του τριαντάχρονου Ηλία Ανωμεριανάκη φόρτωσαν το νεκρό του σώμα σ’ ένα μικρό κάρο και το οδήγησαν στο χωριό. Το απόγευμα της 6ηςΜαΐου του 1944 κόσμος πολύς συρρέει στον Μαρουλά, στο σπίτι του προέδρου στο κέντρο του χωριού. Η οικογένεια του κλαίει τον δεύτερο νέο άνδρα που χάνει μέσα σε λίγους μήνες. Απαρηγόρητη η έγκυος γυναίκα του, Πηνελόπη, τον κλαίει κρεμασμένη στο πρόχειρο φέρετρο, το οποίο πιο πολύ έμοιαζε με μικρή σκάλα, όπου δε χωρούσε καλά-καλά ο νεκρός και κρέμονταν τα πόδια του. Μετά από λίγο επικράτησε στον χώρο μικρή αναστάτωση. Ομάδα γερμανών κατέφτασε στο σημείο. Βαθμοφόρος γερμανός διάβασε την ανακοίνωση:«Κατόπιν διαταγής του Κ(ρ)έις Κομαντατού(ρ) ο π(ρ)όεδ(ρ)ος του Μα(ρ)ουλά να κηδευτεί άνευ ιε(ρ)έως». Μετά από λίγη ώρα αποχώρησαν οι γερμανοί κι ο θρήνος συνεχίστηκε.
Οι χωριανοί έθαψαν τον Ηλία σ’ ένα πρόχειρο μνήμα. Ωστόσο ο ιερέας του χωριού, ο παπά-Μανώλης Πετουσάκης,μαζί με τους συγγενείς του Ηλία και λίγους χωριανούς, έψαλαν τη νεκρώσιμη ακολουθία γύρω στα μεσάνυχτα ή τις πρώτες πρωινές ώρες της 7ης Μαΐου 1944.
Φίλες και φίλοι.
Σε μια περίοδο που ο φόβος αποτελεί κυρίαρχη παράμετρο των ατόμων και των μαζών, σε μια εποχή που η απειλή ενός πυρηνικού ολέθρου, μιας φονικής ίωσης, μιας γεωφυσικής καταστροφής ή μιας τρομοκρατικής απειλής είναι στο καθημερινό ρεπερτόριο των δελτίων των εννιά, καλούμαστε ατομικά ο καθένας και συλλογικά όλοι και όλες μαζί, να καθαρίσουμε την ήρα από το στάχυ, το αληθές από το ψεύτικο, το φόβο από την σωφροσύνη, την αλήθεια από την πλάνη, το ανθρώπινο από το πεπλανημένο. Σ’ έναν κόσμο γεμάτο ευκαιρίες και συνάμα γεμάτο με εμπόδια, δυσκολίες και παγίδες, καλούμαστε σαν έθνος να αποφασίσουμε. Καλούμαστε σαν κοινωνία να κοινωνήσουμε την ελπίδα, την πρόοδο και το χαμόγελο.
Προτού ολοκληρώσω την μικρή μου αυτή αναφορά, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσους βοήθησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να στηθεί αυτό το μνημείο. Κυρίως να ευχαριστήσω τον δημιουργό του Μανώλη Μανωλάκη, τον Πάρεδρο του Μαρουλά Λευτέρη Βασιλακάκη και το Τοπικό Συμβούλιο, τον Δήμαρχο Ρεθύμνου Γιώργη Μαρινάκη και το Δημοτικό Συμβούλιο, τον Χαράλαμπο Κυδωνάκη, τον Κώστα Γιαπιτσόγλου και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ρεθύμνου, τον Μανώλη Ροβίθη και το Συμβούλιο Αρχιτεκτόνων, την Ιωάννα Υπερηφάνου, τον Γιάννη Αγγελάκη, την Ομάδα Ριζίτικου του Ομίλου Βρακοφόρων Κρήτης που με πολύ προθυμία βρέθηκαν σήμερα εδώ, τον Γιώργο Σταράκη για την πολύτιμη βοήθειά του στην πραγματοποίηση της σημερινής εκδήλωσης, την Κούλα την Γαλλιού που είναι στον συντονισμό της εκδήλωσης και η οποία με πολύ θέρμη και αγάπη δέχτηκε να συνδράμει, ενώ ιδιαίτερες ευχαριστίες προς την Ρένα Κουτσαλεδάκη, την πρόεδρο του Λιμενικού Ταμείου, που παρακολουθούσε μ’ ενδιαφέρον κι από κοντά σχεδόν δυο χρόνια τώρα τις διαδικασίες των σχετικών αδειοδοτήσεων.
Φίλες και φίλοι,
200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση ενάντια στους τούρκους κατακτητές και 80 χρόνια από την ιστορική μάχη της Κρήτης ενάντια στους γερμανούς ναζί, στήνουμε σήμερα, αυτό το μικρό μνημείο στη μνήμη του Ηλία Ανωμεριανάκη, εδώ, μπροστά στη φάμπρικα και το σπίτι όπου έζησε και δημιούργησε οικογένεια. Μαζί με αυτόν ανακαλούμε στην μνήμη μας και τιμούμε και όλους όσους χάθηκαν στα πεδία των μαχών του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου και ειδικά όσων Ελλήνων έδωσαν τη ζωή τους για την αποτίναξη του ναζιστικού και φασιστικού ζυγού.
Σε μια εποχή που η ιστορική μνήμη και οι μνήμες των λαών διώκονται ανοιχτά κι απροκάλυπτα, σε μια εποχή που οι μνήμες ποινικοποιούνται και εξοβελίζονται από τα διδασκαλεία, σε μια εποχή που το άσπρο γίνεται μαύρο, και το μαύρο άσπρο, σε μια εποχή που τα αυγά του φασισμού εκκολάπτονται σε αμέτρητες εκδοχές, πολλές φορές κρυφές και με γυαλιστερό προσωπείο, σε μια εποχή που βρίσκεται υπό αίρεση η δημοκρατία ή τουλάχιστον ορισμένες πτυχές αυτής, καθώς και η ελευθερία και αυτοδιάθεση προσώπων και λαών, καθίσταται επιτακτική η ζώσα επανάκληση και επαναπροσέγγιση της εθνικής μνήμης. Οι προγονικές ρίζες, τα ήθη και έθιμα του λαού μας, η ιστορία και ο κοσμοπολίτικος διαχρονικός ελληνικός πολιτισμός, είναι η ασφαλέστερη οδός ζωής, σε έναν ευμετάβλητο κόσμο που επιταχύνει ολοένα και περισσότερο προς αδιευκρίνιστους στόχους και επιδιώξεις, προορισμούς που πολύ φοβούμαι είναι πολύ μακριά από τις ανθρώπινες ανάγκες του λαού και το ελληνικό κοσμοσύστημα. Προορισμός τους πολύ φοβούμαι η βαρβαρότητα. Και για να θυμηθούμε τον μεγάλο νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη όπως δήλωνεπροφητικά στην βράβευσή του με το Νόμπελ Ποίησης το 1979:
«Είναι η βαρβαρότητα. Τη βλέπω να ‘ρχεται μεταμφιεσμένη, κάτω από άνομες συμμαχίες και προσυμφωνημένες υποδουλώσεις. Δεν θα πρόκειται για τους φούρνους του Χίτλερ ίσως, αλλά για μεθοδευμένη και οιονεί επιστημονική καθυπόταξη του ανθρώπου. Για τον πλήρη εξευτελισμό του. Για την ατίμωσή του.»
Και συνεχίζει ο ποιητής: «Οπότε αναρωτιέται κανείς: Για τί παλεύουμε νύχτα μέρα κλεισμένοι στα εργαστήριά μας; Παλεύουμε για ένα τίποτα, που ωστόσο είναι το παν. Είναι οι δημοκρατικοί θεσμοί, που όλα δείχνουν ότι δεν θ’ αντέξουν για πολύ. Είναι η ποιότητα, που γι’ αυτή δεν δίνει κανείς πεντάρα. Είναι η οντότητα του ατόμου, που βαίνει προς την ολική της έκλειψη.»
Φίλες και φίλοι, η καλύτερη μνήμη, και με αυτό θα κλείσω, το πιο σπουδαίο μνημείο το οποίο μπορούμε να στήσουμε και να τιμούμε όλους αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους ενάντια στον φασισμό, ο πιο κατάλληλος τόπος για κάτι τέτοιο, είναι η θέση της καρδιάς μας. Εκεί μπορούν να ζουν αιώνια όσα πρόσωπα δεν υπάρχουν πια, όσοι αγωνίστηκαν για ιδανικά, όσοι δεν καταδέχτηκαν να συνθηκολογήσουν με αιμοσταγείς δολοφόνους. Ας τους βάλουμε στην καρδιά μας, έχοντάς τους οδηγούς και συνοδοιπόρους.
Σας ευχαριστώ πολύ για την παρουσία σας!