Με άλλο ένα «δωράκι» συνόδευσε ο πρωθυπουργός την εισαγωγική ομιλία του στη συζήτηση στη Βουλή για την κοινωνική πολιτική της κυβέρνησης.
Συγκεκριμένα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε ότι από 1/1/2023 καταργείται για όλους -δηλαδή, και για τους δημοσίους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους- η εισφορά αλληλεγγύης, αλλά και ότι «ξεπαγώνουν» οι συντάξεις για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια.
Ο πρωθυπουργός στη διάρκεια της ομιλίας του περιέγραψε τους βασικούς άξονες κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησης, επικεντρωνόμενος σε τέσσερις βασικούς άξονες, την εργασία, την ανεργία, το ασφαλιστικό και τις συντάξεις και την προστασία των πιο ευάλωτων.
Όσον αφορά στον τομέα της εργασίας, ο πρωθυπουργός έκανε εκτενή αναφορά στα μέτρα που έχει θεσμοθετήσει η κυβέρνηση για την ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζομένων, και ειδικά στη διπλή αύξηση του κατώτατου μισθού στα 713 ευρώ, για την οποία είπε ότι σε συνδυασμό με μέτρα όπως η μείωση του ΕΝΦΙΑ συνολικά πάνω από 35%, αποτελεί ασπίδα στους χαμηλότερα αμειβόμενους και ότι δείχνει για ποιους ενδιαφέρεται η κυβέρνηση.
Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε επίσης στη θεσμοθέτηση της ψηφιακής κάρτας εργασίας, την οποία χαρακτήρισε ως διαχρονικό αίτημα ΓΣΕΕ και ως πρόσθετο χρήσιμο εργαλείο, που σύντομα θα επεκταθεί στη βιομηχανία, εταιρείες φύλαξης, και τουρισμό-εστίαση του χρόνου, προσθέτοντας, μάλιστα, ότι συμβάλλει στην καταπολέμηση εισφοροδιαφυγής.
Επίσης, αναφέρθηκε σε μέτρα όπως η γονική άδεια για τον πατέρα, τα κίνητρα σε επιχειρήσεις για παιδικούς σταθμούς, τη ρύθμιση του χρόνου απασχόλησης και διακοπών (λέγοντας ότι αποτελεί εκδοχή της 4ήμερης εργάσιμης εβδομάδας), το ολοκληρωμένο πλαίσιο εργασίας των ντελιβεράδων, την τηλεργασία και το δικαίωμα στην αποσύνδεση.
Όσον αφορά στο ζήτημα της ανεργίας, ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι μέσα στην πανδημία επιτεύχθηκε μείωσή της κατά σχεδόν πέντε εκατοστιαίες μονάδες, σημειώνοντας ότι αυτό ήλθε ως αποτέλεσμα και των 23 δις. που δαπάνησε η Πολιτεία για τη θωράκιση των θέσεων εργασίας και δημιουργία άλλων 200.000.
Ο Κ. Μητσοτάκης μίλησε για τη μεγάλη αλλαγή που η κυβέρνηση κάνει στον -τέως- ΟΑΕΔ, λέγοντας ότι πλέον δεν αρκείται σε παθητικά επιδόματα που κάνουν τον πολίτη όμηρο της ανεργίας αλλά και της εκάστοτε κυβέρνησης, αλλά και προσθέτοντας ότι πλέον ενθαρρύνει τους ανέργους να αναζητήσουν δουλειά, μέσω επιδότησης με 300 ευρώ για την κατάρτιση ατομικού σχεδίου συν το μισό του επιδόματος ανεργίας, καθώς και την εκπόνηση προγραμμάτων κατάρτισης για συμμετοχή στην αγορά εργασίας για ανέργους άνω των 55 ετών, μιλώντας για ενθαρρυντικά αποτελέσματα και για απασχόλησή τους σε δημόσιους φορείς.
Αναφερόμενος στο ζήτημα των συντάξεων, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην περίοδο του δημοψηφίσματος του 2015 και τις εικόνες συνωστισμού ηλικιωμένων στα ΑΤΜ, λέγοντας ότι όλα αυτά αποτελούν μνήμες που ξυπνούν από τις δηλώσεις Τσακαλώτου ότι υπάρχει ενδεχόμενο συνεργασίας με τον Βαρουφάκη.
Παράλληλα, κάνοντας απολογισμό του κυβερνητικού έργου στον τομέα της ασφάλισης, μίλησε για ακύρωση του νόμου Κατρούγκαλου, καθιέρωση μόνιμων αυξήσεων στις συντάξεις, ελάττωση της προσωπικής διαφοράς, ακύρωση περικοπών σε κύρια και επικουρική ασφάλιση, επιστροφή αναδρομικών, επιτάχυνση έκδοσης συντάξεων, λέγοντας ότι στόχος είναι μέχρι τα τέλη καλοκαιριού να έχουν επεξεργαστεί όσες αιτήσεις κατατέθηκαν το 2021.
Τέλος, για παρεμβάσεις ευρύτερου χαρακτήρα, ο Κ. Μητσοτάκης μίλησε για πολιτική για την ένταξη των Ρομά, πρόγραμμα στέγασης για τους αστέγους, αύξηση των γευμάτων στα σχολεία, την κάρτα αναπηρίας, τον προσωπικό βοηθό, την αυστηροποίηση των ποινών για βιασμό, κακοποίηση και παρενόχληση και ότι κατήργησε τη ρατσιστική πρακτική απαγόρευσης της αιμοδοσίας από ομοφυλόφιλους.
Κατά τα λοιπά, ο πρωθυπουργός επιτέθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας ότι «παραδώσατε την ανεργία στο 17% και την ρίξαμε στο 12. […] Παραδώσατε τον κατώτατο μισθό στα 650 ευρώ και σήμερα είναι στα 713 ευρώ. Στην εποχή σας ο ΟΑΕΔ άνοιγε με το ζόρι 10 χιλ νέες θέσεις ετησίως και σήμερα είναι πάνω από 30.000. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπερφορολόγησε την μεσαία τάξη και εμείς μειώσαμε πάνω από 30 φόρους. Κάνατε 17 περικοπές συντάξεων και εμείς μόνο αυξήσεις. Εμείς νομοθετήσαμε τα 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που γεννιέται στην Ελλάδα».