Πώς μια παλιά ντίσκο που παρέπαιε στον νότο του νομού Χανίων εξελίχθηκε σε προορισμό για όσους ακολουθούν τα φεστιβάλ χορευτικής και μη mainstream ηλεκτρονικής μουσικής.
Κάποιες παρέες αντιμετωπίζουν ένα (first world) πρόβλημα το καλοκαίρι, αφού ορισμένοι κολλάνε για χρόνια με ένα μέρος και επιλέγουν σταθερά και μόνο αυτό για τις διακοπές τους – δεν βγάζω τον εαυτό μου απ’ έξω.
Όταν αυτοί οι άνθρωποι σε μια παρέα είναι (τουλάχιστον) δύο, ο ένας πρέπει να υποχωρήσει, να πει ότι αυτήν τη χρονιά θα κάνει ένα διάλειμμα από το σερί που χτίζει τόσο καιρό σε ένα νησί και θα βγάλει εισιτήρια για εκεί όπου ακούει και ξανακούει πως είναι η «θερινή γη της επαγγελίας». Στη δική μας δεν έχει κάνει κανείς ακόμα πίσω, αλλά, αν κάποια στιγμή είμαι εγώ αυτή, με βλέπω να κατεβαίνω στη Σούγια.
Εβδομήντα χιλιόμετρα έξω από τα Χανιά, πρόκειται ουσιαστικά για ένα μικρό χωριό που «κρατάει» ακόμα, που όλη η ζωή το καλοκαίρι είναι επικεντρωμένη γύρω από μια παραλία του χιλιομέτρου με διάφανα νερά. Κάπου γύρω στα ’70s η Σούγια ήταν τα δεύτερα Μάταλα – φαίνεται πως οι χίπηδες από τις σπηλιές του Ηρακλείου μεταφέρθηκαν κάποια στιγμή και άρχισαν να κατασκηνώνουν εκεί. Έχει λιγότερους από εκατό μόνιμους κατοίκους τον χειμώνα και το καλοκαίρι όμως δεν πήζει από κόσμο, αφού δεν έχει μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες.
«Για τον κόσμο που προτιμά τη Σούγια το Fortuna είναι η έξοδός του – όχι ότι έχει και πολλές επιλογές», λέει ο Νίκος και γελάει. Σίγουρα υπάρχει κόσμος που ξέρω ότι περιμένει να ξημερώσει στο Fortuna για να κάνει μια πρωινή λυτρωτική βουτιά στα νερά της Σούγιας.
Σύμφωνα με τον υπολογισμό ενός ντόπιου, οι «πανσιόν» που άρχισαν να εμφανίζονται στα τέλη της δεκαετίας των ’80s – αρχές ’90s μετράνε γύρω στα τριακόσια δωμάτια συνολικά. Αντίστοιχα, οι επιλογές εξόδου που προσφέρει δεν είναι αμέτρητες και ο κόσμος που πάει εκεί αυτό ακριβώς θέλει, να χαλαρώσει, να ξεκουραστεί, να μη γράψει χιλιόμετρα σε μετακινήσεις, να μη χαωθεί από την υπερπροσφορά προτάσεων, να τρώει σε μια ταβέρνα, στου Πολύφημου, και τυλιχτά με μαραθόπιτα στο ένα και μοναδικό σουβλατζίδικο που ψήνει εκεί.
Η Σούγια είναι από αυτά τα μέρη όπου τα μαγαζιά που φτιάχνουν καφέ το πρωί περιμένουν τους παραθεριστές και το βράδυ, αν λοιπόν κάποιος θέλει να βγει υπάρχουν τρεις-τέσσερις επιλογές για να πιει το ποτό του ήσυχα. Όμως υπάρχει και ένα μέρος έξω από το χωριό, στα τριακόσια μέτρα, που παρτάρει συχνά και, εκτός από τους Αθηναίους και τους Θεσσαλονικείς που θα κάνουν τόσα χιλιόμετρα για να περάσουν σε αυτό τρία και τέσσερα βράδια, η χάρη του έχει καταφέρει να φτάσει μέχρι τη Σιγκαπούρη.
Χωρίς να έχω κάποια διάθεση για καλοκαιρινή γκρίνια, λίγα είναι πια εκείνα τα μέρη που ξενυχτάνε και δεν θυμίζουν την Αθήνα, ακόμα κι αν λειτουργούν πολύ μακριά από αυτή. Πόσα καλτ μέρη στα νησιά έχουν αντέξει στον χρόνο; Μόνο η La Luna της Αντιπάρου μού έρχεται γρήγορα στο μυαλό. Κάτι σαν τη La Luna της Σούγιας ήταν κάποτε το Fortuna που, τοποθετημένο σε ένα χωράφι, άνοιξε στα ’90s για να λειτουργήσει ως ντίσκο.
Ήταν δύσκολο μαγαζί, δεν βρισκόταν σε πέρασμα, ενώ το Alabama, που υπήρχε ήδη από τα ’70s, ήταν το κλασικό βραδινό στέκι της περιοχής – ήταν και πάνω στη θάλασσα, και αυτό πάντοτε μετράει. Σταδιακά, το Fortuna πέρασε σε μια φάση παρακμής, μάλιστα μια χρονιά, το 2006, δεν λειτούργησε καθόλου. Και ενώ θα έκλεινε, ένας Χανιώτης «τυχαία», χωρίς να έχει καθόλου στο πρόγραμμά του να πιάσει και βραδινή βάρδια, έχοντας ήδη ένα καφέ στην περιοχή, αποφάσισε να πάρει το μαγαζί και να το φρεσκάρει.
Ο Νίκος Φιωτοδημητράκης, λοιπόν, το πήρε το 2011, διατήρησε το όνομα που του δόθηκε από τον πρώτο του ιδιοκτήτη, όμως αποφάσισε ότι δεν θα απευθυνθεί στον ντόπιο πληθυσμό που έτσι κι αλλιώς είναι λίγος και μέσα στην κρίση δεν μπόρεσε να στηρίξει ούτε το Alabama ούτε το Fortuna.
Είναι και δύσκολο να ξεκινήσει κάποιος από τα Χανιά για να βγει εκεί, «και ήταν πιο δύσκολο τότε γιατί υπήρχαν ακόμα κλαμπ στην πόλη. Μετά το ’15 έκλεισαν και τα τελευταία, τα πιο πολλά έχουν γίνει ξενοδοχεία. Τα Χανιά έχουν γεμίσει Airbnb, οπότε όπου υπάρχουν βραδινά μαγαζιά ενοχλούν, και αν δεν ενοχλούν είναι δύσκολο να συντηρηθούν. Έχει μειωθεί ο κόσμος που βγαίνει πια το βράδυ, τα πράγματα δεν είναι όπως ήταν πριν από δεκαπέντε – είκοσι χρόνια».
«Άρχισα να προσπαθώ να κάνω πράγματα που αφορούσαν κόσμο που δεν ήταν αυτός που συνήθιζε να το επισκέπτεται. Δεν ήταν καλή περίοδος για ό,τι καινούργιο βέβαια η αρχή της κρίσης, πόσο μάλλον εδώ. Χρόνο με τον χρόνο φτιάχτηκε και έφτασε μέχρι σήμερα. Τα πρώτα χρόνια δεν είχε κανένα ενδιαφέρον και ό,τι διοργάνωνα στην αρχή πήγαινε άπατο». Οι συνθήκες δεν είχαν ωριμάσει το 2012 για να υποδεχτεί θερμά η Σούγια τις πιο πειραματικές και indie προτάσεις για τις οποίες τότε διψούσε η Αθήνα.
Έκανε στροφή στη ροκ που ήταν πιο ασφαλής επιλογή, ενώ οι Χαΐνηδες και ο Παυλίδης ήταν από τους πρώτους που πέρασαν από εκεί για ένα live. Έπειτα έκανε ένα ακόμα πείραμα, στήνοντας συναυλίες έξω από το Fortuna με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου και τον Σωκράτη Μάλαμα, «είχαμε capital controls, ήταν όλο επεισοδιακό, δεν ξανάγιναν αυτά». Μέχρι που το 2017 το μαγαζί άρχισε να μπαίνει στον σημερινό του δρόμο.
Σήμερα τα πράγματα δεν είναι έτσι. Μπορεί τις καθημερινές να λειτουργεί σαν ένα απλό μπαρ με ελάχιστους θαμώνες, όμως με τα events που στήνονται πια στο Fortuna ο κόσμος κατεβαίνει στη Σούγια για να κάνει αυτό που λέμε «τριήμερο – σκότωμα», κολλάει την Παρασκευή και τη Δευτέρα σε ένα Σαββατοκύριακο προκειμένου να χορέψει σε ένα open air dancefloor που μοιάζει με αυλή περιφραγμένη με καλαμωτή. Έχει κάτι από την αίσθηση της ανοιχτής καλοκαιρινής ντίσκο, σε κάποια σημεία σού δίνει δόσεις ουρανού και τα γυαλιά ηλίου για το πρωί είναι απαραίτητα.
Είναι πια προορισμός για όσους παρακολουθούν και ακολουθούν τα φεστιβάλ dance, ηλεκτρονικής κατεύθυνσης που διοργανώνονται στην Ελλάδα με ντόπια και ξένα ονόματα. Το πιο παλιό event, που προϋπήρχε μάλιστα της νέας εποχής του Fortuna, είναι το Healthy Summer με την underground και τέκνο κατεύθυνση που τρέχει εκεί από το 2007.
To San people έχει disco house διάθεση, το Nature loves courage συγκεντρώνει πολύ κόσμο από το εξωτερικό με τη ρέιβ αισθητική του, το Sougia Bass είναι drum & bass, όπως και το Southern Lights, που κινείται και σε psytrance και minimal deep ήχο, ενώ το Totem επιδιώκει να αναδείξει καινοτόμα, μη προβεβλημένα είδη ηλεκτρονικής μουσικής.
Γενικά, αν κάποιος θέλει να ακούσει μη mainstream ηλεκτρονική στην Κρήτη κατευθύνεται προς το Fortuna. Επίσης, στο Other Wind Festival, που διοργανώνεται για πέμπτη χρόνια φέτος και θα διαρκέσει εννιά μέρες με ένα line-up που περιλαμβάνει ονόματα όπως ο Die Arkitekt, ο Mazoha, η Nalyssa Green, οι Nekrotsoulithra, ο Ταφ Λάθος, η VASSIŁINA και οι Συνθετικοί.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει καθήκον να ξαναγίνει ένα σοβαρό και συγκροτημένο κόμμα, γι’ αυτό και έχουν…
«Δεν θα συμφωνήσω ότι έχει επικρατήσει η άποψη «’ότι το ΚΚΕ δεν θέλει να κυβερνήσει’», τόνισε ο…
Του Γιάννη Γ. Καλογεράκη Μαθηματικού Στατιστικολόγου Επιτ. Σχολικού Συμβούλου Μαθηματικών (Την αμαθίαν καταλύεται η αλήθεια)…
Ο κ. Ευτύχης Δαμηλάκης, Επικεφαλής της Μείζονος Αντιπολίτευσης Δήμου Καντάνου-Σελίνου και Αντιπρόεδρος της Δημοτικής Επιτροπής,…
Σήμερα, στο κέντρο της Αγοράς της πόλης των Χανίων, ολοκληρώθηκαν οι εορταστικές εκδηλώσεις που διοργάνωσε…
Αρκετά υψηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο το 2023 είναι ο αριθμός των θανατηφόρων τροχαίων δυστυχημάτων στην Ελλάδα (68…
This website uses cookies.