Αυξάνεται η αβεβαιότητα στην παγκόσμια οικονομία. Αυτή είναι η κοινή διαπίστωση αλλά και προειδοποίηση των υπουργών Οικονομικών των χωρών μελών της G-7, οι  οποίοι ολοκλήρωσαν την τριμερή συνάντηση τους στη Νιιγκίτα της Ιαπωνίας, η οποία επισκιάστηκε από το αδιέξοδο στις συζητήσεις για το ανώτατο όριο χρέους των ΗΠΑ και τις επιπτώσεις της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Οι υπεύθυνοι χάραξης παγκόσμιας πολιτικής – οι οποίοι είναι ήδη απασχολημένοι με τις χρεοκοπίες των αμερικανικών τραπεζών και τις προσπάθειες μείωσης της εξάρτησης από την Κίνα – αναγκάζονται τώρα να αντιμετωπίσουν μια πιθανή χρεοκοπία της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου.


«Η παγκόσμια οικονομία επέδειξε ανθεκτικότητα απέναντι σε πολλαπλά σοκ, όπως η πανδημία COVID-19, ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και οι σχετικές πληθωριστικές πιέσεις», δήλωσαν οι υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες. «Πρέπει να παραμείνουμε σε επαγρύπνηση και να παραμείνουμε ευέλικτοι και ευπροσάρμοστοι στη μακροοικονομική μας πολιτική εν μέσω αυξημένης αβεβαιότητας σχετικά με τις  προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας».

Το ανακοινωθέν δεν έκανε καμία αναφορά στο αδιέξοδο για το ανώτατο όριο χρέους των ΗΠΑ, το οποίο πλήττει τις αγορές σε μια περίοδο που το κόστος δανεισμού αυξάνεται λόγω της επιθετικής σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής από τις κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ και της Ευρώπης.

Η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γέλεν, η οποία έχει πει ότι εντός εβδομάδων θα μπορούσε να συμβεί η πρώτη στην ιστορία χρεοκοπία των ΗΠΑ,  δήλωσε στο Reuters ότι η κατάσταση είναι «πιο δύσκολη» όσον αφορά τις συνομιλίες  από ό,τι στο παρελθόν αλλά παραμένει αισιόδοξη ότι μπορεί να βρεθεί λύση. Μιλώντας για το ίδιο θέμα ο  Ιάπωνας υπουργός Οικονομικών Shunichi Suzuki  παραδέχθηκε ότι το αμερικανικό χρέος συζητήθηκε στο δείπνο της Πέμπτης αλλά δεν έδωσε περισσότερες λεπτομέρειες. Σε αντίθεση με τον Βρετανό ομόλογο του που ήταν πολύ σαφής λέγοντας  ότι θα ήταν «απολύτως καταστροφικό» εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν κατάφερναν να καταλήξουν σε συμφωνία για την αύξηση του ομοσπονδιακού ορίου δανεισμού

Οι κεντρικές τράπεζες

Επιδιώκοντας να καθησυχάσουν τους επενδυτές στον απόηχο των πρόσφατων χρεοκοπιών των αμερικανικών τραπεζών, οι επικεφαλής των υπουργών Οικονομικών της G-7 διατήρησαν την εκτίμησή τους τον Απρίλιο ότι το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι «ανθεκτικό». Ωστόσο, δεσμεύτηκαν στο ανακοινωθέν να αντιμετωπίσουν «τα κενά στα δεδομένα, την εποπτεία και τη ρύθμιση του τραπεζικού συστήματος».

Πολλές κεντρικές τράπεζες αντιμετωπίζουν ένα σημείο καμπής, καθώς η επιθετική σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής επιβραδύνει την ανάπτυξη και δημιουργεί αναστάτωση στο τραπεζικό σύστημα.Στο πλαίσιο αυτό  ο ο διοικητής της Τράπεζας της  Ιαπωνίας (BOJ), Καζούο Ουέντα είπε ότι πολλοί ομόλογοι εκτιμούν ότι δεν έχει φανεί ακόμα ο αντίκτυπος των προηγούμενων αυξήσεων των επιτοκίων ενώ πρόσθεσε ότι οι κεντρικοί τράπεζες βρίσκονται σε διαδικασία να σχεδιάσουν τις επόμενες κινήσεις της νομισματικής πολιτικής.

«Οι συμμετέχοντες φάνηκε να μοιράζονται την άποψη ότι η επίδραση των προηγούμενων αυξήσεων των επιτοκίων δεν έχει ακόμη φανεί πλήρως στις οικονομίες και στον πληθωρισμό τους και θα μπορούσε να αρχίσει να αποτυπώνεται περισσότερο στο μέλλον» είπε χαρακτηριστικά ο Ιάπωνας κεντρικός τραπεζίτης.«Πολλοί είπαν ότι ήθελαν να καθοδηγήσουν τη νομισματική πολιτική, έχοντας αυτή την εκτίμηση κατά νου», πρόσθεσε.

Η ομάδα επανέλαβε την καταδίκη της για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και δεσμεύτηκε να ενισχύσει την παρακολούθηση των διασυνοριακών συναλλαγών μεταξύ της Ρωσίας και άλλων χωρών.

Η ανατολή της Κίνας

Η Κίνα ήταν επίσης στην ατζέντα των συζητήσεων της G7, με την Ιαπωνία να πρωτοστατεί στις προσπάθειες για τη διαφοροποίηση των αλυσίδων εφοδιασμού και τη μείωση της μεγάλης εξάρτησής τους από τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου.

Στην ανακοίνωσή τους οι ηγέτες των οικονομικών φορέων έθεσαν προθεσμία μέχρι το τέλος του έτους για την έναρξη ενός νέου συστήματος για τη διαφοροποίηση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού.

Το νέο σύστημα προβλέπει ότι η G-7 θα προσφέρει βοήθεια σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, ώστε να μπορούν να διαδραματίσουν μεγαλύτερο ρόλο στις αλυσίδες εφοδιασμού προϊόντων που σχετίζονται με την ενέργεια, όπως με τη διύλιση ορυκτών και την επεξεργασία κατασκευαστικών μερών.

«Η διαφοροποίηση των αλυσίδων εφοδιασμού μπορεί να συμβάλει στη διαφύλαξη της ενεργειακής ασφάλειας και να μας βοηθήσει να διατηρήσουμε τη μακροοικονομική σταθερότητα», αναφέρεται στο ανακοινωθέν, προσθέτοντας ότι το σύστημα θα ξεκινήσει “το αργότερο μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους”.

Το ανακοινωθέν δεν ανέφερε την ιδέα, που είχε επισημανθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες, να εξεταστεί το ενδεχόμενο επιβολής στοχευμένων περιορισμών στις επενδύσεις στην Κίνα για να καταπολεμηθεί η χρήση “οικονομικού καταναγκασμού” από το Πεκίνο εναντίον άλλων χωρών. Αλλά ανέφερε ότι οι χώρες της G-7 θα εργαστούν για να διασφαλίσουν ότι οι ξένες επενδύσεις σε κρίσιμες υποδομές “δεν υπονομεύουν την οικονομική κυριαρχία των χωρών υποδοχής”.

Οι συζητήσεις μεταξύ των οικονομικών ηγετών θα θέσουν τις βάσεις για τη σύνοδο κορυφής της G-7 που αρχίζει την Παρασκευή στη Χιροσίμα, όπου η ανησυχία για τη χρήση «οικονομικού εξαναγκασμού» από την Κίνα στις συναλλαγές της στο εξωτερικό θα είναι μεταξύ των βασικών θεμάτων της συζήτησης.