Ένα ακραίο κύμα καύσωνα σαρώνει τις τελευταίες ημέρες το Βόρειο Ημισφαίριο, προκαλώντας σημαντικά προβλήματα και φονικές πυρκαγιές, όπως αυτές στην Πορτογαλία. Ο πλανήτης περνά έναν ακόμη εξαιρετικά θερμό χρόνο και τα κύματα καύσωνα είναι πολύ πρόωρα.
Στοιχεία της Εθνικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας των ΗΠΑ δείχνουν ότι η Ευρώπη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Νοτιοανατολική Ασία, ανάμεσά τους η Κίνα, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα, είχαν ασυνήθιστα ζεστό καιρό από τον Μάρτιο έως τον Μάιο. Η τάση που καταγράφηκε τους τελευταίους δύο μήνες θέτει τις μέσες παγκόσμιες θερμοκρασίες μεταξύ των υψηλότερων που έχουν καταγραφεί από τότε που κρατούνται στοιχεία, το 1880. Όταν μιλάμε για την κλιματική αλλαγή, συνήθως, αναφερόμαστε στο μέλλον, όμως οι τελευταίες μελέτες διαπιστώνουν πως βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη και είναι προφανές πως χειροτερεύει.
Σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature, ο καύσωνας είναι πιο συνηθισμένη υπόθεση από όσο νομίζουμε. Σε όλο τον κόσμο, περίπου το 30% των ανθρώπων εκτίθεται σε υπερβολική θερμότητα, απειλητική για ζωή, επί τουλάχιστον 20 ημέρες κάθε χρόνο. Στο Σικάγο το 1995 σκότωσε 739 ανθρώπους. Στην Ευρώπη το 2003, πήρε άλλες 70.000 ζωές. Επτά χρόνια μετά, το 2010, περισσότεροι από 10.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στη Ρωσία. Και αυτά είναι ορισμένα μόνο παραδείγματα.
Αν δεν κάνουμε τίποτα για να μειώσουμε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που επιταχύνουν δραματικά την κλιματική αλλαγή και συμβάλλουν στην αύξηση της θερμοκρασίας, το 74% των ανθρώπων σε όλον τον πλανήτη θα βιώσουν ακραίους και εν τέλει, φονικούς καύσωνες μέχρι το 2100.
Όπως γράφει το rawstory.com, σε αντίθεση με τις πλημμύρες, τους σεισμούς και τους ανεμοστρόβιλους, ο καύσωνας είναι ύπουλος, καθώς πιέζει τα όρια του ανθρώπινου σώματος μέχρι που ξαφνικά τα ξεπερνάει.
Πάνω από ένα ορισμένο όριο που δύσκολα μπορεί να προσδιοριστεί εξαιτίας πολλαπλών μεταβλητών όπως η υγρασία, η ηλιακή ακτινοβολία, η αύρα και η ζέστη ο ανθρώπινος οργανισμός απλά δεν αντέχει.
Η αιμοσφαιρίνη δεσμεύει οξυγόνο και το μεταφέρει στο αίμα. Καθώς οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν, η αναπνοή μετατρέπεται για τον οργανισμό σε «αγγαρεία» -κάθε αναπνοή έχει λιγότερο οξυγόνο. Ο ιδρώτας δροσίζει το σώμα μέσω της εξάτμισης, αλλά τα μικρά παιδιά και οι ηλικιωμένοι δεν ιδρώνουν τόσο πολύ, και όταν ο αέρας είναι ήδη πυκνός από την υγρασία, ο ιδρώτας δεν εξατμίζεται, συνεπώς το σώμα δεν δροσίζεται.
Σε ένα περιβάλλον, που λόγω της ανθρώπινης δραστηριότητας μόνο παρθένο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, ο καύσωνας αναμειγνύει τους ατμοσφαιρικούς ρύπους με το ηλιακό φως, δημιουργώντας όζον (κύριο συστατικό του νέφους). Σύμφωνα με την Υπηρεσία Περιβαλλοντικής Προστασίας των ΗΠΑ, η κακή ποιότητα του αέρα μπορεί να προκαλέσει πόνο στο στήθος, βήχα, ερεθισμό του λαιμού, συμφόρηση και να επιδεινώσει τη βρογχίτιδα, το εμφύσημα και το άσθμα. Μελέτη διαπίστωσε ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση, συμπεριλαμβανομένου του νέφους, σκοτώνει ετησίως περισσότερα από 3 εκατ. ανθρώπους.
Για να καταλήξουν σε μία πρόβλεψη ως προς το ποσοστό των ανθρώπων οι οποίοι λόγω κλιματικής αλλαγής θα εκτεθούν σε αφύσικα υψηλές θερμοκρασίες, οι ερευνητές εξέτασαν 911 μελέτες, οι οποίες περιελάμβαναν στοιχεία από 1.949 πόλεις και περιοχές όπου οι θάνατοι συνδέονταν με υψηλές θερμοκρασίες.
Ποιές θερμοκρασίες θεωρούνται… καύσωνας;
«Αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα», λέει ο Camil Mora, ερευνητής βιογεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο της Χαβάης και επικεφαλής της έρευνας. «Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να ορίσουμε τι είναι ένα κύμα καύσωνα και αυτό είναι που προσδίδει αξία στην εν λόγω έρευνα. Μόλις συλλέξαμε τα δεδομένα αποφασίσαμε να αφήσουμε το όριο κάτω από εκείνο στο οποίο πέθαναν οι άνθρωποι».
Ο καύσωνας μπορεί να είναι θανατηφόρος ακόμη και σε μέτριες θερμοκρασίες κάτω των 30 βαθμών Κελσίου, αν συνδυαστεί με πολύ υψηλή υγρασία, σύμφωνα με την έρευνα.
«Το ίδιο ισχύει και στην αντίθετη περίπτωση, σε πολύ ζεστές θερμοκρασίες αλλά ασυνήθιστα ξηρές».
Θανατηφόρα κύματα καύσωνα έχουν καταγραφεί μεταξύ άλλων στη Νέα Υόρκη, την Ουάσιγκτον, το Λος Άντζελες, το Σικάγο, το Τορόντο, το Λονδίνο, το Πεκίνο, το Τόκιο, το Σίδνεϊ και το Σάο Πάολο.
Σύμφωνα πάντως, με τον Daniel Mitchell, επιστήμονα της Ατμόσφαιρας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης «πολλά πράγματα μπορούν να οδηγήσουν στον θάνατο, που δεν έχουν καμία σχέση με το κλίμα. Ένα καλό παράδειγμα είναι η Αίγυπτος όταν το 2015, με το κύμα καύσωνα πέθανε ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων, αλλά όλοι ήταν σε φυλακές και ψυχιατρικά νοσοκομεία, επειδή δεν είχαν ανθρώπους γύρω τους στην έξαρση του καύσωνα για να τους φροντίσουν».
Ομοίως, το κύμα καύσωνα του 2003 ήταν τόσο θανατηφόρο στη Γαλλία, επειδή συνέπεσε με τις διακοπές του Αυγούστου. Οι μεγάλες πόλεις άδειασαν και οι άνθρωποι έφυγαν αφήνοντας πίσω μόνος τους ηλικιωμένους. Η κατάσταση επιδεινώθηκε από την αδυναμία να αντιμετωπιστούν τέτοια περιστατικά, καθώς τα κλιματιζόμενα κέντρα (που είναι κοινά στις ΗΠΑ) είναι σπάνια στο Παρίσι. Οι γαλλικές πόλεις τα πήγαν καλύτερα στους καύσωνες που ακολούθησαν. Τα καλοκαίρια με τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες γίνονται ολοένα και πιο συχνά, οπότε οι αρχές είναι πλέον και καλύτερα προετοιμασμένες.
Ο Mitchell σημειώνει επίσης ότι η μελέτη αναλύει τι θα συμβεί βασισμένη σε δεδομένα που αφορούν κυρίως το βορρά, παρά το γεγονός ότι πολλές χώρες, ιδιαίτερα στον αναπτυσσόμενο κόσμο, είναι πολύ διαφορετικές. «Οι πόλεις μας είναι πολύ διαφορετικές στα βόρεια μέσα γεωγραφικά πλάτη από την τροπική ζώνη της Αφρικής. Η οικονομία μας είναι επίσης, πολύ διαφορετική, όπως και οι κοινωνικοί παράγοντες».
Ενώ οι περιοχές που βρίσκονται πιο κοντά στους πόλους θα έχουν πιο υψηλές θερμοκρασίες, λέει ο Μόρα, στην πραγματικότητα, πιο ευάλωτοι είναι οι άνθρωποι στις τροπικές περιοχές. Συνεπώς, ακόμη και λίγο υψηλότερες θερμοκρασίες, θα μπορούσαν να αποδειχθούν καταστροφικές.
Με άλλα λόγια, η εκτίμηση του τι θα συμβεί στους τροπικούς με βάση τα βόρεια μεσαία γεωγραφικά πλάτη μπορεί να υποτιμά τις επιπτώσεις. Μελέτη του 2015 που δημοσιεύτηκε στο Nature Climate Change διαπίστωσε ότι στην Αυστραλία, η απουσία των εργαζομένων κατά τη διάρκεια του καύσωνα του 2013 και 2014 κόστισαν 6,2 δισεκατομμύρια δολάρια (περίπου το 0,3% του ΑΕΠ της χώρας).
Μελέτη του 2009 που δημοσιεύθηκε στη Διεθνή Επιθεώρηση Δημόσιας Υγείας, για τους εργάτες σε εργοτάξια στην Ινδία και σε εργοστάσια υποδημάτων στο Βιετνάμ, διαπίστωσε ότι οι μακρές περίοδοι ανάπαυσης κατά τη διάρκεια των πιο ζεστών ημερών έφτασαν από ώρες 8-10 σε 15-16 ώρες. «Είμαστε κρατούμενοι στα ίδια μας τα σπίτια για να αντιμετωπίσουμε τα κύματα καύσωνα» καταλήγει ο Mora.