Έπεσε στα χέρια της μια φωτογραφία. Ήταν ο ιερέας παππούς της με τις ανιψιές της. Στη σκέψη ότι θα μπορούσε να τις κακοποιεί σεξουαλικά όπως έκανε με την ίδια όταν ήταν παιδί, αποφάσισε να μιλήσει, να απαιτήσει τη συγγνώμη του. Η άρνησή του έκανε τη φωνή της πιο ηχηρή. Τελικά η Jasmin Mara Lopez έκανε ντοκιμαντέρ την προσωπική της ιστορία, ανακαλύπτοντας πως η κακοποίηση απλωνόταν και σε άλλα μέλη της οικογένειας που έπνιγαν την οδύνη στη σιωπή.

Η Jasmin Mara Lopez είναι δημοσιογράφος, παραγωγός ήχου, σκηνοθέτης και επιζήσασα παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης. Μοιρασμένη ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Μεξικό, τον τόπο καταγωγής της αφηγείται στο αυτοβιογραφικό ντοκιμαντέρ «Silent Beauty» πως το τραύμα της κακοποίησης της από τον παππού της, ήταν πάντα εκεί, όποιο χώμα κι αν πατούσε.

Το ντοκιμαντέρ που παρακολουθήσαμε στο πλαίσιο του εξαιρετικού Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Πελοποννήσου, μας έκοψε την ανάσα αλλά μας εμφύσησε και αισιοδοξία. Γιατί μέσα από την επώδυνη διαδρομή της σύγκρουσης και της αποδοχής, η γενναία και ταλαντούχα σκηνοθέτρια, όχι απλά έφτασε στη λύτρωση αλλά έγινε φάρος για πολλά θύματα που δεν έχουν καταφέρει να μιλήσουν για το αβάσταχτο παιδικό τραύμα.

Στην ταινία αφηγείται πως ο παππούς ήταν σαν πατέρας της, καθώς μεγάλωνε στο σπίτι του. Πως ως ιερέας ήταν αυστηρός στην τήρηση των κανόνων. Κι εκείνη έπρεπε να υπακούσει όταν της είπε να μη μιλήσει σε κανέναν για ό,τι της έκανε στο γκαράζ του σπιτιού. Εκτός από την βαθιά εξομολόγηση, η ταινία περιλαμβάνει πλούσιο υλικό ερασιτεχνικών πλάνων από τη ζωή της με τον παππού και τη γιαγιά, τα ξαδέρφια και τους θείους της. Τη βλέπουμε να μιλά για την ιστορία της με την αδερφή της, τη μητέρα της και τον ίδιο τον κακοποιητή της.

«Υπήρξαν άνθρωποι που προσπάθησαν να με αποτρέψουν να μιλήσω»

«Ο παππούς μου, ο κακοποιητής μου, ήταν πολύ κοντά στη μητέρα μου μέχρι την ημέρα που αποκάλυψα σε αυτήν το 2014 όλη την αλήθεια. Μου είχε δώσει το αρχείο Super 8, μαζί με άλλα σχετικά υλικά που βλέπετε στην ταινία, γιατί ήταν στιγμές από την παιδική μου ηλικία. Η μητέρα μου είχε επίσης κινηματογραφήσει κάποια από τα πλάνα που βλέπετε στην ταινία. Υπήρξαν άνθρωποι που προσπάθησαν να με αποτρέψουν να μιλήσω, αλλά κανείς δεν με απέτρεψε όμως από το να χρησιμοποιήσω αυτό το υλικό.

Ήξεραν τι έκανα και τους έδωσα την ευκαιρία να επικοινωνήσουν μαζί μου. Πιστεύω ότι οι αποξενωμένοι συγγενείς ελπίζανε ότι θα εξαφανιζόμουν. Εγώ πίστευα ότι αυτή η ταινία θα μπορούσε να ενθαρρύνει τη θεραπεία μέσα στην οικογένειά μου, αλλά πήρα την απόφαση να θολώσω μερικά πρόσωπα για ευνόητους λόγους» είπε η σκηνοθέτρια σε συνέντευξη που έδωσε μετά την κυκλοφορία της πολυβραβευμένης ταινίας της.

Η Λόπες αποκάλυψε το μυστικό στο περιβάλλον. Ακούμε τον παππού της στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής να λέει πως όλα αυτά τα επινόησε. Ακούμε και την τρεμάμενη φωνή της να ζητά επίμονα να της ζητήσει συγγνώμη. Τελικά τον καταγγέλλει, εκείνος οδηγείται στο αστυνομικό τμήμα, αρνείται τα πάντα και τον απελαύνουν.

«Η απέλαση δεν είναι η λύση σε αυτό το πρόβλημα. Αυτή η χώρα απέλασε έναν παιδόφιλο γνωρίζοντας ότι θα μπορούσε ενδεχομένως να κακοποιήσει παιδιά σε άλλη κοινότητα. Κλείνουμε ή στέλνουμε μακριά τους “τέρατα”, αλλά δεν αντιμετωπίζουμε το τραύμα σε αυτά τα άτομα για να θεραπεύσουμε τη ρίζα του προβλήματος. Αποφεύγουμε να βρούμε λύσεις γιατί θέλουμε να προσποιούμαστε ότι αυτό δεν συμβαίνει στον βαθμό που πραγματικά συμβαίνει» λέει η Λόπες η οποία ως παιδί μεταναστών είχε κι άλλα εμπόδια:

«Οι περισσότερες οικογένειες δεν έχουν πόρους ή τη δυνατότητα να υποστηρίξουν πλήρως ένα παιδί σε αυτή τη διαδικασία. Εμείς δεν είχαμε. Για την οικογένειά μου, η διαχείριση μέσω του κράτους ήταν το μόνο που γνωρίζαμε να κάνουμε. Δεν ήμασταν ενήμεροι για άλλες επιλογές. Η οικογένειά μου δεν ήταν κατάλληλη για να φροντίσει την ψυχική υγεία ενός σεξουαλικά κακοποιημένου παιδιού. Η δική μας εκκλησία σιώπησε και έκρυψε την κακοποίηση, οπότε δεν επρόκειτο να παρέχει επαρκή υποστήριξη.

Υπάρχουν κάποιες κοινωνικές υπηρεσίες για τα θύματα, αλλά περιορίζονται σε σύντομες περιόδους, συχνά απαιτούν να ξεπεραστούν πολλά εμπόδια και δεν παρέχουν επαρκή ενημέρωση. Είναι πολύ περιορισμένη η υποστήριξη και συχνά δεν επεκτείνεται στα παιδιά και τα μέλη της οικογένειας που επηρεάζονται επίσης.

Υποστήκαμε επανατραυματισμό συνεργαζόμενοι με το κράτος. Και υποστήκαμε επανατραυματισμό λόγω της αδυναμίας της οικογένειάς μας να μας υποστηρίξει σωστά. Ορισμένοι από τους επιζώντες στην οικογένειά μου παραμένουν σιωπηλοί σήμερα επειδή επανατραυματίστηκαν από την αντίδραση της οικογένειάς μου. Χρειάζεται να γίνει ένας μεγαλύτερος διάλογος μέσα στην κοινωνία και τις κοινότητές μας, γιατί συνεχίζουμε να βλάπτουμε τα παιδιά που κακοποιούνται σεξουαλικά. Οι οικογένειες χρειάζεται να κατανοήσουν καλύτερα τις επιλογές τους για να υποστηρίξουν τα παιδιά τους και το κράτος πρέπει να είναι ουσιαστικός αρωγός».