Στον απόηχο της 11ης Σεπτεμβρίου, οι επιθέσεις τύπου McCarthy έκαναν μια ισχυρή επανεμφάνιση. Οι προσπάθειες κάποιων να αντιταχθούν στον κατασταλτικό Patriot Act, ο οποίος επέτρεψε στις υπηρεσίες πληροφοριών και επιβολής του νόμου να παραβιάζουν τις πολιτικές ελευθερίες ατιμώρητα, προκάλεσαν άμεσες κατηγορίες για «ηπιότητα απέναντι στην τρομοκρατία». Το ίδιο έκανε και η κριτική για την έλλειψη σύνεσης που υπήρχε στην απόφαση για Εξουσιοδότηση για τη Χρήση Στρατιωτικής Δύναμης (AUMF), η οποία έδωσε στον πρόεδρο σχεδόν λευκή επιταγή για να πραγματοποιήσει στρατιωτικές επεμβάσεις σε όλο τον κόσμο στο όνομα ενός «πολέμου κατά της τρομοκρατίας».
Τα Γεράκια του Πολέμου διεύρυναν επιτυχώς αυτή την τακτική για να εμποδίσουν τη συζήτηση σχετικά με την εκστρατεία του Τζορτζ Μπους να ξεκινήσει έναν πόλεμο αλλαγής καθεστώτος ενάντια στον Ιρακινό ηγέτη Σαντάμ Χουσεΐν. Το περιβόητο άρθρο του Ντέιβιντ Φραμ στο National Review, με τίτλο «Unpatriotic Conservatives», ήταν το πιο κραυγαλέο παράδειγμα του νέου Μακαρθισμού, αλλά απείχε πολύ από το να είναι το μοναδικό .
Το ίδιο μοτίβο εμφανίστηκε ξανά σε σχέση με την πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Ρωσίας. Πράγματι, οι συκοφαντίες ήταν άφθονες από μια de facto συμμαχία που υπάρχει μεταξύ νεοσυντηρητικών και φιλελεύθερων γερακιών πολύ πριν το Κρεμλίνο ξεκινήσει την τρέχουσα, βάναυση εισβολή του στην Ουκρανία.
Οι ειδικοί που υποστήριξαν ότι η παρέμβαση της Ουάσιγκτον προς στήριξη των διαδηλωτών με στόχο την ανατροπή του εκλεγμένου αλλά φιλορώσου προέδρου της Ουκρανίας το 2014 ήταν αυτό που οδήγησε τους στην επακόλουθη προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, ξαφνικά μετατράπηκαν σε στόχους βιτριολικών επιθέσεων απ’ αυτή τη συμμαχία.
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πρίνστον Στίβεν Φ. Κοέν, ένας μακροχρόνιος διακεκριμένος μελετητής της Σοβιετικής Ένωσης και των κρατών που την διαδέχτηκαν, ήταν ένας εξέχων πρώτος στόχος. Οι κριτικοί αμφισβήτησαν τα κίνητρα του Κοέν και πλήγωσαν τη φήμη του. Επιθέματα όπως ο «Αμερικανός απολογητής του Πούτιν» και «Ο φίλος του Πούτιν» ήταν μεταξύ των ταμπελών ρουτίνας που εφάρμοσαν.
Αυτές οι τακτικές έγιναν ακόμη πιο κατάφωρες καθώς η κρίση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας (και μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ) βάθυνε τα χρόνια μετά το 2014. Οι αναλυτές που τόλμησαν να υποστηρίξουν ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά μέχρι τα σύνορα της Ρωσίας είχε προκαλέσει άσκοπα τη Μόσχα, χλευάστηκαν ως «οι απολογητές του Πούτιν», «Ρώσικα τρολ», και «χρήσιμοι ηλίθιοι».
Γράφοντας στο Slate, ο William Saletan χαρακτήρισε τον οικοδεσπότη του Fox News, Tucker Carlson, «τον πιο προπαγανδιστή της Αμερικής στο Κρεμλίνο ». Συχνοί στόχοι έγιναν και οι αντι-επεμβατικοί προοδευτικοί δημοσιογράφοι, όπως ο Glenn Greenwald και ο Matt Taibbi.
Ο Andreas Umland, ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της Ουκρανίας και ένας διαβόητος Ρωσόφοβος, έστρεψε τα πυρά του εναντίον μου, παρόλο που δεν είχα πει ούτε μια ευνοϊκή λέξη για τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Έγραψε σχετικά με έντονα μακαρθικό τρόπο τα εξής για μένα:
“Όσα αναφέρει ο Κάρπεντερ θα ήταν άμεσα αναγνωρίσιμα σε οποιονδήποτε Ρώσο παρακολουθεί τηλεόραση στη Ρωσία. Εκεί που βρίσκονται αντιμέτωποι με παρόμοια παραπληροφόρηση σε σχεδόν καθημερινή βάση τα τελευταία 7 χρόνια. Μόνο να μαντέψουμε μπορούμε ποια είναι τα πραγματικά κινητρα του Κάρπεντερ”
Ωστόσο, μια σειρά από έγκριτους μελετητές είχαν προειδοποιήσει από τη δεκαετία του 1990 ότι η επέκταση του ΝΑΤΟ προς τη Ρωσία θα δηλητηρίαζε τις σχέσεις Ανατολής-Δύσης και τελικά θα οδηγούσε σε έναν νέο ψυχρό πόλεμο (αν ήμασταν τυχεροί) ή σε έναν θερμό πόλεμο (αν δεν ήμασταν).
Μεταξύ αυτών των μελετητών ήταν ο George Kennan, ο διανοούμενος αρχιτέκτονας της πολιτικής περιορισμού του Ψυχρού Πολέμου της Ουάσιγκτον προς τη Σοβιετική Ένωση, και ο John Mearsheimer, ο κοσμήτορας των ρεαλιστών μελετητών των διεθνών σχέσεων. Ο όχλος των δολοφόνων χαρακτήρα σπάνια μπήκε στον κόπο ακόμη και να αναγνωρίσει ότι υπήρχαν τέτοιες νηφάλιες κριτικές, πόσο μάλλον να προσπαθήσουν να απαντήσουν στις ουσιαστικές θέσεις τους.
Η πλήρους κλίμακας εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ο μαζικός πόνος που προκάλεσε σε αθώους Ουκρανούς πολίτες, προκάλεσαν αύξηση του επιπέδου μισαλλοδοξίας προς όσους υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ πρέπει να αυτοσυγκρατηθούν. Τα γεράκια έχουν εκμεταλλευτεί αυτή τη μετατόπιση του συναισθήματος όσο δεν πάει.
Ένθερμοι υποστηρικτές αντιρωσικών θέσεων απαιτούν να φιμωθεί και να διωχθεί ποινικά όποιος αντιτίθεται στις απόψεις τους. Οι οικοδεσπότες του “The View” άσκησαν πίεση στους θεατές τους να ζητήσουν απο το Υπουργείο Δικαιοσύνης να ερευνήσει (και πιθανά να διώξει) τον Tucker Carlson και τον πρώην Δημοκρατικό βουλευτή Tulsi Gabbard ότι είναι Ρώσοι πράκτορες και ότι διαπράττουν “προδοσία”. Ο παρουσιαστής Whoopi Goldberg παρατήρησε ότι «παλιότερα συνήθιζαν να συλλαμβάνουν ανθρώπους για τέτοια πράγματα».
Επιπλέον, ο ειδικός Keith Olbermann κάλεσε τον στρατό να συλλάβει τους Carlson και Gabbard ως «μαχητές των εχθρών» και να τους κρατήσει στη φυλακή για να περιμένουν τη δίκη τους για «συμμετοχή σε εκστρατεία [ρωσικής] παραπληροφόρησης». Ο γερουσιαστής Mitt Romney (R‑UT), κατηγόρησε τον Gabbard, έναν διακεκριμένο βετεράνο που είχε υπηρετήσει σε ζώνες μάχης, ότι διακινούσε «προδοτικά ψέματα».
Μια τέτοια ρητορική ξεπερνά πολύ τα συνηθισμένα υπονοούμενα και συκοφαντίες που στρέφονται εναντίον των αντιπάλων της σταυροφορίας της Ουάσιγκτον κατά της Ρωσίας. Ξεπερνούν ακόμη και τον έντονο μακαρθισμό του Max Boot , ενός άλλου απόφοιτου της ομάδας που δούλεψε τόσο σκληρά για να αποτρέψει μια ουσιαστική συζήτηση κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Ιράκ. Τα τελευταία επεισόδια θέτουν ξεκάθαρες απειλές κατά των διαφωνούντων και θυμίζουν όχι μόνο την εποχή του Μακάρθι, αλλά και την ακόμη χειρότερη εσωτερική καταστολή στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκεινη την περίοδο, η κυβέρνηση αγκάλιασε τη “λογική” που χρησιμοποίησαν οι Goldberg, Olbermann, και Romney για να διώξουν πάνω από 2.100 αντιπαλους του πολέμου, στέλνοντας την πλειοψηφία εξ αυτών στις φυλακές.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι υποστηρικτές μιας εξωτερικής πολιτικής βασισμένης στον ρεαλισμό και την αυτοσυγκράτηση να μην επιτρέψουν να επικρατήσει για ακόμη μια φορά μια τέτοια ατμόσφαιρα μισαλλοδοξίας. Όχι μόνο θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στην ήδη ξεφτισμένη δέσμευση της Αμερικής στην ελευθερία της έκφρασης, αλλά θα απέτρεπε τη συζήτηση ενός κρίσιμου ζητήματος εξωτερικής πολιτικής — ίσως το πιο σημαντικό από την αυγή της ατομικής εποχής.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες φλερτάρουν ήδη με επικίνδυνες πολιτικές που θα μπορούσαν να φέρουν τη χώρα σε άμεση στρατιωτική σύγκρουση με τη Ρωσία. Μια τέτοια σύγκρουση θα μπορούσε εύκολα να κλιμακωθεί στη χρήση πυρηνικών όπλων, το απόλυτο εφιαλτικό σενάριο.
Το διακύβευμα είναι πολύ υψηλό για να παρακολουθούμε απαθείς, ενώ οι ασκούμενοι του νέου Μακαρθισμού αποσιωπούν και πάλι όσους διαφωνούν. Η υποστήριξη μιας πολιτικής σύνεσης και αυτοσυγκράτησης δεν συνεπάγεται την παραμικρή συμπάθεια για τον Βλαντιμίρ Πούτιν ή τον επιθετικό του πόλεμο και δεν πρέπει να επιτρέψουμε σε απερίσκεπτα, χωρίς αρχές γεράκια να υποστηρίζουν ότι οι θέσεις περί σύνεσης ταυτίζονται με την συμπάθεια.