ΓΡΑΦΕΙ Ο ΜΑΝΟΥΣΟΣ Γ. ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ
…”Περιορίζομαι να σας υπενθυμίσω και πάλι ότι σ` αυτή τη μικρή επαρχιακή πόλη θα μείνω. Χωρίς να θυμάμαι τίποτε από την πραγματικότητα. Αν αγάπησα π.χ., αν με αγάπησαν. Χωρίς να θυμάμαι ακόμη αν πλήγωσα, αν με πλήγωσαν, αν παντρεύτηκα…
-προπάντων αυτό-
Γιατί κάθε γυναίκα, την πρώτη νύχτα του γάμου της, ξυπνά πάντα χήρα του άντρα που ονειρεύτηκε”. Γιώργος Μαρκόπουλος
Τα όνειρα πάντα σχεδόν μας εκδικούνται. Γιατί δεν βγαίνουν κατά κανόνα αληθινά. Ονειρευόμαστε όταν είμαστε νέοι να πραγματοποιήσουμε άπειρες επιθυμίες. Ποιος όμως είπε ότι δεν πρέπει να υπάρχει φρένο στα θέλω μας; Εκτός των άλλων ο νέος ονειρεύεται την πριγκίπισσα του παραμυθιού, και η νέα τον δικό της πρίγκηπα καβάλα σε λευκό άλογο. Τα όνειρα βεβαίως ίσως να είναι μια τελευταία καταφυγή μακριά από την αδυσώπητη και σκληρή πραγματικότητα της ζωής. Η ανεργία μαστίζει κατά μεγάλο ποσοστό του νέους, οι οποίοι σήμερα δεν είναι σαν τους νέους της γενιάς μου που λόγω φτώχειας δεν σπούδαζαν και γινόταν οικοδόμοι και μπογιατζήδες ή μαθητευόμενοι σε τεχνικές εργασίες, ή πλανόδιοι πωλητές. Σήμερα οι νέοι παίρνουν πτυχίο και μεταπτυχιακό και μετά βγαίνουν για εργασία. Τα βρίσκουν όμως μπαστούνια σε μια Ελλάδα σε κρίση, που από μάνα έχει γίνει κακή μητριά. Κι όταν τα όνειρα παίρνουν εκδίκηση μπορεί να έχουμε και ξεσπάσματα τυφλής βίας.
Μήπως νοιάζεται κανείς για κανένα; Όλοι για τον εαυτούλη μας ενδιαφερόμαστε και ας λέμε για συλλογικότητες και άλλα ηχηρά παρόμοια. Εκτός ολίγων πάντα εξαιρέσεων. Για τούτο μας τραβάνε και από την μύτη οι εξουσίες. Με το διαίρει και βασίλευε. Και περιμένουμε ¨ «άβουλοι και μοιραίοι αντάμα» ίσως να γίνει κάποιο θαύμα. Πάντα βέβαια το θαύμα, από την ενέργεια των άλλων.