Του Δημήτρη Μαρκόπουλου
Διαβάζοντας κανείς τις αναλύσεις για την επόμενη δεκαετία του γνωστού αμερικανικού ιδρύματος Stratfor και του ιδρυτή του Τζορτζ Φρίντμαν, κατανοεί πως η Γαλλία για να υπάρξει αναζητά έναν νέο ζωτικό χώρο. Και αυτός δεν είναι άλλος από τη Μεσόγειο.
Γράφει ο λοιπόν ο διάσημος αναλυτής πως όπως η Βρετανία αναζητεί αυτόν τον χώρο στις βόρειες θάλασσες και τις σκανδιναβικές χώρες, έτσι και η Γαλλία, για να κατορθώσει να παραμείνει παγκόσμια δύναμη, οφείλει να δράσει ανάλογα προς τον Νότο. Βέβαια η επίσκεψη του Γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ στη χώρα μας την προηγούμενη Πέμπτη έχει έναν πρόσθετο λόγο να χαρακτηριστεί σημαντική και κομβική. Δεν είναι μόνο ότι θέλει διά της Ελλάδος να ασκήσει αυτή την επεκτατική πολιτική για τα γαλλικά οικονομικά συμφέροντα. Εκτός των άλλων, έχοντας τις εκλογές του 2017 μπροστά του, επιδιώκει να ανακτήσει το τρωθέν κύρος του και να κατορθώσει να ανεβάσει τα ποσοστά δημοφιλίας του επιδιώκοντας με την υπόθεση της χώρας μας να στείλει μήνυμα διαφοροποίησης από τη γερμανική πολιτική και να αποδείξει πως η Γαλλία παραμένει ανεξάρτητος πυλώνας άσκησης πολιτικής στην Ευρώπη. Ο φόβος της Λεπέν δηλαδή φυλάει τα έρμα…
Από τον Εθνάρχη στον Τσίπρα
Τα παραπάνω βέβαια αποτελούν την «υψηλή» τέχνη της γεωστρατηγικής και της εφαρμοσμένης πολιτικής. Οι επιχειρήσεις, ως είθισται, αποτελούν ένα εργαλείο στα χέρια των πολιτικών για να ασκήσουν πιέσεις, να μεταφέρουν πλούτο από τη μια χώρα στην άλλη και να προσεγγίσουν συμμαχικά άλλους λαούς. Επί σειρά ετών, λοιπόν, οι γαλλικές επενδύσεις ήταν σημαντικές για τη χώρα μας. Είτε ως πολιτική στήριξης στον Κωνσταντίνο Καραμανλή με τη μορφή της σχέσης του με τον πρώην Γάλλο πρόεδρο Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν, είτε με τη διαπροσωπική σχέση Ανδρέα Παπανδρέου – Φρανσουά Μιτεράν ή αργότερα του Κώστα Καραμανλή με τον Νικολά Σαρκοζί, οι γαλλικές επενδύσεις επί σειρά ετών κατείχαν τα πρωτεία. Αυτή η πρωτιά όμως χάθηκε εξαιτίας της μεγαλύτερης διείσδυσης των γερμανικών πολυεθνικών. Αυτό και μια σειρά άλλων προβλημάτων ήταν που καθήλωσαν τις επενδύσεις στη χώρα μας από τη Γαλλία. Η κρίση ανέδειξε μια σειρά αδυναμιών από την πλευρά των γαλλικών επενδύσεων στο λιανεμπόριο, με αποτέλεσμα η αλυσίδα FNAC να αποχωρήσει, ενώ την επιλογή αγοράς των μετοχών της Carrefour ακολούθησε η οικογένεια Μαρινόπουλου, ελληνοποιώντας την πρώην πολυεθνική και συνεχίζοντας την εντός συνόρων πορεία της με θετικό πρόσημο.
Τοξική η Ελλάδα για τους Γάλλους
Η έλευση της αλυσίδας do it yourself Leroy Merlin από τον κ. Παύλο Φουρλή έδωσε μια αίσθηση αναγέννησης των εμπορικών σχέσεων των δυο χωρών, όμως η κρίση είχε δημιουργήσει βαθιές πληγές από χρόνια στο υπόλοιπο φάσμα της διακρατικής επιχειρηματικής σχέσης για να επουλωθεί από μια και μόνη επένδυση. Κι αυτό διότι οι Γάλλοι έχουν χάσει ήδη πολλά λεφτά στη χώρα μας, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να θεωρείται από τις οικονομικές ελίτ της Γαλλίας λίγο ως πολύ «τοξική».
Με τη συμμετοχή τους στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα και δη την Εμπορική και τη Γενική Τράπεζα, οι Credit Agricole και Societe Generale ένιωσαν τις πληγές του επιχειρείν στη χώρα μας και έφυγαν άρον άρον. Τότε δημιουργήθηκε πολύ κακό κλίμα στο γαλλικό business community για την προοπτική της χώρας και της αγοράς της ενώ ήρθε να λειτουργήσει αρνητικά και η κρίση. Την αρνητική προδιάθεση επέτεινε και η γερμανική κυριαρχία στους τομείς της πληροφορικής αλλά, κυρίως, των εξοπλιστικών, με αποτέλεσμα η γκρίνια να περισσεύει. Οι Γερμανοί σταδιακά έγιναν κυρίαρχοι στο παιχνίδι εντός της χώρας μας, με τις άμεσες επενδύσεις τους να φτάνουν περίπου στα 6 δισ. ευρώ και τις γαλλικές να υποχωρούν στα 4 δισ. ευρώ.
Η ήττα των Γάλλων μεταφέρθηκε σταδιακά σε όλο το επιχειρείν. Η γαλλική εταιρεία γαλακτοκομικών Danone μετέφερε τη βάση της στη Ρουμανία μετά από μια μακρά πορεία στην Ελλάδα υπό τις οδηγίες του κ. Χάρη Φεύγα. Η κυρία Μαρία Ζουμπέρ, που τρέχει τη Louis Vuitton στην Ελλάδα, αντιμετωπίζει έντονα προβλήματα, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση των δραστηριοτήτων στη χώρα μας και το κλείσιμο καταστημάτων, καθώς η κρίση πέρασε και σε αυτό που λέμε «luxurious lifestyle». Η κυρία Ινα Αργυρίου είναι η διευθύνουσα σύμβουλος της Dior στην Ελλάδα. Στη διάρκεια της κρίσης η εταιρεία έμεινε όρθια, αν και αντιμετώπισε προβλήματα, καθώς ο κλάδος της ομορφιάς πέρασε κραδασμούς.
Οι διαρκείς και πολλές φορές αλληλοσυγκρουόμενες κυβερνητικές πολιτικές στον κλάδο της φαρμακοβιομηχανίας έχουν οδηγήσει σε αδιέξοδα. Ο διευθύνων σύμβουλος της γαλλικής Sanofi Aventis Μάρκος Γερασόπουλος έχει δώσει αγώνα ώστε η εταιρεία να παραμείνει ανταγωνιστική σε μια αγορά όπου οι πληρωμές είναι σπάνιες και πολύ αργοπορημένες.
Από τα ισχυρότερα πλήγματα που υπήρξαν στην περίοδο της ελληνικής κρίσης ως προς τις γαλλικές βιομηχανίες ήταν αυτό στην αυτοκινητοβιομηχανία. Φίρμες όπως η Peugeot κατόρθωσαν για χρόνια να εκτοξεύουν τις πωλήσεις τους, όμως η κρίση οδήγησε σε συνολική βουτιά και αυτόν τον κλάδο.
Στον ασφαλιστικό κλάδο, οι ΑΧΑ και Groupama ήρθαν με μεγάλες ελπίδες, τοποθετούμενες διά εξαγορών στην αγορά. Συγκριτικά με τις άλλες επιχειρήσεις οι Γάλλοι μάνατζερ που έτρεξαν αυτήν την πενταετία του κραχ τις δύο επιχειρήσεις τα έχουν καταφέρει καλύτερα, καθώς σε σημαντικό βαθμό η κρίση του χρηματοπιστωτικού τομέα αντικαταστάθηκε με μια πιο θετική πορεία στον ασφαλιστικό κλάδο. Η Lafarge εδώ και καιρό έχει μεγάλα προβλήματα, εξαιτίας της κάθετης πτώσης της οικοδομικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα να έχουν γίνει πολλές απολύσεις. Ο 51χρονος διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας Πιερ Ντελεπλάνκ ανέλαβε δράση ακριβώς λόγω της μεγάλης πολυπλοκότητας των προβλημάτων στην εγχώρια αγορά, αντιμετωπίζοντας ζητήματα ακόμα και στις εξαγωγές της. Πηγές του γκρουπ αναφέρονται σε κατάσταση που τείνει να πάρει μακροχρόνιες και μόνιμες πλέον διαστάσεις, γεγονός που οδηγεί σε προβληματισμό για το κατά πόσο μπορεί η Ελλάδα να αποτελεί βαρέλι δίχως πάτο. Ηδη πληροφορίες αναφέρονται σε κύμα περαιτέρω μείωσης του κόστους, ενδεχομένως και σε νέα αναδιάρθρωση του προσωπικού και σε μείωση άλλων δαπανών, κάτι που θα εξελιχθεί εντός του επόμενου έτους.
Η επόμενη μέρα
Οι Γάλλοι, όμως, ήρθαν με θετική διάθεση και φαίνεται να προσδοκούν στα deals της επόμενης μέρας. Επενδύσεις σε αεροδρόμια στην Ελλάδα φαίνεται πως εξετάζει η Vinci, η οποία πρωταγωνίστησε στην κατασκευή της γέφυρας Ρίου – Αντιρρίου. Αν και προς το παρόν το γερμανικό ενδιαφέρον της Fraport για τα περιφερειακά αεροδρόμια είναι δεδομένο, αρκετοί είναι οι κυβερνητικοί που θα έβλεπαν με καλό μάτι γαλλική κινητικότητα προς την κατεύθυνση αυτή. Πιο συγκεκριμένα, το ενδιαφέρον της Vinci είχε πριν από μήνες εκφράσει ο διευθύνων σύμβουλος της γαλλικής κατασκευαστικής Ξαβιέ Ιλάρ. Η εν Ελλάδι πορεία της εταιρείας είχε περάσει, πάντως, από κύματα λόγω απολύσεων στην Πάτρα και άλλων δυσχερειών στα μεγάλα έργα. Σημειώνεται πως η Vinci θεωρείται η μεγαλύτερη κατασκευαστική στην Ευρώπη βάσει εσόδων. Στο παρελθόν είχε προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με τη Hochtief για την εξαγορά όλων των αεροδρομίων στα οποία μετείχε η γερμανική εταιρεία, συμπεριλαμβανομένου και του «Ελευθέριος Βενιζέλος». Επίσης, ο γαλλικός κατασκευαστικός όμιλος συμμετείχε και στη δημόσια διαβούλευση για το νέο αεροδρόμιο στο Ηράκλειο Κρήτης, όπου ο διαγωνισμός κατέστη άγονος λόγω έλλειψης προσφορών.
Για το έργο του αεροδρομίου στο Καστέλι, εκτιμώμενου προϋπολογισμού 900 εκατ. ευρώ, ενδιαφέρεται όμως και η κοινοπραξία των Bouygues – Aeroport de Paris, την οποία, όπως πληροφορούμαστε, προωθεί δυναμικά ο Φρανσουά Ολάντ. Πρόκειται για αεροδρόμιο που θα κατασκευαστεί σε ορίζοντα πέντε ετών και θα οδηγήσει σε παύση της λειτουργίας του υφιστάμενου αερολιμένα «Νίκος Καζαντζάκης». Πηγές αναφέρουν πως το εν λόγω πρότζεκτ, για το οποίο υπήρξε και κινεζικό ενδιαφέρον, έχει σχεδόν κλείσει για τους Γάλλους. Ανάλογα θετική είναι και η πορεία των διμερών διαπραγματεύσεων ως προς την τύχη της ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Ηδη οι ρωσικοί σιδηρόδρομοι της Rosco φέρονται ενοχλημένοι με τη στρατηγική επιλογή Τσίπρα να παρέμβει και να προωθήσει τη γαλλική επιλογή ως αντάλλαγμα της στήριξης που έδωσε το Παρίσι στη χώρα μας κατά τις κρίσιμες διαπραγματεύσεις του καλοκαιριού.
Μεγάλο ενδιαφέρον υπάρχει επίσης, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, και από την εταιρεία Total για τις εξορύξεις ελληνικού πετρελαίου, σε μια παρέμβαση που αναμένεται να δημιουργήσει κινητικότητα κυρίως ως προς τα κοιτάσματα του Ιονίου και της Κρήτης, ενώ και η ενεργειακή EDF ενδιαφέρεται για την τύχη της ΔΕΗ και τις αποκρατικοποιήσεις που προωθούνται ή θα προωθηθούν στο χώρο των ΑΠΕ. Ενδιαφέρον εκφράζεται και από την εταιρεία ύδρευσης της Γαλλίας, την GDF Suez για την τελική τύχη της ΕΥΑΘ, παρά τις υποσχέσεις που είχαν διακρατικά δοθεί στο παρελθόν προς την κυβέρνηση του Ισραήλ. Πηγές, τέλος, μιλάνε και για συζήτηση που έχει γίνει και για τα εξοπλιστικά, αν και η ατζέντα αυτή θα ανοίξει πιθανότατα στα μέσα του επόμενου έτους.