Του Σίμου Ανδρονίδη *
Η διαδικτυακή έκδοση της εφημερίδας ‘Η Καθημερινή,’ ενημερώνει σχετικά για την πραγματοποίηση του πέμπτου γύρου των συνομιλιών μεταξύ των χωρών που συμμετείχαν στην συνομολόγηση της συμφωνίας για τον έλεγχο του πυρηνικού προγράμματος της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν.
Θυμίζουμε πως η συμφωνία υπεγράφη το 2015, επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα, και προέβλεπε, την δυνατότητα του ελέγχου του Ιρανικού πυρηνικού προγράμματος με άξονα την πραγματοποίηση ελέγχων από την Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ), ώστε να ελέγχεται κάθε φορά αν το Ιράν παραβιάζει τα με βάση την συμφωνία, τιθέμενα όρια,[1] και, με βάση αυτό τον έλεγχο και την συνακόλουθη τήρηση των ορίων, να αρθούν οι κυρώσεις προς το Ιράν. Και σε ένα δεύτερο επίπεδο, με όχημα την εφαρμογή της συμφωνίας, να ομαλοποιηθούν οι σχέσεις του Ιράν με την διεθνή κοινότητα και με τις ΗΠΑ.
Στην πολιτική-διπλωματική γλώσσα, αυτή η συμφωνία εντάσσεται στην κατηγορία της ‘win-win’ συμφωνίας, κάτι που σημαίνει πως, από την τήρηση της συμφωνίας, δύναται να προκύψει ένα αμοιβαίο όφελος. Θεωρητικά από την άλλη, η συμφωνία εντάσσεται ή αλλιώς, λειτουργεί ως ένα ιδιαίτερο παίγνιο θετικού αθροίσματος με δύο συμβαλλόμενα μέρη που επιζητούν τόσο το εφικτό, όσο και το αμοιβαίο όφελος.
Όμως οι συνθήκες που επικρατούν σήμερα, δεν είναι οι συνθήκες του 2015, όταν η ομάδα ‘5+1’ που αποτελείται από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, την Ρωσία, την Μεγάλη Βρετανία, την Γερμανία και την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ρόλο συμμέτοχου, ήρθε σε συμφωνία με το Ιράν, αποφασισμένη να παρακάμψει εμπόδια και δισταγμούς, περιφερειακές ανησυχίες διατυπωμένες με έντονο τρόπο από το Ισραήλ, με το στρατηγικό διακύβευμα να υπερβαίνει το βραχυπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα.
Καθότι, η δυνατότητα του εκ του σύνεγγυς και συχνού ελέγχου του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν αποκτά έναν μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα, σχετιζόμενο με την διασφάλιση του ό,τι δεν θα φθάσουμε σε ένα επικίνδυνο σημείο για την περιφερειακή σταθερότητα και την αρχιτεκτονική ασφαλείας της Μέσης Ανατολής: Το να αποκτήσει δηλαδή το Ιράν, όχι μόνο πυρηνικά όπλα, αλλά και την δυνατότητα πυρηνικού πλήγματος, πυροδοτώντας τους φόβους του ‘κουμπιού.’ Και για την ακρίβεια, του πατήματος του ‘κουμπιού,’ που αναζωπυρώνει την ανησυχία πρόκλησης πυρηνικού ατυχήματος ή και πολέμου από χώρες που δεν ανήκουν στο μπλοκ των συμβατικών πυρηνικών δυνάμεων.[2]
Και άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, χώρες της περιοχής που διαδραματίζουν ρόλο στο περιφερειακό γίγνεσθαι, συνέκλιναν με αυτό το διακύβευμα, σπεύδοντας να νομιμοποιήσουν μία συμφωνία που έμελλε να δοκιμασθεί. Και προτού δοκιμασθεί για να φανεί και αν είναι ανθεκτική ή χρήζει βελτιώσεων, η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ, την κατήγγειλε επίσημα, ανακοινώνοντας την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών από ό,τι ορίσθηκε ως ‘κακή’ συμφωνία. Για την ίδια και τους συμμάχους της (βλέπε Ισραήλ).
Από το 2018 έως και σήμερα, μετά την εκλογή του Τζο Μπάιντεν στη θέση του προέδρου των ΗΠΑ, με τις αλλαγές που επέφερε αυτή η εκλογή στις προθέσεις και στις προτεραιότητες της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, η συμφωνία αυτή σχοινοβατεί μεταξύ διακηρυγμένων προθέσεων και χαμηλών προσδοκιών, ανάληψης πρωτοβουλιών και υπονομευτικών ενεργειών, φθάνοντας πλέον σε ένα κρίσιμο σημείο.
Στο εάν και πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επανενταχθούν και τυπικά στην ομάδα ‘5+1’ συμβάλλοντας ενεργά στην επανεκκίνηση της συμφωνίας. Το δόγμα της αδράνειας επηρεάζει περαιτέρω και επί τα χείρω της συμφωνίας, με το Ιράν να έχει ήδη προβεί στον εμπλουτισμό του ουρανίου κατά 60%,[3] αναδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο, πέραν της υπονόμευσης από το ίδιο της συμφωνίας, την εσφαλμένη απόφαση των Ηνωμένων Πολιτειών να αποχωρήσουν από αυτή, όπως και το ό,τι, ο έλεγχος, αυτό που θα αποκαλέσουμε ως τυπικότητα του ελέγχου, είναι προτιμότερος από τον καθόλου έλεγχο.
Πλέον, η Ευρωπαϊκή Ένωση, της οποίας ο ρόλος εντός συμφωνίας, έχει εν τοις πράγμασι αναβαθμισθεί, καθιστάμενη διαμεσολαβήτρια μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ιράν, ακριβώς διότι απολαύει αυξημένης εμπιστοσύνης, ιδίως από την Ιρανική πλευρά που θεωρεί ό,τι έτσι μπορεί να περάσει ευκολότερα και πιο ανώδυνα για το ίδιο τα μηνύματα που θέλει στις ΗΠΑ, καλείται αρχικά, να φέρει τα δύο μέρη εγγύτερα, για να διαμορφωθεί ένα πρώτο modus vivendi που θα δώσει στην συμφωνία, πνοή.
Και με το Ιράν να κινείται ή αλλιώς, να αποκτά (ας το κρατήσουμε αυτό), την ευχέρεια του να κινείται μεταξύ κανόνα και υπέρβασης του, το γεω-πολιτικό και διπλωματικό μπαλάκι έχει ριχθεί προς την πλευρά των ΗΠΑ,[4] οι οποίες, και μετά την ανάληψη προεδρικών καθηκόντων Μπάιντεν, διατηρούν μία οιονεί καχυποψία[5] προς τις κινήσεις του Ιράν στην πυρηνική αλλά και περιφερειακή σκακιέρα, καχυποψία που διεφάνη στην απόφαση να μην αρθούν οι κυρώσεις προς αυτό που είχαν επιβληθεί από την απελθούσα κυβέρνηση.
Το υπόστρωμα της καχυποψίας δεν έχει αρθεί, κάτι που δεν προσδίδει δυναμική επανεκκίνησης και επανέναρξης των διαπραγματεύσεων, με τον χρόνο που ζητούν και παίρνουν οι ΗΠΑ, να μην προσλαμβάνει θετικό αντίκτυπο για την διατήρηση της συμφωνίας, από την στιγμή που με τον χρόνο παίζει και το Ιράν.
Συγκεφαλαιώνοντας, θα πούμε πως ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθίσταται λεπτός και σύνθετος, στο βαθμό που η ίδια καλείται: Να ωθήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και να επιστρέψουν στη συμφωνία, περιβάλλοντας την με εμπιστοσύνη, αλλά και να την προσλάβουν ως ουσιώδες κομμάτι της εν ευρεία εννοία Μεσανατολικής τους πολιτικής, τώρα που διαφαίνονται τάσεις μίας ενεργότερης εμπλοκής στα της Ισραηλινο-παλαιστινιακής διένεξης.
Να πείσουν το Ιράν, διαπραγματευόμενες άμεσα με το ίδιο, να απόσχει από ενέργειες που υπονομεύουν περαιτέρω την συμφωνία,[6] και από λεκτικές εξάρσεις, ιδίως όσο οι διαπραγματευτές της Ένωσης επιδιώκουν την επιστροφή των ΗΠΑ στη συμφωνία. Να εργαστούν εποικοδομητικά, επικαιροποιώντας παλαιότερα ζητήματα (έλεγχος πυρηνικών εγκαταστάσεων), θέτοντας νέα (Ιρανικός εμπλουτισμός ουρανίου), και επίσης, κάνοντας λόγος για την ύπαρξη δικλείδων ασφαλείας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Το ζήτημα αγγίζει λεπτές γραμμές, εκεί όπου ο οιονεί φόβος και η ανησυχία διασταυρώνονται με την αίσθηση εθνικής ‘υπερηφάνειας.’ Και στη μέσω αυτών, το καρότο. Όπου καρότο, η συνειδητοποίηση ό,τι πρωτίστως απαιτείται ειλικρίνεια.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Σημαντικό ρόλο στη σύλληψη της συμφωνίας όσο και στην εκτέλεση της, διαδραματίζουν οι αρχές της Ισλαμικής Δημοκρατίας του Ιράν, το οποίο είναι αυτό που καλείται ουσιαστικά να ανοίξει τις πυρηνικές του εγκαταστάσεις στους αξιωματούχους της Διεθνούς Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, να φανερώσει τον βαθμό στον οποίο και έχει προχωρήσει με την διαδικασία εμπλουτισμού ουρανίου, ώστε σε αντάλλαγμα να επιτύχει και το αντίστοιχο άνοιγμα της οικονομίας του και των οικονομικών του δραστηριοτήτων στον έξω κόσμο, μέσω της κατάργησης του καθεστώτος των κυρώσεων προς αυτό. Προβαίνουμε σε αυτή την επισήμανση, διότι, σε πλείστες αναλύσεις, έμφαση δίνεται, μονοσήμαντα αρκετές φορές, στον σημαντικό και κρίσιμο ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών για την διατήρηση της συμφωνίας.
[2] Το Ιράν δεν αντικαθιστά την κομμουνιστική Βόρεια Κορέα, αλλά προστίθεται στη χορεία του μη-συμβατικού, στο σημείο όπου η απόκτηση πυρηνικής τεχνογνωσίας συμβαδίζει με την άσκησης ‘ριζοσπαστικής’ εξωτερικής πολιτικής.
[3] Βλέπε σχετικά, ‘Πυρηνικά Ιράν: Εκκινούν εκ νέου οι συνομιλίες στη Βιέννη,’ Διαδικτυακή έκδοση εφημερίδας ‘Η Καθημερινή,’ 02/06/2021, https://www.kathimerini.gr/world/561385690/pyrinika-iran-ekkinoyn-ek-neoy-oi-synomilies-sti-vienni/ «Ο επικεφαλής διαπραγματευτής του Ιράν για το Ιράν δήλωσε ότι τα εμπόδια στην αναβίωση της συμφωνίας είναι περίπλοκα αλλά όχι ανυπέρβλητα.
Στις 16 Απριλίου, η Τεχεράνη ξεκίνησε τον εμπλουτισμό ουρανίου σε ποσοστό 60% στις πυρηνικές εγκαταστάσεις της Νατάνζ».
[4] Στην επιστροφή των ΗΠΑ στο περιεχόμενο της συμφωνίας και στην τήρηση του, μπορούν να συμβάλλουν και συμμαχικές χώρες όπως η Γερμανία και η Μεγάλη Βρετανία, πείθοντας την ό,τι ο δρόμος του συμβιβασμού και όχι της προβολής και της επίδειξης ισχύος, είναι προτιμότερος.
[5] Η καχυποψία για τις κινήσεις του Ιράν, αναμειγνύεται με τάσεις δυσπιστίας ως προς την φερεγγυότητα του, και την πρόθεση του να εργασθεί για τον έλεγχο του πυρηνικού του προγράμματος. Και αυτή η δυσπιστία διατρέχει τμήμα του Αμερικανικού πολιτικού-διπλωματικού κατεστημένου (χρησιμοποιούμε εδώ την λέξη δίχως αρνητικές συνδηλώσεις).
[6] Πολύ απλά, ο εμπλουτισμός ουρανίου που έχει φθάσει σε ποσοστό 60%, να μείνει εκεί. Ιδού και η ευκαιρία για συμμαχικές χώρες με το Ιράν που διατηρούν το προνόμιο των ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας μαζί του. Και αναφερόμαστε στη Ρωσία και στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας.