Του Γιάννη Αγγελάκη
Η λογική της βιωσιμότητας που χρησιμοποίησε η κυβέρνηση για τον περιορισμό του αριθμού των αδειών θέλει αρκετή συζήτηση. Με το ίδιο σκεπτικό θα πρέπει να κλείσουν άμεσα οι μισές μικρομεσαίες επιχειρήσεις επειδή στο περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί οικονομικά δε βγαίνουν. Σύμφωνα με τον Γ.Γ. Εμπορίου κ. Παπαδεράκη αυτό δε θα έπρεπε να μας τρομάζει αφού τη θέση τους θα πάρουν νέες καινοτόμες επιχειρήσεις ή συνεταιρισμοί κατά την κ. Καφαντάρη.
Εγώ θα έλεγα ότι η συγκεκριμένη επιχειρηματολογία είναι κάπως ασόβαρη – σα κάτι τσιτάτα που ακούγονται όμορφα, αλλά δεν έχουν και πολύ βάση – υπάρχει πιο πολύ για λαϊκή κατανάλωση.
Επίσης, είναι άλλο πράγμα η βαθιά και χρόνια οικονομική κρίση στα ΜΜΕ και τα προβλήματα που δημιουργούνται εξ αυτής στην ίδια την παραγωγή της είδησης άρα και στην ποιότητα της ενημέρωσης του πολίτη και άλλο οι σχέσεις διαπλοκής πολιτικής, οικονομικής και μιντιακής εξουσίας. Oι σχέσεις διαπλοκής υπήρχαν με την ίδια περίπου ένταση και προ μιντιακής κρίσης ενώ φούντωσαν σε περιόδους ευημερίας.
Προσωπικά, αυτό που διαπιστώνω είναι ότι εις το όνομα της βιωσιμότητας δημιουργήθηκε ένα νέο τοπίο με λιγότερους και πιο ισχυρούς παικτές. Εξ αυτού και το πολύ υψηλό τίμημα που δόθηκε. Δεν αγόραζαν άδεια, αγόραζαν την ισχύ που έρχεται με την άδεια. Η αξία ορίστηκε από τη τεχνητή “σπανιότητά” των αδειών, σε μια δημοπρασία με όρους ελεύθερης αγοράς.
Τέλος, ένα σχόλιο για όσους επισημαίνουν ότι εκτός αδειών έμεινε η οικογένεια Βαρδινογιάννη και ο Κοντομηνάς, σημείο το οποίο αναφέρεται από τους σχολιαστές ως ένα σημάδι μιας αλλαγής προς το καλύτερο. Πράγματι, έτσι συνέβη, δεν απέκτησαν άδεια, αν και προφανέστατα είχαν την οικονομική δυνατότητα για να το πράξουν. Για ποιους λόγους δεν το έπραξαν; Δε γνωρίζω. Όμως την ίδια στιγμή που έξω από το παιχνίδι των τηλεοπτικών σταθμών έμειναν αυτοί οι δύο ισχυροί παίκτες, άδεια απέκτησε ο κατηγορούμενος για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση πρόεδρος του Ολυμπιακού Βαγγέλης Μαρινάκης. Και μάλιστα απέκτησε μία άδεια από τις μόλις τέσσερις.