Δεν θα σταματήσω μέχρι τα μαλλιά μου να γκριζάρουν, γιατί κι εκείνοι δεν θα σταματήσουν μέχρι να με ακυρώσουν», με αυτόν τον στίχο αντιδρά ο Eminem απέναντι στην εκστρατεία «ακύρωσής» του που είχε ξεκινήσει από το TikTok, εξαιτίας ενός αμφιλεγόμενου στίχου από το ντουέτο του με την Rihanna με τίτλο “Love the way you lie”. Ο θρυλικός ράπερ από το Detroit φαίνεται πως δεν φοβάται την cancel culture και την αντιμετωπίζει στα ίσα, είναι πολλοί εκείνοι όμως, που ενδεχομένως να μην είχαν την βαρύτητα του Slim Shady και είδαν την καριέρα τους να παίρνει την κάτω βόλτα, εξαιτίας ενός λάθους που εξαγρίωσε μεγάλη μερίδα του κοινού.

Η κουλτούρα της ακυρωσης, προέκυψε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η λειτουργία της βασίζεται στο virality. Όσο πιο σκληρή η επίθεση εις βάρος ενός ανθρωπου ο οποίος θεωρείται οτι είναι ενοχος, τόσο μεγαλυτερος ο αντικτυπος σε like και share, τόσο μεγαλύτερη η δημοσιότητα που αποκτά αυτός που εκτοξευει την επίθεση και υπερασπίζεται το “δίκαιο”. Οι χρήστες δεν συγχωρούν εύκολα λάθη και ζητούν μέσω «εκστρατειών hashtag» την «εξαφάνιση τους από τον χάρτη», δηλαδή από το να χάσουν την επιρροή που έχουν στα social media μέχρι και το να χάσουν την δουλειά τους. Στα πλαίσια της οικονομίας της προσοχής, η κουλτούρα της ακύρωσης είναι εξαιρετικά προσεδοφόρα και έχει πολύ σημαντικές επιπτώσεις στις ζωές των ανθρώπων οι οποίοι μπαινουν στο στόχαστρο συμπεριφορών που παραπέμπουν σε όχλο.

Η cancel culture δεν αποτελεί ακτιβισμό γιατί δεν σέβεται τον διάλογο, το αντίθετο μάλιστα. Εμμένει τυφλά σε μια θέση, σπάνια ακούει τα όσα έχει να πει ο εκάστοτε «κατηγορούμενος» και δεν υπολογίζει τις συνέπειες που μπορεί να έχει στην πραγματική ζωή αυτών των ανθρώπων, τόσο από οικονομικής, όσο και από ψυχολογικής και κοινωνικής άποψης.

Η δύναμη που μας έχουν δώσει τα social media δεν είναι τόσο άκακη όσο νομίζουμε, γιατί πίσω από κάθε άποψη που αποφασίζουμε ότι δεν μας κάνει, κρύβεται ένας άνθρωπος, τον οποίο οφείλουμε να ακούσουμε πριν τον «σβήσουμε από προσώπου Γης», με τις όποιες συνέπειες κρύβει αυτό. Και ενίοτε, να τον συγχωρέσουμε εφόσον πρόκειται για κάποιο μεμονωμένο λάθος και όχι κάποια εξακολουθητική κακοποιητική συμπεριφορά.