Toυς λένε ότι έχουν μια ολόκληρη ζωή μπροστά τους. Αλλά το πώς θα την βιώσουν είναι μια δική τους υπόθεση και δεν εξαρτάται πάντα αποκλειστικά από τους ίδιους. Οι νέοι του σήμερα ξέρουν ότι ο κόσμος είναι γεμάτος ευκαιρίες αλλά, πρόσφατα, ήρθαν να προστεθούν σε αυτές και περιορισμοί όχι εύκολα διαχειρίσιμοι. Ο κορωνοϊός ήρθε και άλλαξε τα δεδομένα και ξαφνικά τα έκανε ζητούμενα.
Μέχρι πρότινος ήταν δεδομένο για έναν νέο ότι θα αγκάλιαζε κάποιον εγκάρδια όταν θα τον έβλεπε. Ότι θα φιλούσε αυθόρμητα ένα αγαπημένο του πρόσωπο. Ότι θα έβγαινε για να διασκεδάσει χωρίς να σκέφτεται τίποτα. Μόνο που τώρα ο αυθορμητισμός έδωσε την θέση του στον φόβο, την ανασφάλεια και τα αντισηπτικά. Πόσο εύκολο είναι να χτίζεις τον συναισθηματικό σου κόσμο πάνω σε αμφιβολίες;
Ζητήσαμε από τη Δρ. Ψυχολογίας της Επικοινωνίας ΕΜΜΕ Ανθή Σιδηροπούλου να μας μιλήσει για τις επιδράσεις του κορωνοϊού στην ψυχοσύνθεση και στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις των ατόμων που βρίσκονται στην εφηβική και μετεφηβική περίοδο της ζωής τους.
Τι επιπτώσεις μπορεί να επιφέρουν στην μετέπειτα συναισθηματική και σεξουαλική ζωή τους οι περιορισμοί του social distancing; Πώς μπορoύν να εξελιχθούν οι σχέσεις των νέων με τα νέα δεδομένα, ποιοι οι κίνδυνοι και ποιες οι προκλήσεις που καλούνται να διαχειριστούν σε ψυχολογικό επίπεδο;
«Άγχος, αβεβαιότητα, ανασφάλεια, έλλειψη οξυγόνου και ελευθερίας» ήταν μερικές από τις λέξεις που χρησιμοποίησαν νεαροί ενήλικες (σε πρόσφατη μελέτη του Εργαστηρίου Ψυχολογίας της Επικοινωνίας και των Μέσων, ΕΜΜΕ, ΕΚΠΑ) για να περιγράψουν τα συναισθήματα που ένιωθαν κατά τη διάρκεια του υποχρεωτικού περιορισμού της κυκλοφορίας των προηγούμενων μηνών.
Οι νέοι αυτοί, είτε παρέμειναν στις φοιτητικές τους κατοικίες, είτε επέστρεψαν στα σπίτια των οικογενειών τους, ενώ αναστάλθηκε σχεδόν όλη η καθημερινότητα τους. Σταμάτησαν τα δια ζώσης μαθήματα, απομακρύνθηκαν από φίλους και συντρόφους, μειώθηκε ή σταμάτησε τελείως η εργασιακή τους πορεία με σημαντικό αντίκτυπο στον οικονομικό τους προγραμματισμό.
Ίσως, το σημαντικότερο όμως το οποίο στερήθηκαν οι περισσότεροι είναι η μέχρι πρότινος ανεμελιά της φυσικής επαφής, της αγκαλιάς και της ερωτικής συνεύρεσης. Ακόμα και τώρα που όλα επανέρχονται δειλά και σταδιακά σε μια νέα κανονικότητα, αυτό το οποίο φαίνεται να έχει διαποτίσει την ανθρώπινη επαφή είναι ο φόβος, η ανασφάλεια και η δυσπιστία για τον… διπλανό. Να κυκλοφορούμε στις πόλεις μας, να πλησιάζουμε τους άλλους, να επιστρέψουμε στην εργασία και στις αίθουσες διδασκαλίας, να κάνουμε τις διακοπές μας με όλες τις προφυλάξεις, σαν να είμαστε ήδη ασθενείς και ο περίγυρος μας «μολυσμένος».
Ο Εαυτός και ο Άλλος στην εποχή της «απολύμανσης»
Η περίοδος της νεαρής ενήλικης ζωής, όπως και της εφηβείας που προηγείται, χαρακτηρίζονται από έντονη κοινωνικότητα και εξωστρέφεια. Νέοι ρόλοι, υποχρεώσεις αλλά και ελευθερίες είναι άμεσα συνυφασμένα με την συμπεριφορά και τις συναισθηματικές ανάγκες των εφήβων και των νεαρών ενηλίκων.
Στις παρούσες συνθήκες της επιβεβλημένης κοινωνικής αποστασιοποίησης, η σύνθεση της εικόνας του σώματος φιλτράρεται μέσα από τον φόβο για τον αόρατο εχθρό του ιού και την δυσπιστία προς τον πλησίον
Ανάγκη για σωματική και ψυχική επαφή με άτομα έξω από τον οικογενειακό περίγυρο, που θα αποτελέσουν τους «καθρέφτες» του εαυτού και θα συντελέσουν στον προσωπικό αυτό-προσδιορισμό.
Αγκαλιές που θα ανακουφίσουν από το άγχος των πρωτόγνωρων συναισθημάτων που απορρέουν από τους νέους ρόλους αλλά και τις νέες ελευθερίες. Φλερτ και ερωτικά αγγίγματα που πρωτίστως λειτουργούν ως αναγνώριση μιας νέας πτυχής του εαυτού, που αναδύεται σταδιακά σε αυτές τις ηλικίες.
Η νέα «κανονικότητα» τοποθετεί ανάμεσα σε μας και τους σημαντικούς «άλλους» ενάμιση μέτρο απόσταση, απολυμαντικά μαντηλάκια και αντισηπτικά υγρά και έναν έντονο φόβο για τους δημόσιους χώρους, που μέχρι πρότινος ήταν οι κατ’ εξοχήν χώροι κοινωνικοποίησης και συμπαρουσίας. Η εσωτερίκευση των κανόνων αυτών, που τόσο καίρια θα συντελέσει στον περιορισμό της εξάπλωσης του κορωνοϊού, μεταβάλλει την προσλαμβανόμενη αίσθηση του σώματος, της αφής και του άλλου.
Οι εμπειρίες μας και τα συναισθήματα που τις συνοδεύουν συνθέτουν την αίσθηση και την εικόνα του σώματος μας. Στις παρούσες συνθήκες της επιβεβλημένης κοινωνικής αποστασιοποίησης, η σύνθεση της εικόνας του σώματος φιλτράρεται μέσα από τον φόβο για τον αόρατο εχθρό του ιού και την δυσπιστία προς τον πλησίον. Ο φόβος και η δυσπιστία αποτελούν πτυχές που προστίθενται στους κανόνες της δια ζώσης συνύπαρξης, η οποία έχει ήδη συρρικνωθεί αρκετά λόγω των γρήγορων ρυθμών ζωής και της αφιλόξενης εξωτερικής πραγματικότητας για τα παιδιά και τους εφήβους.
Περιορισμός της φυσικής συμ-παρουσίας
Οι οθόνες κυριαρχούν ήδη στην καθημερινότητα και έγιναν το κύριο μέσο επαφής κατά την περίοδο του υποχρεωτικού περιορισμού της κυκλοφορίας. Σχολικά και πανεπιστημιακά μαθήματα διεξάγονταν μέσω ψηφιακών πλατφορμών, όπως το SKYPE, το Zoom, το Webex και άλλες.
Η μάθηση και οι διεργασίες της γνώσης στερούνται το κοινωνικό τους πλαίσιο και μετατρέπονται σε φωνές μέσω ηχείων και σε εικόνες, άλλοτε καθαρές και άλλοτε ασταθείς και διακοπτόμενες, λόγω τεχνικών προβλημάτων. Οι περιορισμοί της κυκλοφορίας και των φυσικών επαφών μεγέθυναν την ανάγκη για διαμεσολαβημένη ψυχαγωγία και επαφή.
Έχουμε φροντίσει ώστε τα παιδιά και οι έφηβοι να βρίσκουν δημιουργικές διεξόδους σε στιγμές παύσης και αδράνειας; Να μην εγκλωβίζονται στο δυσφορικό τους χαρακτήρα και να μην στρέφονται αποκλειστικά στις οθόνες για διασκέδαση των συναισθημάτων τους;
Την ίδια στιγμή, μέσα από τις οθόνες οι γονείς ενημερώνονται για όλες τις «δημιουργικές» δραστηριότητες που μπορούν να πραγματοποιήσουν με τα παιδιά τους μέσα στο σπίτι. Μια σχεδόν καταναγκαστική ροή «δημιουργικών» δραστηριοτήτων που δεν λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες του κάθε σπιτιού, όπως οι υποχρεώσεις των γονέων, η ιδιοσυγκρασία των παιδιών, οι υπάρχουσες αγαπημένες συνήθειες.
Άραγε είμαστε εξοπλισμένοι με ικανότητες ώστε να διαχειριστούμε αυτήν την ιδιαίτερη περίοδο; Έχουμε εξοικειωθεί με τα αισθήματα της μοναχικότητας και της πλήξης, η διαχείριση των οποίων μπορεί να οδηγήσει σε ευεργετικές προσωπικές αποκαλύψεις; Έχουμε φροντίσει ώστε τα παιδιά και οι έφηβοι να βρίσκουν δημιουργικές διεξόδους σε στιγμές παύσης και αδράνειας; Να μην εγκλωβίζονται, δηλαδή, στο δυσφορικό τους χαρακτήρα και να μην στρέφονται αποκλειστικά στις οθόνες για διασκέδαση των συναισθημάτων τους;
Τους μιλήσαμε για τη μεγάλη σημασία της ονειροπόλησης και της χαλάρωσης, μέσω της «απραξίας»;
Αν κάθε φορά που βλέπαμε τον έφηβο ή την έφηβη να ξαπλώνει στο κρεβάτι ή στον καναπέ και να χαζεύει το ταβάνι, υπενθυμίζαμε τα μαθήματα που πρέπει να κάνει και τις δουλειές στο υπνοδωμάτιο τους. Αν κάθε φορά που ανέφεραν ότι βαριούνται, κάθονταν κατευθείαν μπροστά στον υπολογιστή ή στην τηλεόραση ή αν κάθε φορά που ολοκλήρωναν τις υποχρεώσεις της ημέρας έπαιρναν ως ανταμοιβή «χρόνο» σε κάποια οθόνη, τότε είναι πολύ πιθανόν, να μην έχουν διαχειριστεί ποτέ στο παρελθόν «κενό» χρόνο που «μέσα από τη μοναξιά [θα ανακάλυπταν] την επιθυμία».
Αν κάτι μας δίδαξε η πανδημία του κορωνοϊού, είναι η ανάγκη να μάθουμε να εξισορροπούμε από πολύ νωρίς στη ζωή την ψηφιακή και την εκτός δικτύου πραγματικότητα ώστε να τις αξιοποιούμε εξίσου ως προς το εύρος των δυνατοτήτων τους
Η ζωή γύρω από την οθόνη που είχε προηγηθεί αλλά και το γεμάτο πρόγραμμα των εφήβων με πλήρως οργανωμένες σχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες απόκτησης δεξιοτήτων, χωρίς ελεύθερο χρόνο για ποιοτικές εξατομικευμένες δραστηριότητες, δεν επέτρεψαν την εξοικείωση μας με τα αισθήματα της μοναξιάς και της πλήξης.
Η δημιουργική διαχείριση της μοναχικότητας και της πλήξης ξεκινά ήδη από την παιδική ηλικία και εξελίσσεται ως ικανότητα καθώς το άτομο μεγαλώνοντας, εμπλουτίζεται με νέα ενδιαφέροντα, ταλέντα και δεξιότητες.
Αν κάτι μας δίδαξε η πανδημία του κορωνοϊού, είναι η ανάγκη να μάθουμε να εξισορροπούμε από πολύ νωρίς στη ζωή την ψηφιακή και την εκτός δικτύου πραγματικότητα- οι οποίες έχουν γίνει συμπληρωματικές- ώστε να τις αξιοποιούμε εξίσου ως προς το εύρος των δυνατοτήτων τους.
Με έναν πολύ απλό και άμεσο τρόπο μια από τις συμμετέχουσες στην έρευνα με την οποία ξεκινήσαμε αυτό το κείμενο αναφέρει «Είμαι όμως ιδιαίτερα διαχυτική και πάντα πειράζω τους φίλους μου, τους αγγίζω, οπότε “σκάλιζα” την οθόνη και έλεγα για πλάκα στις φίλες μου «Τώρα σε χαϊδεύω» ή «Έλα πιο κοντά στην κάμερα να σου δώσω ένα φιλί!». Γελάγαμε, αλλά προσωπικά αισθανόμουν πολύ λυπημένη, αισθάνομαι μοναξιά. Μου έχει λείψει αυτό το τυπικό «ματσμουτς» φιλί που συνηθίζουμε να δίνουμε όταν συναντιόμαστε και αυτή η αγκαλιά με χτύπημα στην πλατίτσα που συνοδεύει το «άντε τα λέμε».
Με αυτά τα λόγια η κοπέλα περιέγραψε αυτό που λείπει περισσότερο σε όλους, το άγγιγμα, η αγκαλιά, το τυπικό φιλί, ακόμα και τώρα που έχουμε επιστρέψει σε κάποια κανονικότητα.
Όμως οι ψηφιακές «αγκαλιές» δεν αρκούν…