Του Δημήτρη Κ. Τυραϊδή *
Σαράντα πέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες… έτσι λέει ο μύθος για της Άρτας το γιοφύρι από απομνημονεύτων χρόνων, κι έμεινε στην ιστορία ότι το έχτιζαν μα δεν μπορούσαν να το στεριώσουν.
Ο δε αρχιμάστορας άλλαξε τους τεχνίτες αλλά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο. Όλη τη μέρα το έχτιζαν, το βράδυ γκρεμιζόταν, ώσπου δεν ξέρω ποιος αποκάλυψε στον αρχιμάστορα ότι έπρεπε για να στεριωθεί το γιοφύρι να χτίσουν ζωντανό άνθρωπο στα θεμέλια του. Ποιον όμως από τους μάστορες ή τους βοηθούς να διαλέξει ο άμοιρος αρχιμάστορας να τον χτίσει ζωντανό για να στεριώσει το γιοφύρι; Βέβαια, δεν είχε αυτό το δικαίωμα ώστε να επιλέξει έναν, αλλά έπρεπε πάση θυσία να βρει κάποιον και μη μπορώντας να κάνει διαφορετικά διάλεξε να χτίσει ζωντανή τη γυναίκα του και για να τη χτίσει, αυτό το πέτυχε με δόλιο τρόπο λέγοντάς της να κατεβεί στο θεμέλιο του γεφυριού να πάρει τη βέρα του που δουλεύοντας είχε φύγει από το μεσοδάκτυλό του. Κι έτσι, παρά τις κατάρες της άμοιρης γυναίκας το γιοφύρι στέριωσε και σώθηκε ο κόσμος από το ακριβό χαράτσι που πλήρωναν στον Αγά της περιοχής για να τους αφήνει να περνούν στην απέναντι πλευρά, δρασκελίζοντας ίσως το δικό του γιοφύρι.
Κάπως έτσι μοιάζει και το οικοδόμημα της οικονομίας της πολύπαθης χώρας μου. Χρόνια και χρόνια προσπαθούν οι κυβερνώντες ‘’αρχιμάστορες’’ να χτίσουν τα θεμέλια της, αλλά δεν το κατορθώνουν παρ’ όλο που χιλιάδες Έλληνες χαρίζουν το αίμα τους για να γίνει ο πηλός του πιο σκληρός ώστε να αντέξει στις καταιγίδες της ζωής. Άδικα χύθηκαν τόνοι αίματος και δάκρυα από τους Έλληνες πριν από πέντε χρόνια περίπου που ήρθε στην εξουσία καινούργιος ‘’αρχιμάστορας’’, τάζοντας λαγούς με πετραχήλια στους Έλληνες. Θα κάνει τ’ αδύνατα δυνατά και θα στεριώσει επιτέλους την οικοδομή της οικονομίας κι όχι μόνο.
Απελπισμένος κι εγώ από τους προηγούμενους τεχνίτες πίστεψα ότι ως συνταξιούχος θα έβλεπα καλύτερες μέρες διαβαίνοντας τα τελευταία μου χρόνια με αξιοπρέπεια. Δυστυχώς, πέρασαν πέντε χρόνια κι ούτε ένα ευρώ δεν είδα στον τραπεζικό μου λογαριασμό, εκτός από την επιστροφή κάποιων αναδρομικών που μου τα είχαν κρατήσει οι πριν από αυτόν κυβερνώντες. Ευελπιστούσα ότι θα έμπαινε επιτέλους το νερό στο αυλάκι στον κατάξερο κάμπο της ελληνικής γης αλλά δυστυχώς, για κάποιους λόγους που δεν τους γνωρίζω στέρεψε το ποτάμι κι απόμεινα και πάλι στο έλεος του Θεού, απογοητευμένος, πικραμένος και για μια ακόμα φορά οικτρά προδομένος.
Έτσι πέρασαν τα τέσσερα χρόνια, ελπίζοντας κάθε μέρα που περνούσε ότι η ερχόμενη αυγή θα πρόβαινε με πιο λαμπερό ήλιο από της προηγούμενης, αλλά αυτή δεν έφτασε ποτέ. Αντίθετα, κάθε μέρα που περνούσε όλο και πιο δύσκολα διάβαινε, μαύρη κι άραχνη θα έλεγα, γιατί όλα τα απαραίτητα της καθημερινής μου ζωής έπαιρναν την ανηφόρα της ακρίβειας και στο ψυγείο όλο και περισσότερος χώρος έμενε αδειανός. Δεν μπορεί – έλεγα – κάποτε θα σταματήσει αυτό το κακό και θα δούμε καλύτερες μέρες.
Και να σας εξομολογηθώ κάτι, κύριοι κυβερνώντες τη χώρα, εμένα προσωπικά δεν με νοιάζει και πολύ μήτε η ακρίβεια σε όλα τα πράγματα. Συνταξιούχος είμαι, που πάει να πει ότι το έχω φάει το ψωμί μου και με μια ντοματοσαλάτα πορεύομαι. Τους οικογενειάρχες σκέφτομαι. Πως θα σπουδάσουν παιδιά με 800 ευρώ μισθό που τους δίνετε; Πως θα ανοίξουν οικογένεια τα νέα ζευγάρια; Τα λεφτά που παίρνουν δεν φτάνουν ούτε για το νοίκι του σπιτιού που θα νοικιάσουν, ειδικότερα αυτούς που τους στέλνετε στα απομακρυσμένα νησιά των θαλασσών μας.
Μα είναι σοβαρά πράγματα αυτά κύριοι, με το 2,50% που ‘’θα’’ δώσετε το ερχόμενο έτος που πάει να πει 10-15 ευρώ το μήνα; Σκεφτήκατε την γριά αγρότισσα που ζει σε ένα απομακρυσμένο χωριό και η σύνταξή της είναι 350 ευρώ πόση αύξηση θα πάρει; Θα καλυτερεύσει η ζωή της με τα 6-7 ευρώ που ‘’θα’’ της δώσετε; Αυτή η αγρότισσα κύριοι ήταν εκείνη που έβαζε τι κεφάλι της στο ντορβά – όπως λέμε στο χωριό μου – κουβαλώντας στις πλάτες της και μάλιστα κάτω από αντίξοες συνθήκες είτε πυρομαχικά ή ότι άλλο χρειαζόταν οι στρατιώτες στο μέτωπο του πολέμου. Αν δεν ήταν αυτή η άγνωστη ηρωίδα σήμερα εμείς δεν θα αναπνέαμε ελεύθερο, καθαρό αέρα.
Κι έρχεστε εσείς σήμερα, αλλά και οι πριν από εσάς κυβερνήσεις και την αφήνετε χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, χωρίς γιατρό, χωρίς συγκοινωνία και με πολλά άλλα ‘’χωρίς’’. Και της λέτε να ζήσει στο μικρό χωριουδάκι της με την πενιχρή σύνταξη που το κράτος της δίνει. Κι άλλες φορές το έχω γράψει και δεν θα κουραστώ να το γράφω όσο ζω, ότι αυτό που κάνετε είναι έγκλημα. Τα χρήματα που παίρνουν δεν φτάνουν μήτε για τα φάρμακά τους. Έλεος πια…
Τα νοσοκομεία της χώρας μας υπολειτουργούν όλα και δεν το λέω εγώ, αλλά το λένε οι γιατροί και πολλοί άλλοι που ζουν κι εργάζονται στο χώρο τους. Δεν το γνωρίζετε κύριοι ότι τα νοσοκομεία ήταν και είναι το καταφύγιο των φτωχών συνανθρώπων μας; Εκεί πήγαιναν να γράψουν τα φάρμακά τους, εκεί έβρισκαν αποκούμπι. Μας μπερδεύετε με αριθμούς και εκατομμύρια κι ένα σωρό άλλα δήθεν ευεργετήματα που για να βρεις την έννοιά τους πρέπει να είσαι καθηγητής μαθηματικών .
Ακούει ο τάδε εκατομμύρια και πιστεύει ότι κάτι θα πάρει κι εκείνος. Λίγοι είναι εκείνοι που γνωρίζουν ότι τα εκατομμύρια είναι στην ουσία ένας απλός αριθμός και δεν λύνουν τα προβλήματα που μας ταλανίζουν καθημερινά.
Τέλος, πάψτε πια να υπερηφανεύεστε για την δήθεν άνοδο της οικονομίας της χώρας μας. Μπορεί να έχουμε βγει από τα μνημόνια αλλά ο λαός δεν έχει βγει ακόμα από την οικοδομή της φτώχιας που εσείς επί σειρά ετών την χτίσατε. Αλήθεια, κ. υπουργέ των οικονομικών, δεν άκουσα λέξη στις εξαγγελίες σας για την επιστροφή των αναδρομικών που μου οφείλει, και μάλιστα με τη σφραγίδα της δικαιοσύνης, το κράτος. Γιατί δεν αναφέρατε τίποτα;
* συγγραφέας – ποιητής
μέλος της Παγκοσμίου Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών,
μέλος των Πνευματικών Δημιουργών νομού Χανίων
και άλλων πολλών πολιτιστικών συλλόγων