Το σπιράλ των ανατιμήσεων αναμένεται να συνεχιστεί και το 2024, κυρίως σε προϊόντα τροφίμων, με βάση όσα εκτιμούν παράγοντες της αγοράς. Κι αυτό την ώρα που τα “χτυπήματα” που αναμένεται να δεχτούν τα νοικοκυριά, το 2024 προέρχονται και από άλλα μέτωπα. Ήδη, οι αυξήσεις, από το νέο έτος των διοδίων, αλλά και η άρση των μέτρων για τις επιδοτήσεις στο ρεύμα και η έλευση των νέων τιμολογίων, όπου η ρήτρα αναπροσαρμογής επιστρέφει, έστω και κεκαλυμμένα, δημιουργεί ανασφάλεια.
Επίσης, και για τις τιμές του πετρελαίου, υπάρχει μια πρώτη πρόβλεψη, ότι μπορεί να αυξηθούν το νέο έτος καθώς ορισμένοι παραγωγοί πετρελαίου του ΟΠΕΚ+ δεσμεύτηκαν οικειοθελώς να μειώσουν την παραγωγή. Συγκεκριμένα, μετά την απόφαση της Σαουδικής Αραβία, αλλά και άλλων κρατών για εθελοντική περικοπή της παραγωγής, η Goldman Sachs προβλέπει υψηλότερες τιμές. “Υπολογίζουμε μια μέτρια μηχανική ώθηση από την πρόσθετη μείωση στις τιμές του Brent περίπου 4 $/βαρέλι σε σχέση με τις προηγούμενες υποθέσεις μας στον OPEC+”, ανέφερε η επενδυτική τράπεζα, προσθέτοντας ότι αναμένει ότι ο ΟΠΕΚ “μπορεί να διατηρήσει τις τιμές του πετρελαίου Brent στο εύρος 80 με 100 δολάρια το 2024”.
Τρόφιμα
Στο υπόστρωμα, αυτό, όπου βέβαια κυριαρχεί η αβεβαιότητα, παράγοντες της αγοράς προβλέπουν νέες ανατιμήσεις από το νέο έτος, έστω κι αν αυτές βέβαια, δε θα είναι στην ένταση του 2022.
“Θα είναι πληθωριστική και η επόμενη χρονιά, αλλά όχι με αυτή τη δύναμη” ανέφερε η Δέσποινα Κατσίπη, διευθύντρια πωλήσεων της Circana, μιλώντας, πριν λίγα 24ωρα στο 14ο συνέδριο του ΙΕΛΚΑ, ενώ ο Βάιος Δημοράγκας, CEO της NielsenIQ, σημείωσε ότι “οι ακριβές τιμές θα παραμείνουν” αν και “βλέπουμε μια αποκλιμάκωση”. Και ο επικεφαλής της αλυσίδας METRO – MyMarket Αριστοτέλης Παντελιάδης σημείωσε, στο ίδιο συνέδριο, ότι οι ανατιμήσεις θα συνεχιστούν, ενώ και ο γενικός διευθυντής της Ένωσης Σούπερ Μάρκετ Ελλάδας (ΕΣΕ), Απόστολος Πεταλάς, μιλώντας στον Ρ/Σ Real Fm το μεσημέρι της Παρασκευής σημείωσε ότι ειδικά σε προϊόντα που επηρεάζονται από το κλίμα οι ανατιμήσεις θα συνεχιστούν. Πέρα από το λάδι όπως είπε, λόγω μειωμένης παραγωγής, ένεκα των καιρικών συνθηκών, σε πολλές περιοχές του πλανήτη, θα υπάρχουν αυξήσεις σε προϊόντα, όπως οι χυμοί, τα σοκολατοειδή, το κακάό κτλ.
Αναλυτικά, με βάση τα στοιχεία που κατέθεσε η εταιρεία ερευνών Circana, από το βήμα του 14ου συνεδρίου του ΙΕΛΚΑ, οι ανατιμήσεις για το 2024 εκτιμάται ότι θα κινηθούν στο +4,5% στο σύνολο των ταχυκίνητων προϊόντων (FMCGs) από +7,3% που ήταν οι αυξήσεις το 2023. Ειδικότερα στα τρόφιμα, που αντιπροσωπεύουν το 75% του καλαθιού των καταναλωτών, προβλέπεται ότι αυξήσεις των τιμών θα ανέλθουν στο +4,6% (+7,3% το 2023), στα προϊόντα προσωπικής υγιεινής και φροντίδας θα είναι χαμηλότερες στο +4% (+7,2% το 2023), ενώ η κατηγορία που θα εμφανίσει την υψηλότερη αύξηση θα είναι τα είδη νοικοκυριού (καθαριστικά, απορρυπαντικά κ.λπ.), καθώς εκτιμάται ότι θα φτάσει στο +5,7% από +9,2% το 2023.
Τουτων δοθέντων αναμένεται να επηρεαστούν και οι καταναλωτικές συνήθειες κι έτσι σύμφωνα με την κα Κατσίπη, λόγω πληθωριστικών πιέσεων που θα συνεχιστούν περισσότεροι καταναλωτές «θα μείνουν σπίτι, θα μαγειρέψουν σπίτι, θα καταναλώσουν στο σπίτι» μειώνοντας τις εξόδους τους προς τα καταστήματα εστίασης.
Οι αιτίες των αυξήσεων των τιμών
“Ο πληθωρισμός θα αποκλιμακωθεί, θα πέσει αλλά όχι οι τιμές” ανέφερε, επίσης, πριν λίγες μέρες, ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Θεόδωρος Πελαγίδης, μιλώντας στο κανάλι της Ναυτεμπορικής. Πιο συγκεκριμένα ο κ. Πελαγίδης ανέφερε πως “Το θέμα είναι πόσο γρήγορα θα πέσει ο ρυθμός του πληθωρισμού, που ήδη αποκλιμακώνεται και μάλιστα αρκετά γρήγορα”. Ωστόσο όπως σχολίασε “τα επίπεδα των τιμών δεν θα πέσουν στα προ κρίσης επίπεδα, καθώς έχουν ήδη προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα οι μισθοί-στην Ευρώπη έχουμε φέτος 6% με 7% αύξηση των μισθών, οι αμοιβές των παραγωγικών συντελεστών, τα ενοίκια, τα κέρδη, όλα αυτά. Για να πέσουν οι τιμές στα προηγούμενα επίπεδα πρέπει να ληφθούν πίσω όλα. Και τα κέρδη” τόνισε ο κ. Πελαγίδης θέτοντας επί τάπητος, ένα άλλο παράγοντα κομβικό για τον πληθωρισμό, που είναι τα “κέρδη απληστίας”.
Επίσης, μιλώντας στην Ertnews, o κ. Πελαγίδης εστίασε στο ότι οι μισθοί είναι χαμηλοί και γιαυτό η ακρίβεια απειλεί. “Δεν θέλω να αξιολογήσω το πρόβλημα της ακρίβειας στην Ελλάδα είναι πρωτίστως θέμα μισθών – και το θέμα των μισθών είναι ζήτημα επενδύσεων και παραγωγικότητας. Πρέπει να καταλάβουμε όλοι, όπως έχουμε ένα αγαθό σαν το κινητό που είναι ένα διεθνές αγαθό και έχει μια αντιμετώπιση προσφοράς και ζήτησης, πολύ συγκεκριμένη. Καθορίζεται η τιμή του από αυτήν την σχέση προσφοράς και ζήτησης. Το ίδιο συμβαίνει και με πολλά εγχώρια αγαθά. Σε κάθε περίπτωση, ο μισθός εδώ είναι αυτός που είναι. Και δεν μιλάω για τον μισθό των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και τον μισθό της ιδιωτικής οικονομίας που είναι η πλειοψηφία των ανθρώπων πάνω από 85 – 90%. Άρα η ακρίβεια ως σχέση μισθού – τιμών είναι ένα ζήτημα που αφορά τους μισθούς, ιδίως στην Ελλάδα, και οπωσδήποτε μετά αφορά και τις τιμές των αγαθών” ανέφερε ο Υποδιοικητής της ΤτΕ..
Στοιχεία πληθωρισμου Νοεμβρίου
Στο μεταξύ, επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των τιμών κατέγραψε ο δείκτης τιμών καταναλωτή στην Ελλάδα τον Νοέμβριο, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της Eurostat. Οι τιμές αυξήθηκαν κατά 3% από 3,8% που είχαν επιταχύνει τον Οκτώβριο. Ωστόσο καταγράφηκε για πρώτη φορά μετά από τρεις μήνες συνεχών επιβραδύνσεων.
Την ίδια ώρα στην Ευρωζώνη ο πληθωρισμός “φρέναρε” στο 2,4% από 2,9% προηγουμένως, προσεγγίζοντας ολοένα περισσότερο την τιμή-στόχο της ΕΚΤ στο 2%.
Πάντως, η αύξηση των τιμών πιέζει το λιανικό εμπόριο όπου για τον μήνα Σεπτέμβριο η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε αύξηση τζίρου κατά 3,3%, αλλά με μείωση όγκου πωλήσεων, που έφτασε το ,3%. Δηλαδή, λιγότερα προϊόντα πουλήθηκαν αλλά σε υψηλότερες τιμές.
Τιμές παραγωγού και κερδοφορία
Θα πρέπει να σημειωθεί βέβαια, ότι ένας παράγων που θα πρέπει να “μετρηθεί” από τις αρχές στους ελέγχους, ειδικά σε σχέση με τα περιθώρια κερδοφορίας, είναι ότι οι τιμές παραγωγού στην βιομηχανία τον Οκτώβριο έπεσαν κατά 13,5%, κάτι που θα φανεί πώς θα αποτυπωθεί προοδευτικά σε επόμενες μετρήσεις στο “ράφι”.
Αναλυτικά, μείωση 13,5% σημείωσε ο γενικός δείκτης τιμών παραγωγού στη βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς) τον Οκτώβριο εφέτος σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Οκτωβρίου 2022, έναντι αύξησης 35,4% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών το με το 2021.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η μείωση στο κόστος παραγωγής των εγχώριων βιομηχανιών οφείλεται στις εξής μεταβολές των δεικτών των επιμέρους αγορών:
α. Στη μείωση του δείκτη τιμών παραγωγού εγχώριας αγοράς κατά 14,7% (με τον δείκτη της βιομηχανίας τροφίμων να αυξάνεται 3,5%), και
β. Στη μείωση του δείκτη τιμών παραγωγού εξωτερικής αγοράς κατά 9,7% (με τον δείκτη της βιομηχανίας τροφίμων να αυξάνεται 18,3%).
Παράλληλα, ο γενικός δείκτης παρουσίασε μείωση 2,3% τον Οκτώβριο 2023 σε σύγκριση με τον δείκτη του Σεπτεμβρίου 2023, έναντι αύξησης 8,1% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών το 2022.
Η Fitch
Τέλος, ο οίκος Fitch στην ανάλυσή για την αναβάθμιση που έκανε, προέβλεψε ότι ο ετήσιος εναρμονισμένος πληθωρισμός θα είναι κατά μέσο όρο 4,4% το 2023 και θα υποχωρήσει σταδιακά στο 2,9% το 2024 και στο 2% το 2025.
Όπως ανέφερε, η δυναμική της αγοράς εργασίας θα υποστηρίξει αύξηση των μισθών της τάξης του 7% φέτος, (κάτι που ναι μεν καλύπτει τις προβολές αυξήσεων των τιμών, αν και οι τελευταίες έχουν εκτοξευτεί). Επίσης ο οίκος προέβλεψε ότι πιθανότατα σε παρόμοια επίπεδα θα κινηθούν οι μισθοί το επόμενο έτος, με την ανεργία να πλησιάζει σταδιακά τα επίπεδα του 2019 (και ορισμένοι κλάδοι να αντιμετωπίζουν τώρα ελλείψεις εργατικού δυναμικού). Αυτό θα διατηρήσει ορισμένους ανοδικούς κινδύνους σε ότι αφορά τον πληθωρισμό, καταλήγει η Fitch.