Το 2001 ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζωρτζ Μπους ο νεώτερος, είχε δηλώσει πως «οι ΗΠΑ θα κάνουν ό,τι χρειαστεί» για να υπερασπιστούν την Ταϊβάν «αν η Κίνα επιχειρήσει βίαιη προσάρτηση». Το 2006, μάθαμε και πως θα γινόταν αυτό: 

«Η διοίκηση του Ειρηνικού [των ΗΠΑ] ανέπτυξε μια νέα “στρατηγική αντίληψη” …μετά το 2002 και ένα νέο, ενήμερο, σχέδιο παρήχθη τον Ιούλιο του 2003. Το 2004, υπό τον Υπουργό Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ και το Γενικό Επιτελείο, δημοσιεύτηκε ένα τελικό αμυντικό σχέδιο της Ταϊβάν … το οποίο περιελάμβανε εναέρια, θαλάσσια, επίγεια, αμφίβια και πυραυλική άμυνα και ασκήσεις (excursions) για την υπεράσπιση της Ταϊβάν. Τα πιθανά σενάρια προέβλεπαν θαλάσσια επιχειρησιακή εμπλοκή, επίθεση σε κινεζικούς στόχους στην ηπειρωτική Κίνα, πληροφοριακό πόλεμο .. μέχρι και τη χρήση πυρηνικών από τις ΗΠΑ». 

Το μήνυμα είχε ληφθεί από την Κίνα. Και ήταν σαφέστατο. Η απάντηση ήρθε δεκαπέντε χρόνια μετά. 

Το 2019, επί προεδρίας Τραμπ, κατά την παρέλαση για τον εορτασμό της 70ης επετείου από την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, ο στρατός της παρουσίασε μια σειρά νέων όπλων, που είχαν θεωρηθεί ενδεικτικά των προθέσεών της, σε περίπτωση αμερικάνικης επίθεσης και είχαν χαρακτηριστεί «στρατηγικής σημασίας». 

Μεταξύ αυτών, ιδιαίτερο βάρος είχε δοθεί στην ανάπτυξη ναυτικών όπλων. Νέα υποβρύχια, αθόρυβα, νέοι πύραυλοι και νάρκες, όπλα ικανά να πλήξουν αεροπλανοφόρα και να τα καταστρέψουν, είχαν τότε παρουσιαστεί. Μάλιστα, οι στρατιωτικοί αναλυτές είχαν δώσει το όνομα «φονιάς των αεροπλανοφόρων» στον κινέζικο πύραυλο DF-21, στην ανάπτυξη του οποίου η Κίνα είχε ρίξει εκατομμύρια επί έτη. Με δυνατότητα να πλήξει αεροπλανοφόρο από απόσταση 1.600 χιλιομέτρων, υπερκαλύπτει τις ανάγκες σε περίπτωση απόπειρας αμερικάνικης «προστασίας» της Ταϊβάν από θαλάσσης. Σήμερα, ο συγκεκριμένος πύραυλος δεν θεωρείται το κορυφαίο όπλο των Κινέζων κατά αεροπλανοφόρου – ήδη η τεχνολογία τους έχει προχωρήσει περαιτέρω. Το Ασοσιέιτεντ Πρες περιέγραφε με δέος, λόγου χάριν, την ανάπτυξη ανεμόπτερων (gliders) ικανών να μεταφέρουν πυρηνικές κεφαλές, και να μανουβράρουν αποφεύγοντας, σε πολύ υψηλές ταχύτητες, τις αντι-αεροπορικές άμυνες των ΗΠΑ, αλλά και τον πύραυλο Ντονγκφενγκ 41, με βεληνεκές 15.000 χιλιομέτρων – το μεγαλύτερο παγκοσμίως – που μπορεί να μεταφέρει 10 διαφορετικές κεφαλές και να πλήξει δέκα διαφορετικούς στόχους, στον προορισμό του. Ο Ντονγκφενγκ 41 είναι, επίσης, αμέσου εκτόξευσης. Αξιοσημείωτο επίσης: τα ανεμόπτερα και τα ντρόουνς των Κινέζων έχουν ανεξαρτητοποιηθεί από το παγκόσμιο δορυφορικό κύκλωμα κι έχουν φτιαχτεί ώστε να «μιλάνε» μεταξύ τους, ανεξάρτητα. 

Οι στόχοι που ορίστηκαν ως πιθανοί τότε, από τους αναλυτές, ήταν δύο: η αμερικάνικη βάση στο Γκουάμ και η πιθανή αμερικάνικη παρουσία στην Ταϊβάν. Σημείωναν πως, με τα συγκεκριμένα όπλα, σε περίπτωση σινοαμερικανικής κρίσης, οι ΗΠΑ θα έπρεπε να αποφύγουν – για να μην έχουν τεράστιες απώλειες – την περιοχή της Νότιας Σινικής Θάλασσας και, παράλληλα, θα ήταν αδύνατο να δράσουν αεροπορικές δυνάμεις πλησίον των κινεζικών συνόρων. 

Το περίφημο σχέδιο Ράμσφελντ, που δεν άλλαξε από όσο μπορούμε να γνωρίζουμε, με τις ΗΠΑ απασχολημένες, πολεμικά, σε άλλες περιοχές, ήταν από τότε νεκρό. Και ήταν το μόνο «αποδοτικό» σχέδιο για τις ΗΠΑ, που στηρίζονται στην αεροπορική και ναυτική τους δύναμη ως τότε. Δύναμη που σήμερα δεν θα τους είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε περίπτωση σύγκρουσης με την Κίνα, ακριβώς γιατί έχουν βρεθεί οι απαντήσεις. 

Παράλληλα, η Ταϊβάν στηρίζει την άμυνά της στον ασύμμετρο πόλεμο και στις δυνάμεις ξηράς και στην «αδυνατισμένη» στρατιωτικά Κίνα. Δηλαδή, από αέρος και θαλάσσης, το «παιγνίδι» το αφήνει, από την εποχή Ραμσφελντ, στα χέρια των ΗΠΑ, που είχαν μέχρι πριν λίγα χρόνια υπεροπλία. 

Και εδώ γίνεται εμφανές το στρατηγικό, στρατιωτικό και ψυχροπολεμικό πλαίσιο στο οποίο έγινε η επίσκεψη Πελόζι στην Ταϊβάν, και γιατί ακριβώς βάζει σε κίνδυνο την ίδια την Ταϊπέι, που βρίσκεται απέναντι στην θηριώδη Κίνα, διεθνώς αναγνωρισμένη ως έδαφός της, χωρίς κανένα αβαντάζ σήμερα. Γι’ αυτό και οι αντιδράσεις [μέρους] της κυβέρνησης Μπάιντεν στην επίσκεψη, που όμως οι θερμοκέφαλοι πολεμοκάπηλοι ήθελαν να «απαντηθεί» από την Κίνα. Ευτυχώς δε φτάσαμε εκεί. Και δε φτάσαμε εκεί, επειδή το Πεκίνο δρα με σχέδια σε βάθος χρόνου. 

Το μέχρι σήμερα status quo, ιδιαίτερα σημαντικό για την ίδια την Ταϊβάν, στηριζόταν ακριβώς και στην αποδοχή, διεθνώς, του «Μία Κίνα, δύο συστήματα». Δεν είναι τυχαίο ότι τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων σε δημοσκοπήσεις, στην Ταϊβάν, χαρακτήρισαν την επίσκεψη Πελόζι «αποσταθεροποιητική». Κι αυτό γιατί γνωρίζουν πως η Κίνα, από όταν το δήλωσε ο ίδιος ο Μάο στο Νίξον, «δεν βιάζεται» να φέρει την Ταϊβάν στο «ένα σύστημα». Η Κίνα δεν χρειάζεται «πρόκληση» για να μπει στην Ταϊβάν, το έργο το έχει δει και ξαναδεί και η στάση της είναι πάντα η ίδια. Δεν έχει, ωστόσο, επιτρέψει ως σήμερα, και την ανταρσία της Ταϊβάν – υποβοηθούμενη ή αυτόνομη – θέτοντας ξεκάθαρα όρια και ενισχύοντας την πολεμική της μηχανή ακριβώς για να αντιμετωπίσει προσπάθειες απόσχισης. 

Οι ενέργειες της Κίνας, σήμερα, δεν είναι «κατενάτσιο» πια. Και παίζει στο πρώτο «γήπεδο» στο οποίο παίζει πάντα, το οικονομικό. Οι πρώτες της ενέργειες έχουν ως στόχο να θυμίσουν ότι μπορεί να στραγγαλίσει την οικονομία της Ταϊβάν και να θυμίσουν στο νησί ότι χωρίς μια ουδέτερη ή θετική Κίνα, δεν μπορεί να ευημερεί. Οι στρατιωτικές ασκήσεις στην περιοχή, αυτό θέλησαν ακριβώς να δείξουν: η Κίνα ελέγχει πια την περί Ταϊβάν θάλασσα. Η Ταϊβάν είναι νησί, εξαρτάται από την θαλάσσια μεταφορά των αγαθών που παράγει και των αγαθών που χρειάζεται. Τις ημέρες των κινεζικών ασκήσεων, το εμπόριο σε επίπεδο εισαγωγών και εξαγωγών, νεκρώθηκε. Και αξίζει να υπενθυμίσουμε εδώ πως οι βασικές εξαγωγές της Ταϊβάν είναι ηλεκτρονικά και προϊόντα μετάλλου, μηχανήματα και χημικά, με πελάτες την Κίνα αλλά και τις ανεπτυγμένες ψηφιακά χώρες (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Σιγκαπούρη, Ν. Κορέα και Γερμανία). 

Οι Κινέζοι είναι μια τεράστια πολεμική μηχανή, που ακόμη κι αν δεν χρησιμοποιηθεί για πόλεμο μπορεί (και θα) χρησιμοποιηθεί για να εμποδίσει το άνετο εμπόριο. Κοινώς, η Ταϊβάν θα δυσκολεύεται από δω και πέρα πολύ να εμπορευτεί. Κι από αυτό το εμπόριο εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η οικονομία της. 

Όπως ήδη γράφουν ανεξάρτητοι αναλυτές, ο κινεζικός κλοιός, με πλοία και αεροπλάνα, περί την Ταϊβαν μπορεί να σφίγγει διαρκώς, διότι ούτε η Κίνα ούτε άλλες καμιά διακοσαριά χώρες αναγνωρίζουν κάποιο σύνορο εκεί. Εντός των συνόρων της η Κίνα κάνει ότι θέλει με τα πλοία της, βάσει του διεθνούς δικαίου. 

Με δεδομένες, μάλιστα, τις κυρώσεις κατά της Κίνας και τον πιθανό αποκλεισμό (και κυρώσεις) της Κίνας εις βάρος της Ταϊβάν, τα πράγματα για τις σύγχρονες οικονομίες δεν φαίνονται πολύ καλά. Η Κίνα, άλλωστε, ήδη επέβαλλε τις πρώτες κυρώσεις στην Ταϊβάν, λόγω Πελόζι, απαγορεύοντας  τις εισαγωγές ιχθύων και φρούτων και την εξαγωγή άμμου προς την Ταϊπέι. Της πολύ σημαντικής άμμου: Η Ταϊβάν εισάγει το 90% της άμμου που χρειάζεται για να χτίσει από την Κίνα και σήμερα αδυνατεί να παράγει τσιμέντο. Το κόστος της οικοδομής ήδη έχει αρχίσει να εκτοξεύεται…

Πέρα όμως από την ίδια την Ταϊβάν, η επίσκεψη Πελόζι δημιουργεί πρόβλημα και στα κράτη που μέχρι σήμερα οι ΗΠΑ ήθελαν να θεωρούν «σίγουρους συμμάχους» στην περιοχή. Σίγουροι μεν, όχι έτοιμοι για πόλεμο λόγω Ταϊβάν, δε. Ο πρόεδρος της Νοτίου Κορέας δεν διέκοψε τις διακοπές του για να τη δει, και η υποδοχή της ήταν ανεπίσημη. O Γιουν προτίμησε το όποιο πολιτικό κόστος από την περαιτέρω αρνητική κλιμάκωση με το Πεκίνο. Αν αυτό μεταφραστεί και σε «οικονομική οπισθοχώρηση» από τις σχέσεις με την Ταϊβάν, κάτι διόλου απίθανο, η Ταϊπέι θα βρεθεί πολύ πιο γρήγορα σε κρίση, χάνοντας το βασικό της πλεονέκτημα, την ανθούσα οικονομία της. 

Η στάση της κυβέρνησης της Ν. Κορέας δεν μπορεί να θεωρηθεί εξαίρεση επουδενί. Είναι βέβαιο ότι οι περισσότερες συμμαχικές των ΗΠΑ χώρες μόνο θετικά δε βλέπουν μια πιθανή σύγκρουση με την Κίνα. Όσο πιο κοντά στην Κίνα βρίσκονται, τόσο εντονότερες είναι και οι αντιδράσεις. Είναι χώρες που γνωρίζουν πολύ καλά πως οι λόγοι της επίσκεψης Πελόζι ουδεμία σχέση με τη δημοκρατία και την ελευθερία έχουν, και η εξέτασή τους σε γεωστρατηγικό επίπεδο μόνον ως τεστ για την αποφασιστικότητα του Πεκίνου, απέναντι στην ηγεμονία που καταρρέει, μπορούν να ειδωθούν. Σε, δε, επίπεδο νέων κυρώσεων εις βάρος του Πεκίνου, οι σύμμαχοι των ΗΠΑ θα βρεθούν απέναντι στην Ουάσιγκτον, ειδικά με μια αποκλεισμένη Ταϊβάν, γιατί η παραγωγή της Κίνας αποτελεί μοχλό και της δικής τους ανάπτυξης.