Η επίθεση του Ρουβίκωνα σημειώθηκε λίγο μετά τις 14:00, όταν περίπου 30 άτομα ανέβηκαν την Όθωνος και τα σκαλιά πίσω από το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, έφθασαν στο περιστύλιο και εκτόξευσαν μπογιές και δύο καπονογόνα προς το Κοινοβούλιο. Στη συνέχεια, διέφυγαν προς την πλατεία Συντάγματος.
Η φρουρά της Βουλής προχώρησε σε μία προσαγωγή, η οποία στη συνέχεια μετατράπηκε σε σύλληψη.
Στόχος φαίνεται πως ήταν το γραφείο του Προέδρου της Βουλής, Νίκου Βούτση.
Απαράδεκτη και αντιδημοκρατική χαρακτήρισε την επίθεση αγνώστων κατά του Κοινοβουλίου ο Πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης. «Ειδικά μέσα στην προεκλογική περίοδο οι ενέργειες αυτές οξύνουν το κλίμα ανεξάρτητα από τις προφάσεις ή τα επιχειρήματα που τις συνοδεύουν» ανέφερε σε Κοινοβουλευτικούς συντάκτες συμπληρώνοντας πως «εν προκειμένω δεν έχουμε κάτι τέτοιο ώστε να μπορώ να πω σε τι αναφέρονταν όσοι έκαναν την καταδρομική επιχείρηση».
Επίσης τόνισε πως αυτού του τύπου οι ενέργειες απέναντι στο Κοινοβούλιο και απέναντι σε κάθε εκδοχή που τις καθαγιάζει είναι αντιδημοκρατικές και δεν προσφέρουν τίποτα στους κοινωνικούς αγώνες οι οποίοι πρέπει να εξελίσσονται και εξελίσσονται με διαφορετικό τρόπο.
Τέλος επισήμανε ότι οι άγνωστοι απομακρύνθηκαν από το Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα και υπάρχει μια σύλληψη από την Ελληνική Αστυνομία.
Την ευθύνη ανέλαβε η αναρχική συλλογικότητα του «Ρουβίκωνα» με ανάρτηση σε ιστοσελίδα του αντιεξουσιαστικού χώρου.
Το κείμενο του Ρουβίκωνα:
«Τις τελευταίες μέρες έχουν γίνει, από το σύνολο σχεδόν του αναρχικού κινήματος και άλλων επαναστατικών δυνάμεων σειρά δράσεων και επιθετικών ενεργειών ως υποστήριξη στον δίκαιο αγώνα του κομμουνιστή απεργού πείνας Δημήτρη Κουφοντίνα. Ένα διογκούμενο κομμάτι της κοινωνικής βάσης, πλάι στον κόσμο του αγώνα, αντιλαμβάνεται το ειδικό διακύβευμα αυτής της μάχης, την ειδική σημασία που έχει σε συμβολικό, πολιτικό αλλά και σε επίπεδο συγκυρίας.
Το διακύβευμα αυτό δεν είναι η αποτίμηση της πολιτικής ιστορικότητας του απεργού, ούτε οι μορφές πάλης. Δεν είναι μια αφηρημένη κουβέντα για το δικαίωμα εκδίκησης των «πληγέντων», ούτε για τα «δημοκρατικά δικαιώματα» και το φάντασμα της «ισονομίας». Δεν είναι καν θέμα κερδισμένων με αίμα και αγώνες δικαιωμάτωνενάντια στον σωφρονιστικό ολοκληρωτισμό .
Απέναντι στον Κουφοντίνα και την μάχη που δίνει έχει συνασπιστεί όλη η μαυρίλα της εξουσίας. Βαθύ δεξιό κράτος, σύριζα, αριστοκρατικές φαμίλιες της δημοκρατίας, φασίστες, μεγαλοεπιχειρηματίες και παπαγάλοι των ΜΜΕ. Και όχι μόνο η ντόπια μαυρίλα. Οι ΗΠΑ και μέσω της πρεσβείας έχουν επανειλημμένα πιέσει στο προσκήνιο και το παρασκήνιο.
Το σημαντικότερο διακύβευμα στην υπόθεση Κουφοντίνα είναι η απάντηση της κοινωνικής βάσης ενάντια στο μέτωπο που συγκροτήθηκε εναντίον της με αιχμή το θέμα των αδειών του απεργού πείνας. Είναι απαραίτητο να μην νικήσουν. Είναι απαραίτητο να αντιληφθούν ότι κάθε τέτοια επίθεση, όποιον κι αν βάζει στο σκόπευτρό της θα έχει να πληρώσει κόστος. Τόσο το ίδιο το μαύρο μέτωπο ως τέτοιο όσο και η κάθε δύναμη που το στελεχώνει ξεχωριστά και χωρίς εξαιρέσεις.
Η νίκη του απεργού πείνας Δ. Κουφοντίνα είναι νίκη της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Κι αυτό γιατί είναι μια νίκη ενός κεφαλιού που σηκώνεται ψηλά και αψηφά την δύναμη των πανίσχυρων λίγων. Αυτών που ποτέ δεν υπολόγισαν καμιά ζωή για το κέρδος και την εξουσία τους. Αυτών που ξεκλήρισαν λαούς και κοινωνίες. Αυτών που δυναστεύουν την ζωή μας.
Απέναντι σε αυτούς τους δολοφόνους όρθωσε και συνεχίζει να ορθώνει ανάστημα ένας μαχητής. Ως αγωνιζόμενα μέλη της κοινωνικής βάσης, ως αναρχικοί που αντιπαλεύουμε το κράτος, ως άνθρωποι με συνείδηση θα σπεύσουμε πρόθυμα στην πρώτη γραμμή. Το πιθανό δικό μας κόστος είναι ένα τίποτα μπροστά στο κόστος που πληρώνει μετρητοίς ο Κουφοντίνας. Αυτό που θα είναι συγκρίσιμο με το κόστος που πληρώνει ο Κουφοντίνας θα είναι αυτό που θα πληρώσουμε όλοι και όλες αν η εξουσία πετύχει την εξόντωσή του, το κόστος μιας ιστορικής ήττας πρώτα σε συμβολικό και μετά σε υλικό επίπεδο κάθε σκέψης να σηκωθεί κεφάλι ενάντια στους κυρίαρχους.
Κανένας εφησυχασμός δεν επιτρέπεται, καμία εμπιστοσύνη στους ελιγμούς της καταστολής. Πλήρης επαγρύπνηση, ακόμα μεγαλύτερη συσπείρωση της κοινωνικής βάσης και του κόσμου του αγώνα , περισσότερη δράση, περισσότερη τόλμη».