Οι μακροχρόνιες συνέπειες από μολύνσεις με κορωνοϊό είναι συνήθεις σε ασθενείς που νοσηλεύονται. Αλλά τι συμβαίνει με αυτούς που περνούν την ασθένεια ελαφριά;
Ερευνητές στο πανεπιστήμιο του Haukeland στη Νορβηγία ακολούξθησαν 312 ασθενείς με κορωνοϊό για ένα ολόκληρο χρόνο. 247 εξ αυτών πέρασαν την ασθένεια από το σπίτι τους ενώ οι υπόλοιποι 65 νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομείο. Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Nature Medicine.
Μετά από 6 μήνες, το 61% όλων των ασθενών συνέχιζε να έχει συμπτώματα, σύμφωνα με τους ερευνητές. Μεταξύ αυτών που πέρασαν την ασθένεια στο σπίτι τους, το 52% συνέχιζε να έχει μια ποικιλία συμπτωμάτων ακόμα και 6 μήνες μετά.
Ούτε οι νέοι φαίνεται ότι είναι προστατευμένοι:
“Ένα εξαιρετικά υψηλό ποσοστό νέων μεταξύ 16 και 30 ετών συνεχίζουν να έχουν συμπτώματα ακόμα και έξι μήνες μετά, ακόμα και αν δεν ασθένησαν σε τέτοια βαθμό ώστε να μπουν σε νοσοκομείο”, λέει ο Bjørn Blomberg, εκ των συγγραφέων της μελέτης.
Ανησυχεί ποιες μπορεί να είναι οι συνέπειες αν τα αποτελέσματα της μελέτης που πραγματοποιήθηκαν στη Νορβηγία ισχύουν και για τον υπόλοιπο κόσμο.
“Πολλοί άνθρωποι πέθαναν από κορωνοϊό αλλα θα πρέπει να θυμόμαστε ότι πάνω από 200 εκατομμύρια έχουν ασθενήσει και επιβίωσαν της ασθενειας”, λέει.
“Οπότε, αν πράγματι είναι τόσο μεγάλο το ποσοστό των ανθρώπων που παρουσιάζουν long covid (μακρά κορωνοϊό), τότε αυτό αποτελεί ένα τεράστιο παγκόσμιο πρόβλημα. Μιλάμε για πάνω από 100 εκατομμύρια ανθρώπους που υποφέρουν μακροχρόνια από τις συνέπειες της ασθένειας”, λέει ο Blomberg.
Ελαφρά ασθένεια, συμπτώματα με διάρκεια
Το πιο συνήθες σύμπτωμα μετά από 6 μήνες είναι η απώλεια της γεύσης και της όσφρυνσης. 28% των νέων με ελαφρές μολύνσεις υπέφεραν από το συγκεκριμένα σύμπτωμα.
21% υπέφεραν απο διαρκή κούραση και 13% είχαν πρόβλημα δύσπνοιας και δυσκολία αναπνοής.
13% είχαν προβλήματα συγκέντρωσης και 11% είχαν προβλήματα με τη μνήμη τους.
“Τα ευρήματά μας σχετικά με τους νέους που πέρασαν την ασθένεια ελαφρά στο σπιτι τους δείχνουν ότι διατρέχουν υψηλό ρίσκο μακράς διαρκείας δύσπνοιας και δυσκολιών με τις γνωστικές λειτουργίες και κάνουν ακόμα πιο έντονη τη σημασία για έλεγχο της μόλυνσης, με μέσα όπως ο εμβολιασμός”, συμπεραίνουν οι ερευνητές στο άρθρο τους.
Υψηλά επίπεδα αντισωμάτων δίνουν πληροφορίες
Γιατί όμως αυτοί οι υγιείες και νέοι άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι με συμπτώματα που έχουν τόσο μεγάλη διάρκεια ενώ έχουν ασθενήσει ελαφρά; Οι ερευνητές δε γνωρίζουν, όμως έχουν κάποιες θεωρίες.
“Φαίνεται ότι μία ισχυρή αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος στη μόλυνση συνδέεται με την εμφάνιση του μακρά κορωνοϊού. Αυτοί που έχουν υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων αμέσως μετά από μόλυνση, διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για συμπτώματα μακράς διάρκειας”, λέει ο Blomberg.
Πάντως τονίζει ότι δε μπορούν ακόμα να επιβεβαιώσουν ότι αυτή είναι η αιτία.
“Βρήκαμε μία σύνδεση αλλά δε μπορούμε να πούμε ότι αυτή είναι η αιτία. Φαίνεται ότι έχει να κάνει κάτι με την ίδια την ασθένεια. Μία πιθανή σύνδεση μεταξύ αντίδρασης του ανοσοποιητικού και συμπτωμάτων μακράς διάρειας είναι κάτι το οποίο χρειάζεται να ερευνηθεί περισσότερο”, είπε.
Τα ευρήματα της Νορβηγικής μελέτης έρχονται σε σύγκρουση με ευρήματα άλλων ερευνών. Σε μία δανέζικη μελέτη η οποία δημοσιεύτηκε στο The Lancet, οι ερευνητές είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι υπήρχαν λίγες επιπλοκές σε ανθρώπους που είχαν κορωνοϊό και δε νοσηλεύτηκαν. Σύμφωνα με άλλες μελέτες αυτοί που πέρασαν βαριές λοιμώξεις διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο για συμπτώματα μακράς διάρκειας.
Η μελέτη από τη Νορβηγία συνδέει τις ελαφρές λοιμώξεις με υψηλό κίνδυνο μακρά κορωνοϊού.
Σύμφωνα με τον Blomberg, ελάχιστες έρευνες έχουν κοιτάξει σε αυτά τα ελαφρά συμπτώματα. Αντιθέτως έχουν επικεντρωθεί σε ανθρώπους που έχουν νοσηλευτεί και αυτούς που είχαν σοβαρές επιπλοκές.
Επίσης ο Blomberg τονίζει ότι ελάχιστες άλλες μελέτες έφτασαν στο ιδιο βάθος στη μελέτη των ασθενών όπως η δική τους μελέτη.
“Άλλοι επέλεξαν να μελετήσουν μέσω των καταγραφών που γίνονται στα νοσοκομεία και τα φάρμακα που δίνονται, ή βρήκαν συμμετέχοντες μέσω social media. Αυτό κάνει δύσκολο να γνωρίζεις πόσοι από αυτούς που συμμετέχουν στη μελέτη πράγματα είχαν συμπτώματα ή ασθένησαν”, λέει ο Blomberg.
“Η μελέτη μας ξεχωρίζει γιατί έχουμε εξαιρετικά δεδομένα σχεδόν για όλους όσους ασθενήσαν και τους ακολουθήσαμε προσωπικά σε ενα μεγάλο χρονικό διάστημα με συχνές συνεντεύξεις”, είπε.
Πηγή: