Με τα μάτια «καρφωμένα» στο σημερινό EuroWorking Group (EWG) είναι η κυβέρνηση, που μετά την κατάρρευση των δημόσιων εσόδων ελπίζει σε ένα «πράσινο φως» για την υποδόση των 2 διs. ευρώ -ώστε να πάρει «ανάσα» ο προϋπολογισμός που δέχεται ασφυκτική πίεση από τα repos των φορέων της γενικής κυβέρνησης.
Η ελληνική πλευρά θα προέλθει σε αυτή την συνεδρίαση έχοντας εκπληρώσει – όπως η ίδια υποστηρίζει -το 90% των προαπαιτούμενων μέτρων, τη στιγμή που οι δανειστές ισχυρίζονται ότι ο κατάλογος με τις ανεκπλήρωτες δράσεις είναι «κενός» τουλάχιστον κατά τα 2/3, και ότι η Αθήνα έχει ακόμη δρόμο μπροστά της…
Παρά ταύτα, οι επιτελείς στο υπουργείο Οικονομικών παραμένουν ψύχραιμοι, εκτιμώντας ότι η «ζυγαριά» θα γύρει προς την πλευρά της Ελλάδας μετά τα δύο νέα νομοσχέδια, αυτό της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και των νέων διατάξεων με προαπαιτούμενα, που θα κατατεθούν με την διαδικασία του κατεπείγοντος Βουλή. Πρόκειται για μία κίνηση, που όπως επισημαίνουν αρμόδιες πηγές, θα μετρήσει θετικά στην συνάντηση που θα έχουν οι εκπρόσωποι των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης.
Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ακόμη και αν η Ομάδα Εργασίας των 19 εγκρίνει σήμερα την υποδόση των 2 δις. ευρώ τα λεφτά θα εκταμιευτούν την επόμενη εβδομάδα αφού θα πρέπει να προηγηθεί σχετική εισήγηση της ευρωζώνης στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας ( ΕΣΜ) ενώ το τελικό «οκ» θα δοθεί από έκτακτο Eurogroup που θα συγκληθεί για το λόγο αυτό.
Το θέμα είναι ότι οι αντοχές του προϋπολογισμού έχουν αρχίσει να εξασθενούν όπως μαρτυρούν και τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών. Στο εννεάμηνο Ιανουαρίου- Σεπτεμβρίου 2015 η «τρύπα» στα κρατικά ταμεία ξεπερνά τα 2 δισ. ευρώ παρά την επί τα χείρω αναθεώρηση των δημοσιονομικών στόχων.
Η εξέλιξη αυτή σημαίνει ότι, μέχρι το τέλος του έτους ή έστω έως τα τέλη Φεβρουαρίου του 2016 που κλείνει ταμειακά ο προϋπολογισμός, πρέπει να εισπραχθούν 19,1 δισ. ευρώ, για να επιτευχθεί ο νέος εισπρακτικός στόχος των 53,480 δισ. ευρώ.
Οι υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του κράτους εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα τηρούν με ευλάβεια την πάγια εντολή που έχει δοθεί, η οποία απαγορεύει την κάλυψη οποιασδήποτε άλλης δαπάνης, πλην αυτής της πληρωμής μισθών και συντάξεων στο δημόσιο και των ενέσεων ρευστότητας προς τα ασφαλιστικά ταμεία.
Μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο με τις δόσεις του προγράμματος το εμπάργκο με τις πληρωμές που έχει κηρύξει το δημόσιο θα διατηρηθεί. Άλλωστε με την τακτική της υπερ -συγκράτησης των δαπανών καλύπτεται το πρόβλημα της υστέρησης των δημοσίων εσόδων ενώ επιτυγχάνεται ταυτόχρονα και η μαγική εικόνα του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Το μεγάλο «μαχαίρι» στις δαπάνες ( 3,881 δις. ευρώ) το οποίο άγγιξε μέχρι και τις πληρωμές για έργα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (κατά 1,24 δισ. ευρώ υπολείπονται του στόχου οι δαπάνες ) οδήγησε τον προϋπολογισμό να κλείσει στο τέλος Σεπτεμβρίου με πρωτογενές πλεόνασμα 3,072 δις. ευρώ.
Θεωρητικά με ένα πλεόνασμα τέτοιου μεγέθους η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να έχει πρόβλημα. Στην πράξη όμως έχει και μάλιστα πολύ μεγάλο αφού σε ένα σενάριο καθυστέρησης των δύο υπο-δόσεων η χώρα θα ζοριστεί αρκετά.
Μόνο οι πληρωμές για χρεολύσια βραχυπρόθεσμου δανεισμού που αυξήθηκαν κατά 513 εκατ. ευρώ σε σχέση με πέρυσι από τις πράξεις Repos που έκανε το δημόσιο με τους φορείς της Γενικής κυβέρνησης είναι ένα στοιχείο ενδεικτικό της κατάστασης που επικρατεί στο εσωτερικό της χώρας. Μπορεί τα ποσά αυτά να μην φούσκωσαν το δημόσιο χρέος από την άλλη όμως έδωσαν νέα ώθηση στις δαπάνες του προϋπολογισμού.
Αρκετοί είναι οι οργανισμοί που σύμφωνα με πληροφορίες χρειάστηκαν νωρίτερα τα λεφτά από τα αποθεματικά που τους έχει δεσμεύσει το δημόσιο αναγκάζοντας έτσι το Γενικό Λογιστήριο να «σπάσει» νωρίτερα τα συμβόλαια των ομολογιακών πράξεων που είχε συνάψει μαζί τους.
Μέσα σε όλα αυτά υπάρχουν και τα ελλειμματικά ασφαλιστικά ταμεία που γενούν συνεχώς καινούργιες υποχρεώσεις. Άρα, σε περίπτωση που καθυστερήσουν να έρθουν τα 2+1 δισ. ευρώ η μόνη δεξαμενή εσόδων για το κράτος θα είναι τα έσοδα των 2,65 δις. ευρώ από τον ΕΝΦΙΑ και η ρευστότητα από τα αποθεματικά των κρατικών φορέων που πλέον έχουν όλα συγκεντρωθεί στον κοινό λογαριασμό που τηρεί το δημόσιο στην Τράπεζα της Ελλάδος.