Ποιός θυμάται σήμερα πότε και γιατί ο Μητσοτάκης είπε την περιβόητη φράση “εσείς είστε το κράτος“;;;
Χανιά, 23 Ιούλη 1990. Η Εξέγερση της Νομαρχίας. Η εξεγερτική κορύφωση του μαζικότερου αντιβασικού κινήματος της Ευρώπης, η οποία σήμανε και το τέλος του σε μία μόλις ημέρα…
Όλα άρχισαν όταν η Επιτροπή κατά των Βάσεων πήγε να παραδώσει ψήφισμα στον νεοδιορισθέντα νομάρχη Χανίων. Ο πολύς Νάτσικας, με τον αέρα του εκλεκτού του “Ψηλού”, έβαλε την αστυνομία να πετάξει έξω από το κτίριο την επιτροπή. Αυτό στάθηκε η αφορμή, η θρυαλλίδα για να ξεσπάσει η οργή των χανιωτών για την πρόσφατη ανανέωση της Σύμβασης για την νατοϊκή και αμερικανική Βάση για ακόμη 50 χρόνια.
Η εξέλιξη των γεγονότων ήταν ραγδαία. Σε ελάχιστη ώρα κόσμος αρχίζει να συρρέει κατά κύματα στην πλατεία μπροστά από τη νομαρχία. Η αστυνομία χτυπά ανελέητα. Ξύλο, πάρα πολύ ξύλο. Τα νέα διαδίδονται αστραπιαία. Μέσα στο πνιγηρό καταμεσήμερο, οι άνθρωποι αφήνουν τις δουλειές τους, αφήνουν τις παραλίες, και κατευθύνονται προς την πλατεία. Πέφτουν τα πρώτα δακρυγόνα. Πλέον όμως η πλατεία γεμίζει με χιλιάδες λαού που ζητούν την σύγκρουση. Η αστυνομία κλείνεται στο κτίριο και οι ενισχύσεις απ’ έξω αποτυγχάνουν να εκκενώσουν την πλατεία και τους γύρω δρόμους.
Ο κόσμος μαθαίνει ότι έρχονται κι άλλες ενισχύσεις – από Αθήνα και Ηράκλειο με C130. Ελικόπτερα κατεβάζουν ΜΑΤ στο στρατόπεδο Μαρκόπουλου, τα οποία πορεύονται σε φάλαγγες μέχρι την Νομαρχία. Οι κάτοικοι του Άη Γιάννη έχουν ακόμα να λένε για το χουντοθέαμα που αντίκρισαν, αυτοί και τα κοπέλια τους. Τα καταστήματα κλείνουν, μανάδες παίρνουν τα παιδιά από τα γύρω σχολεία. Έρχεται κι ο μητροπολίτης για να μιλήσει στα ΜΑΤ μόλις καταφθάνουν. Τρώει κι αυτός δακρυγόνα. Τους μιλάει. Αποχωρεί. Πέφτουν άπειρα δακρυγόνα. Οι διαδηλωτές επιτίθενται στους αστυνομικούς με ό,τι βρουν μπροστά τους. Στο μεταξύ έχουν ανάψει οι πρώτες φωτιές – για τα χημικά. Τα ΜΑΤ επιτίθενται λυσσασμένα. Οδοφράγματα και μάχες σώμα με σώμα. Ρίχνονται οι πρώτες μολότοφ.
Τα πράγματα αγριεύουν. Φτάνει κόσμος από την επαρχία με τα αγροτικά. Πολλοί είναι πλέον οπλισμένοι. Πέφτουν σκάγια εναντίον της αστυνομίας, ακόμα και από τα γύρω μπαλκόνια. Απαντούν με πλαστικές σφαίρες στο ψαχνό. Ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας μπουκάρουν στις πολυκατοικίες. Ο λαός εισβάλει στο κτίριο και του βάζει φωτιά. Αλλόφρονες οι εγκλωβισμένοι υπάλληλοι φυγαδεύονται από τα παράθυρα του ορόφου με τη βοήθεια της πυροσβεστικής. Συλλαμβάνονται διαδηλωτές.
Μετά από ολονύχτιες μάχες και με την νομαρχία καμμένη ο κόσμος τελικά αποχωρεί. Η πιο μεγαλειώδης μέρα του εγχώριου αντιβασικού κινήματος θα γίνει η αρχή του τέλους του. Την επόμενη μέρα ο αντιπολιτευόμενος πασόκικος μηχανισμός καλεί σε πορεία, με τους βουλευτές του στην κεφαλή της. Με αντικυβερνητικά συνθήματα παρασέρνουν τον κόσμο σε μια τεράστια διαδήλωση με πρώτο και κύριο αίτημα να φύγει ο νομάρχης. Η ιστορική ευκαιρία να δικαιωθούν οι αγώνες ενός πολύχρονου δυναμικού κινήματος (να κλείσουν οι Βάσεις δηλ) χάθηκε, με την επαύριο να βρίσκει τους πάντες να τά ‘χουν με τον Μητσοτάκη και το νομάρχη του – και δυστυχώς δεν φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα η επόμενη. Ως σκιά του εαυτού του, το αντιβασικό κίνημα επέζησε για λίγα ακόμα χρόνια, όσο κράτησε δηλ η “Δίκη της Νομαρχίας”, μία από τις μεγαλύτερες σε διάρκεια δίκες της μεταπολίτευσης.
Από κει και μετά έσβησε… Μετεμψυχώθηκε όμως σε άλλα κατά καιρούς, διαφορετικά κινήματα. Η πνοή του μεγαλείου του φτάνει στις μέρες μας με τη μορφή μιας διάθεσης, μιας κουλτούρας αγώνα, που θέλει να συναντιούνται συχνά-πυκνά διαφορετικοί και ετερόκλητοι πολιτικοί χώροι, μεταξύ τους αλλά και με ευρύτερα κοινωνικά κομμάτια, σε συμμαχίες δρόμου, σε κινήματα πόλης, σε τοπικές αντιστάσεις, σε πρωτοβουλίες αλληλεγγύης. Η σχετική “ευκαμψία” με την οποία συναντιούνται χώροι που αλλού δεν είναι δυνατόν να συνυπάρξουν ποτέ, ήταν το χαρακτηριστικό γνώρισμα εκείνου του κινήματος και η πιο σημαντική – αν και άρρητη – κληρονομιά του στην ιδιαίτερη πολιτική γεωγραφία αυτής της πόλης.
Προσέξτε όμως κάτι! Ο γράφων την ημέρα εκείνη ήταν 9 χρονώ και ήταν στο σχολείο του. Δεν έχει καμία εικόνα των γεγονότων. Η ελλιπέστατη και σίγουρα μη πιστή αυτή εξιστόρηση βασίστηκε σε ελάχιστες προφορικές μαρτυρίες από δω κι από κει, οι οποίες πιθανόν και να έχουν ξεφτίσει μες στο μυαλό του. Δεν θα βρείτε την ιστορία αυτή πουθενά γραμμένη. Σε κανένα ημερολόγιο, σε κανένα “σαν σήμερα” δεν θα βρείτε μια τόση δα αναφορά. Σε καμία επέτειο, κανένας λόγος, από κανέναν πολιτικό-πολιτευτή-πολιτικάντη, δεν ακούστηκε ποτέ. Από την μέρα που αθωώθηκαν πανηγυρικά όλοι οι κατηγορούμενοι, σε κανένα βιβλίο δεν έχει αφιερωθεί μία αράδα για το γεγονός. Μία απόλυτη ομερτά έχει πέσει στα Χανιά, από τα αριστερά και από τα δεξιά. Στην υπόλοιπη χώρα φυσικά, πολλοί έχουν ακουστά την περίφημη αυτή ατάκα του Μητσοτάκη προς τους “άνδρες” των ΜΑΤ, αλλά κανείς δεν γνωρίζει με ποια αφορμή ακριβώς την εκστόμισε. Σε αυτήν την πόλη που συνέβησαν όλα αυτά τα γεγονότα, αυτός ο παλλαϊκός ξεσηκωμός και η πρώτη επίθεση σε κυβερνητικό κτίριο μετά το Κιλελέρ (αν εξαιρέσουμε φυσικά την Κατοχή και τον Εμφύλιο), κανείς δεν μιλάει, κανείς δε θυμάται, κανείς δεν αναρωτιέται.
Η συνήθεια της διαβίωσης δίπλα σε μια άκρως στρατιωτικοποιημένη ζώνη θανάτου και καρκίνου, έχει αποκοιμίσει τις μνήμες, τις αισθήσεις, την περηφάνια. Παρά το λήθαργο όμως και την έντεχνα ενορχηστρωμένη ομερτά, συμβαίνει κάτι το φαινομενικά “παράδοξο”. Αν κάποτε αναφερθεί το γεγονός σε μια καθημερινή κουβέντα μεταξύ καθημερινών ανθρώπων, θα μυριστεί κανείς μια περήφανη νοσταλγία. Σαν να είναι περήφανοι για πράγματα που έκαναν αλλά δεν πολυθυμούνται γιατί τα έκαναν, για ένα γεγονός που έζησαν αλλά το έχουν ψιλοξεχάσει. Ίσως η μνήμη της λαϊκής εξέγερσης ενάντια στην υποτέλεια και την ξεφτίλα, να είναι πιο δυνατή από όσο θα ήθελαν οι τσανακογλείφτες των στρατοκρατόρων, οι εντόπιοι αρχόντοι και τα παπαγαλάκια τους. Το σίγουρο όμως είναι ότι και φέτος ελάχιστοι άνθρωποι θα θυμηθούν τι έγινε (για την ακρίβεια, τι έκαναν!!!) πριν 21 χρόνια στην πόλη τους…
Νίκος Μαρκετάκης,
16/07/2011
Πηγή φωτός (009 – 0010 – 0017 – 020 – 022 – 025 – 030): pap