Δεν υπάρχουν σωστές απαντήσεις σε λάθος ερωτήσεις. Αυτό αδυνατεί να κατανοήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση που επιμένει να εξετάζει εκδοχές μιας Ευρώπης «πολλαπλών ταχυτήτων» ως απάντηση στους τριγμούς του πρόσφατου Brexit, αλλά και της ανόδου του ευρωσκεπτικισμού.
Σήμερα δεν έχουμε την «Ευρώπη των λαών». Δεν έχουμε την Ευρώπη που θέλουμε. Σήμερα έχουμε την Ευρώπη που δεν θέλουμε. Την Ευρώπη που διαμόρφωσαν η δεξιά και η σοσιαλδημοκρατία, το κομμάτι εκείνης που έχει παραδοθεί από καιρό στη νεοφιλελεύθερη ηγεμονία.
Έχουμε την Ευρώπη της κρίσης προσανατολισμού, της προσκόλλησης σε νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις, τηςέλλειψης δημοκρατικής νομιμοποίησης τωνθεσμικών και άτυπων οργάνων και διαδικασιών της.
Την Ευρώπη της διαχείρισης, που απρόθυμη να αντιμετωπίσει τα υπαρξιακά ερωτήματα για το μέλλον της Ηπείρου έχει ανάγει την μετάθεση των προβλημάτων σε καταστατική αρχή.
Το παράδειγμα Ντάισεμπλουμ, ο οποίος παραμένει στο τιμόνι του Eurogroup – και μάλιστα πιο προκλητικός από ποτέ – παρότι το κόμμα του καταποντίστηκε στις Ολλανδικές εκλογές, αποδεικνύει πως η νομοθετική και κανονιστική εξουσία εξακολουθεί να επαφίεται στην – αποκομμένη από την πραγματικότητα – γραφειοκρατία των Βρυξελλών κι όχι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Αντίστοιχα, η αδυναμία των ευρωπαϊκών θεσμών να υποστηρίξουν αποτελεσματικά την Ελλάδα στις διαπραγματεύσεις με το ΔΝΤ για το ευρωπαϊκό κεκτημένοενδυναμώνει τη βαθιά κρίση εμπιστοσύνης απέναντι στην Ευρώπη.
Μπορεί η πανηγυρική Σύνοδος της Ρώμης να ολοκληρώθηκε με δηλώσεις περί αλληλεγγύης, ωστόσο η ΕΕέχοντας υποκύψει στον άκρατο ηγεμονισμό της πολιτικής και οικονομικής ελίτ (κυρίως) της Γερμανίας, στοχεύει στην επαναπροώθηση του ευρωπαϊκού σχεδίου σε λάθος κατεύθυνση, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο νέα προβλήματα, ενισχύοντας περαιτέρω τις φυγόκεντρες τάσεις.
Η σημερινή ηγεσία της Κομισιόν φέρεται να εξετάζει τη δημιουργία μιας μικρής συμπαγούς ομάδας κρατών-μελών που θα «τρέχει» σε διαφορετικό «tempο» σε σχέση με τους υπόλοιπους.
Η παραπάνω εξέλιξη – αν επιβεβαιωθεί –αποτελεί ομολογία αποτυχίας του στόχου σύγκλισης των χωρών μελών. Θα μας φέρει ένα ακόμα βήμα μακριά από τις ιδρυτικές αρχές της ΕΕ κι ένα βήμα πιο κοντά σε μια Ένωση φτιαγμένη στα πρότυπα των πιο ακραίων και συντηρητικών κύκλων.
Η Ελλάδα και η ελληνική Κυβέρνηση εργάζεται εντατικά ενάντια σε ένα τέτοιο ενδεχόμενοκαιειδικά στον κίνδυνο η Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων να συνεπάγεται ιδίες υποχρεώσεις δημοσιονομικής πειθαρχίας, αλλά περισσότερα δικαιώματα στη λήψη των αποφάσεων για τον προνομιούχο πυρήνα.
Στις παρεμβάσεις μας σε ευρωπαϊκό επίπεδοεκκινούμε από την ανάγκη για μια «καλύτερη Ευρώπη» που θα θέτει τις βάσεις για ένα νέο μοντέλο άσκησης πολιτικής με σαφή και συνεχή εμβάθυνση των δημοκρατικών θεσμών, των διαδικασιών νομιμοποίησης και λήψης αποφάσεων.
Απέναντι σε ένα αβέβαιο και πιθανά τρικυμιώδες μέλλον, χρειαζόμαστε μια Ένωση που προωθεί την οικονομική και κοινωνική πρόοδο, τη συνοχή και τη σύγκλιση.
Οι προοδευτικές και ριζοσπαστικές δυνάμεις της Ευρώπης αποτελούν το μοναδικό πραγματικό αντίπαλο δέος και τη μόνη ρεαλιστική εναλλακτική απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό και στον κίνδυνο παγίδευσης των λαών.
Για να αλλάξει η Ευρώπη είναι αναγκαία και επείγουσα η ριζοσπαστική αφύπνισή της. Η ριζοσπαστική αφύπνιση των λαών της.
Γιατί το ευρωπαϊκό πεδίο δεν είναι εξ ορισμού νεοφιλελεύθερο και η «Ευρώπη των λαών» και της αλληλεγγύης δεν είναι εξ ορισμού μια ουτοπία.
Η συσπείρωση όλων των προοδευτικών δυνάμεων – όσο πιο σύντομα – σε αυτήν την κατεύθυνση, θα μπορούσε να αποτελέσει βαθιά ανάσα ελπίδας για όλους τους λαούς της Ευρώπης.