Του Γιώργου Μουργή
Ο πόλεμος στην Συρία άνοιξε το ζήτημα των προσφύγων και της μεταναστευτικής εκροής προς την Ευρώπη. Η διαχείριση από την Ευρωπαϊκή Ένωση με όρους νομικίστικους και γραφειοκρατικούς απομονώνει τις ηγεσίες από το ανθρωπιστικό πλαίσιο που βάζουν οι κοινωνίες. Πλαίσιο αλληλεγγύης με κινηματική μορφή κι ανθρωπιστική προδιάθεση.
Η δύναμη της εικόνας των άψυχων παιδιών στις αμμουδιές τσαλάκωσε την ευπρέπεια του δυτικού πολιτισμού.
Τα αντανακλαστικά των ηγετών, θυμίζουν την σιωπηρή διαδήλωση μετά τους νεκρούς του Charlie Hebdo όπου διαγκωνίζονταν για μια φωτογραφία. Οι γραφειοκράτες στις Βρυξελλών έχουν στο μυαλό τους την συνθήκη του Δουβλίνο ΙΙ και την διαχείριση της προσφυγικής κρίσης σαν να αντιμετωπίζουν μαζικούς αριθμούς και όχι την αληθινή ανθρωπιστική ανάγκη βοήθειας των προσφύγων.
Δεν πείθουν κανέναν ότι η τελευταία σύσκεψη ανατρέπει την Ευρωπαϊκή αναλγησία θεσμικά έναντι της αλληλεγγύης όσων προσπαθούν να γλιτώσουν από την λαίλαπα του πολέμου.
Αυτή η περίεργη σύνοδος κορυφής όσο κι αν ο Αλέξης Τσίπρας πίεσε για τον εξορθολογισμό της μετακίνησης τους, αναλογιζόμενοι τις αποφάσεις, εξωράισέ μόνο τη εικόνα προς τα έξω.
Τα βουνά στο δρόμο προς τη βόρεια Ευρώπη είναι παγωμένα κι επικίνδυνα όσο και η θάλασσα της Μεσογείου όταν ανταριάζει ρίχνοντας στον πάτο της ψυχές που την επόμενη μέρα ξεβράζονται στις ακτές. Το αληθινό στην ιστορία είναι η αλληλεγγύη και τα ανθρωπιστικά αντανακλαστικά που έδειξαν οι λαοί της Ευρώπης. Η καταπονημένη μας κοινωνία, έβαλε στην άκρη την δική της ανθρωπιστική κρίση αποδεικνύοντας με την ευαισθησία της, την ανθρωπιά την φιλοξενία, την αξιοπρέπεια στον τρόπο που δεχθήκαμε τους πρόσφυγες.
Το πρόβλημα του πολέμου και της πείνας εγγεγραμμένα στο κοινωνικό DNA μας, έκανε να αντιμετωπίζουμε το προσφυγικό σαν δικό μας πρόβλημα.
Το εύκολο να μετατραπεί η χώρα σε ένα απέραντο στρατόπεδο συγκέντρωσης ψυχών προς το παρόν αποτράπηκε. Το ερώτημα που παραμένει είναι αν μπορεί να σταματήσει ο εγκιβωτισμός των ανθρώπινων ψυχών, μέσα από τη διαδικασία ταυτοποίηση τους.
Η ενεργοποίηση των ομάδων αλληλεγγύης και ο εθελοντισμός βοήθησε ουσιαστικά το κράτος και τις δομές ώστε να υποδεχθούμε όσο καλύτερα γίνεται την προσφυγική ροή χωρίς ακροδεξιές ή κατασταλτικές λογικές. Το κίνημα αλληλεγγύης και του εθελοντισμού συνέβαλε στην αντιμετώπιση των αναγκών και της βοήθειας που έχριζαν όσοι κατέφθαναν σώοι.
Αν εξαιρέσεις τα κυκλώματα που εκμεταλλεύονται την δυστυχία και την αγωνία αυτών των ανθρώπων, η κοινωνική κινηματική αυτενέργεια λειτούργησε ώστε οι αποβάθρες αναμονής ή οι πλατείες να παρέχουν ελάχιστη αξιοπρεπή διαβίωση.
Η μνημονικά απαξιωμένη κοινωνία, βιώνοντας την δική της ανθρωπιστική κρίση από την λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού, χάρισε με γενναιοδωρία υλικά και ηθικά τα απαραίτητα. Ευαισθητοποίησε μεγάλες μερίδες στις Ευρωπαϊκές κοινωνίες βάζοντας σε κίνηση τους εκεί αλληλέγγυους ανθρωπιστικούς μηχανισμούς.
Η ευαισθητοποίηση αυτή πρέπει να έχει συνέχεια και για τους «δικούς μας πρόσφυγες». Τους πολίτες που από την μία μέρα στην άλλη εξαιτίας της μνημονιακής πολιτικής που επιβλήθηκε βρέθηκαν χωρίς δουλειά, χωρίς περίθαλψη, χωρίς στέγη συμπληρώνοντας τους ήδη άστεγους «αποδιοπομπαίους τράγους».
Το κίνημα της αλληλεγγύης κι ο εθελοντισμός προσπαθεί καθημερινά με πενιχρά μέσα να καλύψει τις ανάγκες τους αλλά στη στέγαση τους δεν μπορεί να δώσει λύση. Η διάσταση του προβλήματος επιβάλει λύσεις προσωρινές για αρχή μακριά από όρους ιδρυματοποίησης με προοπτική ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, με τελικό στόχο την ομαλή επανένταξη των αστέγων.
Ο μεγάλος αριθμός τους χρειάζεται καταγραφή και χαρτογράφηση ώστε η θεσμική επίλυση να περάσει μέσα από το κράτος και τις δομές που θα το αντιμετωπίσουν συνολικά.
Το ζήτημα έθεσαν και ευρωβουλευτές με ψήφισμά τους προς την Κομισιόν στην προσπάθεια να παρθούν άμεσα μέτρα για τους άστεγους σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Χωρίς να έχουμε τον απόλυτο αριθμό αστέγων στην χώρα η επιλογή είναι ο τρόπος που το κράτος πρόνοιας μπορεί να χρηματοδοτήσει το άνοιγμα για 300.000 σπίτια που παραμένουν κλειστά.
Η μελέτη της ελληνικής οργάνωσης «Κλίμακα» καταγράφει την βιωματική ένδειξη των αστέγων και την επιθυμία που εκφράζουν με ποσοστό πάνω από 70% σε μια έρευνα, ώστε να παρθούν μέτρα για την πρόληψη στο ενδεχόμενο για ένα νέο κύμα αστέγων. Καταγράφεται ουσιαστικά πρώτα η δική τους ανησυχία να μην συνεχιστεί το φαινόμενο και μετά η προτεραιότητα στις ανάγκες σίτισης, περίθαλψης, ένδυσης και στέγασης τους.
Ο χειμώνας πλησιάζει και το εναλλακτικό σχέδιο των λίγων ημερών θέρμανσης στους χώρους που προσφέρονται από την τοπική αυτοδιοίκηση, αποσπασματικά αντιμετωπίζει το θέμα. Επιβάλλεται θεσμική και πολιτική πρωτοβουλία όπου οι εμπλεκόμενοι φορείς να επιλέξουν προσωρινούς χώρους φιλοξενίας αστέγων που θα πληρούν όρους υγιεινής και προστασίας από τα καιρικά φαινόμενα. Η αντιμετώπιση του προβλήματος στέγασης αποτελεί δύσκολο έργο αλλά αξιακή συνθήκη του κράτους πρόνοιας που θέλουμε να οικοδομήσουμε.
Η ζωή στην πράξη απέδειξε ότι η κοινωνία όπως με τους πρόσφυγες κάλυψε ανάγκες, από τα καλέσματα των κινημάτων αλληλεγγύης μπορεί με την ενεργοποίηση εκ νέου να προσφέρει και στους άστεγους των πόλεων μας. Η πληγή των αστέγων είναι πληγή στην ψυχή μας που αφυδατώνει το κοινωνικό πρόσημο της ανθρωπιστικής μας ύπαρξης. Η συμμετοχή είναι η αρχή για να έρθουμε κοντά στα προβλήματα που ανέδειξε η μνημονιακή κρίση.
Κρινόμαστε κι ας ξεχνιόμαστε καμιά φορά στην «ζέστα του σφαγείου μας». Η εγρήγορση της αλληλεγγύης, των δομών και του εθελοντισμού μας έμαθαν ότι οι τραγικές εικόνες που αποτυπώνονται στα χαρτόκουτα και τις ξεφτισμένες κουβέρτες αλλάζουν. Οι λέξεις όπως αυτές εδώ ή η αναφορά στην ανθρωπιστική κρίση των αστέγων είναι οι πλευρές του ίδιου νομίσματος για όσα αφήνουμε στην τύχη. Στο «είμαστε όλοι πρόσφυγες» ας προσθέσουμε «είμαστε όλοι άστεγοι», σαν ελάχιστη κατάθεση στο πρόβλημα.
Όσο άστεγες παραμένουν οι μέρες τους, άλλο τόσο άστεγες θα παραμένουν οι ψυχές μας στα ζεσταμένα κορμιά μας κάτω από καθαρά παπλώματα.