Φωτογραφίες – κείμενο: Γιάννης Αγγελάκης
«Άμα θέλεις να αδειάσεις, πήγαινε στην Ανάφη».
Αυτό το ξερονήσι με τους «Αθάνατους» και τα φραγκόσυκα σε κάθε γωνιά του, και τον μεγαλύτερο βράχο στη Μεσόγειο μετά το Γιβραλτάρ ασκεί μία γοητεία στους νέους κυρίως επισκέπτες του που ψάχνουν να ζήσουν διακοπές που ξεφεύγουν από το δίπολο ξαπλώστρες και ρακέτες. Αλλά και σε αυτούς που ψάχνουν τρόπο να ξαναγεμίσουν τις μπαταρίες τους, αδειάζοντας στο νησί όσα τους απασχολούν.
Σύμφωνα με το μύθο, το όνομα του νησιού προέκυψε όταν ο θεός Απόλλωνας διέταξε να αναφανεί από τα νερά του Αιγαίου για να φιλοξενηθούν οι Αργοναύτες από την καταιγίδα που τους συνόδευε καθώς διέσχιζαν το Κρητικό Πέλαγος. Σήμερα, αυτός ο δεσμός μέσω του μύθου Κρήτης και Ανάφης παίρνει άλλη μορφή, με πολλές οικογένειες στο νησί να έχουν μάνα ή πατέρα από την Κρήτη. Στην Ανάφη όμως θα βρεις και πολλά κρητικά προϊόντα, από κρασί, ρακί και χυλοπίτες μέχρι απάκι. Και στα μαγαζιά μπορεί να ακούσεις Ψαραντώνη, Ξυλούρη ή Χαΐνηδες.
Η Ανάφη έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο. Για κάποιον που την επισκέπτεται πρώτη φορά χρειάζονται κάποιες ημέρες για να προσαρμοστεί στις εικόνες γύρω του και τους κανόνες που διέπουν τη ζωή του. Το ταξίδι από την Κρήτη ξεκινά μόλις το πλοίο Πρέβελη (που φεύγει από το Ηράκλειο) δέσει στο λιμάνι. Γνώριζα καθώς ετοιμαζόμουν να κατέβω στο νησί ότι δεν υπάρχει επιστροφή, δε μπορείς να φύγεις αν δε σου αρέσει, για τουλάχιστον μια βδομάδα έως ότου το πλοίο επιστρέψει. Αυτή η αποδοχή του αναπόφευκτου φαίνεται ότι παίζει ένα ρόλο στο να προσαρμοστείς και να αφεθείς.
Η Ανάφη είναι διαφορετική τον Ιούλιο και τον Αύγουστο και άλλη τον Ιούνη και τον Σεπτέμβρη. Στην καρδιά του καλοκαιριού γίνεται ένας μικρός πανζουρλισμός, με νέους κυρίως ανθρώπους, που έλκονται από τον χίπικο και μποέμικο μύθο του νησιού, το πλημμυρίζουν και μετατρέπουν κάθε γωνιά του σε μία ευκαιρία για γιορτή, με πολύ κρασί και ρακί αλλά και ρεμπέτικα από το μεσημέρι μέχρι αργά το βράδυ. Για τους υπόλοιπους, ταιριάζει ο Ιούνης κι ο Σεπτέμβρης.
Αυτούς τους μήνες δε χάνεται το γιορτινό κλίμα, όμως οι φυσιολάτρεις πληθαίνουν. Είναι αυτοί που θέλουν να απολαύσουν τον περίπατό τους στα όμορφα μονοπάτια που ανεβοκατεβαίνουν τους λόφους του νησιού για να καταλήξουν σε απομονωμένους κολπίσκους ή κάποιες από τις πιο γνωστές παραλίες. Ή αυτοί που θέλουν να μιλήσουν χαμηλόφωνα απολαμβάνοντας ένα ποτήρι κρασί ή ένα νόστιμο μεζέ.
Το νησί της Ανάφης δεν είναι μία αντι-Σαντορίνη που ορίζει την ύπαρξή του από αυτό που δεν είναι, αλλά ένας ιδιαίτερος τόπος στον οποίο δεσπόζει ο μεγαλύτερος βράχος στη Μεσόγειο μετά από αυτόν του Γιβραλτάρ. Στην κορυφή του Καλάμου, σε υψόμετρο 460 μέτρων βρίσκεται η μονή της Παναγίας της Καλαμιώτισσας. Κτίσθηκε το 1715 και προσφέρει μία εντυπωσιακή θέα και μία από τις καλύτερες ανατολές ηλίου που θα δείτε. Όχι, δεν την επισκέπτονται μόνο θρήσκοι, αλλά και αναρριχητές και ορειβάτες, χίπηδες με σανδάλια, ακόμη και αναρχικοί που διανυκτερεύουν εκεί για να απολαύσουν ένα μοναδικό πρωινό πριν κατέβουν ξανά στη Χώρα.
H Ανάφη είναι το νησί με τις περισσότερες πινακίδες που απαγορεύουν την κολύμβηση γυμνιστών και το ελεύθερο κάμπινγκ και το νησί με τις περισσότερες παραλίες όπου οι άνθρωποι κολυμπούν γυμνοί και κατασκηνώνουν ελεύθερα. Στο Ρούκουνα η παραλία είναι χωρισμένη στα δύο. Από τη μια πλευρά είναι οι κατασκηνωτές και οι γυμνιστές και από την άλλη οι υπόλοιποι που θέλουν να απολαύσουν το μπάνιο τους δίχως να κατασκηνώσουν ή να κάνουν γυμνισμό. Ένας φύλακας που έχει την ευθύνη και του καθαρισμού μερικώς της παραλίας διασφαλίζει ότι δε θα στηθούν σκηνές στο τμήμα που δεν επιτρέπεται. Κάποιοι ντόπιοι μου είπαν ότι είναι σωστό αυτό, γιατί όπου υπάρχουν σκηνές δε μπορούν να μπουν πετσέτες. Όμως και αυτοί που δε θέλουν να κάνουν κατασκήνωση ή γυμνισμό έχουν δικαίωμα σε μία σκιά κάτω από ένα δέντρο. Η συνύπαρξη μοιάζει αρμονική αν και δε λείπουν αυτοί που φωνάζουν «κάτω οι πινακίδες».
Η Ανάφη είναι ένα νησί που επισκέπτονται αρκετοί αντιεξουσιαστές και αριστεροί. Σε διάφορα σημεία του νησιού βρίσκεις αντιφασιστικά συνθήματα και αυτοκόλλητα. Ακόμα και έξω από την πύλη του Δημαρχείου υπάρχουν συνθήματα και αυτοκόλλητα «antifa» τα οποία δεν έχουν αφαιρεθεί. Η Ανάφη υπήρξε τόπος εξορίας. Οι εξορισθέντες εκδίδανε και εφημερίδα με την ονομασία «Αντιφασίστας». Και σήμερα η ιδιαίτερη αυτή ιστορία δεν έχει ξεχαστεί. Αποτελεί συστατικό κομμάτι που βρίσκεται στον πυρήνα και τροφοδοτεί την ταυτότητα του νησιού.
Στην Ανάφη έχει πολλούς σκύλους. Και όταν σε μικρούς χώρους κατασκηνώσεων μαζεύονται πολλά σκυλιά, αυτά γαβγίζουν μεταξύ τους, ή γαβγίζουν στους κατασκηνωτές. Το πρόβλημα είναι πιο έντονο στον Ρούκουνα όπου συρρέει και ο μεγαλύτερος όγκος των κατασκηνωτών και λιγότερο σε άλλες παραλίες με λιγότερους κατασκηνωτές.
Η Ανάφη έχει τους δικούς της ρυθμούς. Σε ένα νησί με λίγοστούς κατοίκους, τα δρομολόγια του λεωφορείου είναι περιορισμένα. Αυτό, το γνωρίζουν οι κάτοικοι του νησιού αλλά και όσοι εχουν αυτοκίνητο ή μηχανή. Στην Ανάφη το ώτοστοπ δεν είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας. Τα αυτοκίνητα σταματούν, και παίρνουν μαζί τους τους ταξιδιώτες ως τη Χώρα, τον Ρούκουνα, το Μοναστήρι. Μετά από ένα σημείο το αποδέχεσαι και γίνεται ο φυσικός τρόπος μεταφοράς, δίχως να προξενεί εντύπωση. Έτσι, γνωρίζεις και ανθρώπους, ντόπιους και άλλους τουρίστες.
Η Ανάφη έχει τους δικούς της ανθρωπότυπους. Πέρα από τους ντόπιους και όσους εργάζονται εκεί για την καλοκαιρινή περίοδο, έχει εναλλακτικούς, αναρχικούς, αριστερούς, καλλιτέχνες, χίπιδες, ρεμπετοχίπστερς, φυσιολάτρες, αλλά και μποέμ τύπους που μοιάζουν σα να βγήκαν από κάποιο μυθιστόρημα του Hunter S. Thompson. Όπως ο τύπος με τα μούσια και το Ντεσεβό που περίμενε στο λιμάνι να φορτώσει τους φίλους του, τα μπαγκάζια τους και όποιον άλλο τυχερό (ή άτυχο) στο μικρο αμάξι του που έτσι υπερφορτωμένο όπως ήταν με ανθρώπους και μπαγκάζια ανέβαινε στις ανηφόρες μόνο με την πρώτη και τη γελαστή διάθεση του οδηγού και των επιβατών.
Ή, ο Αντουάν, ένας μποέμ τύπος, Γάλλος μουσικός της swing jazz που μιλούσε καλά ελληνικά και έμοιαζε να βρίσκεται σε μία διαρκή κατάσταση ευφορίας και ανεμελιάς που είχε όμως μπόλικες δόσεις μελαγχολίας στα μεσοδιαστήματα συζητήσεων, συνήθως με γυναίκες.
Για νησί εναλλακτικών, οι τιμές στα εστιατόρια και τα μαγαζιά ήταν αρκετά τσιμπημένες. Υπήρχαν και εξαιρέσεις, όπως ο Θόλος, με πιάτα όπου η ψηλότερη τιμή ήταν τα 8 ευρώ της γαριδομαρακονάδας, όμως στα περισσότερα οι τιμές ήταν υψηλές με τα πιάτα να ξεκινούν από τα 8 ευρώ και να φτάνουν και τα 11 και 12 ευρώ. Στα πρωινά τα πράγματα ήταν καλύτερα. Στο Αρμενάκι τα 3 τηγανιτά φρέσκα αυγά κοστίζουν μόλις 2,50 ευρώ.
Η Ανάφη έχει πρόβλημα με το νερό. Έτσι εξηγείται σύμφωνα με κατοίκους που μίλησα και οι υψηλές τιμές των προϊόντων καθώς και οι τιμές των εστιατορίων. Χωρίς νερό πολλά προϊόντα δεν παράγονται και εισάγονται από άλλες περιοχές. Όμως το νησί έχει σε αφθονία θρούμπι, κάπαρι και ζαφορά ενώ το θυμαρίσιο μέλι του είναι φημισμένο.
Η Ανάφη έχει πρόβλημα και με τους νέους ανθρώπους που φεύγουν από το νησί. Η πλειοψηφία των κατοίκων μένει στο νησί κατά την καλοκαιρινή περίοδο όπου και υπάρχει τουριστική κίνηση, ενώ οι νέοι, στην πλειοψηφία τους φεύγουν από το νησί. Ένας νέος μου είπε ότι θέλει να μείνει όμως πρέπει να αλλαξουν πολλά. Δεν αρκεί ο τουρισμός για να κρατήσει τους νέους, μου είπε.
Δε δοκίμασα το ψωμί από ζαφορά αφού όπως μου είπαν στο αρτοποιείο του νησιού η κατασκευή του είναι πολύ κοστοβόρα, όμως υπήρχαν παξιμάδια από ζαφορά σε καλή τιμή. Δε δοκίμασα ούτε το ντόπιο κρασί αφού αυτό παράγεται σε μικρή ποσότητα και καταναλώνεται μόνο από τις οικογένειες που το παράγουν. Μου είπαν όμως πως μοιάζει πολύ με τον δικό μας μαρουβά.
Το πιο ιδιαίτερο μπαρ στο νησί είναι ο «Γλάρος». Ένα παλιό σπίτι που μετατράπηκε σε μπαρ με καταπληκτική θέα στην Κυκλαδίτικη θάλασσα και ποτά σε προσιτές τιμές. Ιδιαίτερο και πανέμορφο. Για ένα επιπλέον λόγο επειδή ο ιδιοκτήτης επιθυμεί οι επισκέπτες να μιλούν χαμηλόφωνα. Ή συμμορφώνεσαι στους κανόνες του ή φεύγεις. Εδώ, δεν επιτρέπονται τα ρεμπέτικα.
Η Ανάφη έχει πολύ όμορφες πεζοπορικές διαδρομές με καλά χαραγμένα μονοπάτια. Από Χώρα μπορείς να περπατήσεις έως το Μοναστήρι. Η πρόσβαση στις παραλίες γίνεται πάντα μέσω μίας κάποιας έστω μικρής πεζοπορίας. Οι καλύτερες παραλίες είναι ο Ρούκουνας, οι Άγιοι Ανάργυροι και το Κατσούνι. Επίσης, καλή παραλία είναι ο Λιβίσκοπος στο βόρειο τμήμα του νησιού, όμως χρειάζεται πεζοπορία 1 ½ ώρας.
Η Ανάφη έχει επίσης αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Στο Αρχαίο Καστέλι, σε υψόμετρο περίπου 350 μέτρων σε ένα πανοραμικό σημείο βρίσκεται τμήμα του παλιού ναού του Απόλλωνα Αιγλίτη. Ένα κομμάτι του καταστράφηκε και μετατράπηκε σε μοναστήρι. Όμως, τμήμα του επιβιώνει και συνυπάρχει με το εκκλησάκι. Ανά καιρούς έχουν βρεθεί και αγάλματα δίχως όμως να έχει γίνει κάποια συστηματική ανασκαφή. Για όποιον το επιθυμεί μπορεί να τα δει σε μία αποθήκη που υπάρχει και ανοίγει κάποιες φορές κάθε βδομάδα.
Στην Ανάφη, είναι πολύ πιο εύκολο να γνωρίσεις ανθρώπους. Μετά από κάποιες ημέρες παρουσίας θα πιάσεις τον εαυτό σου να χαιρετά χαμογελαστός άλλους ανθρώπους που απλά τους αναγνωρίζεις δίχως να έχετε αναγκαστικά συστηθεί μεταξύ σας. Λες και η κοινή παρουσία στο νησί και η αποδοχή των κανόνων του, διαμορφώνει ένα κλίμα εμπιστοσύνης και ένα αίσθημα του ανήκειν που μετατρέπει σε φυσικό το να χαιρετάς αλλά και το να αρχίζεις να συνομιλάς σε ανθρώπους ουσιαστικά άγνωστους. Αλλού, αυτό δε θα συνέβαινε στη συχνότητα που συμβαίνει.
Στην Ανάφη οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι οικογενειακές. Η μάνα μπορεί να μαγειρεύει, να βοηθά ο πεθερός και να σερβίρουν τα παιδιά, στα διαλείμματα από το παιχνίδι.
Το φαγητό είναι καλό αλλά από αυτά που δοκίμασα ξεχώρισα τους καλούς μεζέδες στον Θόλο και στο Αρμενάκι στη Χώρα αλλά και στη Μαργαρίτα και στη Βιβή στο Κλεισίδι. Για φρέσκο ψάρι σε σχετικά καλές τιμές στον Άνεμο και στο Λιοτρίβι.
Πολλοί μιλούν για τον κίνδυνο της «εμπορευματοποίησης» της Ανάφης. Φοβούνται ότι μπορεί να μετατραπεί σε ένα κακέκτυπο της Σαντορίνης, με ξαπλώστρες και ρακέτες αλλά χωρίς τη χλιδή του γειτονικού νησιού. Αναγνωρίζουν ότι είναι η ιδιαιτερότητα των επισκεπτών του νησιού που διαφυλάσσει κατά ένα τρόπο τον χαρακτήρα του.
Η Ανάφη είναι μποέμ, χίπικη, αναρχική, αλλά και ιδανική για όσους αγαπούν τις πεζοπορίες, τη χαλάρωση, με τον βράχο του Κάλαμου να δεσπόζει από κάθε σημείο του νησιού. Δεν ξέρω αν θα άντεχα τους ξέφρενους ρυθμούς του Αυγούστου. Αλλά όταν πέρασε η πρώτη βδομάδα και έφθασε η ώρα που το πλοίο επέστρεψε, όταν φάνηκε πλέον αυτό που είναι το νησί, εγώ όπως και άλλοι που μίλησα μου είπαν: «Θα ήθελα να μπορούσα να μείνω λίγες μέρες παραπάνω στην Ανάφη».
Στην Ανάφη, αυτοί που πάνε ξαναγυρνούν. Κάποιοι εδώ και δεκαετίες, κάθε χρόνο επισκέπτονται το νησί. Επειδή κάθε φορά θα ήθελαν να μείνουν λίγες μέρες παραπάνω.