Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 93 ετών ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνταγματολόγος, Γιώργος Ι. Κασιμάτης.
Γεννηθείς στις 9 Αυγούστου του 1932, ο Γιώργος Κασιμάτης νοσηλευόταν τις τελευταίες ημέρες στο νοσοκομείο Κυθήρων, με προβλήματα στο αναπνευστικό.
Ποιος ήταν ο Γιώργος Κασιμάτης
Ο Γιώργος Κασιμάτης σπούδασε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στα Πανεπιστήμια της Βέρνης και του Μονάχου, όπου έλαβε διδακτορικό δίπλωμα.
Δίδαξε Συνταγματικό Δίκαιο και Πολιτειολογία στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, της οποίας υπήρξε πρόεδρος το διάστημα 1993-1997. Συνταξιοδοτήθηκε το 1999 ως ομότιμος καθηγητής.
Από τον Οκτώβριο του 1981 έως τον Δεκέμβριο του 1988 ήταν διευθυντής του Νομικού γραφείου του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, και έβαλε τη σφραγίδα του σε ζητήματα, όπως η αναθεώρηση του Συντάγματος το 1985-1986, και η εθνικοποίηση τμήματος της εκκλησιαστικής περιουσίας το 1987.
Υπήρξε ιδρυτής και διευθυντής του Ινστιτούτου Συνταγματικών Ερευνών, πρόεδρος του Ιονίου Πανεπιστημίου (1985-1990), πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (1997-1998), αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία.
Το συγγραφικό του έργο ανέρχεται σε εκατοντάδες τίτλων. Επίσης, υπήρξε Επιστημονικός Διευθυντής πολλών επιστημονικών σειρών και εκδόσεων. Οργάνωσε πλήθος επιστημονικών – διεθνών και εθνικών – συνεδρίων, ημερίδων και διαλέξεων στην Αθήνα και έλαβε μέρος σε δεκάδες συνεδρίων στο εξωτερικό. Ο Γιώργος Κασιμάτης διετέλεσε δικηγόρος Αθηνών από το 1960 μέχρι το 2010.
Βενιζέλος: Ο αποχαιρετισμός στον Γιώργο Κασιμάτη – «Βρήκε οριστικά και αμετάκλητα τα αγαπημένα του Κύθηρα»
Στον θάνατο του συνταγματολόγου Γιώργου Κασιμάτη αναφέρθηκε ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης 2012-2015, Ευάγγελος Βενιζέλος.
«Ο Γιώργος Κασιμάτης υπήρξε ένα σημαντικό κεφάλαιο της Ιστορίας του Συνταγματικού Δικαίου, της μεταπολιτευτικής κυρίως περιόδου παρότι ήταν ενεργός και πριν από το 1974. Διέθετε σοβαρό θεωρητικό υπόβαθρο και η διδακτική πτυχή του εαυτού του ήταν αφιερωμένη στους φοιτητές του στη Νομική Σχολή του ΕΚΠΑ», ανέφερε στον αποχαιρετισμό του ο κ. Βενιζέλος.
«Βρήκε οριστικά και αμετάκλητα τα αγαπημένα του Κύθηρα»
Ακολούθως ο πρώην υπουργός πρόσθεσε πως «η ιδιότητα του νομικού συμβούλου του πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου την περίοδο 1981-1988 τον έφερε αντιμέτωπο με τις επιστημονικές και πολιτικές προκλήσεις των θεσμικών μεταρρυθμίσεων αλλά και των συγκρούσεων της δεκαετίας του 1980, από την αναθεώρηση του 1986 έως την περιδίνηση της περιόδου 1988-1990. Έδινε μάχες με πάθος και αναλάμβανε κόστος για τις απόψεις του, νομικές και πολιτικές. Τα τελευταία σαράντα πέντε χρόνια βρεθήκαμε να συμφωνούμε αλλά και να διαφωνούμε, ενίοτε έντονα».
Τέλος, ο κ. Βενιζέλος υπογράμμισε πως «ήταν όμως πάντα ένας καθηγητής της παλιότερης γενιάς που σεβόταν τις προϋποθέσεις του επιστημονικού διαλόγου και της συνύπαρξης εντός της ακαδημαϊκής κοινότητας. Τώρα βρήκε οριστικά και αμετάκλητα τα αγαπημένα του Κύθηρα. Τον αποχαιρετώ με τον σεβασμό που του αρμόζει».
Ομιλία Γιώργου Κασιμάτη: Τα Μνημόνια ως παραβίαση του ελληνικού και διεθνούς δικαίου και ανατροπή της αστικής δημοκρατίας
Από εκδήλωση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών την Πέµπτη 15 Ιουλίου 2010 µε θέµα:
«Η ∆ανειακή Σύµβαση µεταξύ Ελλάδας και η Εθνική µας Κυριαρχία» κρατών µελών Ευρωζώνης
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ (Καθηγητής Συνταγµατικού ∆ικαίου):
Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε. Φαίνεται ότι τα τελευταία χρόνια τα θέµατα κυριαρχίας των χωρών κρίνονται από δικηγορικά γραφεία. Γιατί; ∆ιότι και το Σχέδιο Ανάν, όπως ξέρουµε, δικηγορικό γραφείο του Λονδίνου το συνέταξε. Φαίνεται ότι και την υποδούλωση της Ελλάδος πάλι δικηγορικό γραφείο την επεξεργάζεται και την απεργάζεται. ∆εν θα κάνω εισήγηση. Απλώς ήθελα να πω δυο λόγια για το σπουδαίο ρόλο που ανέλαβε ο ∆ικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, ο οποίος είναι γνωστός στην ιστορία του στην προάσπιση των Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων. Σήµερα, νοµίζω, ο ∆ικηγορικός Σύλλογος έρχεται ακριβώς να δικαιώσει αυτή την ιστορία, γιατί και εδώ πρόκειται για προάσπιση ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου. Και είναι αξιέπαινη η διοίκησή του και ο Πρόεδρός του κ. Παξινός για αυτή την πρωτοβουλία, την οποία πρέπει να συνεχίσουν και να διευρύνουν. Χαίροµαι που απόψε βλέπω ότι σε αυτή την πρώτη µας προσπάθεια –και εγώ αισθάνοµαι συνεργάτης και υπερήφανος για αυτό το πράγµα– ακολουθεί µία διεύρυνση του προβληµατισµού. Και πράγµατι δεν είναι απλώς ένας συνταγµατικός, καθαρά νοµικός, προβληµατισµός, είναι ευρύτερος και καλύπτει όλους τους τοµείς των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστηµών και κυρίως είναι ένας προβληµατισµός βαριάς ασθένειας του πολιτικού µας συστήµατος. Βέβαια αυτή η προσπάθεια του ∆ικηγορικού Συλλόγου έφθασε στο σηµείο να χαρακτηριστεί και ως «αγοραία» χρήση του Συντάγµατος. Λυπάµαι για αυτό που έγινε, αλλά ακριβώς αυτές οι συζητήσεις δείχνουν πόσο ψηλά είµαστε ακόµη οι Έλληνες στην ευαισθησία των προβληµάτων του Συντάγµατος. Θυµόµαστε οι παλιότεροι πόσο ευαίσθητοι ήµασταν παλιά για τις παραβιάσεις του Συντάγµατος. Σήµερα βλέπουµε να καταλαγιάζει αυτό το πράγµα. Αυτή η εκδήλωση του ∆ικηγορικού Συλλόγου Αθηνών σηµαίνει ότι είµαστε ακόµη ζωντανοί. Η δανειακή σύµβαση –το ακούσαµε από όλους τους οµιλητές που προηγήθηκαν– είναι µία σοβαρή παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας και δεν θα πρέπει να την περνάµε ότι δεν µπορούσαµε να κάνουµε τίποτα. Και θα έλθω σε αυτό αµέσως µετά. Η προστασία της κυριαρχίας του κράτους είναι το ύψιστο αίτηµα και η ύψιστη αρχή της σύγχρονης ∆ηµοκρατίας. Αν δεν την προστατεύσουµε, αν δεν διακηρύξουµε, όταν δεν µπορούµε να κάνουµε αλλιώς, ότι αυτή παραβιάζεται ασυστόλως, τότε πρέπει να παραιτηθούµε από πολίτες. Θα ήθελα σήµερα να έχουµε µία ∆ανειακή Σύµβαση που να δώσουµε όλα τα δικαιώµατα καταπάτησης της κυριαρχίας µε την εκτέλεση αποφάσεων ξένων δικαστηρίων, όταν εµείς δεν εκτελέσαµε αποφάσεις θηριωδίας της κατοχής και µεγάλης ποδοπάτησης της ανθρώπινης υπόστασης στα εγκλήµατα εκείνα της κατοχής και αφήσαµε να περάσει η προθεσµία για να µην κάνουµε κατάσχεση σε ξένος κράτος. Αυτό το µεγάλο λάθος –και ήταν λάθος– το πληρώνουµε τώρα αντιστρόφως;
Το τρίγωνο της υποδούλωσης, όπως λέω εγώ, είναι τρεις ουσιαστικά συµφωνίες: – η δανειακή σύµβαση µεταξύ Ελλάδος και µελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, – το τρισυπόστατο Μνηµόνιο Συνεργασίας –βάλαµε και ωραίες λέξεις– το οποίο περιλαµβάνει όλα τα µέσα εξανδραποδισµού ουσιαστικά του ελληνικού λαού και – µία Συµφωνία, η οποία είναι και ιδιόρρυθµης µορφής, µία επι-
Εδώ καταφώρως παραβιάζονται και οι τρεις λειτουργίες της κυριαρχίας του κράτους. Η εκτελεστική λειτουργία, η Κυβέρνηση –και η άσκηση κυβερνητικής πολιτικής ανήκει στις βασικές µορφές κυριαρχίες του κράτους που προβλέπεται από ειδικό άρθρο του Συντάγµατος– η νοµοθετική και η δικαστική λειτουργία. Όλες παραχωρούνται µε αυτό το τρίγωνο της υποδούλωσης. Εποµένως, ασφαλώς θα έπρεπε να κυρωθούν µε τα 3/5 του συνόλου των Βουλευτών. Το ότι προηγήθηκε νόµος µε αντιγραφή του περιεχοµένου του Μνηµονίου, πρωτοφανής καταστρατήγηση του Συντάγµατος, αυτό είναι ένα φαινόµενο, για το οποίο θα έπρεπε να θλίβεται και η Ευρωπαϊκή Ένωση, διότι µε τις τρεις διεθνείς συµφωνίες, αφενός µεν, δεσµεύτηκε η Ελλάδα διεθνώς απέναντι στα ξένα κράτη, στους δανειστές µας και απέναντι στο ∆ΝΤ και χωρίς την κύρωση. Επιβάλλουµε, όµως, αντισυνταγµατικά το περιεχόµενο των τριών συµβάσεων που περιέχουν όλες αυτές τις περικοπές και τους περιορισµούς της κυριαρχίας µας σε ένα απλό νόµο, για να τον περάσουµε µε απλή πλειοψηφία των παρόντων. Αυτό έγινε. Αυτό είναι βαρύτατη και κατάφωρη, κατά τη γνώµη µου, καταστρατήγηση του Συντάγµατος, διότι η συζήτηση στην Εθνική Αντιπροσωπεία –αν έχουµε ακόµη λαϊκή αντιπροσωπεία, αν
στολή του Υπουργού Οικονοµικών στο ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο και µία απάντηση του ∆ιεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου. Είναι και αυτό Συµφωνία. Για αυτό και τα τρία εκκρεµούν στην αρµόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή της Βουλής για να περάσουν για κύρωση. Το µεγάλο εµπόδιο φαίνεται ότι ήταν –δεν πέρασαν αµέσως για κύρωση, αλλά έγινε νόµος τελικά– πως δεν συγκεντρωνόταν εύκολα και γρήγορα –φοβάµαι κάποια στιγµή θα συγκεντρωθεί– η πλειοψηφία των 180 Βουλευτών, των 3/5 που απαιτεί ο νόµος. Και δεν πιστεύω να έχουµε και καµία µεθόδευση να πούµε ότι δεν παραβιάζεται καθόλου η κυριαρχία της Ελλάδας και εποµένως δεν χρειάζεται η πλειοψηφία των 3/5 του συνόλου των Βουλευτών.
έχουµε αντιπροσωπεία του έθνους– και η αξίωση των 3/5 του συνόλου των Βουλευτών θα φόρτιζε και τον ελληνικό λαό να µάθει τι υπογράψαµε µε τις δυνάµεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και µε το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο. Αυτό δεν έγινε. Το περιεχόµενο το πήραµε, το περάσαµε µε νόµο, αλλά εκεί που αναλάβαµε τη δέσµευση να έλθουν αύριο να µας κατασχέσουν και τη χώρα µας, αυτό δεν έχει γίνει µε τη διαδικασία που προβλέπει το Σύνταγµα. Εποµένως αυτό είναι ένα σοβαρό, κατά τη γνώµη µου, ζήτηµα συνταγµατικότητας. Το θέµα της παραίτησης από ενστάσεις, το ακούσαµε. Τι να πει κανείς; Παραίτηση από τη λαϊκή κυριαρχία επίσηµη! Εγώ νοµίζω ότι αυτό θίγει βαθύτατες αρχές του δικαίου µας –για να µην πω συγκεκριµένα πράγµατα, γιατί είναι πολύ βαριές οι προβλέψεις του ∆ικαίου σε αυτά τα πράγµατα– και θα έπρεπε ίσως να απασχολήσει την Ολοµέλεια του Αρείου Πάγου και την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου. Εποµένως, είναι ένα ζήτηµα σοβαρό, γιατί τέτοια παραίτηση δεν µπορεί να γίνει και όταν µάλιστα δεν έχουµε την κύρωση της Βουλής. Τουλάχιστον για αυτό, θα έπρεπε να είχε περάσει. Γιατί αν είχαµε την κύρωση της Βουλής προηγουµένως, αυτό θα µπορούσε να καλυφθεί µε τη φόρµουλα ότι υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 28 του Συντάγµατος, που προβλέπει παραχώρηση κυριαρχίας. ∆εν καλύπτεται από το άρθρο 28 του Συντάγµατος η δυνατότητα αυτή, να προβαίνει σε κατάσχεση ακόµη και αντικειµένων που εκφράζουν την κυριαρχία του κράτους. Αυτό δεν καλύπτεται. Μόνο αρµοδιότητες προβλέπει να παραχωρούνται. Αλλά, εν πάση περιπτώσει, θα είχαµε τουλάχιστον ένα πέπλο να σκεπάσουµε αυτή την παραίτηση. Και όµως δεν έγινε. Να δούµε πότε θα γίνει επιτέλους η κύρωση στη Βουλή αυτών των συµβάσεων. Αλλά τους ξένους δεν τους ενδιαφέρει, γιατί έχουν τα δικαιώµατα εκ των συµβάσεων. Ο Ελληνικός Λαός δεν τα έχει. Ο Ν. 3845/2010 –και χαίροµαι που το άκουσα από τον κ. Χρυσόγονο– είναι πράγµατι αντισυνταγµατικός και ως νόµοςπλαίσιο. Είναι κρίµα που δεν έχει δεχθεί ίσως ακόµη το Συµβούλιο της Επικρατείας να κρίνει και απευθείας νόµο. Αλλά δεν µπορεί να σταθεί µε καµία διάταξη, ούτε και µε το άρθρο 24 του Συντάγµατος. Φθάνουµε στο ερώτηµα που έθεσε και η κ. Σέππαρντ. «Μπορούσαµε να κάνουµε αλλιώς»; Αυτό είναι ένα επικίνδυνο ερώτηµα που θέτουµε και οδηγεί στη µοιρολατρία. Βεβαίως και µπορούσαµε να κάνουµε αλλιώς, βεβαίως και θα µπορούσαµε να είχαµε διαφορετική πολιτική. ∆εν λέω µόνο την αναδιαπραγµάτευση του χρέους, η οποία και αυτή δεν εξαρτάται µόνο από µας, αλλά µπορούσαµε τα χρήµατα αυτά, αντί να προβούµε σε περικοπές των µισθωτών και των συνταξιούχων, δηλαδή της πιο αδύνατης πλευράς του ελληνικού λαού, να τα πάρουµε από άλλες κατηγορίες κερδοφόρων επιχειρήσεων πάνω από ορισµένο επίπεδο κέρδους, για να µη θίξουµε τη φερεγγυότητα του επιχειρηµατικού κόσµου. Και υπήρχαν πολλές δυνατότητες. Μπορούσαµε αµέσως –δεν το κάναµε δυστυχώς– να εισπράξουµε τη φοροδιαφυγή, η οποία από µόνη της κάλυπτε το πρόβληµα. Τίποτα δεν έχουµε κάνει µέχρι σήµερα πάνω σε αυτό τον τοµέα, όπως δεν κάναµε τίποτα στον τοµέα της διαφθοράς. Η παρανοµία αυτή τη στιγµή συνεχίζεται και µάλιστα αυξηµένη, διότι κοιτάζουν µήπως διορθωθεί τίποτα. ∆εν θα διορθωθεί τίποτα. Θα τους καθησυχάσουµε, µη φοβούνται. Εδώ δεν καταφέραµε ακόµη να βάλουµε διπλογραφικό σύστηµα στα µεγάλα νοσοκοµεία, δηλαδή το σύστηµα που έχει ο µπακάλης της γειτονιάς. Είχαµε χίλιους τρόπους να παρακάµψουµε το πρόβληµα. Αλλά η πολιτική –όχι µόνο η Ελληνική και η ∆ιεθνής και Ευρωπαϊκή έχει τις ρίζες της και στην Αµερικανική ήπειρο, τη Βόρεια Αµερική– είναι πολιτική η οποία πρέπει να πλήττει τα κατώτερα στρώµατα. Θα πρέπει να κλείσουµε τις µικροµεσαίες επιχειρήσεις. Αυτός είναι ο στόχος. Εγώ δεν θέλω να µπω σε αυτά τα ζητήµατα, είναι άλλοι αρµοδιότεροι εµού. Εκείνο που θέλω να πω είναι ότι δεν ρωτάµε αν είχαµε άλλη λύση. Είχαµε λύσεις και το λένε καθηµερινώς οι έγκριτοι οικονοµολόγοι, οι οποίοι συνεχώς πληθαίνουν και λένε ότι είναι λάθος η πολιτική αυτή που εφαρµόστηκε στην Ελλάδα. Έχουµε τα συγκριτικά στοιχεία ότι το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο όπου πήγε, βούλιαξε τη χώρα ακόµη βαθύτερα. Και αυτό δεν το εξηγούµε και παρόλα αυτά πάµε σε αυτή την πολιτική. Με αυτά τα λόγια θα ήθελα να τονίσω τη σηµασία αυτής της προσπάθειας που κάνουµε να δείχνουµε ότι θυµόµαστε ακόµη τα ανθρώπινα δικαιώµατα, ότι θυµόµαστε ακόµη την εθνική κυριαρχία. Ευχαριστώ πολύ.



