Κι αυτή η ιστορία είναι αληθινή.
Παρόλα τα βάσανά του, ο λαός στην κατοχή δεν έχασε το χιούμορ του. Σ’ ένα χωριό της Κισσάμου, η καλοσυνάτη και αγαθή θεία είχε δύο καλούς γιούς. Ο ένας της γιος – πτυχιούχος Πανεπιστημίου – είχε πολύ χιούμορ και του άρεσε ιδιαιτέρως να πειράζει τη μητέρα του. Μπαίνει λοιπόν μια μέρα φουριόζος στο σπίτι τους και λέει δήθεν ταραγμένος στην μάνα του:
-Μάνα, έμαθες τα μαντάτα;
-Όοι, παιδί μου, ίντα να μάθω η καψερή, έπαε απού ‘μια κλεισμένη, στο σπίτι μου.
-Μάαανα, επήρανε οι Γερμανοί το Βερολίνο!
Αρχίζει η γρα να κοπανίζεται.
-Ωωωφου, κι ίντα πάθαμε οι καψεροί! Κακό και κακοντοπάθαμε.
Χτυπά τα μάγουλά της, χτυπά τα πόδια της και συνεχίζει να οδύρεται.
-Ωωωφου, και πάει η ανθρωπότητα. Ωωωφου και πάει ο κόσμος, αφού οι τρισκατάρατοι οι Γερμανοί επήρανε το Βερολίνο!
Γεεέλια, τώρα ο γιος και η μάνα του να τον κυνηγά να τονε δείρει δήθεν.
-Δε ντρέπεσαι μωρέ, να περιπαίζεις τη μάνα σου;
Κι αυτός να γελά ασταμάτητα.
Εε, χρειαζότανε και λίγο γέλιο στην κατοχή!
Α.Κ.