Της Θεάς Μανούρα
Ύστερα από πολυήμερες διαδηλώσεις και συγκρούσεις έξω από το κτήριο της γαλλικής Εθνοσυνέλευσης, οι βουλευτές τελικά ενέκριναν τον νόμο που απαγορεύει τη φωτογράφιση αστυνομικών εν ώρα υπηρεσίας. Το πιο αμφιλεγόμενο άρθρο αφορά στη λεγόμενη «καθολική ασφάλεια» και υιοθετήθηκε με ψήφους 146 υπέρ έναντι 24, διευκρινίζει ωστόσο ότι το μέτρο αυτό «δεν μπορεί να επιφέρει βλάβη στο δικαίωμα στην πληροφόρηση».
Το θέμα μονοπώλησε τα γαλλικά ΜΜΕ, ενώ δημοσιογραφικές ενώσεις κατήγγειλαν ότι το μέτρο αυτό θα εφαρμόζεται όχι μόνον στα μέσα ενημέρωσης, αλλά σε οποιονδήποτε πολίτη δείχνει την πρόθεση να φωτογραφίσει ή να βιντεοσκοπήσει μια αστυνομική επιχείρηση, μηδενίζοντας κατά αυτόν τον τρόπο κάθε έννοια της λεγόμενης «δημοσιογραφίας των πολιτών», που στο παρελθόν έχει πολλές φορές συμβάλει στο να αποδοθεί δικαιοσύνη τόσο στη Γαλλία όσο και σε άλλες χώρες ανά τον πλανήτη προσφέροντας φωτογραφικά τεκμήρια.
Για να κατευνάσει τις αντιδράσεις, ο υπουργός Εσωτερικών Ζεράλ Νταρμανέν πρότεινε μία διαφορετική τροπολογία με δύο βασικά στοιχεία, τα οποία ενσωματώθηκαν στο γαλλικό δίκαιο:
● Πρώτον, έδωσε εγγυήσεις της κυβέρνησης προς τους δημοσιογράφους ότι θα γίνει σεβαστό το δικαίωμα της ενημέρωσης.
● Δεύτερον, υπογράμμισε ότι η ποινή θα ασκείται μόνον εφόσον είναι καταφανής η θέληση «υπονόμευσης και ζημίωσης της σωματικής ή διανοητικής ακεραιότητας» των αστυνομικών.
Διεθνή «πυρά»
Η Διεθνής Αμνηστία και οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα υποστηρίζουν ότι η λέξη «πρόθεση» είναι ασαφής και δύσκολο να αποδειχθεί και ότι ο νόμος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από την αστυνομία για λογοκρισία και άλλους σκοπούς, όπως κάλυψη τυχόν βίαιων συμπεριφορών.
Όπως μάλιστα αναφέρει η Διεθνής Αμνηστία σε έκθεσή της στις 22 Νοεμβρίου, «στη βάση ανακριβών κριτηρίων και κατά κανόνα με μη ανακοινωθείσες πληροφορίες, τα μέτρα ελέγχου επιτρέπουν στο υπουργείο Εσωτερικών να επιβάλει ένα ευρύ φάσμα περιορισμών στους ανθρώπους».
«Σε αυτούς περιλαμβάνεται η απαγόρευση των ατόμων να μετακινηθούν από μια συγκεκριμένη πόλη, απαιτώντας απ’ αυτούς να παρουσιάζονται στην αστυνομία σε καθημερινή βάση και ενώ τους απαγορεύεται να έρθουν σε επαφή με συγκεκριμένους ανθρώπους» σημειώνει.
Πώς έφτασαν στον… τρομονόμο
Τον Οκτώβριο του 2017 η γαλλική κυβέρνηση έκανε άρση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που είχε κηρυχθεί μετά τις πολύνεκρες τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι το 2015.
Όσο ίσχυε η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η οποία παρατάθηκε έξι φορές, οι γαλλικές αρχές παρεξέκλιναν από ορισμένες υποχρεώσεις της Γαλλίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ασκούσαν μια σειρά εξαιρετικών εξουσιών, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής ορισμένων μέτρων διοικητικού ελέγχου, βασισμένων συνήθως σε μυστικές πληροφορίες, που εφαρμόζονταν χωρίς να ασκούνται κατηγορίες ή διώξεις για ποινικό αδίκημα ενάντια στα άτομα που είχαν υποβληθεί σε τέτοια μεταχείριση.
Ένας νέος νόμος για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, που καλείται «Ενίσχυση της Εσωτερικής Ασφάλειας και του Αγώνα κατά της Τρομοκρατίας» (SILT), τέθηκε σε ισχύ τον Νοέμβριο του 2017. Ο νόμος SILT ορίζει ότι οι διοικητικές αρχές διατηρούν την εξουσία να επιβάλλουν μέτρα ελέγχου που περιορίζουν θεμελιώδη δικαιώματα.
Σε εκθέσεις της το 2016 και 2017 η Διεθνής Αμνηστία είχε καταγγείλει ότι τα μέτρα έκτακτης ανάγκης καταπατούν μία σειρά ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πως οι νέοι αυτοί νόμοι οδηγούν την Ευρώπη σε μία επικίνδυνη κατάσταση «μόνιμης ασφάλειας», ενώ επιφέρουν και διακρίσεις τόσο στους πολίτες, όσο και στην άσκηση του ρεπορτάζ και της δημοσιογραφικής κάλυψης γεγονότων. Εξαφανίζουν δηλαδή το δημοσιογραφικό λειτούργημα, όσο και το στοιχειώδες δικαίωμα των πολιτών για ελεύθερη έκφραση.
Παράδειγμα αποτελεί ο freelancer δημοσιογράφος Valentin Gendrot, ο οποίος επί δύο χρόνια ακολουθούσε την αστυνομία στο Παρίσι – ειδικά στις κινητοποιήσεις των «Κίτρινων Γιλέκων» – προσποιούμενος τον ένστολο, καλύπτοντας φαινόμενα αστυνομικής αυθαιρεσίας.
Με τον νέο νόμο ο Gendrot και ο κάθε Gendrot, καθώς και οποιοσδήποτε Γάλλος πολίτης, απειλείται με ποινή φυλάκισης ενός έτους συν 45.000 ευρώ πρόστιμο. Την ίδια στιγμή, στη Γαλλία επιτρέπεται η βιντεοσκόπηση διαδηλωτών με κάμερες αστυνομικών και με drones, σύμφωνα με το άρθρο 22, με οργανώσεις να διαμαρτύρονται για καταγραφή προσωπικών δεδομένων και «φακέλωμα» πολιτών με πρόσχημα την ασφάλεια.
Παρέμβαση από τον ΟΗΕ
Το θέμα βγήκε και εκτός γαλλικών συνόρων. Το Συμβούλιο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του ΟΗΕ έκανε παρέμβαση στον δημόσιο διάλογο στη Γαλλία με επιστολή του προς την κυβέρνηση εκφράζοντας τη βαθιά ανησυχία του για πολλές από τις διατάξεις του νόμου, υπογραμμίζοντας ότι περιλαμβάνει «σοβαρά πλήγματα στα ανθρώπινα δικαιώματα και στις θεμελιώδεις ελευθερίες, κυρίως στο δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής, στο δικαίωμα της ελευθερίας έκφρασης και γνώμης, και στο δικαίωμα στην ελευθερία του συνέρχεσθαι ειρηνικά».
Κάτι που φέρνει τη Γαλλία σε αντίθεση με την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Και έπεται συνέχεια. Στο αντιδημοκρατικό πακέτο, με αφορμή την τρομοκρατική απειλή, προωθείται και η αναθεώρηση του νόμου του 1881 για την ελευθερία του Τύπου. Σύμφωνα με πληροφορίες, στόχος της αναθεώρησης είναι να διευκρινίζεται με συνοπτικές διαδικασίες ποιος είναι δημοσιογράφος και ποιος όχι, δηλαδή ποιος θα προστατεύεται από τον νόμο για την ελευθερία του Τύπου και ποιος όχι. Σκέψεις που μάλλον δεν θυμίζουν σε καμία περίπτωση τη Γαλλία του Διαφωτισμού…