20.8 C
Chania
Saturday, November 23, 2024

Αν η ζωή θέλει…

Ημερομηνία:

Μπορεί, να διατηρηθεί το απολίθωμα λουλουδιού, που σελιδοποιήθηκε στεγνωμένο, απ’ την πίεση χαρτονένιων σελίδων, ενός παμπάλαιου άλμπουμ φωτογραφιών.

Είναι κάτι σαν σύμβολο. Αδιάψευστη απόδειξη πως υπήρξε πίσω του, μια ελπίδα και μπροστά του ιστορία ολόκληρη. Κολλημένο σαν «σιδερωμένο» διατηρώντας κάποιο σχήμα και το βασικό χρώμα του συντηρεί τις πιο τρυφερές αναμνήσεις με τις πιο απροσδόκητες συμπτώσεις και εξελίξεις. Ότι είναι άψυχο μπορεί να διαρκεί αιώνια. Είναι έναυσμα, κίνητρο της μνήμης που συχνά τα χρειάζεται ν’ αναταραχθεί για να φτάσει σε εικόνες, αναμνήσεις μεσ’ τον χρόνο. Φτάνει πέρα απ’ την σκληρή πραγματικότητα της «αληθινής» ζωής μας. Μακριά απ’ όσα στη συνέχεια μας πόνεσαν και μας λύγισαν…

Στα χρόνια της πρώιμης ωριμότητας βρέθηκα σε μια παρέα που ήδη εγνώριζα τους μισούς έτσι, σκόρπιοι, χωριστά τον καθένα. Δεν, περίμενα πως μέσα σε μια φιλική παρέα που αναπτυσσόταν οικειότητα που έφτανε να φαίνεται και αδελφική, θα μπορούσε ν’ αναπτυχθεί άλλου είδους σχέση.  Έτσι νόμιζα.  Ποτέ όμως δεν ξέρεις.

Παρέμεινα σ’ εκείνη την παρέα μέχρι που – και τυπικά – διαλύθηκε γιατί , ήσουν κι ΕΣΥ μέσα. Ο τελευταίος σε χρόνο προσχώρησης. Άνοιξε η αυλόπορτα για λίγο και σε σύστησε φίλος που σε έφερε κάνοντας την πρώτη εμφάνισή σου. Δεν ήσουν αμήχανος ούτε διστακτικός. Έκανε μια γυροβολιά το βλέμμα σου και είπες μόνο «γεια σας». Εκεί, στην παρέα, είχα την ευκαιρία να σε βλέπω, να σ’ ακούω, να σε γνωρίζω. Παρακολουθούσα τα παιχνίδια στην αμμουδιά με τους άλλους και πιο πολύ με κοπέλες. Σε μιαν άκρη βρισκόμουν εγώ κι αναρωτιόμουν που θα έφτανες ίσως και με ποια; Συνέβη «κάτι», με την μεγαλύτερη  της παρέας. Δεν φαινόταν βιώσιμη η σχέση κι όσοι κατάλαβαν, ήταν ελάχιστοι. Το ένοιωσα πρώτη εγώ αν κι συ όταν επίμονα σε ρωτούσαν δεν απάντησες ούτε με «ναι» αλλά και «όχι». Πραγματοποιήθηκε μετά σε Ιούνιο εκδρομή στα Φαλάσαρνα. Ήταν απ’ τις πρώτες με δική μου  συμμετοχή. Εσύ , απ’ την αρχή, ακολουθούσες. Εγώ άργησα πολύ.  Σ’ αυτήν την εκδρομή, θυμάμαι, μου φάνηκες κάπως αντιδραστικός και με πείραζες υποτιμητικά. Μου έλεγες η Ο.Π.Ε., η σχολή μου, είχε μηδέν και μηδενιζόταν όλη η λέξη . Ήθελες , να θυμώσω αλλά δεν το κατάφερες.

Η θάλασσα μπροστά μου απλωνόταν σε βαθύ ορίζοντα και κοίταζα που το χαιρόσουν. Γελούσες, φαινόσουν χαρούμενος, γιατί την λάτρευες. Ήταν γύρω μας βράχια μικρά, μεγάλα και η άμμος ήταν χοντρή σαν χαλίκι, εκεί που βρισκόμασταν. Άγονη η περιοχή αλλά η ζέστη υποφερτή και χωρίς δέντρα. Πάνω σ’ ένα μεγάλο βράχο είδαμε μια κατσικούλα. «Θα ξέφυγε από κοπάδι» είπες. Ανέβηκες λίγο στα βράχια για ν’ αναζητήσεις βοσκό. Σε είδε η κατσικούλα, φοβήθηκε και τσουροβόλησε προς τα πίσω. Κατέβηκες εσύ, κρατώντας λίγα λουλουδάκια. Ήρθες προς το μέρος μου και με ζεστό χαμόγελο, μου  τα πρόσφερες. Ποιος νοιαζόταν για τρία κοτσανάκια με αγριολούλουδα! Σιγά το πράγμα… Εγώ όμως, ναι. Δεν είδα βλέμμα ιδιαίτερο. Είπες όμως κάτι που το κράτησα και το φύλαξα  μαζί με τα λουλουδάκια. Είπες: «Στο πιο γλυκό κορίτσι της παρέας». Δεν σήμαινε κάτι. Από ευγένεια το έκανες γιατί ήμουν ευγενική μαζί σου, ακόμα κι όταν με πείραζες. Απλά ανταπέδιδες. Δεν μου πέρασε απ’ το μυαλό μέχρι εκείνη την στιγμή, πως εσύ κι εγώ θα βρισκόμασταν ποτέ μαζί. Δεν φάνηκε, για πολύ καιρό , πως θα μπορούσα να έχω πρώτο ρόλο στη ζωή σου. Έγινα όμως γρήγορα κι εύκολα η φίλη – που μαζί της συζητούσες ώρες – όταν συναντιόμασταν εκτός παρέας. Εσύ – μου έλεγες – απολάμβανες την κουβέντα μας. Εγώ, άλλα ένοιωθα καιρό πριν. Η ιστορία με την άλλη κοπέλα είχε τελειώσει εδώ και  μήνες. Καλή ήταν . Δεν εξωτερικευόσουν εύκολα. Ούτε εύκολα αναλωνόσουν. Το αγέρωχο άτι με στραμμένο το βλέμμα στον ουρανό, σήκωνε σκόνη με τον καλπασμό και θάμπωνε τα μάτια αυτή η σκόνη. Τα έτσουζε και τα δάκρυζε. Σκορπούσε μαζί και πόνο, από εγωισμό και περηφάνια.

Μάτωνε η ψυχή μου που δεν θα μπορούσα, δεν θα τολμούσα – όσο κι αν το ήθελα – και το ήθελα απελπισμένα τώρα πια να δαμάσω  ποτέ αυτό το άτι. «Γαϊδουράκι, σκεπτόμουν και πολύ μου». Αν θέλει  η ζωή… αυτή μπορεί! Πως ήρθαν τα πράγματα…

Στο παιχνίδι που παίξαμε, οι περισσότεροι, ρωτούσαμε ο ένας το άλλο πως φανταζόμαστε το ταίρι μας. Απάντησα εγώ: «Δεν έχω πρότυπα. Αυτά είναι σαχλαμάρες! Τι δηλαδή , θα έχω ένα σαμάρι κι όποιος χωρεί  θα μου κάνει; Θέλω να έχει ευαισθησίες και χιούμορ». Τα είπα ακριβώς για σένα. Δεν ήμουν ακόμα η φίλη, μέχρι εκείνη τη στιγμή. Μόλις δύο φορές είχαμε συναντηθεί μόνοι για να συζητήσουμε.

«Εσύ πώς θέλεις την γυναίκα», ρώτησε κάποιος. Ήσουν όρθιος. Σηκώνεις το χέρι και αρχίζεις σχηματισμούς στον αέρα. «Ψηλή, λεπτή και….» Ρωτώ εγώ διακόπτοντας: «Αν σου τύχει καμιά νεραντζούλα φουντωτή;»

«Αποκλείεται!» Κάθετη η άρνηση. Δεν ανταποκρινόμουν βέβαια στην  εικόνα που ζητούσες. Μέχρι που για κάποιο διάστημα αρκετό, μεταμορφώθηκα, για σενα. Ακολούθησαν πολλά. Ήθελαν κι άλλες να γητέψουν το άτι που τελικά, δεν ήταν τόσο αγέρωχο – όσο φαινόταν.  Ένοιωθε και αυτό πόνο. Το έμαθα από σενα το ίδιο αργότερα. Πώς έγινε η μεταστροφή, είναι πολύ μεγάλη ιστορία. Άλλαξαν πολλά, αλλά πιο πολύ εσύ. Μέχρι ν’ αλλάξουν , εγώ είχα αποκάνει… Κάποια στιγμή, αντί να δαμάσω εγώ το άτι, εκείνο χαμήλωσε – για να μπορέσω να σκαρφαλώσω πάνω του. Δεν τίναξε χαίτη. Έστρεψε λίγο το κεφάλι του και με κοίταξε κατάματα με βλέμμα ιδιαίτερο. Με καλούσε να μην διστάζω , να μη φοβούμαι. Μετά από πολλή θλίψη, λυγμούς  προσμονή και αβεβαιότητα, έγινε δικό μου. Αυτά όλα, κάπως , συνεχίστηκαν στη ζωή μας…

Δεν μου συγχώρησαν πως, το άτι, εμένα διάλεξε για να το φροντίζω, να το προστατεύω και να το αγαπώ. Τα λουλουδάκια απ’ τα Φαλάσαρνα τα πρώτα  που μου πρόσφερες τα βλέπαμε μαζί και θυμόμασταν και την παρέα και το παιχνίδι και την προσωπική μας ιστορία την πολυκύμαντη, με το «αίσιο» τέλος. Μετά από τόσα χρόνια, κινδυνεύουν να γίνουν σκόνη, αν δεν τα προσέχω. Τ’ αποθανάτισα. Θέλω, όσο υπάρχω, να θυμάμαι μόνο, όλα τα καλά. Αυτά που μπόρεσε να μου προσφέρει η ζωή, γιατί έτσι ήθελε. Την ευγνωμονώ! Τώρα με συντροφεύουν οι αναμνήσεις, με πρώτη αυτή της εκδρομής στα Φαλάσαρνα που τα λουλουδάκια του  βράχου – δεν άφησαν  να ξεθωριάσει ποτέ. Τα έκοψες τυχαία, μου τα πρόσφερες – χωρίς να υπάρχει κάποιος λόγος – αλλά αυτή η πρώτη κίνηση, εμένα με συγκίνησε…
Σ’ ευχαριστώ… για όλες τις ξεχωριστές, τρυφερές αναμνήσεις και το πολυτιμότερο δώρο σου σε μένα, υπέροχο άτι μου. Την ζωή με ‘σενα! Ας είχε πόνο. Χωρίς πόνο η ζωή, νεκρή είναι. Τέτοια, δεν θα την ήθελα ποτέ…

Ν. Ανδρεαδάκη

"google ad"

Ακολουθήστε το agonaskritis.gr στο Google News, στο facebook και στο twitter και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Αγώνας της Κρήτηςhttp://bit.ly/agonaskritis
Ο “Αγώνας της Κρήτης” εκδόθηκε στις 8 Ιουλίου του 1981. Είναι η έκφραση μιας πολύχρονης αγωνιστικότητας. Έμεινε όλα αυτά τα χρόνια σταθερός στη διακήρυξή του για έγκυρη – έγκαιρη ενημέρωση χωρίς παρωπίδες. Υπηρετεί και προβάλλει, με ευρύτητα αντίληψης, αξίες και οράματα για μία καλύτερη κοινωνία. Η βασική αρχή είναι η κριτική στην εξουσία όποια κι αν είναι αυτή, ιδιαίτερα στα σημεία που παρεκτρέπεται από τα υποσχημένα, που μπερδεύεται με τη διαφθορά, που διαφθείρεται και διαφθείρει. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που η εφημερίδα έμεινε μακριά από συσχετισμούς και διαπλοκές, μακριά από μεθοδεύσεις και ίντριγκες.

Τελευταία Νέα

Περισσότερα σαν αυτό
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ