Ο Ηρακλειώτης Δάφνις Κόκκινος μέλος της ομάδας της Πίνα Μπάους μιλάει στην «Καθημερινή» για την κληρονομιά της σπουδαίας χορογράφου, την παράσταση που ετοιμάζει μαζί με τους σπουδαστές της Λυρικής Σκηνής και τον θυμό που διέκρινε στην ατμόσφαιρα της Αθήνας.
«Δεν μπορείς να δεις απέναντι από τη βροχή, ακούστε…» λέει ο Δάφνις Κόκκινος από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής και πλησιάζει το τηλέφωνό του στο παράθυρο του χοροθεάτρου της Πίνα Μπάους στο Βούπερταλ της Γερμανίας. Είναι το διάλειμμά του από τις πολύωρες πρόβες με τον Νορβηγό χορογράφο Άλαν Λουσιέν Όγεν, καθώς ετοιμάζονται για την πρεμιέρα της παράστασης. Υπάρχει αγωνία για το αποτέλεσμα, παραδέχεται ο Δάφνις Κόκκινος, ο αναγνωρισμένος χορευτής και στενός συνεργάτης της Πίνα Μπάους. Είναι πρώτη φορά, άλλωστε, που βλέπει συναδέλφους του σε έργο που δεν ανήκει στο ρεπερτόριο της Πίνα Μπάους.
Ο Άλαν Λουσιέν Όγεν και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου είναι οι δύο πρώτοι «ξένοι» χορογράφοι που δούλεψαν με την ομάδα της Πίνα Μπάους μετά τον θάνατό της για τη δημιουργία μεγάλων σε διάρκεια παραγωγών, σε μια προσπάθεια του χοροθεάτρου να διευρύνει το ρεπερτόριό του. «Γνωρίζω τη δουλειά του Δημήτρη», μας λέει ο κ. Κόκκινος, που παρακολούθησε την πρεμιέρα του «Seit sie…», το οποίο δίχασε τους κριτικούς στη Γερμανία. «Ήταν πολύ όμορφο, πολύ ωραίες εικόνες. Είναι ωραίο να ψάχνεις καινούργια πράγματα», λέει και συμπληρώνει πως «είναι καλό να υπάρχουν διαφορετικές γνώμες, και με την Πίνα στην αρχή έτσι ήταν, δεν την ήθελαν», αλλά θεωρεί λανθασμένη τη σύγκριση με την πρωτοπόρο του μοντέρνου χορού. «Ο καθένας κάνει αυτό που τον εκφράζει», σημειώνει.
Την ίδια στιγμή, στην Αθήνα, οι σπουδαστές της Σχολής Χορού της Εθνικής Λυρικής Σκηνής εξασκούνται στις κινήσεις του κ. Κόκκινου για τη χορογραφία που θα παρουσιάσουν την Τρίτη 19 Ιουνίου στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος στο πλαίσιο του Summer Nostos Festival, που πραγματοποιείται από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. «Δούλεψα και με τα τρία έτη της σχολής και προσπάθησα να τους δείξω λίγο τον τρόπο που δουλεύαμε με την Πίνα. Μιλήσαμε για τα πράγματα που τους απασχολούν, γιατί θέλουν να κινηθούν, ποια είναι η πραγματικότητα γύρω τους. Είμαστε χορευτές, άρα και ονειροπόλοι από τη φύση μας», μας λέει.
Με καταγωγή από την Κρήτη και σπουδές στην Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης, ο Δάφνις Κόκκινος επιβιβάστηκε σε ένα τρένο με προορισμό το Βούπερταλ, αφού είδε μια παράσταση της Πίνα Μπάους στο Ηρώδειο στις αρχές του ’90. Ο νεαρός χορευτής έγινε μέλος της ομάδας, ο μοναδικός Έλληνας μέχρι σήμερα, και από το 2002 ήταν από τους βασικούς συνεργάτες της χορογράφου μέχρι τον θάνατό της. Η έννοια της ομάδας ήταν στον πυρήνα της χορογραφικής φιλοσοφίας της Μπάους και γι’ αυτό το σύνολό της δεν είχε τις διαβαθμίσεις του κλασικού μπαλέτου. «Η Πίνα έδωσε σε όλους μας συμβόλαιο σολίστα. Μπορεί να είσαι έναν χρόνο ή 50 χρόνια στην ομάδα και είσαι το ίδιο. Η Πίνα δεν είναι μαζί μας 10 χρόνια τώρα, αλλά συνεχίζουμε. Πιστεύω ότι, επειδή η δουλειά της ήταν ομαδική, η ομάδα κρατήθηκε», σημειώνει.
Και μπορεί οι σπουδαστές της ΕΛΣ να μη διακρίνονται ακόμα σε Α΄ χορευτές, σολίστ ή κορυφαίους, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με το μπαλέτο της Λυρικής, με το οποίο ο Δάφνις Κόκκινος θα συνεργαστεί την επόμενη σεζόν για την παράσταση «Η ιεροτελεστία της άνοιξης» του Ιγκόρ Στραβίνσκι. Ωστόσο, η πρόκληση για τον ίδιο δεν είναι τόσο η μορφή της συνεργασίας, αλλά το ίδιο το κομμάτι, που ήταν η αφορμή για να φύγει από την Ελλάδα και να πάει στη Γερμανία. «Μου φαίνεται πολύ δύσκολο, γιατί η μουσική και οι κινήσεις της Πίνα είναι μέσα στο μυαλό μου. Η μουσική εκτέλεση θα είναι διαφορετική, και έτσι προσπαθώ να μην το σκέφτομαι. Θέλω να το δοκιμάσω», τονίζει.
Υφέρπουσα επιθετικότητα
Στα 53 του χρόνια συνεχίζει να χορεύει. Το σώμα του, λέει, δεν έχει καταλάβει ακριβώς τον χρόνο που πέρασε και ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του χοροθεάτρου. «Δεν πρέπει να είναι τρόπος ζωής, πρέπει να μην μπορείς να ζεις χωρίς αυτό. Χορεύεις και με στραμπούληγμα. Παίρνεις παυσίπονα και συνεχίζεις. Σε καίει αυτό. Το υπέροχο πάθος σου», μας λέει. Ορισμένους ρόλους του προτιμά να τους δώσει στους νεότερους χορευτές της ομάδας, για να μάθουν τις κινήσεις και να υπάρχει συνέχεια στο όραμα της Πίνα Μπάους και στη διατήρηση του ρεπερτορίου της, το οποίο φυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού.
Αν και ακόμη δεν σκέφτεται να αποχωρήσει από το χοροθέατρο, στο οποίο έχει τη θέση του υπευθύνου προβών, θέλει να μεταδώσει τα πράγματα που έμαθε στις νεότερες γενιές των χορευτών. «Αν δεν μοιράζεσαι κάτι, τότε αυτό δεν υπάρχει», λέει και η βροχή όσο περνάει η ώρα μετατρέπεται σε χαλάζι. Τις λίγες ημέρες που πέρασε στην Αθήνα, είδε στην ατμόσφαιρα μια υφέρπουσα επιθετικότητα, έναν θυμό, τον οποίο αποδίδει στην ατομικότητα και στην έλλειψη βαθιάς κουλτούρας.
Οι παρέες, λέει, κάνουν υπέροχα πράγματα, αλλά δεν μιλάνε μεταξύ τους. Κρίνοντας από τη γενέτειρά του, την Κρήτη, το πρόβλημα, λέει, δεν είναι η έλλειψη χρημάτων. «Τότε που είχαν λεφτά, έφτιαχναν κέντρα γάμων. Η όλη μου ελπίδα είναι η νέα γενιά και μόνο. Γι’ αυτό ερωτεύτηκα τα παιδιά της Λυρικής και μου λείπουν πολύ», καταλήγει.