Για τους λόγους αποχώρησης από τον ΣΥΡΙΖΑ μίλησε ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, στην πρώτη του συνέντευξη εδώ και 5 μήνες (ουσιαστικά από τις εκλογές του Ιουνίου και μετά) στο δελτίο του Attica TV και τον δημοσιογράφο Γιώργο Μελιγγώνη.
Όταν ξεκίνησε στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ η διαλυτική κρίση, σημείωσε, «κανένα από τα στελέχη που αποχωρήσαμε, δεν επιλέξαμε να μιλήσουμε δημόσια, αλλά επιλέξαμε να παρέμβουμε στα όργανα του κόμματος, να καταθέσουμε τις πολιτικές μας διαφωνίες με την πορεία την οποία πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία με πρόεδρο τον κ. Κασελάκη και με τη νέα ηγετική ομάδα έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε», διευκρίνισε ο Βουλευτής Α΄ Αθήνας Δημήτρης Τζανακόπουλος.
Και συνέχισε: «Πλέον έχει έρθει ο καιρός να εξηγήσουμε τους λόγους για τους οποίους οδηγηθήκαμε σε αυτή τη δύσκολη πολιτική απόφαση, απόφαση ευθύνης να κοιτάξουμε μπροστά καινα δηλώσουμε τη διαθεσιμότητά μας για την ανασύνταξη της ευρύτερης πληθυντικής Αριστεράς, με στόχο να εστιάσουμε ξανά στα πολιτικά περιεχόμενα, στον προγραμματικό λόγο και στην ανάγκη διαμόρφωσης των προϋποθέσεων για την αναγκαία αντιπολίτευση στο καθεστώς που οικοδομεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης».
Εξηγώντας ενδεικτικά τις πολιτικές διαφωνίες, έφερε ως παράδειγμα την τοποθέτηση Κασσελάκη στον ΣΕΒ:
«Δεν τοποθετηθήκαμε δημόσια διότι δεν μπορούσαμε να υπερασπιστούμε θέσεις όπως αυτές τις οποίες εξέφρασε ο κ. Κασελάκης στο ΣΕΒ, δηλαδή ότι το κεφάλαιο είναι εργαλείο ισότητας ή είναι εργαλείο καταπολέμησης των κοινωνικών ανισοτήτων και κοινωνικής ευημερίας. Αυτή λοιπόν είναι μια θέση, την οποία δεν έχουν τολμήσει να υποστηρίξουν ούτε καν οι εισηγητές του Τρίτου Δρόμου, Τόνι Μπλερ και Γκέρχαρντ Σρέντερ. Είναι μια θέση η οποία βρίσκεται πέραν κάθε πιθανής εκδοχής της Αριστεράς, οποιασδήποτε αριστεράς, μεταρρυθμιστικής αριστεράς, ανανεωτικής αριστεράς, ριζοσπαστικής αριστεράς, σύγχρονης αριστεράς».
Προ-νεωτερικές απόψεις τα περί «αδιαμεσολάβητης σχέσης με το λαό»
Μάλιστα επισήμανε ότι «οι διαθέσεις του σημερινού προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία, ήταν διαθέσεις πλήρους κατεδάφισης κάθε ιδεολογικής παρακαταθήκης του ΣΥΡΙΖΑ. Μπορώ αντίστοιχα να μιλήσω για τις προ-νεωτερικές απόψεις του για την αδιαμεσολάβητη σχέση με τον λαό. Υπάρχει ο ηγέτης, ο λαός του. Δεν υπάρχουν δημοκρατικές διαμεσολαβήσεις, δεν υπάρχουν όργανα, δεν υπάρχουν κανόνες. Όλο αυτό το κλίμα της άρνησης να συζητηθούν πραγματικά πολιτικά ζητήματα από τον κύριο Κασελάκη και τη νέα ηγετική ομάδα και να προωθηθεί η θεωρία των υπονομευτών, του εσωτερικού εχθρού για να εξηγηθούν ζητήματα πραγματικά που αφορούν και την ίδια την απαξίωση του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ, έκανε απαγορευτική οποιασδήποτε δυνατότητας να συνεχίσουμε αυτή την πολιτική συμβίωση. Δεν γίνεται να συμβιώνεις με στελέχη τα οποία έκαναν λόγο πριν από μερικές εβδομάδες για αποπαρασίτωση του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτά είναι φαινόμενα πολιτικής παρακμής, τα οποία δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε».
Από την ριζοσπαστική αριστερά ως την αριστερή σοσιαλδημοκρατία
Ο Δ. Τζανακόπουλος εξήγησε: «Είναι πολύ βαθείς οι λόγοι για τους οποίους οδηγηθήκαμε σε μία απόφαση να φύγουμε από ένα κόμμα το οποίο το χτίσαμε. Εγώ προσωπικά είμαι μέλος του Συνασπισμού και στη συνέχεια του ΣΥΡΙΖΑ από τα 18 μου χρόνια, έχω περάσει περισσότερο από το μισό της ζωής μου ως μέλος του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν ήταν μια εύκολη απόφαση λοιπόν. Ήταν μια απόφαση που πάρθηκε ακριβώς για να υπερασπιστούμε την Αριστερά, για να αντιταχθούμε σε αυτήν τη μετάλλαξη του κόμματος και να δηλώσουμε τη διαθεσιμότητά μας για να δημιουργηθεί κάτι νέο, το οποίο θα μπορέσει να συσπειρώσει δυνάμεις προοδευτικών πολιτών, αριστερών πολιτών που θα εκτείνεται από τη ριζοσπαστική αριστερά μέχρι την αριστερή σοσιαλδημοκρατία και το οποίο θα μπορέσει να δημιουργήσει τους προγραμματικούς όρους πολιτικής αντιπαράθεσης με τον κύριο Μητσοτάκη και τις πολιτικές της Νέας Δημοκρατίας. Ήταν μια δύσκολη απόφαση, με βάση αρχές, αξίες και το καθήκον να υπερασπιστούμε την Αριστερά. Οι σύντροφοι μου που έχουν κάνει μια διαφορετική επιλογή, προς ώρας, παρά τις μεγάλες τους διαφωνίες με τον κύριο Κασελάκη και την ηγετική ομάδα, σταθμίζουν την κατάσταση και θα αποφασίσουν όπως θεωρούν καλύτερο για την αριστερά, για τις αξίες και τα ιδανικά τους. Νομίζω ότι αυτές τις αποφάσεις-τομές τις παίρνει ο καθένας μόνος του, με τη συνείδησή του» κατέληξε.
«Όχι» στην απλή επαναφορά οργανωτικών σχημάτων της Αριστεράς
Απαντώντας στο ερώτημα περί της άποψης που λέει ότι με την αποχώρησή του αυτά τα στελέχη χαρίζουν το κόμμα στον Στ. Κασσελάκη, είπε: «Δεν είναι ζήτημα χαρίσματος του κόμματος, είναι ζήτημα αδυναμίας πολιτικής συμπόρευσης με τη μορφή την οποία έχει πάρει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι πιέσεις εν τω μεταξύ από τη βάση του κόμματος, οι μαζικές αποχωρήσεις όλων των προηγούμενων ημερών είναι χαρακτηριστικές αυτής της κατάστασης. Ότι έχουν διαμορφωθεί διαμετρικά αντίθετες πολιτικές πορείες».
Ερωτηθείς για τα επόμενα βήματα σχολίασε ότι «είναι η πρώτη φορά που δημιουργείται μια κοινοβουλευτική ομάδα κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής περιόδου. Υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για την εκκίνηση της λειτουργίας μιας τέτοιας κοινοβουλευτικής ομάδας και από κει και πέρα θα πρέπει να διαμορφώσουμε πολιτικά περιεχόμενα που θα έχουν να κάνουν με τις μεγάλες κρίσεις της εποχής μας, με τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, με τα μεγάλα προβλήματα της κλιματικής κρίσης, με τα ζητήματα που τίθενται στην ατζέντα από τα κινήματα υπέρ των δικαιωμάτων και υπέρ της δημοκρατίας. Και σε αυτή την πορεία να επιχειρήσουμε να φέρουμε κοντά υπαρκτές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες κοιτούν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τη διαμόρφωση ενός τέτοιου νέου πολιτικού φορέα της Αριστεράς, αναγκαίου για να υπάρξει πραγματική μαχητική δομική αντιπολίτευση απέναντι στον κύριο Μητσοτάκη».
Στο πλαίσιο της διαμόρφωσης ενός νέου φορέα διευκρίνισε μάλιστα ότι «δεν πρέπει να παραμείνει σε μια λογική επαναφοράς μόνο των παραδοσιακών οργανωτικών σχηματισμών της Αριστεράς, αλλά θα πρέπει να ξαναπιάσει τη συζήτηση για τις οριζόντιες δικτυώσεις, για τη συμμετοχή, για την άμεση δημοκρατία, όπου οριζοντιότητα-άμεση δημοκρατία-δικτυώσεις δεν έχουν καμία σχέση με την αντίληψη περί αδιαμεσολάβητης σχέσης με τους πολίτες».
Πολιτικό κενό, το «κόμμα Κασσελάκη» απαξιώνεται, το ΠΑΣΟΚ δεν ενισχύεται
Ο Δ. Τζανακόπουλος ανέφερε: «Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα πολιτικό κενό στο χώρο της Αριστεράς. Είναι δεδομένο ότι το κόμμα του κυρίου Κασελάκη δεν μπορεί να κερδίσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αυτό προκύπτει και από τις έρευνες της κοινής γνώμης, που δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διαρκώς βυθίζεται στην ανυποληψία και απαξιώνεται. Από την άλλη μεριά, φαίνεται ότι αυτή η καθίζηση του κόμματος του κυρίου Κασελάκη δεν ενισχύει θεαματικά το ΠΑΣΟΚ και πρέπει να αναζητηθούν οι πολιτικοί λόγοι σε αυτό. Με δεδομένο αυτό το κενό θεωρώ ότι υπάρχουν δυνατότητες για τη δημιουργία ενός πολιτικού φορέα της Αριστεράς, ο οποίος θα παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο και θα έχει στόχο τη διακυβέρνηση με ένα ριζοσπαστικό αλλά ταυτόχρονα και ρεαλιστικό πρόγραμμα».
Οι επιθέσεις για το 2015 – 2019 στρέφονται κατά του Αλέξη Τσίπρα
Σχολιάζοντας την κριτική εναντίον Υπουργών την περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ξεκαθάρισε: «Φαίνεται ότι υπάρχει μια διάθεση στη σημερινή ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ να απαξιωθεί συνολικά η διακυβέρνηση 2015-19 υπό τον Αλέξη Τσίπρα. Αυτές οι επιθέσεις δεν αναφέρονται σε εμάς. Αυτές οι επιθέσεις στρέφονται ευθέως κατά του Αλέξη Τσίπρα. Παρέα με την κατηγορία και την προπαγάνδα περί υπονομευτών, πηγαίνει και μια διαρκής και καθημερινή απαξίωση όχι μόνο των προσώπων που στελέχωσαν την κυβέρνηση του 2015-19, αλλά και κορυφαίων πολιτικών επιλογών, όπως ήταν η έξοδος από το μνημόνιο, η συμφωνία των Πρεσπών. Εμείς υπερασπιζόμαστε μια συλλογική κληρονομιά του ΣΥΡΙΖΑ, με τα λάθη της, με τις ολιγωρίες της, αλλά και με τους άθλους της».
Κλείνοντας τη συνέντευξη δήλωσε ότι «θα κάνουμε πολιτική κριτική εκεί που πρέπει να κάνουμε πολιτική κριτική και εκεί που θεωρούμε ότι οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ ευνοούν κοινωνικές δυνάμεις που βρίσκονται απέναντι στην κοινωνική πλειοψηφία. Βεβαίως θα ασκούμε πολιτική κριτική σε θέσεις και αντιλήψεις οι οποίες βρίσκονται πέραν της Αριστεράς, όπως ασκούμε πολιτική κριτική και στο ΠΑΣΟΚ αλλά και στα υπόλοιπα κόμματα, όταν θεωρούμε ότι οι πολιτικές τους θέσεις δεν ευνοούν την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία».