Η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου σε συνέχεια της επίσκεψης του Υφυπουργού Ανάπτυξης κ. Αθανάσιου Σκορδά και του Γενικού Γραμματέα Καταναλωτή κ. Γιώργου Στεργίου στο έκτακτο Προεδρείο της, απέστειλε επιστολή προς το Υπουργείο Ανάπτυξης με την οποία ζητά την πλήρη απόσυρση του άρθρου 6 του αγορανομικού κώδικα που αφορά την λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές.
Επίσης, σχετικά με το άρθρο 5, που αναφέρεται στις εκπτώσεις, τις μεθόδους μάρκετινγκ, τα stock και outlet και τις προσφορές, το Προεδρείο της ΕΣΕΕ δεσμεύτηκε ότι μέχρι την 21η Δεκεμβρίου θα καταθέσει ολοκληρωμένη πρόταση για το νέο πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς, συμπεριλαμβάνοντας τις θέσεις του συνόλου των Εμπορικών Συλλόγων που εκπροσωπεί η ΕΣΕΕ.
Επίσης, το Προεδρείο της ΕΣΕΕ αποφάσισε ότι η τελική επιλογή για τη λειτουργία των καταστημάτων την Κυριακή στις 30 Δεκεμβρίου 2012 και εφόσον υπάρξει νομοθετική ρύθμιση, θα πρέπει να παραμείνει στην αποκλειστική βούληση και απόφαση των τοπικών Εμπορικών Συλλόγων.
Η Συνομοσπονδία υποστηρίζει ότι το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές δεν θα ωφελήσει μικρομεσαίους καταστηματάρχες και καταναλωτές, αφού θα αυξήσει το κόστος λειτουργίας, δεν θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα και δεν θα μειώσει τις τιμές.
Στο πλαίσιο αυτό, το Ινστιτούτο της ΕΣΕΕ επιχείρησε να υπολογίσει την επιβάρυνση από μια τέτοια απόφαση στο κόστος λειτουργίας μιας επιχείρησης (επισυνάπτεται). Η λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές όχι μόνο δεν θα συμβάλλει στην αύξηση του τζίρου των επιχειρήσεων, ο οποίος εκτιμάται πως θα παρουσιάσει δραματική πτώση κατά 17 ποσοστιαίες μονάδες το 2012 σε σχέση με το 2011, αλλά ταυτόχρονα θα διογκώσει κατά 1,82 δις ή 25%-30% (από 6,51 δις στα 8,33 δις) το ετήσιο κόστος μισθοδοσίας των ιδιοκτητών εμπορικών επιχειρήσεων, οι οποίοι μη μπορώντας πλέον να ανταποκριθούν στις διαρκώς αυξανόμενες υποχρεώσεις τους αναγκάζονται είτε να κλείσουν την επιχείρησή τους είτε να προβούν σε μη ηθελημένη μείωση των αποδοχών του προσωπικού τους και σε ακραίες περιπτώσεις σε απολύσεις εργαζομένων.
Απώτερος στόχος της συγκεκριμένης ανησυχητικής, απ’ όλες τις απόψεις, εξαγγελίας αποτελεί η καθιέρωση στην αντίληψη του καταναλωτικού κοινού πως το ήδη αποψιλωμένο διαθέσιμο εισόδημά του (σωρευτικά κατά 11% τη διετία 2012/2010) θα πρέπει να «επενδύεται» – ξοδεύεται στα μεγάλα εμπορικά κέντρα (Malls) και στα πολυκαταστήματα, αδιαφορώντας παντελώς για την τόνωση της ρευστότητας που πρέπει να επέλθει στις μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις, οι οποίες είναι οι μόνες που μπορούν να συνδράμουν στην ανάκαμψη της πραγματικής Οικονομίας. Ακόμη μία αρνητική παράμετρος όσον αφορά στην πλήρη απελευθέρωση της λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων, σχετίζεται με την κατακόρυφη αύξηση του λειτουργικού κόστους των εμπορικών επιχειρήσεων που αποτυπώνεται στους λογαριασμούς της Δ.Ε.Η., η οποία αν συνδυαστεί με την επιπρόσθετη φορολογική επιβάρυνση που θα επωμιστούν οι ατομικές (μεσοσταθμικά 60%-65%) αλλά και οι προσωπικές επιχειρήσεις (μεσοσταθμικά 80%-85%), εξαιτίας του νέου Φορολογικού Νομοσχεδίου, δικαιολογεί σε πολύ μεγάλο βαθμό την απαισιοδοξία, την απογοήτευση αλλά και την αγανάκτηση του εμπορικού κόσμου.