του Αργύρη Αργυριάδη*
Σε λιγότερο από 2 ½ μήνες συμπληρώνονται δύο χρόνια από την έναρξη ισχύος του νέου δικαίου των εταιρικών μετασχηματισμών (δηλαδή του δικαίου που διέπει τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις και μετατροπές των εταιριών – Ν. 4601/2019). Η ιδιαίτερη σημασία των ενώσεων προσώπων και της συσσώρευσης κεφαλαίων, στο πλαίσιο ενός εταιρικού μορφώματος, για την οικονομία κάθε κράτους και για την εν γένει διαμόρφωση της οικονομικής και κοινωνικής μας ζωής είναι πανθομολογούμενη. Η ώσμωση συσσωρευμένων κεφαλαίων και επιχειρηματικότητας (υπό την έννοια της εκδήλωσης μιας ανθρώπινης συμπεριφοράς που συναρτάται από την ανάληψη ρίσκων και αντίστοιχης απόλαυσης ανταμοιβής κατά τη διαδικασία παραγωγής ενός αγαθού, παροχής μιας υπηρεσίας, ή εμπορικής εκμετάλλευσης μιας ιδέας) δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί στον ίδιο βαθμό από τη δράση μεμονωμένων ατόμων, όπως επιτυγχάνεται μέσω των εταιριών.
Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, κάθε κράτος προσπαθεί (ή οφείλει να προσπαθεί) να υποβοηθήσει τόσο τη σύσταση νέων εταιριών όσο και τη μεταβολή της υπόστασης των ήδη υφιστάμενων εταιρικών φορέων άσκησης επιχείρησης, ώστε να διευκολύνονται τα φυσικά πρόσωπα – ιδιοκτήτες, να προστατεύονται τα δικαιώματα των μετόχων μειοψηφίας αλλά και οι πιστωτές των εταιριών.
Με τη νομοθετική παρέμβαση του 2019 καλύφθηκαν κενά της εταιρικής νομοθεσίας, ως προς τη μη πρόβλεψη ορισμένων μορφών μετασχηματισμών από το εταιρικό δίκαιο (λχ μερική διάσπαση και απόσχιση κλάδου), αποκαταστάθηκε η συστηματική ενότητα ενός κατακερματισμένου δικαιϊκού πλαισίου, εξισορροπήθηκαν τα αντιτιθέμενα συμφέροντα (μέτοχοι μειοψηφίας, πιστωτές κλπ) ενώ διευκρινίστηκε η υπεροχή του συγκεκριμένου νόμου έναντι των φορολογικών διατάξεων στα ζητήματα που άπτονται του εταιρικού δικαίου. Δηλαδή διευκρινίστηκε ότι η φορολογική νομοθεσία πρέπει να περιορίζεται αποκλειστικά στη θέσπιση φορολογικών κινήτρων με σκοπό τη δημιουργία ισχυρότερων οικονομικών μονάδων, ενώ δεν μπορεί πλέον να προβλέπει νέες μορφές μετασχηματισμών ή να θεσπίζει παρεκκλίσεις από το εταιρικό δίκαιο.
Ωστόσο, η εύλογη αυτή διάκριση, στην πράξη ανέδειξε ένα σημαντικό έλλειμμα. Την μη ταυτόχρονη αναμόρφωση και εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας περί φορολογικών κινήτρων (Ν. 1297/1972, Ν. 2166/1973, Ν. 4172/2013), ώστε να συνάδει με τη νέα νομοθεσία περί εταιρικών μετασχηματισμών. Οι τελευταίοι έχουν σημαντικές φορολογικές προεκτάσεις (οι οποίες, μάλιστα, βαρύνουν περισσότερο, κατά το χρόνο λήψης της απαιτούμενης απόφασης από τους μετόχους/εταίρους) και εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για την ύπαρξη της ίδιας της εταιρίας όταν η επιχειρηματικότητα …«ταξιδεύει σε αχαρτογράφητα ύδατα». Για παράδειγμα, στην περίπτωση της μερικής διάσπασης δεν προκύπτει με σαφήνεια η φορολογική μεταχείριση της μείωσης της καθαρής θέσης της εισφέρουσας εταιρίας, δεν έχει διευκρινιστεί εάν θα προκύψει παρακράτηση φόρου για το μέτοχο λόγω της οιονεί διανομής από τη μείωση των κερδών εις νέον και το κυριότερο (στις περιπτώσεις μετατροπής προσωπικών εταιριών) δεν είναι σαφές εάν η έννοια της «εξακρίβωσης» της αξίας της περιουσίας της υπό μετατροπής εταιρίας δύναται να ταυτιστεί με την έννοια της «αποτίμησης» ή όχι (με ορθότερη ερμηνευτική προσέγγιση την αρνητική απάντηση).
Όμως, όταν λαμβάνονται σημαντικές επιχειρηματικές αποφάσεις δε χωρούν «ερμηνευτικές προσεγγίσεις» που δύναται να ανατραπούν από ένα μελλοντικό φορολογικό έλεγχο. Απαιτούνται ξεκάθαρες απαντήσεις από την ίδια τη Διοίκηση, ειδάλλως το νέο δίκαιο των εταιρικών μετασχηματισμών αποδεικνύεται ένα «μετέωρο βήμα» λόγω των πολλών φορολογικών κενών και των δυνατοτήτων για αμφίσημες ερμηνείες, ως προς τις φορολογικές επιπτώσεις των μετασχηματισμών. Δυστυχώς, όλο αυτό το διάστημα ούτε το Υπουργείο Ανάπτυξης προχώρησε στην έκδοση ερμηνευτικής εγκυκλίου ούτε η ΑΑΔΕ προέβη σε μια αναλυτική παρουσίαση των νέων διατάξεων αρκούμενη σε μια γενική αναφορά περί παράλληλης ισχύος των υφιστάμενων νόμων περί φορολογικών κινήτρων. Αποτελεί αδήριτη ανάγκη τόσο να εκδοθούν οι απαιτούμενες εγκύκλιοι όσο – πρωτίστως – να κωδικοποιηθεί και εναρμονιστεί με το εταιρικό δίκαιο, η νομοθεσία περί φορολογικών κινήτρων.
Η εκζητούμενη εθνική ανάπτυξη θα παραμείνει ευχολόγιο όταν υπονομεύεται εκ των έσω από αβελτηρίες και ακατανόητους «νομοθετικούς παλιμπαιδισμούς»…
*Δικηγόρου Παρ’ Αρείω Πάγω – Φορολογικού Συμβούλου