Πρωτόδικα ο πατέρας είχε καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης 32 ετών για τις κατηγορίες του βιασμού, της αιμομιξίας και της αποπλάνησης σε βάρος της.
Τα εφιαλτικά παιδικά χρόνια που βίωσε μέσα στο ίδιο της το σπίτι προσπαθεί να περιγράψει στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Ανατολικής Κρήτης, στο Ηράκλειο η 22χρονη σήμερα φοιτήτρια Νομικής, αναφερόμενη στα όσα της έκανε ο ίδιος της ο πατέρας, από την ηλικία των 11 χρόνων.
Πρωτόδικα ο πατέρας είχε καταδικαστεί σε ποινή κάθειρξης 32 ετών για τις κατηγορίες του βιασμού, της αιμομιξίας και της αποπλάνησης σε βάρος της.
Σε παλιότερη συνέντευξή της μετά την πρωτόδικη καταδίκη του πατέρα της, η νεαρή κοπέλα είχε δηλώσει:
«Σίγουρα νιώθω ηθική ικανοποίηση από αυτήν την απόφαση, όμως καμία απόφαση δεν μπορεί να μου δώσει πίσω όλο αυτό που έχασα τόσα χρόνια. Έχασα την ανεμελιά των παιδικών μου χρόνων, την εφηβεία μου, την κοινωνικότητά μου. Σήκωνα ένα μεγάλο βάρος που δεν ταίριαζε με την ηλικία μου. Ήμουν χωρίς στοργή και ψυχολογική στήριξη. Έχασα την αυτοπεποίθηση μου, έγινα πολύ αντικοινωνική. Φοβόμουν τις συναναστροφές με άλλα άτομα, ένιωθα ευάλωτη, καχύποπτη ότι μπορεί να με εκμεταλλευτούν και εκείνα. Δυστυχώς έμαθα να ξεκινάω με αρνητικό πρόσημο. Όταν σου συμβαίνει κάτι τέτοιο και μάλιστα από τον ίδιο σου τον πατέρα, η εμπιστοσύνη προς τον κοινωνικό περίγυρο καταρρέει. Ήμουν εσωστρεφής και καταθλιπτική».
Αναφορικά με τον πατέρα της, ο οποίος αρνείται κατηγορηματικά τα όσα καταγγέλλονται, δεν νιώθει αγάπη ούτε σεβασμό.
Η ίδια τονίζει: «Τον φοβάμαι ακόμα μέσα μου. Υπάρχει ένα τεράστιο ερωτηματικό, ένα γιατί; Από την άλλη λυπάμαι που έφτασε σε αυτό το σημείο, για το κακό που έκανε σε μένα, στην οικογένειά μου, όμως είναι ο μοναδικός υπαίτιος. Δεν ήθελα να του προκαλέσω κακό, όμως πιστεύω ότι έπρεπε να τιμωρηθεί».
Κι εξομολογείται:
«Σκεφτόμουν ότι ίσως εγώ ήμουν υιοθετημένη και δεν μου το είχαν πει και γι’ αυτό δεν με αγαπούσε όπως τα αδέλφια μου. Ή ότι δεν ήμουν αρκετά καλή για να με αγαπούν το ίδιο. Πολλές φορές ένιωθα ότι κάτι πάει στραβά με μένα, είχα χαμηλή αυτοεκτίμηση και ανασφάλεια και αυτό είναι ένα κατάλοιπο που το έχω ακόμα»
Όπως λέει, πέρασαν χρόνια για να αποκαλύψει στην αδελφή της τι συνέβαινε μέσα στο ίδιο τους το σπίτι. «Δεν το είπα στην αδελφή μου για να το βγάλω από μέσα μου. Ήθελα να ξέρει πραγματικά που οφειλόταν η συμπεριφορά μου, ότι δεν ήμουν απλώς ένα αντιδραστικό παιδί που προκαλούσε συγκρούσεις έτσι χωρίς λόγο».
«Τον φοβόμουν. Πίστευα ότι ακόμα και αν περάσω, θα με ακολουθήσει. Φοβόμουν για τα αδέλφια μου, τα οποία τότε είχαν συναισθηματική και οικονομική εξάρτηση από εκείνον. Ήθελα να τα προστατεύσω. Στο μυαλό μου σκεφτόμουν να μεγαλώσουν, να προχωρήσουν στη ζωή τους και όταν πλέον δεν θα είχαν καμία εξάρτηση από εκείνον, τότε θα γύριζα για να τιμωρηθεί».
Η 20χρονη άριστη φοιτήτρια της Νομικής, σήμερα, παραδέχεται ότι τα όσα βίωσε από μικρό παιδί την επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό να επιλέξει την Νομική. Αυτό ήταν κάτι για το οποίο ερωτήθηκε και από την έδρα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ηρακλείου
«Σκεφτόμουν ότι ήθελα να γίνω εισαγγελέας για να έχω τη δύναμη και τη γνώση να προστατεύσω παιδιά σαν εμένα, να γίνω η προστάτιδά τους. Όμως επειδή είμαι πολύ πονεμένη, δεν ξέρω αν θα μπορέσω να τα καταφέρω. Δεν θέλω επειδή έχω τόσο πόνο μέσα μου να σφάλω και να αδικήσω κάποιον άνθρωπο λόγω του προσωπικού μου βιώματος, δεν θα ήθελα να κάνω λάθος» ανέφερε με αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Σε ερώτηση για το μήνυμα που θέλει να στείλει σε παιδιά που έχουν βρεθεί ή βρίσκονται στη θέση της, απάντησε:
«Θα πρέπει να έχουν αυτοπεποίθηση, να πιστεύουν στον εαυτό τους, να μιλήσουν και να δράσουν γρήγορα. Να μην χάνουν την ελπίδα τους, να μην πιστέψουν ότι έχει καταστραφεί η ζωή τους. Με παρακολουθεί ψυχολόγος, δουλεύω πολύ πάνω σε αυτό και ελπίζω κάποια μέρα να πω: τώρα έχω κλείσει τις ανοιχτές πληγές μου. Τίποτα δεν τελειώνει. Εσύ θα φτιάξεις τη ζωή σου, εσύ θα φτιάξεις το μέλλον σου»