«Η συνεργασία δεν μπορεί να είναι εφικτή όχι εξαιτίας του ψυχολογικού τραύματος ή των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων της. Αλλά γιατί η Νέα Αριστερά, δια στόματος του επικεφαλής της έχει κάνει καθαρές τις προθέσεις της για συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ για τη δημιουργία της προοδευτικής παράταξης. Άρα η στρατηγική της δεν είναι η ανεξάρτητη πορεία της Αριστεράς, αλλά η ύπαρξη μιας αριστερής τάσης σε ένα Κεντροαριστερό σύστημα. Και έκανε εξ αρχής δηλώσεις νομιμοφροσύνης προς το σύστημα ότι δεν συνεργάζεται με ενοχλητικούς και “ακραίους”».» ανέφερε μεταξύ άλλων η Ηρώ Διώτη, μιλώντας σε εκδήλωσης στα Τρίκαλα.
Σε σχετική ανακοίνωση του ΜέΡΑ25 αναφέρεται:
Στην εκδήλωση που διοργάνωσε η εφημερίδα Εποχή στα Τρίκαλα για την ανταγωνιστική Αριστερά, τα κινήματα και την ανασύνθεση της Αριστεράς συμμετείχε το η συντονίστρια της Κ.Ε του ΜέΡΑ25 και υποψήφια ευρωβουλέυτρια Ηρώ Διώτη.
Στο ερώτημα που τέθηκε κατά τη συζήτηση με το κοινό, για το αν μπορεί να υπάρξει μια συνεργασία του ΜέΡΑ25 και της Νέας Αριστεράς, η Ηρώ Διώτη απάντησε ξεκαθαρίζοντας τα εξής: «Η συνεργασία δεν μπορεί να είναι εφικτή όχι εξαιτίας του ψυχολογικού τραύματος ή των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων της. Αλλά γιατί η Νέα Αριστερά, δια στόματος του επικεφαλής της έχει κάνει καθαρές τις προθέσεις της για συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ για τη δημιουργία της προοδευτικής παράταξης. Άρα η στρατηγική της δεν είναι η ανεξάρτητη πορεία της Αριστεράς, αλλά η ύπαρξη μιας αριστερής τάσης σε ένα Κεντροαριστερό σύστημα. Και έκανε εξ αρχής δηλώσεις νομιμοφροσύνης προς το σύστημα ότι δεν συνεργάζεται με ενοχλητικούς και “ακραίους”».
Η λογική του μονοδρόμου
Η ομιλία ξεκίνησε με μια αναφορά για το πώς ο ΣΥΡΙΖΑ προσχώρησε το 2015 στην λογική του μονόδρομου: «…ο ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε στην συστηματική απαξίωση, στη λοιδορία όλων εκείνων των αιτημάτων που μετέτρεψαν την Αριστερά σε πρωταγωνιστική δύναμη της περιόδου της κρίσης, θεωρώντας εντελώς αφελώς ότι μπορεί σα να μην έχει αλλάξει τίποτα στην ελληνική κοινωνία, να υποδυθεί ο ίδιος τα πολιτικά κόμματα εκείνα που ο ελληνικός λαός είχε απορρίψει στηρίζοντάς τον.»
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο πώς οφείλουμε να μιλάμε για το τι χρειάζεται να κάνει η Αριστερά από δω και μπρος: «δίνοντας τον λόγο και στις γενιές που δεν βίωσαν την ήττα με τον τρόπο που τη βιώσαμε εμείς, στις γενιές που το 2015 ήταν 9 ή 12 χρονών και σήμερα διαδηλώνουν ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της παιδείας και καταλαμβάνουν τα σχολεία και τις σχολές τους.»
Η Ηρώ Διώτη αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη να ξεφύγει η Αριστερά από τη συνθήκη της ήττας και της συνθηκολόγησης, λέγοντας:
«‘Oπως ακριβώς πρέπει να σταματήσουμε να αντιλαμβανόμαστε το 2015 ως ένα Τείχος των Δακρύων για την ιδιοκτησία του οποίου διαγκωνιζόμαστε οι διαφορετικές φατρίες, έτσι ακριβώς πρέπει και να σταματήσουμε να δρούμε και να πολιτευόμαστε υπό το βάρος της ήττας του 2015, ως μια Αριστερά υπό αίρεση αν όχι υπό κατοχή. Γιατί αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα σήμερα με μια Αριστερά η οποία αντιλαμβάνεται τον εαυτό της μόνο ως μια συμπληρωματική δύναμη σε ένα μπλοκ εξουσίας, κεντροαριστερό ή προοδευτικό ή όπως αλλιώς, το οποίο μάλιστα έχει καταστεί και εξαιρετικά μειοψηφικό.
Αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα με μια Αριστερά η οποία δεν μπορεί να κόψει τους δεσμούς της με τον πάση θυσία κυβερνητισμό, δηλαδή έχει μετατρεψει τη συνθηκολόγηση σε δομικό, καταστατικό της στοιχείο».
Και πρόσθεσε ότι, αντίθετα, «η Αριστερά που δεν παραδέχεται την ήττα της, είναι η Αριστερά που θεωρεί ανάξιο να κρύβει τις προθέσεις της. Επιμένει δηλαδή, ακόμα και σε πείσμα των καιρών, ακόμα και ενάντια στους συσχετισμούς της συγκυρίας, ότι η πολιτική που ασκείται σήμερα δεν είναι μονόδρομος, αλλά αντίθετα είναι το αποτέλεσμα μιας θλιβερής αλλά προσωρινής συνθήκης, που είναι η νίκη των λίγων επί των πολλών».