Tου Θέμη Τζήμα
Εδώ και αρκετά χρόνια, η Νέα Δημοκρατία επιδιώκει να παραδώσει μαθήματα κοινωνικής ειρήνης και μη- βίας. Κάθε πολιτική θέση περί εξέγερσης, κάθε πρόσκληση για μαζικές κινητοποιήσεις επισύρει τη μήνιν του κου Σαμαρά και του εκπροσώπου τύπου του, όπως και διαφόρων στελεχών της ΝΔ. Έφτασαν μάλιστα στο σημείο να κατηγορήσουν ένα κοινοβουλευτικό κόμμα, το ΣΥΡΙΖΑ, ως συλλήβδην υπεύθυνο για λεηλασίες πόλεων και για δολοφονίες!
Με ποια στοιχεία; Βάσει ποιων ατράνταχτων αποδείξεων; Καμιάς. Δεν έχει όμως σημασία. Ο στόχος είναι η κατατρομοκράτηση, ο αποπροσανατολισμός, η σύγχυση, η θωπεία των πλέον φοβικών ενστίκτων, προκειμένου να “κοπούν” ψήφοι από τον αντίπαλο, να φοβηθούν εκτεταμένα μικροαστικά στρώματα να προβοκαριστεί το πολιτικό κλίμα. Ο πρωθυπουργός που από τη μια δηλώνει ότι θα αποτρέψει το σενάριο της Βαϊμάρης από την άλλη σε μια σειρά θεμάτων, όπως το μεταναστευτικό και η αντιπαράθεση με την αριστερά υιοθετεί πλήρως τον υστερικό, χρυσαυγίτικο λόγο. Τον νομιμοποιεί και τον ασπάζεται, στήνοντας αντικειμενικά, αντιδημοκρατικές προβοκάτσιες.
Αλλά μιας και ο κος Σαμαράς αντιπαθεί τόσο πολύ τη βία και το διχασμό ας του θυμήσουμε λίγο μερικά γεγονότα: ήταν ο δικός του μέντορας, ο «ευπατρίδης» Αβέρωφ που βάσει των αποχαρακτηρισμένων εγγράφων του foreign office καλούσε κατ’ ουσίαν στη δολοφονία του Ανδρέα Παπανδρέου. Και αν θυμάμαι καλά, δεν τον έχει αποκηρύξει ακόμα ο νυν πρωθυπουργός.
Ήταν οι ρέϊντζερς και οι «κένταυροι» της Νέας Δημοκρατίας που επετίθεντο στους πολιτικούς τους αντιπάλους με ωμή βία. Ήταν μέλος της ΟΝΝΕΔ ο δολοφόνος του Τεμπονέρα. Και αλήθεια ανέλαβε ποτέ το κόμμα του την πολιτική ευθύνη για το ότι έστελνε μέλη του και παρακρατικούς να «σπάνε» τις μαθητικές καταλήψεις της τριετίας Μητσοτάκη, με αποτέλεσμα ένα φόνο;
Μήπως δε θυμάται ο πρωθυπουργός ότι πριν τη Χρυσή Αυγή ήταν η ΟΝΝΕΔ που ως τις αρχές του ’90 -και επίσημα- αμφισβητούσε την ύπαρξη νεκρών στην εξέγερση του Πολυτεχνείου; Ή μήπως ξέχασε ότι στις γιορτές μίσους του Μελιγαλά συμμετείχε και ο ίδιος ως νέος βουλευτής της ΝΔ, επικροτώντας αντικειμενικά το ρόλο των δοσιλόγων, ταγματασφαλιτών επί κατοχής;
Και φυσικά ας μην ξεχνούμε εμείς αυτή τη φορά, ότι ευχαρίστως υπουργοποίησε ο πρωθυπουργός εκ νέου, τον υπουργό παιδείας του Δεκέμβρη του 2008, που τη βραδιά της δολοφονίας Γρηγορόπουλου την πέρασε στα μπουζούκια και το επόμενο απόγευμα στο γήπεδο. Τόσο τίμησαν ένα νεκρό μαθητή και ο τότε υπουργός και ο νυν πρωθυπουργός που επιβράβευσε τον τότε υπουργό. Ούτε την κάλυψη που έδωσε από τη Βουλή ο νυν υπουργός προστασίας του πολίτη στους βασανιστές της ΓΑΔΑ.
Τέλος, ας ρίξουμε μια ματιά στη βία που προκαλεί και επιτείνει ο πρωθυπουργός με την πολιτική που εφαρμόζει: στη φτώχεια, στην ανεργία, στην απόγνωση, στην αύξηση των αυτοκτονιών. Στην εξατομικεκυμένη βία που διαλύει την κοινωνική συνοχή και ορθώνει νέα τείχη περιθωριοποίησης.
Κοινώς, στοχοποιεί πολιτικούς χώρους, τώρα το ΣΥΡΙΖΑ, παλιότερα το ΚΚΕ και το ΠΑΣΟΚ, ο επικεφαλής μιας παράταξης που ιστορικά και σε ουκ ολίγες φάσεις υπήρξε κήνσορας της βίας, της τρομοκρατίας και του διχασμού. Και μάλιστα χωρίς να αναφερθούμε στη μαύρη ιστορία της ελληνικής δεξιάς προ του 1967.
Όλα αυτά θα αποτελούσαν ιστορικής σημασίας ζητήματα αν δεν είχαμε για πρωθυπουργό έναν τύπο που ιδεολογικά ανήκει στον πλέον σκληρό πυρήνα της αυταρχικής δεξιάς των πρώιμων μεταπολεμικών χρόνων. Ο πρωθυπουργός σε κάθε κρίσιμο σταυροδρόμι, αυτούς τους λίγους μήνες που κυβερνά δυναμιτίζει διαρκώς το πολιτικό κλίμα, προβοκάροντας τη σταθερότητα, γνωρίζοντας ότι δυνάμεις που προωθούν την εκτροπή καιροφυλακτούν. Παίζει το παιχνίδι τους προκειμένου να συσπειρώσει γύρω του ένα ολοένα πιο συντηρητικό μπλοκ δυνάμεων. Σπέρνει φόβο και θα θερίσει θύελλες.