Περισσότεροι από 60.000 νεκροί Παλαιστίνιοι, κατεστραμμένες υποδομές, μαζικός εκτοπισμός. Ο κορυφαίος μελετητής γενοκτονιών, Ομερ Μπάρτοβ, εξηγεί γιατί η ισραηλινή επίθεση στη Γάζα πληροί πλέον όλα τα νομικά και ηθικά κριτήρια για τον χαρακτηρισμό της ως γενοκτονίας
Σε μία από τις πλέον σοβαρές καταγγελίες της διεθνούς κοινότητας κατά του Ισραήλ, η Ανεξάρτητη Διεθνής Επιτροπή Έρευνας των Ηνωμένων Εθνών κατέληξε πρόσφατα ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία στη Λωρίδα της Γάζας. Η έκθεση, που δόθηκε στη δημοσιότητα τον Σεπτέμβριο του 2025, τεκμηριώνει συστηματικά εγκλήματα πολέμου και πράξεις που παραβιάζουν τη Σύμβαση για τη Γενοκτονία του 1948.
Με φόντο αυτή τη συνταρακτική εξέλιξη, ο δημοσιογράφος Marc Lamont Hill συνομίλησε στην εκπομπή UpFront με έναν από τους κορυφαίους μελετητές γενοκτονιών παγκοσμίως: τον Ομερ Μπάρτοβ, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Brown και ειδικό στον Ολοκαύτωμα και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Από την προειδοποίηση στον χαρακτηρισμό: Πώς φτάσαμε στη λέξη «γενοκτονία»
«Έχω φτάσει στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για γενοκτονία ήδη από τον Μάιο του 2024», δηλώνει χωρίς περιστροφές ο Μπάρτοβ. Όπως εξηγεί, αν και είχε ήδη αναφερθεί σε «γενοκτονική πρόθεση» σε άρθρο του στον Guardian από τον Αύγουστο του 2024, η πλήρης διατύπωση – «αυτό είναι γενοκτονία» – ήρθε όταν οι ισραηλινές δυνάμεις κινήθηκαν προς τη Ράφα, όπου είχαν συγκεντρωθεί πάνω από ένα εκατομμύριο Παλαιστίνιοι.
«Ο στρατός τους μετακίνησε ξανά στην περιοχή της παραλίας αλ-Μαουάσι, χωρίς καμία υποδομή. Στη συνέχεια ισοπέδωσε τη Ράφα. Εκείνη τη στιγμή, φάνηκε καθαρά ότι ο στόχος δεν ήταν πια η καταστροφή της Χαμάς ή η απελευθέρωση των ομήρων, αλλά η συστηματική καταστροφή της Γάζας, ώστε να καταστεί ακατοίκητη», λέει.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η επιχειρησιακή και ρητορική προσέγγιση του Ισραήλ αποκαλύπτει προετοιμασία για εθνοκάθαρση: «Η μαζική εκτόπιση, χωρίς δυνατότητα επιστροφής, όταν δεν υπάρχει κανένας ασφαλής προορισμός, είναι το σημείο όπου το έγκλημα μετατρέπεται σε γενοκτονία».
Οι λέξεις έχουν βαρύτητα: Γιατί έχει σημασία ο όρος «γενοκτονία»
Πολλοί υποστηρίζουν πως, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό, τα εγκλήματα είναι αυταπόδεικτα: δεκάδες χιλιάδες νεκροί, βομβαρδισμοί υποδομών, λιμός, μαζικοί ακρωτηριασμοί. Γιατί, λοιπόν, είναι τόσο κρίσιμο να χρησιμοποιηθεί ο όρος «γενοκτονία»;
Ο Μπάρτοβ είναι ξεκάθαρος: «Η μόνη νομικά δεσμευτική έννοια της γενοκτονίας είναι αυτή που ορίζει η Σύμβαση του 1948 των Ηνωμένων Εθνών για την Πρόληψη και Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας. Όλες οι χώρες που την έχουν υπογράψει – ανάμεσά τους το Ισραήλ, οι ΗΠΑ και όλα τα ευρωπαϊκά κράτη – είναι υποχρεωμένες, εφόσον διαπιστώσουν ότι διαπράττεται γενοκτονία, να την αποτρέψουν και να τιμωρήσουν τους υπευθύνους».
Ο όρος αυτός, σε αντίθεση με άλλες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου, έχει ένα κρίσιμο χαρακτηριστικό: επιτρέπει την παρέμβαση στα εσωτερικά ενός κυρίαρχου κράτους, όταν αυτό σκοτώνει μαζικά τους πολίτες του.
Η γενοκτονία ως έννοια: Τι ορίζει η σύμβαση του 1948
Η έννοια της γενοκτονίας επινοήθηκε από τον Πολωνοεβραίο νομικό Ραφαήλ Λέμκιν το 1944, ο οποίος επέζησε της ναζιστικής κατοχής ενώ η οικογένειά του εξοντώθηκε. Η σύμβαση που υιοθετήθηκε το 1948 από τα Ηνωμένα Έθνη, ορίζει τη γενοκτονία ως:
«Πράξεις που διαπράττονται με σκοπό την καταστροφή, εν όλω ή εν μέρει, μιας εθνοτικής, εθνικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας».
Αυτές περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων:
-
Μαζικές δολοφονίες μελών της ομάδας
-
Πρόκληση σοβαρών σωματικών ή ψυχικών βλαβών
-
Δημιουργία συνθηκών ζωής που καθιστούν αδύνατη την επιβίωση
-
Εμπόδια στην αναπαραγωγή, μέσω πείνας ή στέρησης υγειονομικής φροντίδας
«Γνωρίζουμε ότι από τις 7 Οκτωβρίου στη Γάζα, τα ποσοστά αποβολών αυξήθηκαν κατά 300%, κάθε πέμπτο παιδί γεννιέται πρόωρα ή λιποβαρές, ενώ δεν υπάρχουν νοσοκομεία ή τροφή για τις μητέρες. Η Γάζα έχει πλέον το υψηλότερο ποσοστό ακρωτηριασμένων παιδιών στον κόσμο ανά κάτοικο», λέει ο Μπάρτοβ, τεκμηριώνοντας τον χαρακτηρισμό του με ιατρικά και ανθρωπιστικά δεδομένα.
Η ισραηλινή κοινωνία και η διεθνής σιωπή
Σχολιάζοντας τη διαφορετική βαρύτητα που δίνεται στις καταγγελίες γενοκτονίας ανάλογα με το ποιος τις εκφράζει, ο Μπάρτοβ αναγνωρίζει:
«Ναι, όταν Παλαιστίνιοι μελετητές και δημοσιογράφοι κατήγγειλαν γενοκτονία, δεν υπήρξε παγκόσμιος συναγερμός. Όμως όταν Ισραηλινοί επιστήμονες ή οργανώσεις κάνουν τον ίδιο χαρακτηρισμό, προκαλείται άλλου είδους αντίδραση».
Το γεγονός ότι Ισραηλινοί μιλούν για εγκλήματα της ίδιας τους της χώρας, έχει διαφορετικό βάρος, εξηγεί. Όμως σημειώνει και μια παγίδα:
«Η λέξη γενοκτονία έχει χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς ανεύθυνα, ως συναισθηματική αντίδραση στη φρίκη. Όμως όχι όλα τα τρομερά εγκλήματα είναι γενοκτονία. Είναι απαραίτητο να τεκμηριώνεται βάσει της Σύμβασης».
Από το Σκάκι στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο;
Η δήλωση του ΟΗΕ ακολουθεί αντίστοιχες τοποθετήσεις από την Ένωση Μελετητών Γενοκτονίας (IAGS) και μεμονωμένους διεθνείς νομικούς οργανισμούς. Το ερώτημα πλέον δεν είναι αν η λέξη «γενοκτονία» ταιριάζει. Είναι τι θα πράξει η διεθνής κοινότητα μπροστά σε ένα έγκλημα που φέρει πλέον επίσημα τη βαρύτερη νομική σφραγίδα.
Η πολιτική και νομική ευθύνη μετατοπίζεται τώρα από τους επιστήμονες στους κρατικούς φορείς και στα διεθνή δικαστήρια. Η Σύμβαση δεν επιτρέπει άλλοθι.
«Στη Γάζα δεν εξοντώνεται απλώς πληθυσμός – εξαλείφεται η δυνατότητα ανασυγκρότησης ενός λαού»
Στο δεύτερο μέρος της συγκλονιστικής του παρέμβασης στην εκπομπή UpFront, ο καθηγητής Ομερ Μπάρτοβ εξηγεί με πικρή σαφήνεια πώς η γενοκτονία δεν αφορά μόνο τους νεκρούς.
«Περίπου το 50% του πληθυσμού της Γάζας είναι κάτω των 18 ετών. Αυτά τα παιδιά έχουν υποστεί μαζικές σωματικές και ψυχικές βλάβες. Ακόμη κι αν επιβιώσουν, η πείνα και η καταστροφή των νοσοκομείων έχουν αφήσει ανεπανόρθωτα σημάδια», λέει.
Και προσθέτει:
«Όλα τα στοιχεία είναι πλέον διαθέσιμα. Πρόκειται για μια σκόπιμη προσπάθεια εξόντωσης των Παλαιστινίων ως συλλογικής οντότητας, με στόχο να μην μπορούν να ξαναδομηθούν ως κοινωνία. Και αυτό επιτυγχάνεται όχι μόνο με τη φυσική εξολόθρευση, αλλά με την κατεδάφιση των σχολείων, των πανεπιστημίων, των τεμενών, των μουσείων και των αρχείων τους. Όλα όσα συνιστούν συλλογική μνήμη και ταυτότητα έχουν καταστραφεί».
Από τη στρατιωτική θητεία στη συνείδηση του κατοχικού τραύματος
Ο Ομερ Μπάρτοβ δεν μιλά εκ του ασφαλούς. Υπηρέτησε στον ισραηλινό στρατό στη Δυτική Όχθη, τη Γάζα και το βόρειο Σινά στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Οι εμπειρίες εκείνης της περιόδου παραμένουν χαραγμένες μέσα του.
«Θυμάμαι μια περίπολο στην Αλ-Αρίς, υπό ισραηλινή κατοχή τότε. Ήταν μεσημέρι, ζέστη, οι δρόμοι άδειοι. Οι άνθρωποι ήταν πίσω από τα ραγισμένα παράθυρα. Εμείς, ένοπλοι, περπατούσαμε στον ήλιο. Φοβόμασταν – και αυτοί φοβούνταν. Και αναρωτιόμουν: Τι κάνω εδώ; Γιατί βρίσκομαι εδώ;»
Ακόμα πιο χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του από τα σχολικά του χρόνια:
«Σε ηλικία 17 ετών, συμμετείχα σε μικρές μαθητικές διαδηλώσεις με σύνθημα: Η Κατοχή Διαφθείρει – “Ha’Kibush Mashchit”. Δεν ξέραμε τότε τι σήμαινε ακριβώς, αλλά το νιώθαμε. Και αν κοιτάξουμε από τότε ως σήμερα, αυτό ακριβώς συνέβη: η κατοχή διέφθειρε την ισραηλινή κοινωνία».
«Ο στρατός που γνώρισα δεν έχει καμία σχέση με τον σημερινό»
Ο Μπάρτοβ κάνει μια βαθιά σύγκριση ανάμεσα στον ισραηλινό στρατό της δεκαετίας του ’70 και σε αυτόν του σήμερα.
«Τότε οι μονάδες μάχης αποτελούνταν κυρίως από κοσμικούς Ισραηλινούς που είχαν παιδευτεί με αξίες όπως η δικαιοσύνη και η καθαρότητα των όπλων. Δεν λέω ότι αυτές οι αρχές τηρούνταν πάντα, αλλά υπήρχαν ως αναφορά. Σήμερα, πολλοί αξιωματικοί προέρχονται από τους εποικισμούς της Δυτικής Όχθης, έχουν διαφορετικές κοσμοθεωρίες, είναι βαθιά θρησκευόμενοι, και κοινωνικοποιούνται με εντελώς διαφορετικές αξίες».
Οι αλλαγές στη σύνθεση του στρατεύματος δεν είναι απλώς δημογραφικές – είναι ιδεολογικές. Και αυτό, κατά τον Μπάρτοβ, έχει οδηγήσει στη ραγδαία αύξηση του ρατσισμού απέναντι στους Παλαιστινίους.
«Η καταστροφή της Γάζας υπερβαίνει τη Χιροσίμα»
Σε παλαιότερη δήλωσή του, ο Μπάρτοβ είχε συγκρίνει την καταστροφή της Γάζας με τη Χιροσίμα. Μια φράση που προκάλεσε αντιδράσεις, αλλά επιμένει:
«Αν δείτε τι συνέβη στη βόρεια Γάζα, στη Ράφα, στο Σουτζάγια: το 70% των κτηρίων έχει καταστραφεί ολοσχερώς ή μερικώς, το 90% των σπιτιών και των σχολείων έχει εξαφανιστεί. Η Ράφα είναι ένα τεράστιο βουνό από ερείπια. Δεν υπάρχει τίποτα. Η ισραηλινή δραστηριότητα είναι πλέον κατεδάφιση, όχι μάχη. Ο στρατός δεν πολεμά· κατεδαφίζει για να μη μπορέσουν ποτέ οι Παλαιστίνιοι να επιστρέψουν».
Η πείνα ως όπλο πολέμου: «Το είπαν και το έκαναν»
Η συστηματική πείνα που έχει επιβληθεί στη Γάζα δεν είναι, κατά τον Μπάρτοβ, ατύχημα ή παράπλευρη απώλεια. Είναι συνειδητή πολιτική.
«Αμέσως μετά την 7η Οκτωβρίου, ο τότε υπουργός Άμυνας Γιοάβ Γκάλαντ δήλωσε: “Δεν θα έχουν φαγητό, δεν θα έχουν νερό, δεν θα έχουν ρεύμα. Είναι ανθρώπινα ζώα και θα τους φερθούμε ανάλογα.” Το είπε – και το εφάρμοσε. Και σήμερα, τόσο ο ίδιος όσο και ο Νετανιάχου έχουν εντάλματα σύλληψης από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τη χρήση της πείνας ως όπλο πολέμου».
Ο Μπάρτοβ καυτηριάζει και τη δημιουργία των λεγόμενων «ανθρωπιστικών ζωνών» και «κέντρων διανομής τροφής» από το Ισραήλ:
«Είναι παγίδες θανάτου. Υποτίθεται πως παρέχουν τρόφιμα, αλλά στην πράξη χρησιμοποιούνται για να αποσπάσουν την προσοχή από το έγκλημα και να εμποδίσουν την επιστροφή των Παλαιστινίων στα σπίτια τους. Ο ίδιος ο Νετανιάχου το είπε τον Μάιο: τους μετακινήσαμε για να πάρουν φαγητό, αλλά τώρα δεν μπορούν να επιστρέψουν γιατί καταστρέψαμε τα σπίτια τους. Το μόνο μας πρόβλημα είναι να βρούμε χώρες να τους δεχτούν».
Η ισραηλινή κοινωνία σε παραίσθηση: Ανάμεσα στην αδιαφορία και την αποδοχή
Αναφερόμενος στη δημόσια συζήτηση εντός του Ισραήλ, ο Μπάρτοβ εκφράζει βαθύτατο προβληματισμό:
«Οι Ισραηλινοί ζουν σε μια “φούσκα”. Μπορούν να βγουν απ’ αυτή, αλλά τις περισσότερες φορές δεν το επιλέγουν. Όταν ακούνε για λιμό, λένε ότι πρόκειται για προπαγάνδα της Χαμάς. Ότι τα παιδιά λιμοκτονούν λόγω προϋπαρχόντων παθήσεων. Ότι οι φωτογραφίες είναι ψεύτικες».
Ακόμα χειρότερα:
«Οι περισσότεροι θέλουν να τελειώσει ο πόλεμος, να φύγει η κυβέρνηση, να επιστρέψουν οι όμηροι. Και ταυτόχρονα, επιθυμούν την εθνοκάθαρση της Γάζας. Δεν πρόκειται απλώς για αδιαφορία – είναι αιμοβόρα συναίνεση».
«Αν κάποιος νοιάζεται για το Ισραήλ, πρέπει να το σταματήσει τώρα»
Ο επίλογος του Μπάρτοβ είναι βαθιά προσωπικός και πολιτικός:
«Είμαι Ισραηλινός. Έχω φίλους και οικογένεια εκεί. Υπηρέτησα στον στρατό. Και βλέπω ότι αυτή η κυβέρνηση, με την ατιμωρησία που της παρέχει η Δύση, σκάβει τον λάκκο της ίδιας της κοινωνίας της. Αν κάποιος νοιάζεται για το Ισραήλ, πρέπει να αλλάξει ριζικά το πολιτικό πλαίσιο. Όχι με βόμβες. Όχι απλώς με πειθώ. Αλλά επιβάλλοντας όρια στην ισχύ του Ισραήλ. Και αυτά τα όρια μπορούν να τα θέσουν μόνο οι σύμμαχοί του – κυρίως οι ΗΠΑ. Όσο δεν το κάνουν, είναι συνένοχοι».



